Quantcast
Channel: Άρθρο – ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Viewing all 22 articles
Browse latest View live

Η ανάγκη εκπαίδευσης της οικογένειας του νεαρού Παραβάτη στο Πλαίσιο Δομών Πρόληψης και Προαγωγής της Υγείας: Η περίπτωση των Σχολών Γονέων

$
0
0

Η ανάγκη εκπαίδευσης της οικογένειας του νεαρού Παραβάτη στο Πλαίσιο Δομών Πρόληψης και Προαγωγής της Υγείας: Η περίπτωση των Σχολών Γονέων


 

 «Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, αποδεχόμενη τις εκατοντάδες προτάσεις των επισκεπτών της και επιθυμώντας να συμβάλλει στην επίκαιρη ενημέρωση τους, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

 Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο της Δρ. Βασιλικής Ιωαννίδη, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας στο αντικείμενο της Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με θέμα:

«Η ανάγκη εκπαίδευσης της οικογένειας του νεαρού Παραβάτη στο Πλαίσιο Δομών Πρόληψης και Προαγωγής της Υγείας: Η περίπτωση των Σχολών Γονέων

 Στο παρόν άρθρο αναπτύσσεται το θέμα της «επιστημονικής παρέμβασης», όσον αφορά στη στήριξη και την εκπαίδευση των ανήλικων παραβατών και των οικογενειών τους με τη βοήθεια κατάλληλου και εξειδικευμένου προσωπικού, μέσα από τη δημιουργία «ειδικών» δομών σε επίπεδο «πρόληψης, προαγωγής της υγείας, εκπαίδευσης, επικοινωνίας, συμβουλευτικής, επαγγελματικής κατάρτισης, ψυχαγωγίας και στέγασης». Η ύπαρξη ενός τέτοιου παράλληλου εκπαιδευτικού και υποστηρικτικού πλαισίου θα αποσκοπεί στην οργάνωση μιας προληπτικής πολιτικής, βασισμένης στην εκπλήρωση εκπαιδευτικών, μορφωτικών και θεραπευτικών αναγκών ατόμων με «δυσλειτουργικές» οικογένειες, μέσω της ανάδειξης σωστά οργανωμένων ενδοοικογενειακών σχέσεων.

Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί με την οργάνωση και τη λειτουργία «Σχολών Γονέων». Οι στόχοι μιας τέτοιας στρατηγικής θα αφορούν: α) στην ενίσχυση της λειτουργίας της οικογένειας του ανήλικου παραβάτη, β) στην οικοδόμηση καλύτερων οικογενειακών σχέσεων μέσα από την ενδυνάμωση του γονεϊκού ρόλου, και γ) στην παροχή συνεχιζόμενων υπηρεσιών για να προληφθεί η επανάληψη του προβλήματος. Η καταπολέμηση συμπτωμάτων προ-παραβατικής ή παραβατικής συμπεριφοράς μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την ανάπτυξη δομών πρόληψης και προαγωγής της υγείας, ώστε να επιτύχουμε την αξιοποίηση του ενεργητικού δυναμικού του ανηλίκου και της οικογένειάς του κατά ωφέλιμο κοινωνικά τρόπο.

 

Το μη έντονο κοινωνικό ενδιαφέρον για το σωφρονιστικό ζήτημα και οι μειωμένες οικονομικές παροχές υπήρξαν οι δύο βασικοί λόγοι για τη στασιμότητα της βελτίωσης του σωφρονιστικού συστήματος. Χαρακτηριστικοί δείκτες για την ανάλυση της επικρατούσας κατάστασης στη χώρα μας είναι τα ποσοστά των εγκλειομένων στα Καταστήματα κράτησης, η ελλιπής υλικοτεχνική υποδομή, η ανεπαρκής στελέχωση, καθώς και η ίδια η εκπαίδευση του προσωπικού. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να αναφερθούν «σημεία ευαισθησίας» σε επίπεδο κρατικής πολιτικής, όσον αφορά στις σύγχρονες νομοθετικές ρυθμίσεις. Ωστόσο, σημαντικό ρόλο μπορούν να παίξουν πορίσματα εμπειρικών ερευνών σχετικά με την αποτελεσματικότητα του σωφρονιστικού συστήματος(1).

Συγκεκριμένα, το παρόν άρθρο στηρίζεται σε μία ευρύτερη εμπειρική έρευνα, η οποία διεξήχθη στα τρία Ιδρύματα Αγωγής ανηλίκων της χώρας μας, κατά το έτος 1997(2). Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, ένας από τους πρωταρχικούς παράγοντες αποτυχίας στη διαδικασία της κοινωνικής επανένταξης των ανήλικων παραβατών είναι η έλλειψη παράλληλης με αυτούς στήριξης και εκπαίδευσης της οικογένειάς τους. Αυτός, ακριβώς, ο παράγοντας στάθηκε το αφετηριακό σημείο του προβληματισμού μου για την αναζήτηση μιας νέας προσέγγισης, όσον αφορά στην ανάπτυξη της κοινωνικής υπευθυνότητας και συμμετοχής τόσο του ανήλικου παραβάτη όσο και της οικογένειάς του.

Πιο συγκεκριμένα, ο ρόλος της οικογένειας για την εξέλιξη του ανηλίκου, και ιδιαίτερα του ανηλίκου με παραβατική συμπεριφορά, μπορεί να συνοψιστεί στα εξής βασικά σημεία:

  • Ο ρόλος της οικογένειας (3) στην κοινωνική ένταξη των ανηλίκων είναι πρωταρχικής σημασίας.
  • Ένας από τους κυρίαρχους λόγους που δεν επιτυγχάνεται η κοινωνική (επαν)ένταξη των ανηλίκων που εξέρχονται από τα Ιδρύματα Αγωγής είναι η επάνοδός τους στο ίδιο νοσηρό οικογενειακό περιβάλλον (4).

Η εξέλιξη, ιδιαίτερα, του παράγοντα της σχέσης του ανήλικου παραβάτη με την οικογένειά του περικλείει μία ολόκληρη προβληματική, πλευρές της οποίας βρίσκουμε στις ακόλουθες επισημάνσεις:

  1. Η κοινωνική προσαρμογή του ανθρώπου αποτελεί συνισταμένη, συνιστώσες της οποίας μπορούν να χαρακτηριστούν τόσο ο εσωτερικός δυναμισμός του ατόμου όσο και το αποτέλεσμα των επιδράσεων που ασκούνται στο άτομο από το εξωτερικό περιβάλλον, στο οποίο ζει (5).
  2. Η προώθηση μιας δυναμικής πολιτικής για τη διαμόρφωση της σχέσης «ανηλίκου και οικογένειας» είναι περισσότερο επιβεβλημένη για νεαρά άτομα με δυσχέρειες κοινωνικής προσαρμογής (6) στα διάφορα επίπεδα επανένταξης: το οικογενειακό, το επαγγελματικό, το εργασιακό και το ευρύτερα κοινωνικό.
  3. Η προστασία και η διαφύλαξη, ωστόσο, της σχέσης του «ανήλικου παραβάτη και της οικογένειάς του» απαιτεί μία ευρεία σύνθεση στρατηγικών ενημέρωσης, σε επίπεδο μείωσης παραγόντων επικινδυνότητας, μέσα από τη διεξαγωγή προγραμμάτων βασισμένων στην πρόληψη.

Γενικά, κάνοντας λόγο για στρατηγικές πρόληψης εννοούμε ένα ευρύ πλάνο προγραμμάτων μέσα από συντονισμό ενεργειών σε πολλαπλά επίπεδα, όπως η οικογένεια, το σχολείο, διάφοροι κοινωνικοί φορείς και η κρατική παρέμβαση. Όμως, τέτοιου είδους υποστηρικτικές δραστηριότητες θα πρέπει να έχουν ως άξονες αναφοράς: 

  • τη συνειδητοποίηση του κοινού για δραστηριότητες πρωτογενούς πρόληψης,
  • την ενθάρρυνση και τη δημιουργία ευκαιριών στους νέους,
  • την παρέμβαση υπηρεσιών της τοπικής αυτοδιοίκησης,
  • τη βελτίωση των εκπαιδευτικών σχεδιασμών.

Πεποίθησή μας είναι ότι η αγωγή με σκοπό την πρόληψη της νεανικής παραβατικότητας μπορεί να επιτευχθεί με αγωγική διαδικασία, όπου η κοινωνική ένταξη του ατόμου θα επιτυγχάνεται με ενέργειες μέσα στο σχολικό αλλά και στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Η άποψή μας αυτή ενισχύεται από τη γενικότερη θέση ότι τα μέτρα για την αντιμετώπιση της αντικοινωνικής συμπεριφοράς μπορούν να είναι μέτρα ειδικής πολιτικής για τους νέους, μέτρα κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής, μέτρα οικογενειακής πολιτικής, καθώς και μέτρα νομοθετικού και οργανωτικού περιεχομένου (7).

Έτσι, εκτιμούμε ότι οι παραπάνω δραστηριότητες, για να υπάρξουν και να συνυπάρξουν, προαπαιτούν ένα πολυδύναμο σύστημα-πλέγμα υποστηρικτικών υπηρεσιών, το οποίο θα χαρακτηρίζεται: 

  1. από την εκπαίδευση για την υγεία μέσα στην κοινότητα με βασικές συνιστώσες την υπευθυνότητα και τη συμμετοχή των ίδιων των μελών της κοινωνίας στη διαδικασία μάθησης για τη βελτίωση της σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής υγείας τους (8),
  2. από τη δημιουργία ενός θεραπευτικού περιβάλλοντος, του οποίου η φιλοσοφία θα επικεντρώνεται στον κοινωνικό επαναπροσδιορισμό και την κοινωνική ένταξη του ατόμου, με τους γονείς ως συντρόφους στη θεραπευτική διαδικασία, και
  3.  από συνεχιζόμενη παρακολούθηση των ατόμων που οδηγούνται στις εν λόγω υπηρεσίες.

Κύριος σκοπός ενός τέτοιου συστήματος θα είναι η παρέμβαση στη στήριξη και την εκπαίδευση της οικογένειας του ανήλικου παραβάτη και της οικογένειάς του, όπου ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίδεται σε θέματα διαμόρφωσης της ανθρώπινης προσωπικότητας και παράλληλης διαμόρφωσης ενός ευνοϊκού οικογενειακού κλίματος. Βασική συνιστώσα, όπως προαναφέραμε, ενός τέτοιου πλαισίου για την παράλληλη εκπαίδευση ανηλίκου και οικογένειας, πιστεύουμε πως θα πρέπει να αποτελέσει και η Εκπαίδευση για την Υγεία. Η εκπαίδευση για την υγεία συνιστά διαδικασία που προϋποθέτει κινητοποίηση του πληθυσμού για την προστασία της υγείας του, σωματικής και ψυχικής, σύνολο δραστηριοτήτων που θα ενθαρρύνουν τον πληθυσμό να θέλει να είναι υγιής και να γνωρίζει πώς θα παραμείνει υγιής, καθώς και μια συνολικότερη κοινωνικο-οικολογική αντίληψη που θα σέβεται την αλληλεπίδραση βιολογικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών παραγόντων.

Κάτι τέτοιο σημαίνει ενεργοποίηση της υπευθυνότητας του πολίτη μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες, ευπλαστότητα προγραμμάτων και ευκαιρίες δράσης σε διεπιστημονική βάση (9). Επιπλέον, η σύγχρονη πολιτική της Εκπαίδευσης για την Υγεία δίδει έμφαση στους τομείς της πρόληψης, προαγωγής και ανάπτυξης μιας κοινωνικής αντίληψης για την Υγεία. Ιδιαίτερα, η Προαγωγή της Υγείας νοείται ως διαδικασία που δίδει τη δυνατότητα στα άτομα να ελέγχουν και βελτιώνουν την υγεία τους. Το ίδιο το άτομο, δηλαδή, εκπαιδεύεται, ώστε να αναλάβει συνειδητά την ευθύνη για την ποιότητα της ζωής του (10).

Επιπλέον, στο πλαίσιο μιας κρατικής μέριμνας για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της νεανικής παραβατικότητας*, θεωρούμε άκρως αναγκαία την εκπαίδευση των ανήλικων παραβατών και των οικογενειών τους, με τη βοήθεια κατάλληλου και εξειδικευμένου προσωπικού, μέσα από τη δημιουργία «ειδικών» δομών σε επίπεδο πρόληψης, προαγωγής της υγείας, εκπαίδευσης, επικοινωνίας, συμβουλευτικής, επαγγελματικής κατάρτισης, ψυχαγωγίας και στέγασης. Ιδιαίτερα, η οργάνωση και η λειτουργία Σχολών Γονέων σε τέτοιες δομές θεωρούμε ότι μπορεί να αποτελέσει προϋπόθεση επιτυχίας για: 

  • την ενίσχυση της λειτουργίας της οικογένειας του ανήλικου παραβάτη, 
  • την οικοδόμηση καλύτερων οικογενειακών σχέσεων μέσα από την ενδυνάμωση του γονεϊκού ρόλου, και 
  • την παροχή συνεχιζόμενων υπηρεσιών για να προληφθεί η επανάληψη του προβλήματος.

Συνεπώς, η ύπαρξη ενός παράλληλου εκπαιδευτικού και υποστηρικτικού πλαισίου θα αποσκοπεί στην οργάνωση μιας προληπτικής πολιτικής, βασισμένης στην εκπλήρωση εκπαιδευτικών και θεραπευτικών αναγκών ατόμων με «δυσλειτουργικές» οικογένειες, μέσω της ανάδειξης σωστά οργανωμένων ενδοοικογενειακών σχέσεων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να επιτύχουμε την πρόληψη τέλεσης αξιόποινων πράξεων από νεαρά άτομα και την κοινωνική αποκατάσταση ατόμων που έχουν τελέσει αξιόποινη πράξη μέσα σε ένα υγιές οικογενειακό κλίμα.

Συνολικά, η δημιουργία ενός τέτοιου εκπαιδευτικού και υποστηρικτικού πλαισίου υπαγορεύεται από την ανάγκη: 

• μιας γενικής καθοδήγησης και επιμόρφωσης των γονέων σε γενικά και ειδικά θέματα οικογενειακής ζωής, ψυχικής υγιεινής και ενδοοικογενειακών σχέσεων, καθώς και

• ευαισθητοποίησης και συνεχούς ενημέρωσης αυτών από ειδικούς επιστήμονες, όσον αφορά στη σχέση τους με τον εαυτό τους, το έτερο των συζύγων, τα παιδιά τους, με το σχολείο και το υπόλοιπο κοινωνικό περιβάλλον.

Κύρια λειτουργία της συμβουλευτικής και της ψυχολογικής υποστήριξης θα είναι η αντιμετώπιση των προσωπικών και των οικογενειακών προβλημάτων. Τέτοιου είδους προβλήματα είναι αυτά που απορρέουν από τη μεταβατικότητα της εκάστοτε ηλικιακής φάσης, ζητήματα σχετικά με τον επαγγελματικό προσανατολισμό των νέων, προβλήματα που απορρέουν από ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, θέματα σχετικά με τη διδακτική διαδικασία και τη μαθησιακή πορεία των παιδιών καθώς και τη διαχείριση του ελεύθερου χρόνου τους (11).

Ωστόσο, η δημιουργία τέτοιων νομοθετικών ρυθμίσεων, θεσμικών αλλαγών και τεχνικών επέμβασης από την πλευρά της Πολιτείας θα πρέπει να καθορίζεται από το σκεπτικό της κοινωνικής ένταξης του ανήλικου παραβάτη μέσα από τον επαναπροσδιορισμό της κοινωνικής του ταυτότητας (12). Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει μέσα από τη συμμετοχή του σε κοινωνικές δραστηριότητες αποκατάστασης, όπως προγράμματα κοινωφελούς εργασίας (13), προκειμένου να επιτευχθεί η απεξάρτησή του από αρνητικές συνήθειες και πράξεις.

Κατακολουθίαν, οι Σχολές Γονέων (14) μπορούν:  

  • να αξιοποιήσουν την υπάρχουσα επιστημονική γνώση παρέχοντας, έτσι, παράλληλη στήριξη και εκπαίδευση στον ανήλικο παραβάτη και στην οικογένεια του,
  • να συνδέσουν τη γνώση με τις κοινωνικές ανάγκες δίδοντας, κατ΄ αυτόν τον τρόπο, έμφαση στην ευαισθητοποίηση του κοινού σε θέματα νεανικής παραβατικότητας,
  • να συμβάλουν σε ένα αποτελεσματικότερο καθεστώς από το υπάρχον,
  • να διατυπώσουν νέες προτάσεις που θα προκύπτουν από την εμπειρία τους.

Συνολικά, θέλουμε να επιμείνουμε στην ανάγκη της θεσμοθέτησης και της αναγνώρισης σταθερών θεσμών προετοιμασίας, εκπαίδευσης, συμβουλευτικής και στήριξης των νεαρών παραβατών και των οικογενειών τους. Πιστεύουμε ότι το εφαρμοζόμενο ιδρυματικό και εξω-ιδρυματικό σύστημα περίθαλψης των νέων με παραβατική συμπεριφορά έχει ανάγκη από τη δημιουργία ενός ανοικτού -ή μη- πλαισίου εκπαιδευτικής παρέμβασης. Η αναγνώριση της αξίας που έχει μία επιστημονική παρέμβαση για την παράλληλη στήριξη και εκπαίδευση του νεαρού παραβάτη και της οικογένειάς του είναι προφανής. Πεποίθησή μας είναι ότι ένα τέτοιο εκπαιδευτικό και υποστηρικτικό πλαίσιο μπορεί να συνεισφέρει ουσιαστικά στην αποτροπή μιας περαιτέρω ποινικής εμπλοκής του ανήλικου παραβάτη, εφόσον πραγματώνεται τόσο στο επίπεδο των προσωπικών του αναγκών όσο και στο επίπεδο της διαμόρφωσης της κοινωνικής οντότητας της οικογένειάς του.

Συνεπώς, η καταπολέμηση συμπτωμάτων προ-παραβατικής ή παραβατικής συμπεριφοράς μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την ανάπτυξη δομών πρόληψης και προαγωγής της υγείας, ώστε να επιτύχουμε την αξιοποίηση του ενεργητικού δυναμικού του ανηλίκου και της οικογένειάς του κατά ωφέλιμο κοινωνικά τρόπο. Η έμφαση στην εκπαίδευση και στην προαγωγή της υγείας του ανήλικου παραβάτη και της οικογένειάς του, μέσα από Κέντρα, Προγράμματα και Υπηρεσίες επικοινωνίας με ειδικευμένη μεθοδολογική προσέγγιση, καθώς και μέσω της καλύτερης ειδίκευσης των νέων επαγγελματιών σε τεχνικές προσέγγισης, υποστήριξης και επικοινωνίας, μπορεί να θέσει τους νεαρούς παραβάτες υπόχρεους κοινωνικής συμμετοχής και συσχέτισης (15).

Όμως, δεν μπορεί να γίνει λόγος για την επιτυχία αυτών των προσεγγίσεων χωρίς την κατάλληλη συναισθηματική υποστήριξη του ανηλίκου και τη δημιουργία υγιούς αυτοσυναισθήματος, με άξονες την αυτογνωσία, την αυτοεκτίμηση και την αυτοσυνειδησία, με σκοπό τη συναισθηματική, την ψυχική και την κοινωνική ανάπτυξη του ατόμου. Η παραπάνω συμβουλευτική και διδακτική παρέμβαση ενέχει και το στοιχείο, παιδευτικό και θεραπευτικό, της αγάπης. Αυτό, ακριβώς, το στοιχείο συντείνει στη βίωση του συναισθήματος της αγάπης από το παιδί και αποτελεί υπέρβαση, μέσω της λύτρωσης του νέου, πέρα από επιστημονική παρέμβαση και ορθολογική μεσολάβηση και προσπάθεια (16).

 

Υποσημειώσεις


 

*Το παρόν άρθρο σε μια πρώιμη μορφή αποτέλεσε εισήγηση κατά τη διεξαγωγή των εργασιών Πανελληνίου Πανεπιστημιακού Συνεδρίου με θέμα: “Σχολές Γονέων: Επιστημονική παρέμβαση στη στήριξη και εκπαίδευση της οικογένειας. Εμπειρίες-προοπτικές”, Aula Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, 8-10 Οκτωβρίου 1999.

1 Βλ. Έ. Π. Λαμπροπούλου, «Η “αντιμετώπιση” του σωφρονιστικού προβλήματος από την ελληνική σωφρονιστική πολιτική: More of the same or the same is different?», Ελληνική Επιθεώρηση Εγκληματολογίας, τχ. 5-10 (Δεκ. 1990-1992), σ. 118.

2 Βλ. σχετικά Β. Ιωαννίδη-Ψυχογυιού, Ο θεσμός των Αναμορφωτικών Καταστημάτων/ Ιδρυμάτων Αγωγής. Παιδαγωγική θεμελίωση και πράξη, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 2001, σ. 217 κ. εξ.

3 Bλ. αναφορικά Οικογένεια. Παιδική προστασία. Κοινωνική πολιτική, Επιμέλεια έκδοσης: Ε. Αγάθωνος-Γεωργοπούλου, Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, Αθήνα 1993.

4 Βλ. Β. Ιωαννίδη-Ψυχογυιού, ό.π., σ. 256 κ. εξ.

5 Βλ. Εμ. Ανδριανάκη, «Κοινωνική προσαρμογή των εγκληματούντων ανηλίκων με την αποθυματοποίηση», στο Συμπόσιο: Πρόληψη και αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων (Επανεκπαίδευση-Ένταξη), Επιμελήτρια έκδοσης: Μπεζέ Λουκία, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1990, σ. 231.

6 Αξίζει να σημειωθεί ότι η ιδέα της διοργάνωσης του πρώτου, στην Ελλάδα, επιστημονικού συμποσίου με θέμα: Πρόληψη και αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων. Επανεκπαίδευση-Ένταξη, το οποίο πραγματοποιήθηκε στην Aθήνα, 14-16 Οκτωβρίου 1988, «απαντούσε αρχικά στην ανάγκη να γίνει, δημόσια και με τρόπο συστηματοποιημένο, λόγος για όλους αυτούς τους νέους που δεν έχουν από μόνοι τους λόγο…». Βλ. Συμπόσιο: Πρόληψη και αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων (Επανεκπαίδευση-Ένταξη), ό.π., σ. 23.

7 Ι. Φραντζεσκάκη, Αντικοινωνική συμπεριφορά των νέων. Χουλιγκανισμός, Αναρχισμός, Τρομοκρατία, Ναρκωτικά και λοιπές σύγχρονες μορφές αντικοινωνικής συμπεριφοράς, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1987, σ. 138 κ. εξ.

8 Γ. Κυριόπουλου, «Μεθοδολογία της εκπαίδευσης για την υγεία στην Κοινότητα», στο Ανθολόγιο: Πρακτικά Διεθνούς Συμποσίου Αγωγής Υγείας. Στόχοι – Περιεχόμενο – Μέθοδοι, Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας, Υπουργείο Νέας Γενιάς και Αθλητισμού, χ.χ., σ. 185.

9 Ό.π., σ. 185.

10 Ό.π., σ. 189.

* Από τα τρία Ιδρύματα Αγωγής ανηλίκων – Κορυδαλλού, Παπάγου και Βόλου- της χώρας μας, η λειτουργία του Ιδρύματος Αγωγής αρρένων Κορυδαλλού και του Ιδρύματος Αγωγής θηλέων Παπάγου διακόπηκε, ενώ συνεχίζεται κανονικά η λειτουργία του Ιδρύματος Αγωγής αρρένων Βόλου. Σκοπός της παραπάνω διακοπής αποτελεί, μέχρι και σήμερα, η νομοθετική τροποποίηση, η δημιουργία νέας υλικο-τεχνικής υποδομής και η συνολική θέσπιση νέου προληπτικού πλαισίου, το οποίο θα ανταποκρίνεται στις σύνθετες κοινωνικές ανάγκες για ανηλίκους που έχουν αναπτύξει προ-παραβατική ή παραβατική συμπεριφορά.

11 Βλ. σχετικά Ι. Ν. Παρασκευόπουλου, Εξελικτική Ψυχολογία. Η ψυχική ζωή από τη σύλληψη έως την ενηλικίωση, τόμ. 3ος: Σχολική ηλικία ,τόμ. 4ος: Εφηβική ηλικία, Αθήνα 1985.

12 Βλ. αναφορικά Β. Σ. Ιωαννίδη, «Αγωγή Υγείας και νεανική παραβατικότητα. Η αγωγή και η προαγωγή της υγείας ως μέσα πρόληψης της νεανικής παραβατικότητας», Παρουσία, ΙΓ΄-ΙΔ΄ (1998-2000), σ. 400.

13 Για την παροχή κοινωφελούς εργασίας, βλ. Κ. Δ. Σπινέλλη, Ελληνικό Δίκαιο Ανηλίκων Δραστών και Θυμάτων. Ένας κλάδος υπό διαμόρφωση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1992, σ. 140 κ. εξ.

14 Bλ. Λ. Δελλασούδα, «Σχολές Γονέων. Σκοπιμότητα, Χρησιμότητα, Προϋποθέσεις», εφ. Διαπαιδαγώγηση, Νοέμβ. 1998, σ. 6-7.

15 Γ. Μόσχου, «“Ο κύκλος των απορριμμένων ποιητών και των μετέωρων στοιχημάτων”. Οι νέοι παραβάτες του νόμου απέναντι στα στοιχεία της οργανωμένης κοινωνίας», στο Ανθολόγιο: Εγκληματίες και Θύματα στο Κατώφλι του 20ου Αιώνα, Αφιέρωμα στη μνήμη Ηλία Δασκαλάκη, Αθήνα 2000, σ. 382.

16 Γ. Σ. Κρουσταλάκη, Παιδιά με ιδιαίτερες ανάγκες στην οικογένεια και το σχολείο. Ψυχοπαιδαγωγική παρέμβαση, Αθήνα, χ.χ., σ. 440-446.

 

Βιβλιογραφία


 

  • Ανδριανάκη, Εμ. «Κοινωνική προσαρμογή των εγκληματούντων ανηλίκων με την αποθυματοποίηση», στο Συμπόσιο: Πρόληψη και αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων (Επανεκπαίδευση-Ένταξη), Επιμελήτρια έκδοσης: Μπεζέ Λουκία, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1990.
  • Δελλασούδα, Λ. «Σχολές Γονέων. Σκοπιμότητα, Χρησιμότητα, Προϋποθέσεις», εφ. Διαπαιδαγώγηση, Νοέμβ. 1998, σσ. 6-7.
  • Ιωαννίδη, Β. Σ. «Αγωγή Υγείας και νεανική παραβατικότητα. Η αγωγή και η προαγωγή της υγείας ως μέσα πρόληψης της νεανικής παραβατικότητας», Παρουσία, τόμ. ΙΓ΄-ΙΔ΄ (1998-2000), σσ. 397-406.
  • Ιωαννίδη-Ψυχογυιού, Β. Ο θεσμός των Αναμορφωτικών Καταστημάτων/ Ιδρυμάτων Αγωγής. Παιδαγωγική θεμελίωση και πράξη, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 2001.
  • Κρουσταλάκη, Γ. Σ. Παιδιά με ιδιαίτερες ανάγκες στην οικογένεια και το σχολείο. Ψυχοπαιδαγωγική παρέμβαση, Αθήνα, χ.χ.
  • Κυριόπουλου, Γ. «Μεθοδολογία της εκπαίδευσης για την υγεία στην Κοινότητα», στο Ανθολόγιο: Πρακτικά Διεθνούς Συμποσίου Αγωγής Υγείας. Στόχοι – Περιεχόμενο – Μέθοδοι, Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας, Υπουργείο Νέας Γενιάς και Αθλητισμού, χ.χ., σσ. 198-203.
  • Λαμπροπούλου, Έ. Π. «Η “αντιμετώπιση” του σωφρονιστικού προβλήματος από την ελληνική σωφρονιστική πολιτική: More of the same or the same is different?», Ελληνική Επιθεώρηση Εγκληματολογίας, τχ. 5-10 (Δεκ. 1990-1992), σσ. 117-139.
  • Μόσχου, Γ. «“Ο κύκλος των απορριμμένων ποιητών και των μετέωρων στοιχημάτων”. Οι νέοι παραβάτες του νόμου απέναντι στα στοιχεία της οργανωμένης κοινωνίας», στο Ανθολόγιο: Εγκληματίες και Θύματα στο Κατώφλι του 20ου Αιώνα, Αφιέρωμα στη μνήμη Ηλία Δασκαλάκη, Αθήνα 2000.
  • Οικογένεια. Παιδική προστασία. Κοινωνική πολιτική, Επιμέλεια έκδοσης: Ε. Αγάθωνος-Γεωργοπούλου, Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, Αθήνα 1993.
  • Παρασκευόπουλου, Ι. Ν. Εξελικτική Ψυχολογία. Η ψυχική ζωή από τη σύλληψη έως την ενηλικίωση, τόμ. 3ος: Σχολική ηλικία ,τόμ. 4ος: Εφηβική ηλικία, Αθήνα 1985.
  • Σπινέλλη, Κ. Δ. Ελληνικό Δίκαιο Ανηλίκων Δραστών και Θυμάτων. Ένας κλάδος υπό διαμόρφωση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1992.
  • Φραντζεσκάκη, Ι. Αντικοινωνική συμπεριφορά των νέων. Χουλιγκανισμός, Αναρχισμός, Τρομοκρατία, Ναρκωτικά και λοιπές σύγχρονες μορφές αντικοινωνικής συμπεριφοράς, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1987.

Βασιλική Ιωαννίδη,

Δρ Παιδαγωγικής 

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ,

2002- 2003, τόμ. ΛΔ΄, σσ. 123-130

 


Filed under: Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ελεύθερο Βήμα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Ελεύθερο Βήμα, Ιωαννίδη Στ. Βασιλική, Νεανική Παραβατικότητα, Πολιτισμός, Σχολές Γονέων

Μια Εύγλωττη Σύγκρουση – Στρατώνες Καποδίστρια στο Άργος, κράτος, δήμος, κόμματα, φορείς και πολίτες

$
0
0

Μια Εύγλωττη Σύγκρουση –  Στρατώνες Καποδίστρια στο  Άργος, κράτος, δήμος, κόμματα, φορείς και πολίτες


 

 Μια Εύγλωττη Σύγκρουση –  Στρατώνες Καποδίστρια στο  Άργος, κράτος, δήμος, κόμματα, φορείς και πολίτες. Άρθρο του Βασίλη Δωροβίνη στο βιβλίο, «Το Οικολογικό Κίνημα στην Ελλάδα», Εκδόσεις: Μετά τη βροχή, Αθήνα, 1987.

Τον Μάρτιο του 1987 συμπληρώθηκαν ακριβώς δέκα χρόνια από τη δημιουργία του θέματος γύρω από την κατεδάφιση ή δια­τήρηση και αξιοποίηση του ιστορικού κτιρίου των Στρατώνων Καποδίστρια στην πόλη του Άργους. Το θέμα αυτό δημιουργήθηκε με την απόφαση της 5 Μαρτίου 1977 του Δημοτικού Συμβουλίου, σύμφωνα με την οποία αποφασίστηκε η κατεδάφιση «των παλαιών κτισμάτων των στρατώνων», ώστε κατόπιν… να ήταν δυνατό να προγραμματιστεί τι θα γίνει ο χώρος τους. Με την απόφαση αυτή δημιουργήθηκαν οι πρώτες αντιδράσεις εκ μέρους των πολιτών, που κατέληξαν σε σύγκρουση διαρκείας, με απήχηση, στην αρχή, και με διαστάσεις, κατόπιν, που πήραν πανελλήνιο χαρακτήρα, ενώ το θέμα ερχόταν και σε γνώση διεθνών οργανισμών.

 

Πρόχειρο σχέδιο των Στρατώνων που δημοσιεύτηκε στο αγγλικό περιοδικό «The Graphic» (20.1.1877) και στο γαλλικό «L᾿  Illustration» (27.1.1877).

Πρόχειρο σχέδιο των Στρατώνων που δημοσιεύτηκε στο αγγλικό περιοδικό «The Graphic» (20.1.1877) και στο γαλλικό «L᾿ Illustration» (27.1.1877).

 

Σήμερα, με την απόσταση του χρόνου, μπορούμε να βεβαιώ­σουμε ότι η σύγκρουση γύρω από τους Στρατώνες Καποδίστρια εξελίχθηκε σε πολύ χαρακτηριστική διεργασία κοινωνικών αντιπαρα­θέσεων, με αφορμή ένα θέμα περιβαλλοντικό το οποίο έφερε στην επιφάνεια όλη τη διαδικασία κοινωνικής διαστρωμάτωσης σε μια τυπική επαρχιακή πόλη της σημερινής Ελλάδας, αλλά και τον καθο­ριστικό ρόλο των διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων που ενεπλάκησαν στη σύγκρουση. Πέρα από αυτό, και μόνον η αρθρογραφία του αθηναϊκού τύπου για το θέμα μας επιτρέπει να διαπιστώσουμε ότι εκτός, ίσως, από το θέμα του δελφικού τοπίου, στις οξείες φάσεις του, κανένα άλλο θέμα περιβαλλοντικό ή προστασίας της πολιτιστικής μας κληρονομιάς δεν κράτησε τόσο ζωηρό το ενδιαφέρον των έντυ­πων μέσων ενημέρωσης επί μια ολόκληρη δεκαετία.

Για τη συνέχεια του άρθρου του κ. Βασίλη Κ. Δωροβίνη, πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Μια Εύγλωττη Σύγκρουση – Στρατώνες Καποδίστρια στο Άργος.

 


Filed under: Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Greek History, Άργος, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Βασίλης Κ. Δωροβίνης, Οικολογικό Κίνημα, Πολιτισμός, Στρατώνες Καποδίστρια, Military barracks

Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου

$
0
0

Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου


Ιστορικό

19ος αιώνας

1. Οι Δικηγόροι στη Ναυπλιακή Επανάσταση

Οι πρώτοι δικηγόροι στο Ναύπλιο μετά την Απελευθέρωση είχαν σπουδάσει κυρίως στο εξωτερικό. Μετά τη δημιουργία του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου το 1837, άρχισαν να εμφανίζονται και οι πρώτοι πτυχιούχοι του.

 

Κύκλος της Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Τάσου Γούναρη, του Ανωνύμου Ναυπλιέως κ.α. τουλάχιστον τέσσερις δικηγόροι και δύο δικαστές συμμετείχαν στον κύκλο (σαλόνι) της Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου, ο οποίος προετοίμασε την Ναυπλιακή Επανάσταση του 1862 και  επέφερε την πτώση του Όθωνα. Αυτοί είναι οι εξής: Γ. Πετιμεζάς, Κων. Μαυρομιχάλης (δικαστές), Γ. Αντωνόπουλος, Γρηγ. Δημητριάδης, Κων. Δ. Ευθυμιόπουλος, Ιω. Παπαζαφειρόπουλος, Κων. Πετσάλης, ίσως Θεόδ. Φλογαΐτης (με πιθανή συνεργασία της Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου στον Συνταγματικό Έλληνα, εφημερίδα της Ναυπλιακής επανάστασης με κύριο συντάκτη το Φλογαΐτη, φοιτητή της Νομικής).

 

Οι  δικηγόροι στη ναυπλιακή κοινωνία

 

Το Ναύπλιο ήταν τον 19ο αιώνα και μέρος του 20ου αιώνα η σημαντικότερη έδρα δικαστηρίων μετά την Αθήνα, κι εκ του γεγονότος ότι υπήρξε η πρώτη πρωτεύουσα της χώρας. Τα δικαστήρια που υπήρχαν ήταν Εφετείο, Πρωτοδικείο, Ειρηνοδικείο, καθώς και Εμποροδικείο μέχρι την κατάργηση του θεσμού το 1887. Επίσης έδρευε εκεί ένα από τα τρία πρώτα δικαστήρια του 1833, εγκατεστημένο στο Βουλευτικό. Το Εφετείο αρχικά είχε την έδρα του στην Τρίπολη, απ’ όπου μεταφέρθηκε στο Ναύπλιο το 1836. Το Εφετείο Ναυπλίου κάλυπτε σχεδόν τα 2/3 της Πελοποννήσου πλην Αχαΐας και Ηλείας. Τα δικαστήρια συνεδρίαζαν σε διάφορα κτίρια διάσπαρτα στην πόλη, μέχρι της ανέγερσης του Δικαστικού Μεγάρου Ναυπλίου.

 

Δικαστικό Μέγαρο Ναυπλίου

 

Με δωρεά του Ανδρέα Συγγρού, που πέθανε το 1899, ανεγέρθη από τον Ναυπλιέα μηχανικό Αναστάσιο Σταματιάδη ένα μεγαλοπρεπές κτίριο, εκτός των τειχών, εκεί που αργότερα διαμορφώθηκε η πλατεία με τον ανδριάντα του Καποδίστρια. Το επιβλητικό αυτό κτίριο είχε για χρόνια προβλήματα θεμελίωσης και το χτίσιμό του κράτησε από το 1903 έως το 1910, που εγκαινιάστηκε. Τότε θεωρήθηκε ως «το μοναδικό εν Ελλάδι δια τον επιβάλλοντα όγκον και την πολυτέλειαν οικοδόμημα εν ω στεγάζεται η δικαιοσύνη».

Στα εγκαίνια, με πρωτοβουλία του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Γ. Νέζου, παρέστησαν όλοι οι δικαστές, δικηγόροι, οι αρχές της πόλης και πλήθος κόσμου. Ομίλησε ο διαπρεπής νομικός και ιστορικός συγγραφέας Δημήτριος Βαρδουνιώτης από το Άργος, που άρχισε ως εξής «Η ημέρα αυτή θα μείνει αλησμόνητος για την πόλη του Ναυπλίου και ιστορική. Διότι η τελετή ην σήμερον τελούμεν είναι εκτάκτως χαρμόσυνος και μεγάλης εννοίας… Η βασίλισσα της εορτής είναι η δικαιοσύνη, ήτις είναι αξία παντός ύμνου και πάσης τιμής». Και συνεχίζει ο Βαρδουνιώτης αναφέροντας τις «θείες τιμές προς την Θέμιδα» στην Αρχαία Ελλάδα με αγάλματα και βωμούς, όπως π.χ. εκείνον που αναφέρει ο Παυσανίας στην Αθήνα, όπου υπήρχε επίσης ναός και άγαλμά της. Συνεχίζοντας ο Βαρδουνιώτης κάνει μνεία του μεγαλοπρεπούς Δικαστικού Μεγάρου των Παρισίων, του Λονδίνου και ιδίως εκείνου των Βρυξελλών.[1]

Στους χώρους του  νέου κτιρίου εγκαταστάθηκαν το Πταισματοδικείο, το Ειρηνοδικείο, η Εισαγγελία Πρωτοδικών, το Πρωτοδικείο, η Εισαγγελία Εφετών, το Εφετείο, τα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου (όπου βρίσκονται και σήμερα), το Υποθηκοφυλακείο κι ένα από τα συμβολαιογραφεία του Ναυπλίου. Αργότερα εγκαταστάθηκε και άλλο Συμβολαιογραφείο, του Κ. Φούτη και επρόκειτο να μεταφερθούν κι εκείνα των Χρ. Αναγνωστόπουλου και Π. Περράκη.[2] Μια μαρμάρινη πλάκα στην πρόσοψη του κτιρίου λέει «Ωκωδόμηται δαπάναις του μεγάλου ευεργέτου της Ελλάδος Ανδρέου Συγγρού. Εργολαβία Α. Σταματιάδου», ενώ η άλλη πλάκα έχει την επιγραφή «Δικαστικόν Μέγαρον».[3]

Διάφορες μετατροπές έγιναν αργότερα, π.χ. εγκατάσταση καλοριφέρ, μετά αιρ κοντίσιον, κλπ. Η πιο σημαντική έγινε το 1961, όταν αφαιρέθηκαν οι μαλτεζόπλακες της οροφής που  είχαν μεγάλο βάρος. Τότε έγινε κι ένα ατύχημα, που κόστισε τη ζωή ενός εργάτη.

 

Φυλακές και θανατική ποινή

 

Το Ναύπλιο υπήρξε επίσης σημαντική  έδρα φυλακών. Καταρχήν δημιουργήθηκε από τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης η Γεωργική Φυλακή Τίρυνθος, που υπάρχει ακόμα. Επίσης, λειτούργησαν ως φυλακές το Παλαμήδι (όπου φυλακίστηκε για ένα χρόνο και ο Κολοκοτρώνης) και η Ακροναυπλία, όπου χτίστηκε μεγάλο κτίριο φυλακών επί Καποδίστρια, το οποίο κατεδαφίστηκε το 1971.

Οι φυλακές του Παλαμηδίου καταργήθηκαν το 1927 (σύμφωνα με τα διασωθέντα αρχεία τους, ή το 1923 σύμφωνα με άλλες πηγές). Εκεί βρίσκονταν πολλοί θανατοποινίτες και εκεί γίνονταν οι εκτελέσεις δια της λαιμητόμου, την οποία είχε κάψει σε επίσημη τελετή η Ναυπλιακή Επανάσταση, αλλά αργότερα επανεφέρθη. Ακόμα, στο νησάκι και ενετικό φρούριο  Μπούρτζι ζούσαν οι δήμιοι από το 1833, συνήθως παλιοί θανατοποινίτες, στους οποίους είχε χαριστεί η ποινή. Ο πρώτος δήμιος είναι ο Χασάν Αρναούτ, Αλβανός καταδικασμένος εις θάνατον λόγω ληστειών. Ο πληθυσμός της πόλης απεχθανόταν αυτούς τους δημίους και εξεδήλωνε συχνά τα αισθήματά του εναντίον τους. Οι δήμιοι αποδοκιμάζονταν και λιθοβολούνταν από το πλήθος και όταν ένας Αλβανός κι ένας Αλγερινός δήμιος θέλησαν να εγκαταλείψουν την πόλη, μετά από «ευδόκιμη» υπηρεσία οκτώ ετών,  δολοφονήθηκαν χωρίς κανείς να αγγίξει τα χρήματά τους και τα πτώματά τους ρίχτηκαν στη θάλασσα. Ο Λαμπρυνίδης αναφέρει ότι στα περίπου 40 χρόνια της εφαρμογής της θανατικής ποινής με καρατόμηση, δεν βρέθηκε ούτε ένας από τους ληστές που εκτελέστηκαν να σώσει τη ζωή του αποδεχόμενος το ρόλο του δημίου.

Επίσης ως φυλακές χρησιμοποιήθηκε και η Ακροναυπλία, η οποία ήταν εξ ολοκλήρου στρατιωτική βάση με διάφορα κτίρια από το 1834. Κατόπιν, τη δεκαετία του 1930, η φυλακή αυτή έγινε αποκλειστικά για τους πολιτικούς κρατουμένους (κυρίως Κομμουνιστές), αλλά και βενιζελικούς αξιωματικούς μετά το κίνημα του 1935. Σε άρθρο του στο περιοδικό «Αναγέννηση» του Μαΐου – Οκτωβρίου 2010, ο Μπάμπης Αντωνιάδης παρουσιάζει ένα λεπτομερές χρονικό των διαφόρων φυλακών του Ναυπλίου.

 Σε σχετικό άρθρο του στο περιοδικό «Εστία» του 1892, ο Ανδρέας Καρκαβίτσας περιγράφει στις αρχές του 20ου αιώνα την επίσκεψή του στο Παλαμήδι και συνομιλία του με καταδίκους, καθώς και στο Μπούρτζι με τον δήμιο. Ο συγγραφέας, που ήταν και στρατιωτικός γιατρός, συγκλονίζεται από τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησης που αντιμετώπισε.

Πάντως, σύμφωνα με τη μελέτη του δικηγόρου και ιστορικού Βασίλη Δωροβίνη, κατά τη διάρκεια της Καποδιστριακής περιόδου εκτελέστηκαν ελάχιστες θανατικές ποινές, 3 φορές μόνο κατά τους τελευταίους μήνες του 1830 στην Σκόπελο, την Καλαμάτα και τα Σάλωνα (εκτελέσεις δια πυροβολισμού). Η θανατική ποινή δεν εφαρμόστηκε συστηματικά, διότι ο Καποδίστριας συστηματικά  μετέτρεπε τις θανατικές καταδίκες. Κατά την μετέπειτα περίοδο, στις αρχές του 20ου αιώνα και με την έλευση του Όθωνα καθιερώθηκε η λαιμοτόμος. Το Ναύπλιο υπήρξε για μεγάλη περίοδο αποκλειστικός τόπος εκτελέσεως της χώρας και οι Μπω – Μποβύ και Μπουασονά αναφέρουν στο έργο τους του 1920 ότι κατά μέσο όρο γίνονταν 25 αποκεφαλισμοί κατ’ έτος.

Στην εφημερίδα «Σωτήρ» των αρχών του 1835 βρίσκεται πρωτοσέλιδο άρθρο με τίτλο «Κατάργηση της ποινής του θανάτου» και θέμα σχετική πρόταση Βέλγου βουλευτή που συνάντησε ευνοϊκή αντίδραση. Η εφημερίδα αποκαλεί εχθρούς της προόδου τους οπαδούς της ποινής του θανάτου. Την ίδια καταδίκη  είχε δημοσιεύσει στην εφημερίδα «Αργολίς» ο Δημήτριος Βαρδουνιώτης (1871).[4]

 

Οι δικηγόροι

 

Οι δικηγόροι υπήρξαν ανέκαθεν ένα πολύ σημαντικό κοινωνικό στρώμα στην αστική κοινωνία της πόλης, ανήκαν δηλαδή μαζί με τους δικαστικούς, στρατιωτικούς και ανώτερους δημοσίους υπαλλήλους στην ελίτ της περιοχής. Έχαιραν μεγάλου σεβασμού κι εκτίμησης από την κοινωνία και φυσικά τους πελάτες τους και ήταν πολυπληθέστατοι σε σύγκριση με τον σχετικά μικρό πληθυσμό της πόλης. Για παράδειγμα, το Ναύπλιο με πληθυσμό 4.600 κατοίκους το 1879 είχε 64 δικηγόρους και 2 ακόμα στην υπόλοιπη επαρχία, ενώ το 1889 με πληθυσμό 5.500 κατοίκους αναφέρονται σε στατιστική του νομικού περιοδικού Θέμις 108, ενώ ο δικηγόρος-συντάκτης της τοπικής εφημερίδας Αργολίς περιορίζει τον αριθμό τους σε 65, οι οποίοι τελικά καταγράφονται και στον «Εμπορικό Οδηγό» το 1892.

Ας δούμε ορισμένες σκέψεις του Θεόδωρου Φλογαϊτη, δικηγόρου, υφηγητή Συνταγματικού Δικαίου και έγκριτου συγγραφέα πολλών νομικών βιβλίων, για τις αρχές λειτουργίας της Δικαιοσύνης και το επάγγελμα του δικηγόρου. Σε κείμενο του 1872 ο Φλογαΐτης παραθέτει εύστοχες και πρωτοποριακές σκέψεις που υιοθετήθηκαν από την πολιτεία πολλές δεκαετίες αργότερα. Για παράδειγμα,  προτείνει: α) Καθιέρωση διαγωνισμού ενώπιων ειδικής εξεταστικής ανεξάρτητης επιτροπής για την πρόσληψη των δικαστικών λειτουργών, β) μεταθέσεις δικαστών να επιτρέπονται μόνο κατόπιν γνωμοδότησης τους οικείου δικηγορικού συλλόγου, γ) να εξασφαλιστεί η μονιμότητα των ειρηνοδικών και η βαθμολογική και μισθολογική εξίσωση τους με τους πρωτοδίκες, δ) να καθιερωθεί η μονιμότητα των εισαγγελέων και να επισπευστεί η προδικαστική διαδικασία.

 Ως προς τους δικηγόρους, δεδομένου του ότι δεν υπήρχαν τότε στην Ελλάδα δικηγορικοί σύλλογοι,  ο Φλογαΐτης προτείνει να υποχρεωθούν οι δικηγόροι στη σύστασή τους, εκλέγοντας κάθε χρόνο πρόεδρο και γραμματέα, αφού έτσι, με την επιτήρηση δηλαδή των δικαστικών λειτουργών, θα λειτουργήσει αρτιότερα η δικαστική υπηρεσία. Ακόμα προτείνει να πάψουν οι δικηγόροι να υπάγονται στην δικαιοδοσία των εισαγγελέων και των δικαστών, ενώ ακολούθως εξετάζει (ήδη από τότε) το ζήτημα του πληθωρισμού των δικηγορών. Για εκείνον, ο πολλαπλασιασμός των δικηγόρων, εξευτελίζει το «μέγα επάγγελμα του δικηγόρου και γίνεται παραίτιος ου μόνον επιζημίων και παρατεταμένων δικών αλλά και κοινωνικής διαφθοράς». Προτείνει επομένως ο μεν αριθμός των δικηγορών να οριστεί νομοθετικώς κατά αναλογίαν προς τον πληθυσμό κάθε περιφέρειας Πρωτοδικείου, η δε πειθαρχική εξουσία να ανατεθεί, όπως συμβαίνει στη Γαλλία, σε πειθαρχικό συμβούλιο που θα εκλέγεται από τον ίδιο τον δικηγορικό σύλλογο.[5]

Οι δικηγόροι  του Ναυπλίου ήταν πολύ δραστήριοι σε διάφορες εθνικές και κοινωνικές υποθέσεις, εκδίδοντας ανακοινώσεις, οργανώνοντας εράνους (π.χ. το 1866 όταν προσέφεραν 6.000 δραχμές για τον εθνικό στόλο), εκφράζοντας συγχαρητήρια σε νέους συναδέλφους ή δικαστές για την προαγωγή τους και διαμαρτυρόμενοι για ελλείψεις οργάνωσης της δικαιοσύνης.[6] Εξάλλου, επειδή η καθημερινή τους ενασχόληση με μια από τις εξουσίες, τη δικαστική, τους διευκόλυνε το δρόμο, έτσι, συχνά οι δικηγόροι περνούσαν  στο να ασχοληθούν και με τις δύο άλλες εξουσίες, αναλαμβάνοντας συχνά  βουλευτές, υπουργοί, η Δήμαρχοι Ναυπλιέων. Ακόμα, όπως είδαμε και παραπάνω, όταν το σύνολο των εξουσιών έπασχε, όπως στη σαθρή και αντιδημοκρατική βασιλεία του Όθωνος, οι δικηγόροι δεν δίστασαν να την ανατρέψουν ακόμα και παίρνοντας τα όπλα. Για παράδειγμα, τον Απρίλιο του 1875 οι δικηγόροι δημοσιεύουν δήλωση που καταδικάζει την παραβίαση του Συντάγματος με 22 υπογραφές.

Επίσης, το 1909 οι δικηγόροι Ναυπλίου διενεργούν έρανο υπέρ των σεισμοπαθών της Ιταλίας (στη Μεσσήνη), χρήματα που συγκέντρωσε ο Γ. Μουτζουρίδης.[7] Ακόμα, το 1910 γίνεται συλλαλητήριο στο Ναύπλιο για τη διατήρηση στην πόλη του Οπλοστασίου του Στρατού, το οποίο υπήρχε σχέδιο να μεταφερθεί στην Αθήνα. Από τον εξώστη του ξενοδοχείου «Ερμής» το πλήθος άκουσε ομιλία του δικηγόρου Ηλία Παπαηλιού, ενώ νωρίτερα επιτροπή δικηγόρων είχε  κλείσει τα καταστήματα.[8]

 

Εκδρομή Δικηγορικού Συλλόγου στο Κεφαλάρι Άργους, 10-6-1956.

Εκδρομή Δικηγορικού Συλλόγου στο Κεφαλάρι Άργους, 10-6-1956.

 

 Ίδρυση Συλλόγου

 

Ο Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου ιδρύεται τον Φεβρουάριο του 1884 με πρόσκληση των δύο πρεσβυτέρων δικηγόρων της πόλης, του Κωνσταντίνου Φαρμακόπουλου και του Σπυρίδωνα Βελλίνη. Μια πενταμελής επιτροπή ανέλαβε τη σύνταξη του καταστατικού. Την απάρτιζαν ο Κωνσταντίνος Φαρμακόπουλος, Βουλευτής και γαμπρός του Θεόδωρου Δηληγιάννη, ο Σπυρίδων Βελλίνης, ο Ιωάννης Πολίτης (αργότερα Πρόεδρος), ο Υπάτιος Αυγερινός και ο Σωτήριος Μάρκελλος. Στις αρχαιρεσίες εξελέγη Πρόεδρος ο αρχαιότερος Υπάτιος Αυγερινός, Αντιπρόεδρος ο Σπυρίδων Βελλίνης και Γενικός Γραμματέας ο Σπυρίδων Γιαννόπουλος, ο μετέπειτα εκδότης της Δικαστικής Εφημερίδος Ναυπλίου.

Εκτός από τα επιστημονικά θέματα, ο Σύλλογος ανέπτυξε κοινωνική και πολιτική δράση. Η πρώτη του εκδήλωση λίγες μέρες μόνο μετά την ίδρυσή του ήταν μια λαμπαδηφορία για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου. Ένα χρόνο αργότερα τα μέλη του Συλλόγου θα παρελάσουν πάλι στον Μεγάλο Δρόμο κατά την κηδεία του Βουλευτή και πρώην Δημάρχου, πρωτεργάτη της Ναυπλιακής Επανάστασης και δικηγόρου, Κωνσταντίνου Ευθυμιόπουλου, κρατώντας τις ταινίες του φερέτρου. Με ψήφισμά του το 1888 ο Σύλλογος υπερασπίστηκε ένα γνωστό δικηγόρο, τον συντάκτη της τοπικής εφημερίδας Αργολίς, Γεώργιο Μουτζουρίδη, στον οποίον  φέρθηκε απρεπώς ένας δικαστής. Εξάλλου το 1886 ο Σύλλογος εκδίδει ψήφισμα, με το οποίο εκφράζει τη λύπη του για τη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων έναντι της Ελλάδος και τάσσεται ενθουσιωδώς υπέρ της εξακολούθησης των εθνικών αγώνων. Με τον ίδιο ενθουσιασμό τάσσεται υπέρ της ένωσης της Κρήτης, στις αρχές του 1897, λίγο πριν την κήρυξη του Ελληνοτουρκικού Πολέμου.

Το 1890, όταν ο δεύτερος Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών είχε διαλυθεί, ο Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου οργανώνει με επιτυχία συμπόσιο, πράγμα που προξένησε έντονα αισθήματα ζήλιας στους Αθηναίους δικηγόρους. Τέλος, στις 11 Απριλίου 1896, ημέρα της κηδείας του Χαριλάου Τρικούπη, ο οποίος ως γνωστόν είχε γεννηθεί στο Ναύπλιο, ο Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου ζήτησε από το Εφετείο να μην συνεδριάσει κατά τη μέρα εκείνη, για να τιμηθεί η μνήμη του μεγάλου πολιτικού. Η εφημερίς Το Άστυ σχολιάζει ευμενώς την είδηση αυτή, που ο Σύλλογος ανακοίνωσε και στη  Σοφία Τρικούπη με συλλυπητήριο τηλεγράφημα. Σεβόμενος όμως την επιθυμία του Τρικούπη δεν κατέθεσε στεφάνι στον τάφο του, όπως έκανε εννέα χρόνια αργότερα, το 1905, στο θάνατο του Θεόδωρου Δηληγιάννη.[9]

 

Δικαστικές και νομικές εφημερίδες και περιοδικά

 

Οι περισσότερες εφημερίδες του Ναυπλίου, εκτός από πολιτικά και κοινωνικά σχόλια, δημοσίευαν επίσης και δικαστικές αποφάσεις, στις τελευταίες σελίδες τους. Σε πολλές, τούτη η δικαστική ιδιότητα εμφανίζεται και στον τίτλο: π.χ. Το Σύνταγμα ήταν «Εφημερίς πολιτική, δικαστική και των ειδήσεων». Το ίδιο η Αργολική ήταν «Εφημερίς πολιτική, δικαστική και κοινωνική».

 

Συνταγματικός Έλλην, 5-2-1862

Συνταγματικός Έλλην, 5-2-1862

 

 

Σύνταγμα, 28-4-1913

Σύνταγμα, 28-4-1913

 

Αλλά κυκλοφόρησαν και ειδικές δικαστικές εφημερίδες, όπως η Δικαστική Εφημερίς με διευθυντή τον δικηγόρο και Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Σπυρίδωνα Γιαννόπουλο, από τα τέλη του 19ου αιώνα και για αρκετά χρόνια στις αρχές του 20ου. Για παράδειγμα, στο τεύχος της 23ης Απριλίου 1901 (έτος Ζ’, αρ. 23) δημοσιεύεται μια εκτενής αναφορά, με παράθεση των επισήμων εγγράφων, της πολύκροτης δίκης του Κολοκοτρώνη, με προφανή πρόθεση του διευθυντού να παραμείνει στη μνήμη των δικηγόρων και της κοινωνίας η δίκη (και αδικία!) αυτή. Ας προσθέσουμε ότι,  τη δεκαετία του 1980-1990, με πρόταση του εισαγγελέως εφετών Γεώργιου Γιαννακόπουλου, φιλοτεχνήθηκαν και τοποθετήθηκαν στην είσοδο του Δικαστικού Μεγάρου Ναυπλίου οι προτομές των Πολυζωίδη και Τερτσέτη, δικαστών που αρνήθηκαν να υπογράψουν την καταδικαστική απόφαση. Τα εγκαίνια έγιναν το 1974 από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τσάτσο.

 

Αργολική, 4-11-1910

Αργολική, 4-11-1910

 

 Επίσης, ο δικηγόρος Κων. Πετρίδης, που διετέλεσε για δέκα χρόνια περίπου Πρόεδρος του Συλλόγου, ήταν διευθυντής του νομικού περιοδικού «Γάιος». Ο Πετρίδης ήταν γιος άλλου δικηγόρου και είχε συμμετάσχει στην πολύκροτη «Δίκη του Ναυπλίου» ως υπερασπιστής του Δημητρίου Γλυνού και άλλων, καθηγητών του Παρθεναγωγείου Βόλου, που κατηγορήθηκαν ως «άθεοι» και δημοτικιστές. Τα πρακτικά της δίκης αυτής, που είχε συγκλονίσει την Ελλάδα, δημοσιεύτηκαν την επόμενη χρονιά (1914) με τον ομώνυμο τίτλο.

 

Δικαστική Εφημερίς, 23-4-1901

Δικαστική Εφημερίς, 23-4-1901

 

Δικηγόροι Ναυπλίου 1875

 

  • Αυγερινός Υπάτιος
  • Βαλής Αριστείδης
  • Βαρδουνιώτης Δημήτριος Κ.
  • Βελλίνης Γεώργιος
  • Βελλίνης Σπυρίδων Γ.
  • Βρονταμίτης Λεωνίδας
  • Γιαννόπουλος Ιωάννης Ν.
  • Γιαννόπουλος Σπυρίδων Ι.
  • Δαγρές Χρήστος Α.
  • Δημητριάδης Αναστάσιος
  • Δημητριάδης Γρηγόριος
  • Δημητριάδης Κωνστ.
  • Ευθυμιόπουλος Κωνστ. Δ.
  • Ευλάμπιος Γ.
  • Ζαβιτσάνος Ανάργυρος
  • Ζεγγίνης Κωνσταντίνος
  • Ζωγράφος Μιλτιάδης Γ.
  • Καλογερόπουλος Ν.
  • Καλούδης Ιω.
  • Καμαριώτης Δημήτριος
  • Καραμαδούκης Δημήτριος Ν.
  • Καράπαυλος Νικόλαος
  • Κατσάμπας Χρήστος Γ.
  • Λαμπρυνίδης Μιχαήλ Γ.
  • Λογοθέτης Περικλής Ν.
  • Μαντζαγριώτης Χαρ.
  • Μάρκελλος Σωτήριος Χ.
  • Μαρκόπουλος Βασίλειος Χ.
  • Μελισόκας Ε.
  • Μητρομάρας Παναγιώτης Μ.
  • Νέζος Γεώργιος Α.
  • Νικολόπουλος Ιω.
  • Παπαδάκης Ι.
  • Παπαηλιού Χρ.
  • Παρασκευόπουλος Νικόλ.
  • Πετρίδης Ιωάννης
  • Πολίτης Ιωάννης
  • Πρωτόπαπας Επαμειν.
  • Ράγκος Μιλτιάδης Χ.
  • Σπυρόπουλος Λεωνίδας
  • Σταματιάδης Παναγ.
  • Στεφόπουλος Τιμολέων
  • Ταμιχζής Ιωάννης
  • Τολιόπουλος Τιμολέων Ι.
  • Φαρμακόπουλος Κωνστ.

 

Δικηγόροι Ναυπλίου 1892

 

  • Αγγελίδης Νικόλαος
  • Αναγνωστόπουλος Χρήστος
  • Βακόπουλος Ι.
  • Βρονταμίτης Λωνίδας
  • Γεωργαλάς Χρ.
  • Γεωργιάδης Μιχαήλ Α.
  • Γιαννόπουλος Ιωάννης Ν.
  • Γιαννόπουλος Σπυρίδων Ι.
  • Δατσέας Στ.
  • Δημητρακόπουλος Νικόλαος
  • Δημητριάδης Γεώργιος
  • Δημητριάδης Γρηγόριος
  • Δημητριάδης Δημήτριος Γ.
  • Δρούγας Βασίλειος Π.
  • Καζακόπουλος Αδάμ Χ.
  • Κακαβάς Αν.
  • Καλαντζής Κ.
  • Καμάρας Ι.
  • Καμαριώτης Δημήτριος
  • Καμαριώτης Ι.
  • Καραμαδούκης Δημήτριος Ν.
  • Καραμαδούκης Πέτρος Α.
  • Καράπαυλος Νικόλαος
  • Καρυάτης Βασίλειος Θ.
  • Κασιμάτης Γεώργιος Α.
  • Κόνδης Αδαμάντιος Γ.
  • Κοντολέων Αντ.
  • Κωνσταντόπουλος Ι.
  • Λεκόπουλος Κωνστ. Α.
  • Λελάκης Μιχαήλ Β.
  • Λιάτης Κωνσταντίνος Γ.
  • Λύγδας Γεώργιος Ν.
  • Λυκίδης Ι.
  • Μαντζαγριώτης Δ.
  • Μάρκελλος Σωτήριος Χ.
  • Μαύρος Γ.
  • Μελισσαρόπουλος Άγ. Γ.
  • Μελισσηνός Επαμει/δας Γ.
  • Μητρομάρας Παναγιώτης Μ.
  • Μουντζουρίδης Γεώργιος Ι.
  • Μπιβάρδος Αγαμέμνων
  • Νέζος Γεώργιος Α.
  • Ολύματος Εμμανουήλ Δ.
  • Ολύμπιος Σταμάτιος Π.
  • Παπαδάκης Ι.
  • Παπαηλιού Χρ.
  • Παπασπυρόπουλος Ηλίας Γ.
  • Πετρίδης Ιωάννης
  • Πετρουτζόπουλος Ιωάννης Τ.
  • Πιλαφιτζής Απόστολος Π.
  • Πολίτης Δημήτριος Ι.
  • Πολίτης Ιωάννης
  • Πολίτης Μιχαήλ Ι.
  • Πολυχρονιάδης Αντώνιος Ι.
  • Πουλάκος Σπ.
  • Προεστόπουλος Παναγ. Γ.
  • Σακελλαρίου Κωνστ. Α.
  • Σακελλαρίου Νικόλαος Γ.
  • Σακκορράφος Αντώνιος
  • Σιώκος Χρήστος Α.
  • Σταυρίδης Δημ.
  • Φαρμακίδης Επαμει/δας
  • Φαρμακόπουλος Γεώργιος Κ.
  • Φαρμακόπουλος Κωνστ.
  • Χαρμαντάς Θεόδωρος[10]

 

20ος αιώνας


 

Το Μητρώο του Συλλόγου που συμβουλεύτηκα,  αρχίζει από το 1905. Πιθανώς να υπήρξε και άλλο Μητρώο από της ιδρύσεως (1884) μέχρι τότε. Σήμερα (2013) ο Σύλλογος αριθμεί 243 μέλη. Ο αριθμός τους μειώθηκε από τα 264 τα προηγούμενα χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης, καθώς, εν μέρει, και της από δεκαετίας περίπου ίδρυσης νέου Εφετείου στην Καλαμάτα, που καλύπτει μέρος της παλαιότερης δικαιοδοσίας του Εφετείου Ναυπλίου. Οι περισσότεροι δικηγόροι του Συλλόγου εδρεύουν στο Ναύπλιο και λιγότεροι στο Άργος, το Κρανίδι (έδρα και του τελευταίου δικολάβου, του Ιω. Σιδέρη) και άλλες πόλεις. Μόνον  από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 εμφανίζονται και δικηγόροι γυναίκες, με βάση πάντα το Μητρώο. Μάλιστα πολλές από αυτές, λίγα χρόνια μετά το διορισμό τους ως δικηγόρου, παραιτούνται είτε για να μεταπηδήσουν στον δικαστικό κλάδο είτε για να γίνουν συμβολαιογράφοι. Διατηρείται η συνήθεια Πρόεδρος να εκλέγεται ο αρχαιότερος των μελών είτε ένας δικηγόρος Άργους για να μην υπάρχει αφορμή αναζωπύρωσης της παραδοσιακής αντιπαλότητας  Άργους – Ναυπλίου.

 

Εκδρομή Δικηγορικού Συλλόγου στην Αγ. Μονή, 10-5-1915.

Εκδρομή Δικηγορικού Συλλόγου στην Αγ. Μονή, 10-5-1915.

 

Κατά τη δεκαετία του ’30 και αργότερα, κυρίως υπό την Προεδρία του Σπυρίδωνος Γιαννόπουλου, υπήρξε και πρακτική ο εκλεγόμενος Πρόεδρος να παραιτείται από την εκδίκαση υποθέσεων, για να μην τρωθεί το κύρος του. Τούτο βέβαια προϋπέθετε μεγάλη προσωπική περιουσία του Προέδρου. Την ίδια πρακτική ακολούθησε και ο για εικοσαετία Δήμαρχος Ναυπλιέων, Δημήτρης Σαγιάς, καθώς και ορισμένοι δικηγόροι – πολιτικοί, έχοντας, πάντως,  κάποιο συνεργάτη δικηγόρο στο γραφείο τους. Επίσης τα ήθη ήταν τόσο αυστηρά και οι δικηγόροι υποχρεούντο σε απολύτως αξιοπρεπή στάση, ανάλογη των δικαστικών, τόσο που ο Σύλλογος τιμώρησε δικηγόρο διότι κυκλοφορούσε δημοσία με ένα δίχτυ με ψώνια…

Ακόμα υπήρχε το έθιμο, που έχει ατονήσει σήμερα, μιας κοινής συνεστίασης δικαστών – δικηγόρων με το τέλος του δικαστικού έτους κάθε Ιούνιο, κυρίως σε κάποιο εξοχικό κέντρο, π.χ. το Κεφαλάρι του Άργους ή το Κυβέρι. Υπάρχουν επίσης φωτογραφίες από εκδρομές των δικηγόρων και δικαστικών υπαλλήλων με τις συζύγους τους σε διάφορες τοποθεσίες της περιοχής, κυρίως για τον εορτασμό της ημέρας της Δικαιοσύνης (ημέρα εορτασμού του Διονυσίου Αρεοπαγίτου).

 

Φωτογραφία κατά την εποχή της επιθεωρήσεως, Νοέμβριος 1972. Από αριστερά: 1) Ευάγ. Καραμαγκιώλης, Εφέτης, 2) Γεώργιος Δημητριάδης, Αντεισαγγελέας εφετών, 3) Σπυρ. Δρομάζος, Εφέτης, 4) Ανδρέας Καβέτσος, Εφέτης, 5) Γεώργ. Καραμάνος, Επιθεωρητής, μετέπειτα Πρόεδρος Αρείου Πάγου, 6) Ιωάν. Χριστόπουλος, Πρόεδρος Εφετών, 7) Γεώργιος Καραπιπέρης, Αντεισαγγελέας Εφετών, 8) Ξάνθιππος Ξανθόπουλος, Εφέτης, μετέπειτα Αντιπρόεδρος Αρείου Πάγου και 9) Σπύρος Καλλιαρέκος, Εφέτης. Επιμέλεια Χρ. Καραμάνου, Δικαστικού υπαλλήλου Εφετείου Ναυπλίου 1966-1991.

Φωτογραφία κατά την εποχή της επιθεωρήσεως, Νοέμβριος 1972. Από αριστερά: 1) Ευάγ. Καραμαγκιώλης, Εφέτης, 2) Γεώργιος Δημητριάδης, Αντεισαγγελέας εφετών, 3) Σπυρ. Δρομάζος, Εφέτης, 4) Ανδρέας Καβέτσος, Εφέτης, 5) Γεώργ. Καραμάνος, Επιθεωρητής, μετέπειτα Πρόεδρος Αρείου Πάγου, 6) Ιωάν. Χριστόπουλος, Πρόεδρος Εφετών, 7) Γεώργιος Καραπιπέρης, Αντεισαγγελέας Εφετών, 8) Ξάνθιππος Ξανθόπουλος, Εφέτης, μετέπειτα Αντιπρόεδρος Αρείου Πάγου και 9) Σπύρος Καλλιαρέκος, Εφέτης. Επιμέλεια Χρ. Καραμάνου, Δικαστικού υπαλλήλου Εφετείου Ναυπλίου 1966-1991.

 

  

Δικολάβοι και δικαστικοί υπάλληλοι

 

Οι δικολάβοι ήταν πρακτικοί νομικοί, χωρίς πτυχίο, οι οποίοι αναλάμβαναν δικαστικές  υποθέσεις επ’ αμοιβήν. Συνήθως βρίσκονταν σε απομακρυσμένες επαρχίες του νομού Αργολίδος και τους βρίσκουμε εν ενεργεία μέχρι και τη δεκαετία του 1970. Για παράδειγμα, στο Ειρηνοδικείο Μάσσητος, δηλαδή Κρανιδίου, έδρασαν ο Δημήτριος Φωστίνης, μετέπειτα δήμαρχος Κρανιδίου, και ο Δημήτριος Σιδέρης. Ακόμα στο Ειρηνοδικείο Επιδαύρου, με έδρα τη Νέα Επίδαυρο, οι Κωνσταντίνος Καλατζής, αδελφοί Αδριανού, Χρήστος Χατζημιχαήλ, μετέπειτα συμβολαιογράφος και Δ. Διδασκάλου.

Ένα κοινωνικό στρώμα της πόλης είναι και οι δικαστικοί  υπάλληλοι και γραμματείς. Τα καθήκοντά τους είναι η τήρηση της πολιτικής και ποινικής δικονομίας, η καθαρογραφή των αποφάσεων, η τήρηση του αρχείου και η συμμετοχή τους στις δίκες. Παλιότερα οι καταγραφές γίνονταν χειρογράφως είτε με γραφομηχανή και διάφορα αντίγραφα με καρμπόν. Η εισαγωγή υπολογιστών αποτέλεσε μία πραγματική επανάσταση στο επάγγελμά τους. Ο μισθός τους ήταν αρκετά αξιοπρεπής, ισότιμος με εκείνον των δημοσίων υπαλλήλων (στοιχεία του δικαστικού γραμματέως, κυρίου Χρήστου Καραμάνου).

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι


 ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΤΗΣ ΝΑΥΠΛΙΑΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ (ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΑΘ. Γ. ΓΟΥΝΑΡΗ ΣΤΟ ΟΜΟΤΙΤΛΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ, ΝΑΥΠΛΙΟ, ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2012)

 

Ατομικά Σημειώματα Πληροφοριών

για τη δράση αγωνιστών δικαστών και δικηγόρων

κατά τη Ναυπλιακή Επανάσταση

( 1 Φεβρουαρίου – 8 Απριλίου 1862 )

1. Ααρών

Για τον απλό δικηγόρο μαχητή Ααρών, που αναφέρεται έτσι, χωρίς να διευκρινίζεται αν πρόκειται για το όνομα ή το επώνυμό του, έχουμε τρεισήμισι μόλις γραμμές από τον Ανώνυμο Ναυπλιέα:   Εις το εν Ακροναυπλία τοποθετημένον μέγα πυροβόλον, Φειδιάς καλούμενον και διευθυνόμενον από τον λοχίαν Πετρόπουλον υπηρέτει < την 1/3 > από πρωΐας μετά μεγάλου ζήλου και ὁ δικηγόρος Ααρών άσιτος μετ’ άλλων πολιτών

Μήπως ήταν Ισραηλίτης;

(Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 41.)

 

2. Κωνστ. Γ. Αντωνόπουλος

 

Υπήρξε άνθρωπος του κύκλου της Κ. Παπαλεξοπούλου. Ανήκε στον πυρήνα των συνωμοτών επαναστατών του Ναυπλίου. Κινήθηκε δραστήρια τη νύχτα της 31/1 –1/2/1862. Τη δεύτερη μέρα της Επανάστασης, μετά την ορκωμοσία του στρατού και την ομιλία του αντισυνταγματάρχη Πάνου Κορωναίου, απάγγειλε στην Πλατεία του Πλατάνου  λόγον πλήρη ενθουσιασμού. Διατέλεσε μέλος της προσωρινής και, στη συνέχεια, της μόνιμης Κυβερνητικής Επιτροπής της Επανάστασης. Αυτός και δύο άλλα επαναστατικά στελέχη πηγαίνουν στην Τρίπολη, για να ξεσηκώσουν την Αρκαδία. Συγκροτεί  λόχον εκ Τριπολιτσιωτών εθελοντών που πολέμησαν παλληκαρίσια. Τη δύσκολη μέρα της 1 Μαρτίου ενθουσιάζει τους πυροβολητές  εκτελών και ο ίδιος διαφόρους υπηρεσίας .

Η εν γένει πολιτεία του δικηγόρου Αντωνόπουλου φανερώνει ένα συνειδητό και δραστήριο επαναστάτη. Όπως ήταν φυσικό, εξαιρέθηκε από την αμνηστία που έδωσε ο Όθων. Προτίμησε τότε την αυτοεξορία και έζησε την πικρή ζωή του αυτοεξόριστου επαναστάτη. Γύρισε στην Ελλάδα μετά τη Μεταπολίτευση ( 12/10/1862 ). Ο λαός της Μαντινείας τον εξέλεξε βουλευτή. « Στη συνεδρίαση της Βουλής της 28 Ιανουαρίου 1863 έγινε λόγος για την Εθνική Εορτή. Ο Κ. Αντωνόπουλος υποστήριξε ″ότι η 25 Μαρτίου δεν ήτο η ημέρα της Επαναστάσεως και μολαταύτα αύτη καθιερώθη […]″. Η Εθνικὴ Συνέλευση συμφώνησε …».  Η ημερομηνία όμως της εορτής παραμένει…

 (Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σελ. 9-10, 11, 14, 15, 17, 19, 25, 28, 40, 43- 44, 62, 69, 72, 79, 83, 85. ΣΕ αριθ.1/ 1–2, 1/3, Παράρτημα 1, 2/ 1– 2, 2/ 3β΄, 3/1α΄, 3/2β, 4/1– 2, 4/4α,  12/4α. Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 30, 40, 42/1, 43, 45, 54, 67, 76, 77, 102, 109, 121, 127. Κορδάτος, Ιστορία, τ.  Δ΄, σ. 41, 48, 53, 64. ΦΕΚ 25/26-4-1862 (ΒΔ 17- 2-1862).

                                               

3. Γρηγ. Δημητριάδης (1830-1888)

 

Ανήκει κι αυτός στον κύκλο της Κυράς τ’ Αναπλιού και είναι εντεταγμένος στο στενό πυρήνα των επαναστατών. Δείχνει ιδιαίτερη δραστηριότητα τη βραδιά της 31/1 προς 1/2 /1862. Υπηρετεί κυρίως ως μέλος της προσωρινής και, κατόπιν, της μόνιμης Κυβερνητικής Επιτροπής. Αγωνίζεται σθεναρά κατά την κρίσιμη μέρα της 1 Μαρτίου. Κατά τη διάσπαση της ηγεσίας των επαναστατών, πηγαίνει με το μέρος των διαλλακτικών. Εξαιρείται από την αμνηστία και αυτοεξορίζεται. Μετά τη Μεταπολίτευση, επιστρέφει πολιτεύεται και εκλέγεται επανειλημμένως βουλευτής Ναυπλίου και το 1888 Δήμαρχος.     

(Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 9, 11, 25, 40, 44, 62, 69, 72, 74, 78, 84, 85.  ΣΕ αριθ. 1/2, 1/3, 1/4β, Παράτημα 1, 2/1– 2, 3/1α, 3/2β, 4/1– 2, 10/1-2, 12/4α .  Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 30, 40, 42/1, 43, 67, 70, 76, 77, 102, 107, 127.– ΦΕΚ 25/26-4-1862 (ΒΔ 17-2 1862). 

 

4. Κωνστ . Δ. Ευθυμιόπουλος (1828-1885)

 

Ευθυμιόπουλος ΚωνσταντίνοςΟ αναπλιώτης δικηγόρος Κ. Ευθυμιόπουλος είναι ένας κοσμαγάπητος άνθρωπος. Κατά την Επανάσταση διορίζεται δημοτικός αστυνόμος Ναυπλίου. Επιτελεί το έργο του κατά τρόπο υποδειγματικό. Τον βοηθούν σ’ αυτό η Εθνοφυλακή του Σπ. Ζαβιτσιάνου και η Πολιτοφυλακή του λοχαγού Κ. Λώρη∙ « ουδέποτε δε το Ναύπλιον ενθυμείται νύκτας ησυχωτέρας», γράφει ο Ανώνυμος Ναυπλιεύς.

Όταν ξεσπά η διαμάχη ανάμεσα σε διαλλακτικούς και σε αδιάλλακτους επαναστάτες, ο  Ευθυμιόπουλος τάσσεται με τους δεύτερους. Ο Ζυμβρακάκης τον καθαιρεί, αλλ’ αναγκάζεται να τον αποκαταστήσει κατ’ απαίτηση του Δ. Γρίβα. Άγνωστο γιατί, αμνηστεύεται.

Μετά την έξωση του Όθωνα, τη 13/10 «…ο όχλος θρασυνθείς- γράφει ο Λαμπρυνίδης στη ″Ναυπλία″ του κατέλυσε τον Δήμαρχον Γ. Ι. Ιατρού, αντ’ αυτού δε ανεκήρυξε τοιούτον δια βοής τον Δικηγόρον Κ. Ευθυμιόπουλον». Ο ίδιος ″όχλος″, μετά από λίγο και – στη συνέχεια– πολλές φορές τον ανέδειξε βουλευτή. Υπήρξε ιδρυτής και αρχηγός του λαϊκού κόμματος των ″Αρειμανίων″. Το φτωχόπαιδο, που – όπως γράφει ο Δημόπουλος – « εσπούδασεν εν στερήσεσιν […και] ανηγορεύθη διδάκτωρ Νομικής τω 1856» έγινε για μια περίπου εικοσαετία ο ισχυρότερος πολιτικός άνδρας του Ναυπλίου. Όταν πέθανε (1885) η κηδεία του έγινε ″δημοσία δαπάνη″, με απόφαση του τότε πρωθυπουργού Θ. Δηλιγιάννη.

Το ήθος του ανθρώπου φανερώνει και το ακόλουθο γεγονός που ιστορεί ο Δημόπουλος:

Την 1/2/1864, αρχίζει στο Κοινοβούλιο συζήτηση για την αποζημίωση των καταστροφών, που έγιναν κατά την διάρκεια της Επανάστασης στο Ναύπλιο, την Πρόνοια και τα γύρω χωριά.

«Μετά τον Αρ. Μίχου, ωμίλησαν οι πληρεξούσιοι Ναυπλίου Κ. Ευθυμιόπουλος και Γρ. Δημητριάδης, αναπτύξαντες διά μακρών τα όσα δεινά υπέστησαν  οι Ναυπλιείς και τας υλικάς καταστροφάς της πόλεως και των περιχώρων. Μετά τας   αγορεύσεις ταύτας ωμίλησεν ο πληρεξούσιος Ροντήρης, αντικρούσας τους Ναυπλιείς πληρεξουσίους και ειπών ότι δεν είναι δυνατόν να εγκριθώσιν αποζημιώσεις εις τους ″αντάρτας του Ναυπλίου δια το ανταρτικόν των κίνημα″ […]

Δεν παρήλθε πολύς καιρός και ο πληρεξούσιος Ροντήρης διορίζεται νομάρχης Αργολίδος και Κορινθίας και έρχεται εις Ναύπλιον. Άμα όμως απεβιβάσθη εις την παραλίαν, ευρέθη προ αποσπάσματος της Εθνοφυλακής, του οποίου ο επικεφαλής  τη εισηγήσει του δημάρχου Ευθυμιοπούλου– διατάσσει τον Ροντήρην ν’ απέλθη εκ Ναυπλίου, διότι δεν τον δέχεται η Εθνοφυλακή! Ο Νομάρχης, εκπλαγείς, ζητεί τον δήμαρχον, όστις σπεύδει εκεί και γίνεται ο εξής αξιομνημόνευτος διάλογος:

Διατί, κ. Ευθυμιόπουλε, δεν μοι έλεγες εν Αθήναις ότι δεν θα με εδέχοντο εδώ, να μην έλθω;

Διότι δεν επίστευον, κ. Ροντήρη, ότι, λαόν, ον εξύβρισες ως λησταντάρτην, θα είχες την αξίωσιν και να τον διοικήσης!

Ηγόρευσα εν τη Συνελεύσει κατά του Ναυπλίου– υπέλαβεν ὁ νομάρχης –

αλλ’ ήδη θα φροντίσω ν’ αποζημιωθώσιν οι Ναυπλιείς.

Οι Ναυπλιείς – απεκρίθη υπερήφανος ο Ευθυμιόπουλος – έχουν ανάγκην της υπολήψεώς των και όχι των χρημάτων των!

«Ο λαός επευφήμησεν εις τους υψηλούς λόγους του δημάρχου του και ο νομάρχης απήλθε παραχρήμα του Ναυπλίου υπό την προστάτιδα συνοδείαν του Ευθυμιοπούλου, όστις επέβαλε νεκρικήν σιγήν εις τον παριστάμενον πολυπληθή λαόν και επεβίβασε τον νομάρχην εις το αυτό ατμόπλοιον».

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 15, 50. ΣΕ αριθ. 18/4α. Γούναρης, Η Ν Ε, σ. 43, 124. Δημόπουλος, Ιστορία, τ. Β΄, σ. 134, 211- 213, 220-221, 228-231, 268-270. 

 

5. Πέτρος  Αν. Μαυρομιχάλης  (1828 – 1892)

 

Γιος του μπεηζαδέ Αναστασίου και εγγονός του Πετρόμπεη. Κάνει σπουδές Νομικών στην Αθήνα και το Παρίσι. Μπαίνει στο δικαστικό κλάδο και κατά την εποχή αυτή υπηρετεί στο Ναύπλιο ως πρωτοδίκης. Ανήκει κι αυτός στον πολιτικό κύκλο της Κ. Παπαλεξοπούλου. Θεωρείται από τους ηγέτες της Επανάστασης κι έχει να παρουσιάσει μεγάλη δράση κατά τη διάρκειά της. Είναι από τα πρόσωπα που αποφασίζουν, λόγω εκτάκτου γεγονότος, την έκρηξη της Επανάστασης το βράδυ της 31/1-1/2, αντί της 3-4/2/1862, όπως είχε πανελληνίως συμφωνηθεί. Διατελεί μέλος της προσωρινής και κατόπιν της μόνιμης Κυβερνητικής Επιτροπής. Ενθαρρύνει την μεταξύ των αγωνιστών διάδοση του εθίμου της ″μπέσας″ (αδελφοποιΐας).  

Ο αρχιεπαναστάτης αυτός θεωρείται και λαμπρός ρήτορας. Σώζονται οι επικήδειοι λόγοι του για τους πεσόντες ανθυπασπιστές Π. Φαγκρίδη και Γ. Σταύρου. Ιδιαίτερα ενδιαφέρων είναι ο λόγος που εκφώνησε, πριν από την καύση της απαίσιας λαιμητόμου· «…ουδέποτε από της αρχής της επαναστάσεως ‒ γράφει ο Ανώνυμος Ναυπλιεύς – έπαυσεν  ενθουσιάζων τον λαόν δια της ευγλώττου ρητορικής του, καταρώμενος τους συγγενείς του εκείνους, οίτινες, αν και σύμφωνοι πρότερον μετ’ αυτού, εις την συνομωσίαν, έλαβον τα όπλα κατά της επαναστάσεως».

Ό πρωτοδίκης Π. Μαυρομιχάλης συμμετέχει ενεργά στην κρίσιμη σύγκρουση της 1 Μαρτίου. Κατά τη διάσπαση των επαναστατών στις 2/3, συντάσσεται με τους διαλλακτικούς. Είναι μέλος της Επιτροπής, που μεταφέρει το αιτητικό περί χορηγήσεως γενικής αμνηστίας έγγραφο στον αρχηγό του βασιλικού στρατού Αμαδ. Χαν. Εξαιρείται από την αμνηστία και απολύεται από τη θέση του. Αυτοεξορίζεται με άλλους τριακόσιους περίπου επαναστάτες. Φθάνει στη Σμύρνη. Εκεί νυμφεύεται τη θυγατέρα του πλουσιότατου Σμυρναίου ιατροφιλόσοφου Γαληνού Κλάδου.

Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και την έξωση του Όθωνα, επιστρέφει στην Ελλάδα και πολιτεύεται. Εκλέγεται επανειλημμένως βουλευτής και γίνεται Υπουργός επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 9, 10, 11, 19, 25, 28, 39, 40, 43-44, 44, 54, 62, 69, 72, 74, 79, 84, 85, 91-93, 93-94. ΣΕ, αριθ. 1/2 , 1/3β, 1/4 , Παράρτημα 1, 2/1-2, 3/1α , 3/2β, 4/1-2, 4/4α , 10/3β, 11/4, 12/3, 12/4α , 15/2β, 17/2-3. Γούναρης Η Ν Ε, σελ. 29-30, 37, 40, 43, 45, 67, 76, 77, 77-78, 90, 102, 107, 121, 128. ΦΕΚ 25/26-4-1862       ( ΒΔ 17-2-1862).  

 

6. Ιωάννης Παπαζαφειρόπουλος (1829-1879)

 

Έκανε νομικές σπουδές στην Αθήνα και τη Λειψία και δικηγόρησε  στ’ Ανάπλι. Σφόδρα αντιδυναστικός. Σύχναζε κι αυτός στο πολιτικό σαλόνι της Κ. Παπαλεξοπούλου. Είναι από τα πρόσωπα που αποφάσισαν για τη μέρα της έκρηξης της Ναυπλιακής  Επανάστασης. Γίνεται μέλος της προσωρινής και κατόπιν της μόνιμης Κυβερνητικής Επιτροπής. Αποστέλλεται με τον εφέτη Πετιμεζά και το συνάδελφό του δικηγόρο Αντωνόπουλο στην Τριπολιτσά, για να ξεσηκώσουν την Αρκαδία.

Μαζί με δύο δικαστές και δύο συναδέλφους του συμμετέχει στις αποφασιστικές συγκρούσεις της 1 Μαρτίου. Κατά τη διάσπαση των επαναστατών σε διαλλακτικούς και αδιάλλακτους, συντάσσεται με τους πρώτους. Θεωρεί μάταιο τον περαιτέρω αγώνα και το χύσιμο αδελφικού αίματος. Εξαιρείται από την αμνηστία και απολύεται από τη θέση του ως δικηγόρου και β΄ παρέδρου του Πρωτοδικείου Ναυπλίου. Αυτοεξορίζεται και ζει μέχρι την έξωση του Όθωνα (10/10/1862) τη δύσκολη ζωή του πολιτικού πρόσφυγα. Επανέρχεται τότε στην Ελλάδα, πολιτεύεται, εκλέγεται βουλευτής και γίνεται Υπουργός Δικαιοσύνης.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 9, 11, 14, 17, 19,  20, 25, 28, 40, 43-44, 54, 62, 64, 69, 72, 79, 84, 85. – ΣΕ αριθ. 1/2, 1/3α-β, Παράρτ. 1, 2/1-2, 3/1α,  3/2β, 4/ 1-2, 12/4α. Γούναρης , Η Ν Ε, σ. 30, 39-40, 42-43, 50, 67, 76, 77, 102, 103,109, 121, 127.–ΦΕΚ 25/26 -4-1862 (ΒΔ 6/2/1862)  και ΦΕΚ 35/4-7- 1862 (ΒΔ 12-5-1862)

 

7. Γεωργ.Αν. Πετιμεζάς (1816-1884)

 

Γεώργιος Πετιμεζάς

Γεώργιος Πετιμεζάς

Ο καλαβρυτινός εφέτης Γ. Πετιμεζάς ήταν γόνος της ιστορικής γενιάς των Πετιμεζάδων, οι οποίοι μετανάστευσαν από την Ήπειρο στην Πελοπόννησο. Σπούδασε νομικά στο Μόναχο. Υπηρετούσε ως εφέτης στο Ναύπλιο. Ψυχωμένος επαναστάτης , είχε πολιτικές σχέσεις με την Κ. Παπαλεξοπούλου και τον κύκλο της. Στο σπίτι του πάρθηκε η απόφαση για την επίσπευση της Επανάστασης τη νύχτα 31/1-1/2, λόγω τυχαίου περιστατικού, που υποψίασε τις αρχές της πόλης. Πολύ μεγάλη ήταν η δραστηριότητά του για τη στερέωση και την εξάπλωση της Επανάστασης, ιδιαίτερα τις πρώτες μέρες της. Η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των πολιτικών και ο Πετιμεζάς ήταν εκλεκτό μέλος της, άτυπος‒ θα λέγαμε‒ Πρόεδρος της Κυβερνητικής Επιτροπής, της προσωρινής και κατόπιν της μόνιμης. Με δύο δικηγόρους κι ένα μικρό τμήμα ιππικού πήγε στην Τριπολιτσά, για να ξεσηκώσει τους Αρκάδες. Συγκρότησε  ″Λόχον εκ Καλαβρυτινών εθελοντών″, από αυτούς που κατοικούσαν τότε στη Ναυπλία. Συναποφασίζει, με την Κυβερνητική Επιτροπή και τη στρατιωτική ηγεσία, τη σύνταξη της Έκθεσης ″προς τας Προστάτιδας της Ελλάδος Μεγάλας Δυνάμεις″. Στη φοβερή σύγκρουση της 1 Μαρτίου «Ο εφέτης Πετιμεζάς– γράφει ο Ανώνυμος χρονικογράφος της Ναυπλιακής Επανάστασης– μετά υπερβολικού ενθουσιασμού περιφερόμενος εις τα κανονοστάσια της πόλεως από πρωΐας ενεθάρρυνε τους πολίτας και στρατιώτας, εκτελών ο ίδιος διαφόρους υπηρεσίας, ως και οι δικηγόροι Γ. Δημητριάδης, Κ. Αντωνόπουλος και Ιω. Παπαζαφειρόπουλος…». 

Κατά τη διάσπαση των επαναστατών σε διαλλακτικούς και αδιάλλακτους, τάσσεται με το μέρος των δεύτερων. « Εις την επαύξησιν της επιρροής του <αρχηγού των αδιάλλακτων> Γρίβα συνετέλει τα μέγιστα δια των πολλών σχέσεών του ο εφέτης Πετιμεζάς, απολαμβάνων μεγάλης δημοτικότητος παρά τω λαώ και τω στρατώ», γράφει πάλι γι’ αυτόν ο Ανώνυμος.

Όπως ήταν επόμενο, το οθωνικό ″σύστημα″ τον εξαιρεί από τη γενική αμνηστία και τον απολύει από τη θέση του. Παίρνει με αξιοπρέπεια το δρόμο της ξενιτιάς, μαζί με δεκαοκτώ μη αμνηστευόμενους στρατιωτικούς και πολιτικούς και μ’ ένα πλήθος αυτοεξοριζόμενων αγωνιστών (300 περίπου) ‒ νέων των περισσότερων.

Η εξορία του κράτησε έξι περίπου μήνες. Επαναπατρίστηκε μετά την έξωση του Όθωνα. Ορίστηκε αρχηγός της αρτισύστατης τότε Εθνοφυλακής, χωρίς να το επιδιώξει. Κατόπιν εκλέχτηκε βουλευτής και χρημάτισε Υπουργός επί των Εσωτερικών.   Γενικά, ο Γ.Α. Πετιμεζάς υπήρξε αδιαμφισβήτητα μια προσωπικότητα, που διακρινόταν για τη μόρφωση, το ήθος, την ευθυκρισία και την παροιμιώδη τιμιότητά του. Τίμησε με την παρουσία και τη δράση του τη ΝΕ, αλλά και τιμήθηκε από αυτήν.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 9, 10, 11, 17, 19, 22, 25, 28, 40, 43-44, 44, 45, 54,    62, 69, 72, 79, 84, 85. ‒  ΣΕ αριθ. 1/1-2, 1/3β, Παράρτ.1,2/1-2, 3/1α, 3/2β, 4/1-2, 4/4α, 12/4α, 15/2β, 18/4. Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 29, 37, 39-40, 43, 65, 67, 76, 76-77, 85, 89-90, 102, 108, 109, 116,121, 125. ‒ΦΕΚ 25/26-4-1862 ( ΒΔ 17-2-1862).

 

8. Κωνστ, Πετσάλης

 

Ο δικηγόρος Κωνστ. Πετσάλης (και ο μεγαλύτερος αδελφός του Αθανάσιος*, που δικηγορούσε στην Αθήνα ) ήσαν από τους ένθερμους αγωνιστές που αντιμάχονταν το ″σύστημα″. Στο Ναύπλιο σύχναζε και αυτός στο πολιτικό σαλόνι της μεγάλης Κυράς όπως έλεγαν την Κ.Παπαλεξοπούλου.

Τη βραδιά που ξέσπασε η Επανάσταση, ο Πετσάλης ήταν από τους πρώτους που έφτασε στην πλατεία Πλατάνου, όπου είχε παραταχθεί ο στρατός. Ο λαός συγκεντρώθηκε γύρω του και του ζητούσε να μιλήσει. Ανέβηκε σ’ ένα πρόχειρα στημένο βήμα και από εκεί, ανεμίζοντας μια κόκκινη σημαία, μέσα στις επευφημίες του συγκεντρωμένου λαού και στρατού, κήρυξε επίσημα την Επανάσταση και ανέπτυξε εύγλωττα τους σκοπούς της. Στη συνέχεια, με πρόταση πολλών πολιτών, εκλέγεται μέλος της δεκαμελούς ″επί της ασφαλείας Επιτροπής″. Είναι ένας από τους κύριους συντάκτες της Έκθεσης προς ″τας τρεις Προστάτιδας της Ελλάδος Δυνάμεις″. Κατά τη διάσπαση των επαναστατών, στις 2/3, σε διαλλακτικούς και αδιάλλακτους είναι με το μέρος των πρώτων. Αμνηστεύεται, αλλά η Κυβέρνηση τον απολύει από τη θέση του δικηγόρου και κάνει κατάσχεση πολλών κτημάτων της οικογένειάς του. Αποκαθίσταται μετά την έξωση του Όθωνα και πολιτεύεται με επιτυχία.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σελ.14, 25, 28, 43, 44, 54, 72, 74, 80-84, 85. ‒ ΣΕ, αριθ.1/3β, 1/4α, 1/4α΄- β΄, Παράρτημα 1, 2/1-2, 3/2β. Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 30, 42-43, 66-67, 75-76, 89, 102, 121.‒ΦΕΚ αριθ. 25/26-4-1862 (ΒΔ 17-2-1862).

̽ Τα δύο αδέλφια ανήκαν στη λεγόμενη «παράταξιν τῶν νέων». Ο Αθανάσιος, μαζί με τον ποιητή Παν. Σούτσο, συνέταξε «Τὸ πρὸς τὸν βασιλέα τῆς Ελλάδος περὶ της απαιτουμένης πολιτικής μεταβολής Υπόμνημα του Γερουσιαστού Κωνστ. Κανάρη», στο οποίο προσέθεσε ένα πολύ ενδιαφέροντα πρόλογο· βλ. Γούναρης, Η ΝΕ σ.26-27, 34, 132-136.- 

 

9. Γεώργ. Δ.  Ποσειδών

 

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, την πρώτη ακόμη μέρα, με την συγκρότηση της προσωρινής Κυβερνητικής Επιτροπής, ορίστηκε ως ″Γενικός Γραμματεύς″της ο δικαστικός υπάλληλος Δημ. Καλιοντζής. Φαίνεται όμως ότι οι επαναστάτες, θέλοντας να αναβαθμίσουν τη θέση, τοποθέτησαν σ’ αυτήν στις 2/2 το δικηγόρο Γ.Δ. Ποσειδώνα. «Ὁ δικηγόρος Ποσειδών γράφει ο Ανώνυμος Ναυπλιεύς νέος εμπνεόμενος υπό υγιών πατριωτικών αισθημάτων διορίζεται Γενικός Γραμματεύς της διοικητικής Επιτροπής».

Για το νεαρό αυτό επαναστάτη έχουμε μία ακόμη μαρτυρία από την εφημερίδα των επαναστατών  ″Ο Συνταγματικός Έλλην″: « Σήμερον δημοσιεύομενγράφει ο Θ. Φλογαΐτης τον επί του τάφου του […] αποθανόντος < ανθυπασπιστή   του  Ιππικού>  Περ. Φαγκρίδη ενθουσιώδη λόγον του κ. Πέτρου Μαυρομιχάλη, επιφυλαττόμενοι να δημοσιεύσωμεν ακολούθως τον επίσης ωραίον επικήδειον λόγον του κ. Γ. Ποσειδώνος».  Ο Γενικός Γραμματέας Γ. Ποσειδών, με Διάταγμα της 17-2-1862, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ αριθ. 23/26-4-1862 απολύθηκε από τη θέση του ως δικηγόρου.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ.14-15, 69 και όπου υπάρχει έγγραφο της Διοικητικής Επιτροπής.  ΣΕ, αριθ 1/3β κεξ., ό.π. Δημόπουλος, τ. Β΄σελ. 138, 135.  ΦΕΚ 25/26 – 4 -1862 (ΒΔ 17-2-1862).

 

10. Γεώργ. Στεφόπουλος

 

Για το δικηγόρο αυτό έχουμε μία μόνο πληροφορία, δηλαδή πως υπήρξε ένας από τους τρεις δικηγόρους, οι οποίοι συνέταξαν βασικά την Έκθεση «Προς τους εξοχωτάτους Κυρίους πρέσβεις των τριών Μεγάλων Ευεργετίδων της Ἑλλάδος  Δυνάμεων  Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσσίας», στην οποία έγινε αναφορά πολλές φορές.

«Προς αποφυγήν γράφει ο Ανώνυμος Ναυπλιεύς ενδεχομένων παρεξηγήσεων […], ο αρχηγός <αντ/ρχης Αρτ.Μίχου> εν συμβουλίω <την 6/2>, εις το οποίον παρευρέθησαν και τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής  και διάφοροι αξιωματικοί, προτείνει να συνταχθή έκθεσις προς τους πρέσβεις των τριών Ευεργετίδων Μεγάλων Δυνάμεων, εις  ην να καταδεικνύηται ο σκοπός της επαναστάσεως και αι προκαλέσασαι αυτήν αιτίαι, καθ’ όσον – είπεν– δεν πρέπει να αμφιβάλλωμεν ότι εκείνοι, κατά των οποίων το κίνημά μας αποτείνεται, θέλουν δυσφημίσει δι’ όλων των μέσων την επανάστασιν και δώσει αυτή χαρακτήρα άλλον παρά τον αληθή.

» Μετά τινα συζήτησιν περί των βάσεων της εκθέσεως ταύτης, απεφασίσθη η σύνταξις αυτής, ανατεθέντος του έργου τούτου εις τους δικηγόρους Γ. Στεφόπουλον, Κ. Φαρμακόπουλον, Κ. Πετσάλην και άλλα πρόσωπα…».

Ανώνυμος. Τα συμβάντα, σ. 25, 80 – 84.  Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 66-68.

Δημόπουλος, Ιστορία, τ.Β΄, σ.148-149.

 

11. Κωνστ. Φαρμακόπουλος  (1799-1899)

 

Ό  Φαρμακόπουλος είναι ένας από τους τρεις έγκριτους δικηγόρους του Ναυπλίου, οι οποίοι βασικά συνέταξαν και συνυπέγραψαν στις 6- 8- 1862 την Έκθεση « Προς τους εξοχωτάτους Κυρίους πρέσβεις των τριών Μεγάλων Ευεργετίδων της Ελλάδος Δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσσίας».

Ο δικηγόρος αυτός υπήρξε μέλος της δεύτερης και τρίτης Επιτροπής, που οι διαλλακτικοί επαναστάτες έστειλαν στον αρχηγό του πολιορκητικού στρατού Αμαδ. Χαν, στις 7 και 16/3, με γραπτή εντολή να διαπραγματευτούν την παράδοση της πόλης και των φρουρίων της, υπό τον όρο της παροχής γενικής αμνηστίας « δια τε το Ναύπλιον και δι’όσα άλλα μέρη […] εξετέθησαν οπωσδήποτε…».

Κατά τη δεύτερη συνάντηση ο στρατηγός Χαν « … εβεβαίωσε την Επιτροπήν επί τω λόγω της στρατιωτικής του τιμής ότι η αμνηστεία υπάρχει πλήρης και γενική […]. Τα αυτά επανέλαβε και ὁ Αντιστράτηγος < Ιω. Κολοκοτρώνης> και ο Νομάρχης <Α. Γεωργαντάς>».

Στην τρίτη και τελευταία συνάντηση, οι επαναστατικοί αντιπρόσωποι άκουσαν το Χαν να τους λέει και να επαναλαμβάνει πως « αμνηστεία δεν υπάρχει, διότι το Υπουργείον δεν ενδίδει». Τότε ο Φαρμακόπουλος, αηδιασμένος από την ανέντιμη συμπεριφορά του ξένου στρατηγού και από την εμπαθή αδιαλλαξία της Κυβέρνησης, του δήλωσε σταράτα: « Λοιπόν, στρατηγέ, έλθετε να κυριεύσητε ερείπια και ουχί πόλιν».

Ο Φαρμακόπουλος, διδάκτορας της Νομικής, είναι από τους ιδρυτές του Δικηγορικού Συλλόγου Ναυπλίου (1884) και δεύτερος πρόεδρός του (1886- 1895). Πολιτεύτηκε και εκλέχτηκε βουλευτής Ναυπλίας.

 Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 25, 45-47, 50-51, 80-84. Γούναρης, Η ΝΕ, σ.66-68, 94, 99. Δημόπουλος, Ιστορία, τ. Β΄, σ. 148-149, 165-167, 252-253, 268.

 

12. Θεόδωρος Νικολ. Φλογαΐτης (1840-1905)

 

Φλογαΐτης  Θεόδωρος

Φλογαΐτης Θεόδωρος

Γεννήθηκε στο Ναύπλιο, όπου έκανε τις στοιχειώδεις και γυμνασιακές του σπουδές. Κατά το βιογράφο του, σε ηλικία δεκαπέντε ετών γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1860 άρχισε να αρθρογραφεί σε αθηναϊκές εφημερίδες κάνοντας αντικυβερνητική πολιτική· γι’ αυτό το λόγο οι οθωνικές αρχές τον είχαν εκτοπίσει στη γενέτειρά του. Ήταν είκοσι δύο ετών, όταν ξέσπασε η Ναυπλιακή Επανάσταση. Εντάχθηκε αμέσως στις δυνάμεις της και της πρόσφερε αξιόλογες υπηρεσίες.

 Από την πρώτη ακόμη ημέρα της Επανάστασης, η προσωρινή Κυβερνητική Επιτροπή τού αναθέτει « την σύνταξιν και έκδοσιν της Εφημερίδος  Ο Συναγματικός Έλλην –  Εφημερίς των αρχών της Πρώτης Φεβρουαρίου». Λέγεται ότι σ’ αυτό το έντυπο συνεργαζόταν με την Κ. Παπαλεξοπούλου. Ο νεαρός τότε επαναστάτης δημοσιογράφος αγωνιζόταν με την πέννα του να κρατεί ακμαίο το φρόνημα λαού και στρατού. Γι’ αυτό  το σκοπό, χρησιμοποιούσε και το έμφυτο χάρισμά του της ρητορικής· π.χ στην παλλαϊκής συμμετοχής κηδεία του ανθ/γού Ιω. Παγώνη εκφώνησε ένα εμπνευσμένο επικήδειο. Ο Π, Μαυρομιχάλης και ο Θ Φλογαΐτης ήσαν οι δημεγέρτες ρήτορες της Ναυπλιακής Επανάστασης. 

Παράλληλλα με τα παραπάνω, ο νεαρός Φλογαΐτης έχει να επιδείξει ένα ακόμη απλό αλλά τιμητικό έργο· ζητεί κι εντάσσεται ως απλός στρατιώτης στο λόχο του Πυροβολικού, στον οποίο υπηρετούσε επίσης ως εθελοντής ο μοναδικός γιος της Κ. Παπαλεξοπούλου Επαμεινώνδας.

Αγνοούμε τι έκανε ο Θ. Φλογαΐτης, αμέσως μετά την καταστολή της Ναυπλιακής Επανάστασης. Πήρε όμως το πτυχίο της Νομικής, έγινε διδάκτορας και κατόπιν υφηγητής του συνταγματικού δικαίου, έγραψε με επιτυχία πολλά σχετικά έργα, αλλά αρνήθηκε την έδρα του καθηγητή του διοικητικού δικαίου, για χάρη της δημοσιογραφίας, την οποία εξάσκησε με γνώση, μαχητικότητα κι εντιμότητα. Πολιτεύτηκε κι εκλέχτηκε δύο φορές βουλευτής.

Θα κλείσω το σημείωμα αυτό με δύο επισημάνσεις:

α΄ Σε άρθρο του (1900) γράφει για ″ Το καθήκον της Ελληνικής Πολιτείας προς τας εργατικάς τάξεις″.

β΄ Επί  κυβερνήσεως Χαρ. Τρικούπη ορίστηκε μέλος της Επιτροπής επί του Προϋπολογισμού.  Ο Φλογαΐτης « δια πολυφύλλου εκθέσεως κατεδείκνυε το βάραθρον, προς ο εφερόμεθα, προϊδών και προειπών την επικειμένην χρεωκοπίαν».

Ανώνυμος, σελ. 28, 89-90. –ΣΕ, αριθ. 6/2-3, 12/4α.  Γούναρης, Η ΝΕ, 45/9, 77/4, 78/2. Ξηραδάκη, Κ. Παπαλεξοπούλου, εκδ. Γ΄, σ. 210-212. Χαρ. Κύρκος, Θ. Φλογαΐτης, Ίδρυμα της Βουλής, Αθήνα 2008.    

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Βιογραφίες Δικηγόρων Ναυπλίου 19ου και 20ου αιώνα

Θεοδ. Δημόπουλου, Ιστορία του Ναυπλίου, τ. Β’, passim., 2010, Εισαγωγή-Επιμέλεια Γ. Ρούβαλης

 

Κωνσταντίνος Δ. Ευθυμιόπουλος

 

Ο Κωνσταντίνος Δ. Ευθυμιόπουλος εγεννήθη εν Ναυπλίω τω 1828. Ο πατήρ του κατήγετο εξ Αρκαδίας και εγκατεστάθη εις το Ναύπλιον μετά την απελευθέρωσιν, εξασκών το επάγγελμα του καλλιτέχνου τορνευτού μετά τόσης ευφυΐας και τέχνης, ώστε απεκαλείτο «Σοφός». Ο Κ. Ευθυμιόπουλος εσπούδασεν εν στερήσεσι, υπηρετών και εις την Δημαρχίαν Ναυπλίου ως γραμματεύς. Ανηγορεύθη διδάκτωρ Νομικής τω 1856 και διωρίσθη δικηγόρος εν Ναυπλίω. Κατά την Ναυπλιακήν Επανάστασιν του 1862, έλαβεν ενεργόν μέρος, τοποθετηθείς ως Δημοτικός αστυνόμος. Μετά την εκθρόνησιν του Όθωνος εξελέγη Δήμαρχος Ναυπλιέων και μετ’ ολίγον πληρεξούσιος Ναυπλίου της Β’ εν Αθήναις Εθνικής Συνελεύσεως (1862 – 1864).           Έκτοτε εξελέγη συνεχώς επτάκις ως Βουλευτής κατά τας περιόδους: 1865-1867, 1867-1868, 1869-1871, 1871-1872, 1873-1874, 1875-1879, 1879-1881.   Εγένετο επίσης Αντιπρόεδρος της Βουλής και διετέλεσε Γενικός Γραμματεύς του Υπουργείου Εσωτερικών.

Τον Ιούνιον του 1885 απεβίωσεν εν Ναυπλίω ο ιδρυτής και αρχηγός του κόμματος των «Αρειμανίων» [δημοτική παράταξη που εξέφραζε τα ιδεώδη της Ναυπλιακής Επανάστασης, ενώ το πιο συντηρητικό κόμμα απεκαλείτο Κόμμα των Νυκοκυραίων] Κωνσταντίνος Ευθυμιόπουλος. Ο τότε πρωθυπουργός Θ. Δηλιγιάννης δια τηλεγραφημάτων του προς τον Νομάρχην διέταξε την τέλεσιν της κηδείας δαπάνη δημοσία και την απόδοσιν των εις τους κηδευομένους Ιππότας του Χρυσού σταυρού του Σωτήρος απονεμομένων τιμών. Το Δημοτικόν συμβούλιον Ναυπλιέων, συνελθόν εκτάκτως, εψήφισεν «όπως η κηδεία του Κ. Ευθυμιόπουλου γίνη δημοτική δαπάνη και ανταξία της πολιτικής του θέσεως, και διά συλληπητηρίου, ψηφίσματος εκδήλωση την βαθύτατην λύπην του επί τη στερήσει ανδρός πολυειδώς υπηρετήσαντος τον Δήμον και ευεργετήσαντος ολόκληρον την επαρχίαν». Ο δικηγορικός σύλλογος μετέσχε του πένθους επί τη απωλεία «περιφανούς συναδέλφου».

 Η είδησις του θανάτου του Κ. Ευθυμιοπούλου εβύθισεν εις πένθος την πόλιν, κατήφεια δε κατέλαβε τους πάντας. «Μεταξύ δέκα πολιτών –γράφει η τότε εφημερίς– συνήντα τις ένα δακρύοντα και μάλιστα εκ των ανθρώπων του λαού, ως ήτο ο φίλος, αδελφός και πατήρ επί μίαν γενεάν. Πρωτοφανές και συγκινητικόν! Πολλοί Ναυπλιείς, φίλοι του αφοσιωμένοι, πενθηρορούσιν ήδη επί τω θανάτω του, ωσεί ήσαν συγγενείς αυτού». Την ημέραν της κηδείας του 5 Ιουνίου 1885, η όψις της πόλεως ήτο πένθιμος. Οι κώδωνες των εκκλησιών εκρούοντο πενθίμως, τα δημόσια και ιδιωτικά καταστήματα ήσαν κεκλεισμένα, έκτακτα δε φύλλα των 4 εν Ναυπλίω εκδιδομένων εφημερίδων, με πένθιμα πλαίσια εις τας σελίδας των, εκυκλοφόρησαν. Παρισταμένου πλήθους κόσμου εκ της πόλεως και των περιχώρων και όλων των αρχών εκηδεύθη ο Κ. Ευθυμιόπουλος εκ του μητροπολιτικού ναού, εν τω οποίω εξεφώνησαν λόγους: ο βουλευτής Πυλίας Ν. Καράπαυλος εκ μέρους του δήμου Ναυπλιέων, ο δικηγόρος Σπ. Γιαννόπουλος εκ μέρους του δικηγορικού συλλόγου και ο Γεώργ. Φαρμακόπουλος. Επιταφίους λόγους εξεφώνησαν οι δικηγόροι Γ. Κασιμάτης, Αντ. Κοντολέων, εκ μέρους του κόμματος των «Νοικοκυραίων» και ο Γ. Μουτζουρίδης εκ μέρους του απορφανισθέντος κόμματος των «Αρειμανίων».

 

Ηλίας Ποταμιάνος

 

Ηλίας Ποταμιάνος

Ηλίας Ποταμιάνος

Ο Ηλίας Ποταμιάνος εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1838, και ήτο υιός του επί Καποδίστρια Κεφαλλήνος αστυνόμου του Ναυπλίου Ευαγγέλου Ποταμιάνου. Μετά τας σπουδάς του εις το γυμνάσιον Ναυπλίου, ενεγράφη εις την νομικήν σχολήν και εγένετο δικηγόρος.

Εγκατασταθείς εις Αθήνας διεκρίθη ως τοιούτος, ιδίως εις τα ποινικά, εις τα οποία η επ’ ακροατηρίω χειμαρρώδης ευγλωττία, η ευστροφία του πνεύματος και το μεταλλικόν της φωνής εξήσκουν γοητείαν και επιβολήν, συγχρόνως δε εδημοσιογράφει διά νευρώδους καλάμου και μετ’ επιτυχίας επί διαφόρων νομικών και πολιτικών θεμάτων. Ενυμφεύθη την Ασπασίαν θυγατέρα του στρατηγού και γερουσιαστού Νικολάου Πέτρου Μαυρομιχάλη. Ο Επ. Δεληγεώργης εκτιμών μεγάλως την ικανότητα του Ποταμιάνου ανέθεσεν εις αυτόν εμπιστευτικήν αποστολήν εις Κωνσταντινούπολιν αφορώσαν το Βουλγαρικόν σχίσμα, την οποίαν μετά δεξιότητας εξετέλεσεν. Διωρίσθη καθηγητής εν τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων του Στρατιωτικού Ποινικού δικαίου. Εξελέγη εξάκις βουλευτής Ναυπλίου και διετέλεσεν αντιπρόεδρος της Βουλής τω 1884. Ως κοινοβουλευτικός ρήτωρ ο Ποταμιάνος συγκατελέγετο μεταξύ των πρώτων της Βουλής.

 Το 1911 απεβίωσεν εν Αθήναις ο Ηλίας Ποταμιάνος, εκλεγείς επί εξ βουλευτικάς περιόδους βουλευτής Ναυπλίας, εκπροσωπών το κόμμα του Χαρ. Τρικούπη εν αρχή και είτα του Γ. Θεοτόκη.  

Ο Ποταμιάνος δια της διαθήκης του εδώρησεν εις το Μουσείον Ναυπλίου την αξιόλογον αρχαιολογικήν συλλογήν του, την οποίαν βραδύτερον, τω 1915, εταξινόμησε και ετοποθέτησεν εν υαλίνη προθήκη, δωρηθείσα υπό της συζύγου αυτού, ο υπηρετών τότε εν Ναυπλίω έφορος αρχαιοτήτων Αργολιδοκορινθίας Αλεξ. Φιλαδελφεύς.

Επί πλέον ο Ηλ. Ποταμιάνος έδιδε εν τη διαθήκη του εντολήν εις την σύζυγόν του, όπως αναγείρη εν Ναυπλίω μαρμάρινον μνημείον του ηρώος Νικηταρά του Τουρκοφάγου, το οποίον ιδρύθη παρ’ αυτής κατά το έτος 1924 εν τη προ του δικαστικού μεγάρου πλατεία.

 

Υπάτιος Αυγερινός

Ο εκλεγείς πρώτος πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου Ναυπλίου δικηγόρος Υπάτιος Αυγερινός, είχε γεννηθή εις Χίον τω 1804, κατά δε την εν έτει 1822 καταστροφήν της νήσου, διασωθείς μετά του πατρός του εκ των σφαγών των κατοίκων υπό των τούρκων, κατέφυγε 18 ετής εν Ναυπλίω και εγκατεστάθη μονίμως. Γενόμενος δικηγόρος εξήσκησε το επάγγελμα τούτο επί 50ετίαν εν Ναυπλίω, απέθανε δε δύο έτη μετά την ανάδειξίν του ως προέδρου του δικηγορικού συλλόγου, τον Νοέμβριον του 1866 εις ηλικίαν 82 ετών. Μετά τον θάνατόν του εξελέγη πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου ο επίσης ογδοηκοντούτης δικηγόρος Κωνστ. Φαρμακόπουλος.

Κωνσταντίνος Φαρμακόπουλος

Ο Κωνσταντίνος Φαρμακόπουλος, γεννηθείς εν Βυτίνη το 1799, εγκατεστάθη, μετά το 1822, εις Ναύπλιον όπου και εμαθήτευσεν. Σπουδάσας νομικά, εγένετο διδάκτωρ το 1843 και άρχισε να δικηγορή εν Ναυπλίω. Από των αρχών της επαναστάσεως είχεν εγκατασταθή εις Ναύπλιον και οι εκ των πρωταγωνιστών αυτής αδελφοί Αναγνώστης και Παναγιώτης Δεληγιάννης, τέκνα δε του δευτέρου ήσαν ο Θεόδωρος Δεληγιάννης ο μετέπειτα πρωθυπουργός ελθών 2ετής ενταύθα και οι Νικόλαος Δεληγιάννης (πρόεδρος Αρείου Πάγου), Κων. Δηλιγιάννης καθηγητής Πανεπιστημίου και Μαριορή Δηλιγιάννη, γεννηθέντες πάντες εν Ναυπλίω. Ο Κωνστ. Φαρμακόπουλος ενυμφεύθη την Μαριορήν θυγατέρα Π. Δηλιγιάννη, συνδεθείς ούτω δια στενής συγγενείας μετά της μεγάλης ταύτης οικογενείας. Εξελέγη βουλευτής Ναυπλίας, αναμιχθείς το πρώτον εις την πολιτικήν, το 1879. Υπήρξεν εκ των πρώτων δικηγόρων του Ναυπλίου, διατελέσας –μετά τον θάνατον του αρχαιοτέρου πάντων Υπατ. Αυγερινού– πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου από του 1866 μέχρι του 1895, ότε παρητήθη της δικηγορίας εις ηλικίαν 96 ετών. Απέθανε το 1897. Τέκνα του Κ. Φαρμακόπουλου ήσαν: 1) Ιωάννης (διπλωματικός υπάλληλος και είτα πρεσβευτής 1845-1904), 2) Νικόλαος (νομικός 1855-1938), Γεώργιος (δικηγόρος 1856-1901), Τάκης (μηχανικός 1858-1924) και Θεόδωρος (ιατρός 1861-1919). Ο Κ. Φαρμακόπουλος διέμενεν εις την παρ’ αυτού ανεγερθείσαν οικίαν παρά τον ναόν της Παναγίας.

Και ο έτερος αδελφός τούτου, ο Παναγ. Φαρμακόπουλος είχεν εγκατασταθή εν Ναυπλίω από του 1822, διαμένων εις την παρά τον ναόν Αγίου Γεωργίου ιδιόκτητον οικίαν (ένθα προ ετών οινοπωλείον Λεων. Ρετάλη). Τέκνα αυτού ήσαν ο Πέτρος (λόγιος και διευθυντής του μουσείου Ναυπλίου), ο Ανδρέας (ιατρός και συγγραφεύς) και ο Φοίβος.

Το 1893 απεβίωσεν εν Ναυπλίω ο Κωνσταντίνος Φαρμακόπουλος δικηγόρος εκ των παλαιοτέρων της πόλεως, πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου και διατελέσας βουλευτής κατά την περίοδον 1879-1881. Διάδοχος εν τη πολιτική εγένετο ο υιός του Γεώργιος Φαρμακόπουλος.

  

Πραξιτέλης Γ. Μουτζουρίδης

Πραξιτέλης Μουτζουρίδης

Πραξιτέλης Μουτζουρίδης

Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1887. Σπουδάσας νομικά, διεκρίθη ως δικηγόρος, αλλά και ως δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Το 1909 εξέδωσε την εφημερίδα «Αργολικήν» και το 1920 την εφημερίδα «Αντιπολίτευσις», επίσης επί πολλά έτη διηύθυνε την σύνταξιν της εφημερίδας «Σύνταγμα». Πρωτοστατών εις πάσαν υπέρ του Ναυπλίου κίνησιν, εις πάντα εορτασμόν επετείου χαράς ή λύπης, υπήρξεν από της νεαράς ηλικίας του μέχρι σήμερον ο ενθουσιώδης ρήτωρ, ο συνεγείρων της πλήθη. Λόγω της αναμίξεώς του εις τας οργανώσεις των επιστράτων 1915-1917, εφυλακίσθη πολλάκις και εξωρίσθη, από του 1914 εξελέγετο συνεχώς Δημοτικός σύμβουλος του δήμου Ναυπλιέων. Διεδέχθη τον αδελφόν του Ιωάννην εν τη αρχηγία του εν Ναυπλίω Λαϊκού κόμματος και εξελέγη βουλευτής το 1936 και 1946. Το 1945 εξελέγη πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου Ναυπλίου. Εν τη υφισαμένη νυν (1948) Δ’ Αναθεωρητική Βουλή εξελέγη Α’ Αντιπρόεδρος αυτής.

Ο Πραξιτέλης Μουτζουρίδης αρθρογραφούσε σχεδόν για 40 χρόνια στην τοπική εφημερίδα Το Σύνταγμα, όπως και σε αθηναϊκές εφημερίδες. Παράλληλα, έγραφε ποίηση, αλλά δεν εξέδωσε ποτέ τα ποιήματά του. Πέθανε στις 8 Μαρτίου 1964, σε ηλικία 79 ετών.

Γεώργιος Κ. Φαρμακόπουλος

 Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1856. Δικηγόρος εκ των διαπρεπών, εξήσκησεν επί μακράν σειράν το επάγγελμα τούτο εν Ναυπλίω. Διαδεχθείς τον πατέρα του Κων. Φαρμακόπουλος εις την πολιτικήν και ανεψιός του πρωθυπουργού Θ. Δηληγιάννη υπήρξεν ο πρώτος εν Ναυπλίω ιδρυτής και εκπρόσωπος του ισχυρού Δηλιγιαννικού κόμματος. Εξελέγη βουλευτής Ναυπλίας το 1890 και 1895. Απεβίωσεν εν Ναυπλίω το 1901.

 Γεράσιμος Ι. Μελισσινός

 

Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1867. Σπουδάσας νομικά, διωρίσθη εν αρχή αντιεισαγγελεύς πρωτοδικών και είτα, παραιτηθείς εδικηγόρησεν εν Ναυπλίω επί πεντηκονταετίαν, αναδειχθείς εις των εγκριτωτέρων νομομαθών και δικηγόρων εις τας πολιτικάς υποθέσεις. Εξελέγη βουλευτής Αργολιδοκορινθίας το 1932. Απέθανεν εν Ναυπλίω το 1943.

Κωνσταντίνος Ι. Πετρίδης

 

Κωνσταντίνος Πετρίδης

Κωνσταντίνος Πετρίδης

Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1879, υιός του εκ των διαπρεπών δικηγόρων του Ναυπλίου και βουλευτού Άργους Ιωάν. Πετρίδου. Αναδειχθείς δικηγόρος το 1902, εξήσκησε το επάγγελμα τούτο εν Ναυπλίω, καταλαβών πρωτεύουσαν θέσιν μεταξύ των συναδέλφων του. Το 1911 εξέδωσεν εν Ναυπλίω την νομικήν εφημερίδα «Γάιος». Εξελέγη πληρεξούσιος Αργολιδοκορινθίας της Δ! Εθνοσυνελεύσεως το 1923. Διετέλεσε πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου Ναυπλίου από του 1938 μέχρι του 1945.

Θεόδωρος Μιχαλόπουλος

Ο Θεόδωρος Μιχαλόπουλος, καταγόμενος εξ Αρκαδίας και εγκατασταθείς εις Ναύπλιον τω 1831, είχε σπουδάσει νομικά εις την Ευρώπην και υπήρξεν εκ των πρώτων επιστημόνων δικηγόρων, οι οποίοι εξήσκησαν το επάγγελμα τούτο κατά την εποχήν εκείνην. Εκτιμώμενος υπό των συμπολιτών του εξελέγη δις δημοτικός σύμβουλος και άλλας δύο φοράς Βουλευτής (1859 και 1862). Παραιτηθείς της πολιτικής διωρίσθη Νομάρχης. Απέθανεν εν Ναυπλίω το 1871.

 Γεώργιος Α. Νέζος

 Εγεννήθη εν Κουτσοποδίω Άργους τω 1846. Σπουδάσας νομικά ανεδείχθη εις εκ των επιφανεστέρων νομομαθών και επί 50ετίαν εξήσκησε την δικηγορίαν εν Ναυπλίω. Από του 1905 διετέλει πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου μέχρι του θανάτου του. Εξελέγη βουλευτής κατά την διπλήν αναθεωρητικήν βουλήν το 1910 και κατά την Τακτικήν Βουλήν το 1912. Απεβίωσε εν Ναυπλίω το 1914.

Σπυρίδων Γιαννόπουλος

Σπυρίδων Γιαννόπουλος

Σπυρίδων Γιαννόπουλος

Ο νομικός κόσμος και η κοινωνία του Ναυπλίου απώλεσαν τον Σεπτέμβριον του 1933 διαπρεπές μέλος αυτών τον δικηγόρον  Σπύρον Γιαννόπουλον. Γεννηθείς εν Ναυπλίω τω 1854 ο Σπ. Γιαννόπουλος, διωρίσθη δικηγόρος τω 1877 και, επί 55 έτη ασκήσας το επάγγελμα τούτο, κατέλαβε την πρώτην θέσιν μεταξύ του συναδέλφου του, αναδειχθείς νομομαθής εξαιρετικού κύρους και μεγάλης επιστημονικής αξίας. Εκδίδων, από του 1890 και επί δεκαετίαν μετέπειτα, την «Δικαστικήν εφημερίδα» επλούτισε την νομολογίαν των δικαστηρίων διά των εμβριθών του επιστημονικών παρατηρήσεων. Τω 1813 εξελέγη υπό του δικηγορικού σώματος πρόεδρος του Δικηγ. Συλλόγου, εις ο αξίωμα παρέμειναν επί 20ετίαν, μέχρι του θανάτου του. Τω 1922, επί κυβερνήσεως Ν. Τριανταφυλλάκου, ο Σπ. Γιαννόπουλος διωρίσθη επί τι διάστημα υπουργός της Δικαιοσύνης.

 

Ιωάννης Αθ. Τερζάκης

Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1867, υιός του εκ των παλαιών εμπόρων της πόλεως Αθαν. Τερζάκη. Εσπούδασε νομικά και εδικηγόρει εν Ναυπλίω, αναδειχθείς εκ των πρώτων δικηγόρων. Εξελέγη δις βουλευτής Αργολιδοκορινθίας: εις την διπλήν αναθεωρητικήν Βουλήν το 1910 και την Βουλήν το 1912. Διετέλεσε προξενικός πράκτωρ της Γαλλίας το 1918. Απέθανεν εν Ναυπλίω το 1929.

Νικόλαος Καράπαυλος (1836-1903)

Πολιτευτής από την Κορώνη, που έμενε στο Ναύπλιο (1836-1903), όπου τελείωσε το Γυμνάσιο. Το 1873 εξελέγη βουλευτής Πυλίας υπό τον Αλ. Κουμουνδούρο. Μετά το θάνατο του Κουμουνδούρου προσχώρησε στο κόμμα του Χαριλάου Τρικούπη και στη συνέχεια στο κόμμα του Γ. Θεοτόκη. Το 1900 έγινε Υπουργός Δικαιοσύνης και εισηγήθηκε τον νόμο για τον περιορισμό της προσωποκράτησης για χρέη.

 Η οικογένεια Καραπαύλου ήταν σημαντικοί αγωνιστές του 1821. Ο Ηλίας Καράπαυλος που πρωτοστάτησε στην επανάσταση στην περιοχή του, πήρε μέρος στην απόκρουση του Δράμαλη το 1822. Ο αδελφός του Ιωάννης, επικεφαλής στρατιωτικού σώματος, πήρε μέρος σε πολλές μάχες. Επί Καποδίστρια έγινε γερουσιαστής.[11]

 Η οικογένεια Καραπαύλου έδωσε και άλλους δικηγόρους, πολιτικούς και μεγάλους δωρητές στο Ναύπλιο, όπως ο Τάκης Καράπαυλος, που πέθανε το 1937, γιος του Νικολάου, που εκλεγόταν βουλευτής Πυλίας με το Λαϊκό Κόμμα.  Με διαθήκη του κατέλειπε πολλά χρήματα για την ανέγερση του Νοσοκομείου, καθώς και σε όλα τα φιλανθρωπικά σωματεία για τους απόρους Ναυπλίου και Πρόνοιας. Αδελφός του ήταν ο Κωνσταντίνος Νικολάου Καράπαυλος, δικηγόρος και πρόξενος της Ιταλίας, πατέρας του Νίκου Καράπαυλου, δικηγόρου και δημάρχου Ναυπλιέων επί δύο τετραετίες (1975-78 και 1979-82). Η οικία της οικογένειας Καραπαύλου, που χτίστηκε το 1863, μεγαλοπρεπές νεοκλασικό κτίριο, βρίσκεται στις οδούς Σωφρόνη, Όθωνος και Μπουμπουλίνας.[12]

Βαρδουνιώτης Δημήτριος (1847-1924)[13]

Βαρδουνιώτης Δημήτριος

Βαρδουνιώτης Δημήτριος

Καταξιωμένος νομικός, δημοσιογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος και κυρίως ιστορικός, εξέχουσα προσωπικότητα του Άργους. Γεννήθηκε στο Άργος και καταγόταν από πολύ φτωχή οικογένεια. Εντούτοις, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και άσκησε μέχρι το θάνατό του δικηγορία στην ιδιαίτερή του πατρίδα. Ήταν ασκητικός και δεν αγαπούσε την κοινωνική ζωή. Του άρεσε να εργάζεται ώρες ατέλειωτες.

Σ’ όλη του τη ζωή ήταν αφοσιωμένος στο λειτούργημά του και στο συγγραφικό του έργο. Η εργατικότητά του έμεινε παροιμιώδης. Ο ίδιος έλεγε ότι η ανάπαυση δεν είναι αποχή από την εργασία αλλά αλλαγή εργασίας. 

Ο Δημ. Βαρδουνιώτης υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρώτος αντιπρόεδρος του Συλλόγου Αργείων «Ο ΔΑΝΑΟΣ», από τον οποίο αποχώρησε το 1900, επειδή διαφώνησε με τον πρόεδρο Χρήστο Παπαοικονόμο ως προς την τακτική του συλλόγου. Ο Βαρδουνιώτης επιθυμούσε να έχει ο σύλλογος ιστορικό προσανατολισμό. Γι’ αυτό μετά την αποχώρησή του, ίδρυσε τον βραχύβιο «Λαϊκό Σύλλογο Ίναχο», αποσκοπώντας στο να κεντρίσει το ενδιαφέρον του κοινού προς την ιστορία του Άργους. Η προσπάθειά του δεν στέφθηκε από επιτυχία. Ο ζήλος του, όμως, ήταν αξιοθαύμαστος. Διοργάνωνε εκπαιδευτικές εξορμήσεις στις Μυκήνες, στα Δερβενάκια και πιο μακριά, όπως στην Ολυμπία, όταν λειτούργησε ο σιδηρόδρομος. Και υπάρχουν στον τύπο του Άργους σχετικά δημοσιεύματα, που αναφέρονται στις οργανωμένες ξεναγήσεις και στις εντυπώσεις των εκδρομέων.

Ο Δημ. Βαρδουνιώτης ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική και διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος με την παράταξη του Σπ. Καλμούχου την τετραετία 1883-87, οπότε δεν επανεκλέγεται1. ‘Ηταν οπαδός του Θ. Δηλιγιάννη, τον οποίο μάλιστα προσφώνησε, όταν πέρασε από το Άργος

Στις 18 Μαρτίου1885 κατά την προεκλογική του περιοδεία και κατέλυσε στο σπίτι του Σωτ. Δανόπουλου. Αργότερα εμφανίζεται οπαδός του Χαρ. Τρικoύπη. Με το Σπήλιο Καλμούχο είχε ιδιαίτερα καλές σχέσεις και τον υποστήριξε στην αρθρογραφία του. Ο ίδιος εξέδιδε την εφ. «Άργος» από το 1885 έως το 1889 σε αντικατάσταση του «Δαναού», που εξέδιδε μέχρι τότε ο Ι. Κ. Υψηλάντης. Μετά την επανάσταση στο Γουδί ανήκε στους μετριοπαθείς αντιβενιζελικούς. Αλλά όταν επήλθε η ρήξη ανάμεσα στον Βενιζέλο και τον Κωνσταντίνο, ανέπτυξε έντονη πολιτική δράση κατά του Βενιζέλου, με αποτέλεσμα να εξοριστεί το Φεβρουάριο 1918 σε ηλικία 71 χρονών στη Μυτιλήνη, από όπου επέστρεψε ύστερα από λίγους μήνες ταλαιπωρημένος και αγνώριστος.

Το πνευματικό έργο του Βαρδουνιώτη άφησε τη σφραγίδα του στα γράμματα του Άργους για 50 ολόκληρα χρόνια. Με εμφανή τα ίχνη του ρομαντισμού έγραψε ποιήματα και διηγήματα, τα οποία όμως δεν άντεξαν στο σαρωτικό πέρασμα του χρόνου. Από την πεισιθάνατη ποίησή του λείπει η πηγαία έμπνευση και τα γνήσια αισθήματα, ενώ με τα διηγήματά του δεν μπόρεσε να ζωντανέψει χαρακτήρες ή να αναλύσει με επιτυχία την κοινωνία. Αλλά το ιστορικό και ιστοριοδιφικό του έργου είναι πολύ σημαντικό και προσελκύει ακόμα και σήμερα το ενδιαφέρον μας. Ακούραστος στην ιστορική έρευνα, με μεθοδικότητα και υπευθυνότητα συνέβαλε στην εξακρίβωση της ιστορικής αλήθειας και μας έδωσε πολλές πληροφορίες για το έπος του 1821 και για πολλές προσωπικότητες της εποχής εκείνης. Ιδιαίτερη θέση, την πρώτη ίσως, κατέχει «Η καταστροφή του Δράμαλη», Τρίπολη 1913, που αναφέρεται στη μάχη των Δερβενακίων. Επίσης, έγραψε για τη δίκη του Κολοκοτρώνη, την Μπουμπουλίνα και άλλους ήρωες και αγωνιστές του 1821. Άλλα σημαντικά του έργα είναι η «Εκδρομή εις τας Μυκήνας», «Η Αφνειός Κόρινθος», «Η Φρύνη», «Παρά τον Ερασίνον» κ.ά. Πολλά δημοσιεύματά του φιλοξενήθηκαν στον τύπο του Άργους, στα ημερολόγια Σκόκκου και Σβορώνου και αλλού. Υπέγραφε πολλές φορές με τα ψευδώνυμα Έσπερος και Τίμων. Ο Βαρδουνιώτης απέκτησε δύο παιδιά. Ο γιος του Κωστάκης πέθανε μικρός. Η κόρη του παντρεύτηκε τον αξιωματικό του στρατού Ηλία Γιαννακόπουλο, αλλά πέθαναν άτεκνοι. Ο Βαρδουνιώτης πέθανε στο Άργος και ενταφιάστηκε στο κοιμητήρι της Παναγιάς Άργους.

 

Φλογαΐτης  Ν. Θεόδωρος (Ναύπλιο 1840 ή 1848 – Αθήνα 1905) [14]

Νομομαθής πολιτικός και δημοσιογράφος. Ο πατέρας του Νικόλαος Φλογαΐτης ζούσε στην Οδησσό, ήταν νομομαθής, γλωσσομαθής, μέλος της Φιλικής Εταιρείας και αγωνιστής του ’21. Επί Καποδίστρια υπηρέτησε ως πρόεδρος των πρωτοδικών και Αρεοπαγίτης μέχρι το 1844. Κατόπιν έγινε πρόεδρος των εφετών στο Ναύπλιο έως το 1862. Ο Θεόδωρος Φλογαΐτης γεννήθηκε στο Ναύπλιο κι εκεί πέρασε τα νεανικά του χρόνια. «Δεν είχε ακόμα ενηλικιωθεί όταν αγωνιζόταν με τ’ όπλο στο χέρι και με την πέννα από τις στήλες του «Συνταγματικού Έλληνα» όπου διερμήνευε τις αρχές της επανάστασης του 1862.

Κατά την πολιορκία του Ναυπλίου από τις κυβερνητικές δυνάμεις, γράφει η Ιστορία του Ελλ. Έθνους, το ηθικό των επαναστατών ήταν ακμαίο. Πολύ συντελούσαν σ’ αυτό τα άρθρα που δημοσιεύονταν στην εφημερίδα «Συνταγματικός Έλλην» που είχε διευθυντή τον Θ. Φλογαΐτη, καθώς και οι φλογεροί λόγοι του πρωτοδίκη Π. Μαυρομιχάλη, που παρακινούσαν το λαό να συνεχίσει την άμυνα με όλη του τη δύναμη.

Μετά την μεταπολίτευση πήρε πτυχίο Νομικής και για ένα χρονικό διάστημα ασκούσε το επάγγελμα του δικηγόρου στην Χαλκίδα. Έγινε υφηγητής του Συνταγματικού Δικαίου και ήρθε κι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, αλλά πολιτεύονταν στη Χαλκίδα. Το 1879 εξελέγη βουλευτής Χαλκίδας. Ήταν πολιτικός αντίπαλος του Κουμουνδούρου. Το 1890 εξελέγη βουλευτής Ευβοίας.

Ο Φλογαΐτης αρθρογραφούσε. Με την πέννα του υπερασπίζονταν την ελευθερία του «προσώπου», της θρησκευτικής συνείδησης και του πολιτικού φρονήματος. Σ’ άλλο άρθρο του που το έγραψε τον Αύγουστο του 1900, αλλά δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του στην Ποι­κίλη Στοά του 1912 (σελ. 143-5) γράφει για «Το καθήκον της Ελληνικής Πολιτείας προς τας εργατικάς τάξεις».

Επί Τρικούπη εξελέγη μέλος της επί του προϋπολογισμού επιτροπής. Ο Φλογαΐτης «δια πολυφύλλου εκθέσε­ως κατεδείκνυε το βάραθρον προς ο εφερόμεθα, προϊδών και προϊπών την επικειμένην χρεωκοπίαν». Προταθεί για καθηγητής Πανεπιστημίου αλλά αυτός προτίμησε την δημοσιογραφία.

Έργα του: «Δικαστικός νόμος της Ελλάδος», «Οδηγός δημοσίων και δημοτικών υπαλλήλων» (1890), «Ναυτικόν Δίκαιον» (1893), «Πολιτική Δικονομία» (1894), «Εγχειρίδιον Συνταγματικού Δικαίου» (1895), «Λεξικόν της Νομικής» (1900). Πέθανε στην Αθήνα το 1905.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Δικηγόροι Δήμαρχοι

 

  • Γ. Αντωνόπουλος (1837-1842)
  • Πολ. Ζαφειρόπουλος (1860-1862)
  • Κων. Ευθυμιόπουλος (1862-1866) (γεν. 1828-1885)
  • Γρ. Δημητριάδης (1878-1882)
  • Δημ. Τερζάκης (Αετός) (1899-1903)
  • Τάκης Φαρμακόπουλος (1914-1925)
  • Γεωργ. Μηναίος (Δικηγόρος και Συμβολαιογράφος) (1945)
  • Δημ. Αγ. Σαγιάς (1946-1966)
  • Βασ. Ρομποτής (1967) Διορισμένος από την Δικτατορική Κυβέρνηση
  • Κ. Κόκκινος (Δικαστής) 6 μήνες 1974-1975 Διορισμένος από τη δημοκρατική κυβέρνηση, Προσωρινός Δήμαρχος
  • Ν. Καράπαυλος (1975-1982)
  • Ιω. Μελίδης (1983-1986)

 

Ορισμένοι Δικηγόροι Βουλευτές και Υπουργοί

 

  • Δημ. Παπαδημητρίου (1946-1949, 1962-1967, Υφυπουργός Οικονομικών και Στρατιωτικών 1965-67)
  • Σπήλιος Βασιλείου (1981-85) (γεν. 1935)
  • Ιω. Μελίδης (1989-1997)
  • Πραξ. Μουτζουρίδης (1909) Εφημ. Αργολική 1920, Εφημ. Αντιπολίτευσις 1936 και 1946, Αντιπρόεδρος και Πρόεδρος Αναθ. Βουλής
  • Νικ. Καραπαύλος, Υπουργός Δικαιοσύνης (1899-1901)
  • Κων. Ευθυμιόπουλος (1865-1867, 1867-1868, 1869-1871, 1871-1872, 1873-1874, 1875-1879, 1878-1881)
  • Γερ. Μελισσινός (1932) (1867-1943)
  • Ιω. Μουτζουρίδης (Υπουργός – Γ.Δ. Κρήτης και Υπ. Εσωτερικών 1933-1934)

 

Πρόεδροι Δικηγορικού Συλλόγου Ναυπλίου

 

  • Υπάτιος Αυγερινός (1884-1886)
  • Κων. Φαρμακόπουλος (1886-1893)
  • Ιω. Πολίτης (1893-1898)
  • Ιω. Πετρίδης
  • Σπ. Γιαννόπουλος (1913-1933) (Δικαστική Εφημερίς 1890-1900, 1922 Υπ. Δικαιοσύνης, 1854-1933, Δικηγ. 1877)
  • Γεωργ. Η. Μηναίος (1933-…)
  • Κων. Πετρίδης (1938-1945) Γάιος
  • Πραξ. Μουτζουρίδης (1945-…)
  • Μιχ. Στάμος (δεκαετία του ’50 και ’60)
  • Ηλίας Μπέζας (1967-1974, διορισμένος από τη δικτατορική κυβέρνηση)
  • Στέφανος Μακρής (1974-1977)
  • Τάκης Μελισσηνός (1977-1980) (γεν.1910-1994)
  • Αναστ. Βάθης  (1980-1983)
  • Δημήτριος Γκιόλας (1984-1996, 4 θητείες)
  • Παρασκ. Αυγουστόπουλος (1996-2005, 3 θητείες)
  • Θεοδ. Καζάς (2005-σήμερα)

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV

Ορισμένοι Δικηγόροι εκ του Μητρώου του Συλλόγου (από το 1905)

 

 

  Χρόνος διορισμού, όρκου ή μεταθέσεως Καταγωγή Δικηγόρου Παρατηρήσεις

1.

Κωνσταντίνος Ιωάννου Πετρίδης 26-12-1905

Ωρκίσθη 18-6-1906

Ναύπλιο Απεβίωσε 26-8-1950

Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου

Κηδεία 27-8-1950 δαπάναις Δικηγορικού Συλλόγου

2.

Μιχαήλ Χ. Στάμου 19-1-1907

Ωρκίσθη 27-1-1907

Άργος Παραιτήθη 1-7-1968

Επίτιμος Δικ. και Επίτιμος Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου

8.

Πραξιτέλης Γ. Μουτζουρίδης Ωρκίσθη 18-10-1911 Ναύπλιο Παραιτήθη 14-11-1951 Β.Δ.

10.

Δημ. Αγγ. Σαγιάς 5-10-1919

19-1-1921 Β.Δ.

Ωρκίσθη 27-1-1921

Ναύπλιο Παραιτήθη 29-11-1957

Απεβίωσε 25-12-1966

12.

Ιωάννης Βασ. Δρούγας 20-6-1922 Β.Δ.

Ωρκίσθη 24-8-1922

  Απεβίωσε 24-3-1950

13.

Παναγιώτης Γιαννιάς Β.Δ. 8-9-1923

Ωρκίσθη 30-5-1923

10-5-1923

Ναύπλιο Παραιτήθη 30-11-1965

14.

Κων. Παν. Βραχνός Β.Δ. 9-5-1924

Ωρκίσθη 2-6-1924

  Παραιτήθη 22-5-1968

 

Στεφ. Ιω. Μακρής 6-2-1925 Άργος Παραιτήθη

16.

Γρηγ. Κων. Κούλουμπος 20-5-1925 Διατ.

Ωρκίσθη 10-6-1925

Αργος Παραιτήθη Β.Δ. 10-12-1966

18.

Ηλίας Ευάγγ. Παπαδάκης 21-8-1925 Διατ.

Ωρκίσθη 16-9-1925

Ναύπλιο Απεβίωσε 25-8-1961

21.

Αθαν. Ιω. Τερζάκης 28-10-1926 Διατ.

Ωρκίσθη 15-11-1926

Ναύπλιο Απεβίωσε 16-10-1955

 

Χρ. Ν. Καρούζος 6-4-1927 Άργος Παραιτήθη 14-5-1968

34.

Παν. Γερ. Μελισσινός 27-6-1932 Διατ.

Ωρκίσθη 15-7-1932

Ναύπλιο Παραιτήθη 23-4-1990

35.

Δημ. Αθαν. Παπαδημητρίου Διατ. 14-11-1934

Ωρκίσθη 5-12-1934

Ναύπλιο Μετατέθη Αθήνα 7-2-1967

36.

Πέτρος Ν. Κομνηνός Διατ. 28-3-1935

Ωρκίσθη 19-4-1935

Ναύπλιο Απεβίωσε 14-4-1970

39.

Γεώργιος Κων. Μηναίος Διατ. 24-3-1936

Ωρκίσθη 20-4-1936

Ναύπλιο Διωρίσθη συμβολαιογράφος 30-6-1954

40.

Δημ. Σωτ. Μανιάτης 16-4-1936

Διατ. 4-4-1936

Ωρκίσθη 24-4-1936

Ναύπλιο Διαγρ. παραιτηθείς 20-9-1967

41.

Ιωάννης Γεωργ. Ροζάκης 5-6-1937

Ωρκίσθη 28-6-1937

Ναύπλιο Παραιτήθη 16-4-1963 Β.Δ.

47.

Νικ. Κων. Καραπαύλος Β.Δ. 24-2-1939

Ωρκίσθη 15-3-1939

Ν Συνταξιοδοτήθηκε 24-8-1993

48.

Αθαν. Θεοδ. Θεοφανόπουλος Β.Δ. 6-9-1939

Ωρκίσθη 2-10-1939

Ν Παραιτήθη 24-10-1977

57.

Αναστάσιος Β. Βάθης 31-10-1940 Β.Δ. Ν Απεβίωσε 4-2-1981

59.

Παν. Γ. Μητρομάρας 4-10-1943

Ωρκίσθη 30-10-1943

Ν Παραιτήθη 2-7-1985

60.

Ηλ. Χρ. Μπέζας Β.Δ. 7-3-1946

Ωρκίσθη 10-4-1946

Ν Παραιτήθη 6-12-1999

64.

Γεωργ. Θ. Αγγελίδης 27-3-1909 (ΦΕΚ 7420/2-4-1909) Ν Παραιτήθη 25-10-1916 Διατ.

66.

Δημ. Νικ. Λυκίδης Β.Δ. 31-12-1947

 

Ν Απεβίωσε 17-3-1984

69.

Θεοδόσιος Κων. Κωστούρος Β.Δ. 21-12-1949

Ωρκίσθη 18-1-1950

Ν Διαγρ. 17-11-1999

Απόφαση Υπ. Δικαιοσύνης

71.

Ιπποκράτης Δημ. Ορφανός Μετετέθη εκ του Πρωτ. Αθηνών

Β.Δ. 7-2-1951

Ν Πρωτοδ. Σάμου 15-6-1932

Ειρηνοδίκης Πλωμαρίου

Μετετέθη Ειρηνοδίκης Πεύκου Βιάννων 1937

73.

Γεωργ. Ιω. Ουλής Β.Δ. 6-8-1951 Ν Παραιτήθη 19-3-1989

74.

Παναγιώτης Γεωρ. Ρούβαλης Β.Δ. 9-11-1951  (Δημοσιεύτηκε ΦΕΚ 309/22-12-1951, Τευχ. Γ’)

Ωρκίσθη 8-12-1951

Ν Διορίσθη  Συμβολαιογράφος

Β.Δ. 8-2-1966

ΦΕΚ 49/16-2-1966 Πρωτοδικείο Αθηνών

78.

Ευάγγελος Κ. Λυμπέρης Β.Δ. 3-12-1952 Ν Απεβίωσε 8-6-1976

95.

Βασ. Σπ. Ρομποτής Δ. 16-3-1958

Ωρκίσθη 31-3-1958

Ν Ωρκίσθη Δήμαρχος Ναυπλίου 28-12-1966

100.

Ιωάννης Αναστ. Μελίδης Β.Δ. 16-8-1959 Ν  

104.

Απ. Πλατ. Μπότσος Β.Δ. 14-9-1960 Ν Διεγράφη ως Έμμισθος Πάρεδρος Πρωτοδικείου Αθηνών 8-3-1962

125.

Παν. Κων. Χελιώτης Β.Δ. 11-8-1964 Ν  

136.

Σπήλιος Ανδρ. Βασιλείου Β.Δ. 5-9-1966 Ν  

 

Παράρτημα V

Δήμαρχοι Ναυπλιέων

Σημειώνονται οι εξ αυτών δικηγόροι

 

1. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΠΑΠΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ (1835-1837 και 1852-1848).

Το 1828 διετέλεσε γερουσιαστής. Υπήρξε σύζυγος  της γνωστής για την αντιοθωνική της δράση αλλά και για το φιλανθρωπικό της έργο, Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου. Το σπίτι τους στην τότε πλατεία Πλατάνου, τη σημερινή πλατεία Συντάγματος Ναυπλίου (στη θέση του κτιρίου της Εθνικής Τράπεζας) υπήρξε το πολιτικό και κοινωνικό κέντρο της εποχής τους.

2. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ (1837-1842).

Καταγόταν από παλαιά οικογένεια του Ναυπλίου, της οποίας πολλά μέλη διακρίθηκαν κατά την Επανάσταση του 1821. Ήταν οπλαρχηγός και πολιτικός. Ο Ιωάννης Καπο­δίστριας τον εκτιμούσε πάρα πολύ και τον αποκαλούσε «επιφανέστατον Έλληνα».

3. ΛΥΜΠΕΡΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ (1848-1852).

4. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ (1852-1854 και 1856-1860).

Η καταγωγή του ήταν από τη Δημητσάνα.  Εκτός από Δήμαρχος Ναυπλιέων είχε διατελέσει πρόξενος της Ιταλίας και τιμήθηκε με πολλά παράσημα.

5. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΡΑΤΟΣ (1854-1856).

6. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ (1860-1862).

7. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΑΤΡΟΣ (1862-1862).

Ήταν κτηματίας από το Ναύπλιο. Διετέλεσε βουλευτής Ναυπλίας κατά την περίοδο 1856-1859. Εκλέχτηκε Δήμαρχος Ναυπλίου το 1862 αμέσως μετά την καταστολή του κινήματος εναντίον του Όθωνα, που έμεινε γνωστό στην Ιστορία ως «Ναυπλιακά». Παρέμεινε στο Δημαρχιακό αξίωμα έως την εκθρόνιση του Όθωνα στις 12 Οκτωβρίου 1862. Με τον ήπιο χαρακτήρα του και τη δημοτικότητά του, κατόρθωνε να μετριάζει τις διαφορές που δημιουργούνταν, κατά την ανώμαλη εκείνη περίοδο, μεταξύ Στρατιωτικών και Αστυνομικών.

8. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΠΟΥΛΟΣ (1862-1866).

Δικηγόρος από το Ναύπλιο. Ο Ευθυμιόπουλος Κωνσταντίνος διετέλεσε Δημοτικός Αστυνόμος και πήρε μέρος στη Ναυπλιακή Επανάσταση της 1ης Φεβρουαρίου 1862 εναντίον του Όθωνα. Στις 13 Οκτωβρίου 1862, την επομένη της παραίτησης του βασιλέως και της ανα­χώρησής του για την Γερμανία ανακηρύχθηκε «δια βοής» Δήμαρχος Ναυ­πλιέων και παρέμεινε στο δημαρχιακό αξίωμα ολόκληρη την τετραετία 1862-1866. Εκλέχτηκε επίσης και πληρεξούσιος στην Εθνική Συνέλευση, η οποία συνήλθε στην Αθήνα λίγες μέρες μετά την εκθρόνιση του Όθωνα.

9. ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΚΩΤΣΟΝΟΠΟΥΛΟΣ (1866-1878 και 1883-1890).

Ήταν γιατρός και η καταγωγή του ήταν από το Ναύπλιο. Εργάστηκε πολύ για τον εξωραϊσμό της πόλης και επί της δημαρχίας του τοποθετήθηκε στην Ακροναυπλία το ρολόι που ήταν δωρεά του βασιλέως Λουδοβίκου Α’ της Βαυαρίας, πατέρα του Όθωνα.

10. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ (1878-1882).

Πρόκριτος του Ναυπλίου, δικηγόρος. Το Φεβρουάριο του 1862 έγινε μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής, η οποία συστήθηκε στο Ναύπλιο για την υποστήριξη του κινήματος του γνωστού ως «Ναυπλιακά»· υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το Ναύπλιο, επειδή δεν ήταν μεταξύ των πολιτικών και στρατιωτικών, που αμνηστεύθηκαν με Βασιλικό Διάταγμα του Όθωνα. Μετά την επάνοδό του εκλέχθηκε, τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, λίγο μετά την εκθρόνιση του Όθωνα, πληρεξούσιος στην Εθνική Συνέλευση, που συνήλθε στην Αθήνα.

11. ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ (1891-1895 και 1895-1899).

Γιατρός από το Ναύπλιο, που πρόσφερε πολλά για την ανάπτυξη της πόλης. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο Εξωτερικό με την υποστήριξη της βασίλισσας Αμαλίας, επειδή ο πατέρας του Νι­κόλαος Γιαννόπουλος ήταν ράπτης στην Αυλή του Όθωνα και της Αμαλίας. Πέθανε σε μεγάλη ηλικία μετά τη λήξη της θητείας του ως δημάρχου. Το τριώροφο σπίτι της οικογένειας Γιαννόπουλου που οικοδομήθηκε το 1890, παραμένει πάντα όρθιο και επιβλητικό στην πλατεία Συντάγματος, χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό δείγμα της εποχής.

12. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β. ΚΟΚΚΙΝΟΣ (1903-1907 και 1907-1914).

Σπούδασε οικονομικές επιστήμες στο Παρίσι. Εκτός από Δήμαρχος Ναυπλιέων διετέλεσε και Πρόξενος της Ιταλίας με τιμητικές διακρίσεις.

13.ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ (1899-1903).

Ήταν πατέρας του γνωστού Ναυπλιώτη λογοτέχνη, θεατρικού συγγραφέα και ακαδημαϊκού Άγγελου Τερζάκη. Ήταν δικηγόρος, ενώ είχε διατελέσει βουλευτής, γερουσιαστής και αργότερα νομάρχης Αργολίδος.

14. ΤΑΚΗΣ ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ (1914-1925).

Προερχόταν από σπουδαία Αναπλιώτικη οικογένεια επιστημόνων, πολιτικών και δημοτικών αρχόντων, που έδρασαν στο διάστημα από το 1830 μέχρι το 1940 και πρόσφεραν πολλά στην πόλη του Ναυπλίου.

15. ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΣΟΦΡΩΝΗΣ (1925-1929).

Ήταν στρατιωτικός γιατρός. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913, στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Μικρασιατική Εκστρατεία (1917-1923) και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του γενικού αρχίατρου.

16. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Θ. ΚΟΚΚΙΝΟΣ (1929-1934 και 1945-1946).

17. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΗΝΑΙΟΣ (1934-1944).

Γεώργιος Μηναίος

Γεώργιος Μηναίος

Ήταν γιατρός και εκτός από Δήμαρχος Ναυπλιέων διετέλεσε βουλευτής και γερουσιαστής. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι. Συνελήφθη το φθινόπωρο του 1943 από τα στρατεύματα Κατοχής και κρατήθηκε σε στρατόπεδο ομήρων. Έξι μήνες μετά τη σύλληψή του αρρώστησε και αφέθηκε ελεύθερος, αλλά σύντομα η ασθένειά του τον έφερε στον τάφο, τον Μάϊο του 1944.

 18. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΑΓΙΑΣ (1946-1966).

Δικηγόρος με λογοτεχνικά ενδιαφέροντα. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο. Ως Δήμαρχος Ναυπλιέων διακρίθηκε για την πολιτιστική του δραστηριότητα. Η μακροχρόνια θητεία του στο Δήμο τιμήθηκε με χάλκινη προτομή του, που στήθηκε στην πλατεία Αρβανιτιάς.

19. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΡΟΜΠΟΤΗΣ (1967-1967), δικηγόρος.

20. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΗΤΡΟΜΑΡΑΣ (1967-1973), πτυχιούχος νομικής.

21. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ (1973-1974), αρχιτέκτων.

22. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ (1974-1975), δικαστικός.

Μετέπειτα Πρόεδρος του Αρείου Πάγου. Διετέλεσε Δήμαρχος Ναυπλιέων το έτος 1974, αμέσως μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, με την ιδιότητα ταυτόχρονα του εφέτη στο αντίστοιχο Δικαστήριο Ναυπλίου.

23. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΡΑΠΑΥΛΟΣ (1975-1982), δικηγόρος.

Ήταν ανιψιός του Τάκη Καράπαυλου, του μεγάλου δωρητή του Δήμου Ναυπλιέων και καταγόταν από την αρχοντική οικογένεια των Καραπαύλων, πολεμιστών και πολιτικών από τη Μεσσηνία.

24. ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΕΛΙΔΗΣ (1983-1986), μετέπειτα βουλευτής Αργολίδος, δικηγόρος Ναυπλίου.

25. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΗΛ. ΤΣΟΥΡΝΟΣ (1987-1991 και 1991-1996), πολιτικός μηχανικός και Βουλευτής Αργολίδος.

26. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΧΑΡΑΜΗΣ (1996-1998), οδοντίατρος, γόνος της μεγάλης οικογένειας του Ναυπλίου.[15]

 

Γιώργος Ρούβαλης

Δρ. Ιστορίας, Πανεπιστήμιο  Paris-X.- Καθηγητής- Συγγραφέας

 
 
Υποσημειώσεις

[1] Σύνταγμα, 14-11-1910.

[2] Σύνταγμα, ο.π.

[3] Θεοδόσιος Π. Δημόπουλος,  Ιστορία του Ναυπλίου, Εισαγωγή – Επιμέλεια: Γιώργος Ρούβαλης, τόμος Β’, 2010, σελ. 416-418.

[4] Βασ. Κ. Δωροβίνης, Θανατική ποινή: Η πρώτη εφαρμογή και «υποδοχή» της στη νεότερη Ελλάδα, Νομικό Βήμα, τ. 29, Αθήνα, 1981

[5] Χαράλαμπος Κύρκος, Θεόδωρος Φλογαΐτης, Ένας ανυποχώρητος μαχητής της συνταγματικής νομιμότητας, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, 2009, σελ. 34

[6] Λύντια Τρίχα, Δικηγορείν εν Αθήναις…, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, 2003 όπου υπάρχει ειδικό κεφάλαιο για το Δικηγ. Σύλλογο Ναυπλίου, σελ. 387-392.

[7] Εφημερίς «Σύνταγμα», 4-3-1909.

[8] Σύνταγμα, 1-8-1910.

[9] Λύντια Τρίχα, ο.π., σελ. 392.

[10] Λύντια Τρίχα, Δικηγορείν εν Αθήναις…, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, 2003 όπου υπάρχει ειδικό κεφάλαιο για το Δικηγ. Σύλλογο Ναυπλίου. Οι πίνακες δικηγόρων του 19 ου αιώνα στις σελ. 392-393.

[11] Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς- Μπριτάνικα, τόμος, 27, σελ. 371

[12] Μάρω Βουγιούκα- Νέλλυ Χρονοπούλου, Οδωνυμικά του Ναυπλίου, Εκδ. Δήμου Ναυπλιέων, 1991, σελ., 84-85

[13] Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη, λήμμα Βαρδουνιώτης.

[14] Αργολική Βιβλιοθήκη, λήμμα Φλογαΐτης

[15] Βίκυ Ελενοπούλου, Ναυπλιακά Ανάλεκτα ΙV, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, τόμος IV (2000)

 


Filed under: Ναύπλιο, Σύλλογοι - Σύνδεσμοι Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Bar Association Nafplio, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Γεώργιος Ρούβαλης, Δικηγόρος, Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου, Ναύπλιο

«Η αειφορική διάσταση και η μετασχηματιστική δυναμική της προφορικής παράδοσης σε μια διαθεματική προσέγγιση από την αρχαιότητα έως σήμερα, μέσα στη σχολική τάξη»

$
0
0

«Η αειφορική διάσταση και η μετασχηματιστική δυναμική της προφορικής παράδοσης σε μια διαθεματική προσέγγιση από την αρχαιότητα έως σήμερα, μέσα στη σχολική τάξη»


  «Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, αποδεχόμενη τις εκατοντάδες προτάσεις των επισκεπτών της και επιθυμώντας να συμβάλλει στην επίκαιρη ενημέρωση τους, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» ανακοίνωση της Δρ. Χαράς Κοσεγιάν, Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων- λογοτέχνις, με θέμα:

 «Η αειφορική διάσταση και η μετασχηματιστική δυναμική της προφορικής παράδοσης σε μια διαθεματική προσέγγιση από την αρχαιότητα έως σήμερα, μέσα στη σχολική τάξη».

 

Η αειφορική αντίληψη στον πολιτισμό στρέφεται στην παρατήρηση της διαχρονικότητας της σκέψης, αλλά και στο δυναμικό μετασχηματισμό της προτείνοντας τη λειτουργική ένταξη της στο παρόν και στο μέλλον.

Άγαλμα του Ομήρου έξω από την Κρατική Βιβλιοθήκη του Μονάχου. Στη λεωφόρο Λούντβιχ, αγάλματα του Ιπποκράτη, του Αριστοτέλη, του Ομήρου και του Θουκυδίδη κοσμούν την Κρατική Βιβλιοθήκη του Μονάχου.

Άγαλμα του Ομήρου έξω από την Κρατική Βιβλιοθήκη του Μονάχου. Στη λεωφόρο Λούντβιχ, αγάλματα του Ιπποκράτη, του Αριστοτέλη, του Ομήρου και του Θουκυδίδη κοσμούν την Κρατική Βιβλιοθήκη του Μονάχου.

Σκοπός της εισήγησης είναι να αναδείξει τη βιωσιμότητα στοιχείων στην ποίηση και τη λογοτεχνία από τον Όμηρο έως τη συγχρονική δημοτική ποίηση, προτείνοντας τον τρόπο της δημιουργικής αξιοποίησής τους μέσα στη σχολική τάξη.

Επιθυμούμε να αντιληφθούν οι μαθητές ότι η συλλογική μνήμη διατήρησε αλλά και μετασχημάτισε τις επικές ποιητικές μορφές, το ύφος, τους αρχαίους μύθους, και τους παρέδωσε από στόμα σε στόμα στις επόμενες γενιές σε μια διαδικασία που διατηρήθηκε αναλλοίωτη ανά τους αιώνες, φτάνοντας να τους παραδώσει έως τις μέρες μας, αναδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο την ομορφιά, αλλά και την ουσία ενός πολιτισμού: λόγος για τον «πολιτισμικό συγκρητισμό», την αφομοίωση, δηλαδή, φαινομενικά ετερόκλητων στοιχείων στο ίδιο σύστημα και την παρουσίαση τους ως πρωτόφαντο ή ομοιογενές δημιούργημα. Οι ρίζες όμως και οι κλώνοι κινούνται προς πολλές και ετερόκλητες κατευθύνσεις στο χώρο και το χρόνο…

Για την ανάγνωση της ανακοίνωσης της κυρίας Χαράς Κοσεγιάν πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Η αειφορική διάσταση και η μετασχηματιστική δυναμική της προφορικής παράδοσης…


Filed under: Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ελεύθερο Βήμα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρο, Όμηρος, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Δημοτικό Τραγούδι, Διάλεξη, Ελεύθερο Βήμα, Κοσεγιάν Χαρά, Πολιτισμός

Αντιπολίτευση στο οθωνικό καθεστώς και ρήξη: Η Ναυπλιακή Επανάσταση του 1862

$
0
0

 

«Αντιπολίτευση στο οθωνικό καθεστώς και ρήξη: Η Ναυπλιακή Επανάσταση του 1862». Δημήτρης Μαλέσης, Δρ. Ιστορικός. Ναυπλιακά Ανάλεκτα VIΙI, Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου, «150 Χρόνια Ναυπλιακή Επανάσταση» Ναύπλιο, 2013.


 

Εξετάζονται οι κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν στην ελληνική κοινωνία στα μέσα του 19ου αιώνα και αναζητούνται τα αίτια που οδήγησαν στα επαναστατικά γεγονότα του Ναυπλίου και, τελικά, στην κατάρρευση του οθωνικού καθεστώτος τον Οκτώβριο του 1862.

Νικόλαος Φλογαΐτης, διευθυντής της εφημερίδας «Συνταγματικός Έλλην».

Νικόλαος Φλογαΐτης, διευθυντής της εφημερίδας «Συνταγματικός Έλλην».

Συγκεκριμένα, επισημαίνεται η αστικοποίηση, η σταδιακή βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος με τη συνακόλουθη πτώση του ποσοστού των αναλφάβητων και η ανάδειξη μιάς νέας γενιάς, η οποία αποστασιοποιημένη από τις πολιτικές πρακτικές της γενιάς της Επανάστασης του 1821, επιδίωκε τη ρήξη με τις κατεστημένες νοοτροπίες. Ταυτόχρονα, τα παραδοσιακά κόμματα, έχοντας εξαντλήσει τις δυνατότητες εκπροσώπησης της κοινωνίας, είχαν κλείσει τον πολιτικό τους κύκλο, ενώ οι ελιγμοί του μονάρχη σε συνδυασμό με την επίταση των κατασταλτικών μηχανισμών δεν συνιστούσαν επαρκές πλαίσιο για την αναπαραγωγή του συστήματος.

Εστιάζεται, επίσης, η προσοχή σε αυτήν καθ’ εαυτή την πόλη του Ναυπλίου, η οποία ως ένα δυναμικό παραδοσιακό αστικό κέντρο συγκέντρωνε μία ανήσυχη κοινωνική και πνευματική ελίτ. Τα μέλη της, από τα τέλη της δεκαετίας του 1850, είχαν συγκροτήσει έναν ισχυρό αντιπολιτευτικό πόλο και εκδήλωναν σε κάθε ευκαιρία την αντίθεση τους στο «σύστημα». Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την παρουσία ενός ικανού αριθμού στρατιωτικών με αντικαθεστωτικά φρονήματα, οδήγησε στη δημιουργία ενός ισχυρού άξονα, ο οποίος με τη δυναμική ρήξη του Φεβρουαρίου θα δοκιμάσει τις αντοχές του καθεστώτος. Επιπλέον, η οχυρή θέση που διέθετε η αργολική πρωτεύουσα ευνοούσε την ανάπτυξη μιάς επαναστατικής δυναμικής.

Γίνεται αναφορά στα αιματηρά γεγονότα και τις διακηρύξεις των επαναστατών, ενώ επισημαίνεται ιδιαίτερα η τακτική της κυβερνητικής πλευράς, προκειμένου ν’ αντιμετωπίσει την πιο σοβαρή απειλή που γνώρισε πριν την ανατροπή της η δυναστεία, αλλά και η διχοστασία που παρατηρήθηκε μεταξύ των επαναστατών ως προς την τακτική που έπρεπε να ακολουθηθεί, δηλαδή παραμονή στην πόλη ή εκστρατεία στον πυρήνα του καθεστώτος, στην ίδια την πρωτεύουσα. Και ακόμη, η σημαντικότερη διάσταση στους κόλπους των επαναστατών, όταν η επανάσταση έπνεε τα λοίσθια, μεταξύ διαλλακτικών και αδιάλλακτων, οι οποίοι υποστήριζαν την άνευ όρων και προϋποθέσεων συνέχιση του επαναστατικού αγώνα.

Συμπερασματικά, η Ναυπλιακή Επανάσταση του 1862 μπορεί να μην ανέτρεψε το οθωνικό καθεστώς, ωστόσο του προκάλεσε ισχυρότατο πλήγμα, προλειαίνοντας ουσιαστικά το έδαφος για τη μεταπολίτευση του Οκτωβρίου.

Για την ανάγνωση της ανακοίνωσης του κυρίου Δημήτρη Μαλέσηπατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Αντιπολίτευση στο οθωνικό καθεστώς και ρήξη.

 


Filed under: Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ναυπλιακή Επανάσταση 1862 Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Δημήτρης Μαλέσης, Επανάσταση, Ιστορία, Ναυπλιακά, Ναυπλιακή Επανάσταση, Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου

Ψαρομαχαλάς – Η ψυχή του Ναυπλίου

$
0
0

Ψαρομαχαλάς – Η ψυχή του Ναυπλίου


 

Στην αρχαιότητα, τα βυζαντινά χρόνια και τη Φραγκοκρατία το Ναύπλιο ήταν περιορισμένο πάνω στο βράχο της Ακροναυπλίας, στα τουρκικά Ιτς Καλέ (εσωτερικό κά­στρο). Είναι ένας βράχος ύψους 45 μέ­τρων στην άκρη της σημερινής πόλης και στην είσοδο του κόλπου, που τον περι­τριγυρίζει η θάλασσα. Ο Ψαρομαχαλάς είναι μια λαϊκή γειτονιά σκαρφαλωμένη στα μισά του βράχου. Μπορούμε να φτά­σουμε εκεί με δύο τρόπους: Καταρχήν αν ανεβούμε σε δύο δρομόσκαλες, η πρώτη που ξεκινάει από τη σημερινή οδό Σταϊκοπούλου και φέρει το όνομα Εθνικής Αντιστάσεως και η δεύτερη από την οδό Βύρωνος, που αρχίζει από την οδό Σπηλιάδου. Στο τέρμα της πρώτης σκάλας, δεξιά μας έχουμε πάνω στο βράχο τη γει­τονιά του Ψαρομαχαλά και αριστερά μας άλλη βραχώδη γειτονιά, τα Βραχατέικα.

 

Αρχαία τείχη του Ιτς-Καλέ (Ακροναυπλία). Δημοσιεύεται στο: Σέμνη Καρούζου, «Το Ναύπλιο», έκδοση Εμπορικής Τρα¬πέζης της Ελλάδος, Αθήνα 1979.

Αρχαία τείχη του Ιτς-Καλέ (Ακροναυπλία). Δημοσιεύεται στο: Σέμνη Καρούζου, «Το Ναύπλιο», έκδοση Εμπορικής Τρα¬πέζης της Ελλάδος, Αθήνα 1979.

 

Άλλη πρόσβαση, με αυτοκίνητο τώρα, υπάρχει από το τέλος της οδού Σπηλιάδου δίπλα στο ξενοδοχείο Αμφιτρύων και παράλληλα στον παραλιακό περίπατο, από την πλατεία-προμαχώνα που λέγεται Πέντε Αδέλφια. Ξεκινάει από εκεί ένας αμαξωτός δρόμος που φιδογυρίζει για να φτάσει σε μια μικρή άνω πλατεία, την πλατεία του Ψαρομαχαλά που λέγεται Λάκκα. Εκεί υπάρχει και η είσοδος στο τούνελ κάτω από το βράχο που με δύο ασανσέρ οδηγεί στην κορυφή του, στο σημερινό πολυτελές ξενοδοχείο Ναυπλία Παλάς   [1].

 

Σπίτια στον Ψαρομαχαλά. Φωτογραφία του Χαρ. Μπούρα (1974). Αρχείο: Μουσείο Μπενάκη.

Σπίτια στον Ψαρομαχαλά. Φωτογραφία του Χαρ. Μπούρα (1974). Αρχείο: Μουσείο
Μπενάκη.

 

Ο Ψαρομαχαλάς είναι η πιο παλιά γειτονιά του Ναυπλίου. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, για παράδειγμα, οι Έλληνες τ’ Αναπλιού κατοικούσαν όλοι εκεί και εκκλησιάζονταν στην εκκλησία της Αγια-Σοφιάς, που βρίσκεται στο τέρ­μα της οδού Κωνσταντινουπόλεως, δίπλα στο βενετσιάνικο Διοικητήριο [2]. Φαίνεται ότι η Αγια-Σοφιά είναι η αρχαιότερη βυζαντινή εκκλησία του Ναυπλίου, χτισμένη, σύμ­φωνα με μία μαρμάρινη πλάκα στην πρόσοψή της, τον 10ο αιώ­να, αποτελεί δε βυζαντινό μνημείο. Μπορεί και να είχε χτιστεί και νωρίτερα, διότι από το 879 μ.Χ. ήδη υπήρχε ιδιαίτερος Επί­σκοπος Ναυπλίου, ονόματι Ανδρέας, και ίσως η Αγια-Σοφιά, βασιλική με τρούλο, να αποτελούσε από τότε τη Μητρόπολη της πόλεως. Οι Τούρκοι επέτρεψαν τον ελεύθερο εκκλησιασμό των Ελλήνων σ’ αυτήν κατά τη δεύτερη Τουρκοκρατία και συ­γκεκριμένα μετά το 1780, σύμφωνα με τον π. Γιαννόπουλο. Μια μαρμάρινη στήλη με διακοσμητικό ανάγλυφο από την εκκλησία βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Ναυπλίου.

 

Δημόσιο κτίριο της δεύτερης Βενετοκρατίας, στο βάθος η Αγία Σοφία.  Δημοσιεύεται στο: Σέμνη Καρούζου, «Το Ναύπλιο», έκδοση Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος, Αθήνα 1979.

Δημόσιο κτίριο της δεύτερης Βενετοκρατίας, στο βάθος η Αγία Σοφία. Δημοσιεύεται στο: Σέμνη Καρούζου, «Το Ναύπλιο», έκδοση Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος, Αθήνα 1979.

 

Στον Ψαρομαχαλά μένουν φτωχοί, λαϊκοί άνθρωποι. Φυσικά με την πάροδο των αιώνων αλλά κυρίως τις τελευταίες δεκαετίες μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η όψη της γειτονιάς έχει αλλάξει πολύ. Για παράδειγμα η Λάκκα όπου άλλοτε υπήρχε το πρώτο νοσοκομείο του Ναυπλίου (Νοσοκομείον των Πτω­χών), του 14ου αιώνα, δωρεά του NerioAcciajoli, σήμερα έχει μετατραπεί σε πάρκινγκ αυτοκινήτων.

Ας πούμε δυο λόγια για την ίδρυση αυτού του νοσοκομείου. Προς το τέλος της Φραγκοκρατίας ο φλωρεντινός Άρχων του Δουκάτου των Αθηνών και επικυρίαρχος Ναυπλίου και Άργους, NerioAcciajoli, σύμμαχος των Ενετών, άφησε με διαθήκη του μετά το θάνατό του στην Κόρινθο το 1394 όλη την περιουσία του, για να ιδρυθεί νοσοκομείο των πτωχών στο Ναύπλιο, το οποίο είναι πιθανόν  εκείνο της Λάκκας. Αναφέρει σχετικά ο Μιχαήλ Λαμπρυνίδης στο μνημειώδες έργο του Η Ναυπλία (1898) τα εξής:

 «Το νυν σωζόμενον Δημοτικόν Νοσοκομείον παρά τους βορειδυτικούς πρόποδες της Ακροναυπλίας και εγγύς του προμαχώνος των Πέντε Αδελφών, όπερ ανεκαίνισε ο πρώτος της Ελλάδος Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, είναι πιθανώς αυτό τούτο το αναλώμασιν του Νερίου Ακκιαγιόλη ιδρυθέν, όπερ διετήρησαν οι Ενετοί εν λειτουργία κατά τας δύο περιόδους της υπ’ αυτών κατοχής του Ναυπλίου, ιδρύσανε μάλιστα εντός του περιβόλου του Νοσοκομείου και τον σωζόμενον ναΐσκον. Το Νοσοκομείον τούτο είναι άδηλον εάν ελειτούργη κι επί της τελευταίας Τουρκοκρατίας, οπωσδήποτε όμως φαίνεται ότι είχεν ερειπωθεί κατά τα τελευταία αυτής έτη, και εδέησε και τούτο να ανακαίνιση η του Καποδιστρίου δημιουργός χειρ.»[3]

Σύμφωνα με τον π. Ιωάννη Γιαννόπουλο το ναΰδριο αυτό φαίνεται να λειτουργεί το 1848 με μισθό ιερέως 58 δραχμές και μισθό νεωκόρου, που ανήκαν στο νοσοκομείο και που πλήρωνε ο Δήμος. Το κτίριο του νοσοκομείου παρέμεινε μέχρι τη δεκαε­τία του 1940 περίπου.

Ο Ψαρομαχαλάς ακολούθησε την εξέλιξη της πόλης, όταν γύρω στο 1500, κατά την πρώτη Ενετοκρατία (1389-1540) οι Ενετοί άρχισαν να χτίζουν με προσχώσεις την κάτω πόλη, το σημερινό κυρίως Ναύπλιο. Για το όνομά του υπάρχουν δύο εκ­δοχές:

α) Ήταν η γειτονιά των ψαράδων οι οποίοι κατέβαιναν το λοφάκι και μέσα από μια πύλη των τειχών στα Πέντε Αδέλφια, την Πόρτα Μαρίνα, έβγαιναν στη θάλασσα, σε μια ταπει­νή προβλήτα όπου έδεναν τις βάρκες τους.

β) Μετά την κατα­στροφή της Χίου, το 1822, και αργότερα των Ψαρών, από το 1824 οι καταδιωγμένοι πρόσφυγες που έφτασαν στο Ναύπλιο εγκαταστάθηκαν στη γειτονιά αυτή, η οποία πήρε το όνομά της από τα Ψαρά. Πιθανότερη μου φαίνεται η πρώτη εκδοχή που μάλλον είναι και η παλαιότερη.

Το ύφος των σπιτιών της γειτονιάς είναι το λεγόμενο λαϊκό, είχε δηλαδή, κυρίως στο παρελθόν πολλά ξύλινα σπίτια στο τούρκικο στυλ, λίγα από τα οποία παραμένουν και σήμερα. Γενικά είναι εύθραυστες ξύλινες κατασκευές, συνήθως ασπρι­σμένες με ασβέστη, χωρίς περίτεχνα μπαλκόνια και πόρτες όπως έχει η κάτω πόλη. Σύμφωνα με τη Σέμνη Καρούζου, αυτό που χαρακτηρίζει το λαϊκό στυλ είναι η ασύμμετρη διάταξη των σπιτιών του, ενώ τα κλασικιστικά αστικά σπίτια του Ναυπλίου έχουν πάντα μια συγκεντρωμένη, συμμετρική διάταξη στις προ­σόψεις τους [4].

 

Ναύπλιο. Η Λάκκα τη δεκαετία του '30 σε φωτογραφία Ν. Μαζαράκη.

Ναύπλιο. Η Λάκκα τη δεκαετία του ’30 σε φωτογραφία Ν. Μαζαράκη.

 

Η έκταση του Ψαρομαχαλά είναι πολύ περιορισμένη: Στην πραγματικότητα πρόκειται για δύο – τρεις δρόμους, με κύριο την οδό Ζυγομαλά, και μια – δυο ανώμαλες πλατείες, γιατί πιο βό­ρεια βρίσκουμε το βράχο. Τα ταπεινά σπιτάκια της γειτονιάς υπέστησαν ριζική αλλαγή κατά τη δεκαετία του ’80 και ύστερα όταν με δάνεια του τουρισμού μετετράπησαν τα περισσότερα σε ξενώνες ή πανσιόν, αρκετά καλόγουστους. Άλλα σπιτάκια αγοράστηκαν από ξένους, κυρίως Γερμανούς ή Ολλανδούς, οι οποίοι τα επισκεύασαν για να περνούν εκεί μερικούς μήνες του καλοκαιριού. Υπάρχουν όμως και κάποιες οικογένειες αλλοδα­πών, συνταξιούχων κυρίως, που μένουν εκεί όλο το χρόνο.

 

Ναύπλιο. Σπίτι στον Ψαρομαχαλά.

Ναύπλιο. Σπίτι στον Ψαρομαχαλά.

 

Όταν όμως λέμε ότι ο Ψαρομαχαλάς είναι η ψυχή του Ναυπλίου, ενώ η καρδιά του είναι φυσικά η πλατεία Συντάγ­ματος και η διαδρομή του Μεγάλου Δρόμου (σημερινή οδός Βασ. Κωνσταντίνου) όπως έχουμε γράψει και αλλού [5] εννοούμε ότι υπήρξε στο παρελθόν, δηλαδή στις δεκαετίες του 40, ’50, ’60 και ’70 μια ιδιαίτερη λαϊκή κουλτούρα των κατοίκων. Συνήθειες, διασκεδάσεις, ταβέρνες, κανταδόροι, καρναβάλια και η χαρακτηριστική εύθυμη, γλεντζέδικη διάθεση ανθρώπων που είχαν και που ζούσαν με λίγα και τους έφταναν.

Για παράδειγμα, τα παλιότερα χρόνια μεγάλη διάδοση είχε μεταξύ των παιδιών στο Ναύπλιο, όπως και σε άλλες μικρές πόλεις της Ελλάδος, ο πετροπόλεμος. Ήταν πραγματικές ορ­γανωμένες εκστρατείες με στρατηγική και τακτική που διεξήγο­ντο συνήθως μεταξύ ενοριών ή μεταξύ Προνοίας και Ναυπλίου.Στους τελευταίους αυτούς πολέμους σημαντικό βάρος είχαν τα παιδιά του Ψαρομαχαλά όπως αναφέρει και ο ποιητής της πό­λης και ναυπλιογράφος Θεόδωρος Κωστούρος (1936-1986) [6]. Γράφει χαρακτηριστικά για έναν τέτοιο πετροπόλεμο τη δεκα­ετία του 50:

Και κει, πάνω σε κείνο το κρίσιμο σημείο του αγώνα, την ώρα πια που φαινόταν πως η νίκη έγερνε αποφασιστικά προς το μέρος της Πρόνοιας, παρουσιάστηκε, λυτρωτής, ο Ψαρομαχαλάς.

Τα παλληκάρια του μαχαλά των ψαράδων και της ντάπιας των «πέντε αδελφιών», τα ψημένα με την αλμύρα της θάλασσας τ’ αργο­λικού, έφεραν το καινούργιο αίμα που χρειαζόταν η λιπόθυμη πόλη.

Οι Ψαρακαίοι, οι Βασιλείου, οι Μπουσμπουραίοι, οι Μελιδόνηδες, οι Μεντζελαίοι, οι Κοντσαΐτηδες, αποτέλεσαν τον καινούργιο στρατό του άλλαξε τις βουλές της Μοίρας.

Αρχηγός τους – που αμέσως πήρε με το σπαθί του τη γενική αρ­χηγία των Αναπλιωτών, ήταν ο Βαγγέλης ο Σέττας που τον παρανόμοζαν Κανάρη.

Ετούτος ο Ψαρομαχαλιώτης τσίφτης δεν είχε τίποτα στην ειδή του από κείνα τα σουσούμια που ταιριάζουν στον αρχηγό. Απεναντί­ας, ήταν κοντός και λιγνός σα σαμιαμίδι, μιας σπιθαμής άνθρωπος εκεί δα που δεν τον υπολόγιζες. Όμως η ματιά του α! εκείνη η ματιά του που σπίθιζε, καθρέπτιζε την άτρομη ψυχή του τη λιονταρίσια. Και το μυαλό του, καθαρό μυαλό και ξάστερο, έκοβε τα χίλια δυο τερτίπια, τα χρειαζούμενα του πολέμου.

Μόλις το λοιπόν ο Βαγγέλης ο Σέττας, ο Κανάρης, πήρε στα σιδερένια χέρια του τα γκέμια τ’ Αναπλιώτικου στρατού τα πράγματα άλλαξαν. Η πειθαρχία βασίλεψε παντού, τα πάντα οργανώθηκαν και το σπουδαιότερο, τη θέση της ηττοπάθειας, πήρε τώρα η πίστη για τη νίκη, μια πίστη που, τα χείλια του αρχηγού και τα φερσίματά του, τη σκόρπιζαν, μαγικά, σ’ όλες τις πριν κιοτεμένες ψυχές.

Πρώτα-πρώτα επέβαλλε στους «πλουτοκράτες» στρατιώτες του, έρανο υποχρεωτικό για την οικονομική ενίσχυσι τον στρατού. Κάθε παιδί ανάλογα με την οικονομική τον ευμάρεια, έπρεπε να φέρνει στον κοινό κορβανά, το βδομαδιάτικο χαράτσι. Μ’ αυτά τα χρήματα ο Σέττας, αγόρασε καινούργιες σφεντόνες και βάλθηκε, ώρες κι ώρες, πάνω στον προμαχώνα των «πέντε αδελφιών» να εκπαιδεύει τους πιτσιρίκους, τόσο που τους έκανε άσσους στο σημάδι. Ύστερα, σε λίγες μέρες, επί κεφαλής του στρατού του, έκανε μία «επίδειξι δυνάμεως» φτάνοντας μέρα μεσημέρι, ώσαμε την «Αγιατριάδα», την καρδιά της Πρόνοιας. Τούτη η παρέλασι έφερε το αποτέλεσμα που ο Σέττας προσδοκούσε. Οι Προνοιώτες έννοιωσαν πως τ’ Ανάπλι ξαναγεννιό­ταν. Είχαν κι άλας τις πληροφορίες τους για τον καινούργιο αρχηγό και κατάλαβαν πώς από τώρα και μπρος, τα πράγματα άλλαξαν.

Και άλλαξαν πραγματικά. Η εφευρετικότητα και ο δυναμισμός αυτών των παιδιών έφτασε τότε μέχρι τη δημιουργία στόλου από τις βάρκες των γονιών τους με τον οποίον έκαναν απόβαση στον Βάλτο και κα­τατρόπωσαν τα Προνοιοτάκια.  

  

Υποσημειώσεις


[1] Μία πρώτη περιγραφή της γειτονιάς και ορισμένων κατοίκων της έχω κάνει στο βιβλίο μου «Ναύπλιον, Σπηλιάδου 1″, εκδ. Ναύδετο, Ναύπλιο 2008, σελ. 18-19 και 25-26.

[2] Βλ. π. Ιωάννη Γιαννόπουλου, «Οι Ιεροί Ναοί, Ναΰδρια και Εφημέριοι αυτών της πόλεως Ναυπλίου», Ναύπλιον, 2008, σελ. 171-73.

[3] Μιχαήλ Γ. Λαμπρυνίδου, «Η Ναυπλία από των αρχαιο­τάτων χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς». Ιστορική μελέτη, 1898, Β’ έκδοσις 1950, Γ’ έκδοσις, Ναύπλιον 1975, σελ. 58.

[4] Σέμνη Καρούζου, «Το Ναύπλιο», έκδοση Εμπορικής Τρα­πέζης της Ελλάδος, Αθήνα 1979.

[5] Για το Μεγάλο Δρόμο βλέπε το βιβλίο μου «Οι πέτρες και οι άνθρωποι. Μικροϊστορία του Ναυπλίου», εκδ. Ναύδετο, 2009, σελ. 96-107.

[6] Βλ. τη χαρακτηριστική συλλογή εύθυμων ιστοριών για το Ναύπλιο με τίτλο: «Αυτά να μένουν μεταξύ μας, αναμνήσεις και στοχασμοί», Ανάπλι 1956, σελ. 101-108.

 

Γιώργος Ρούβαλης

Δρ. Ιστορίας, Πανεπιστήμιο  Paris-X.- Καθηγητής- Συγγραφέας

Γιώργος Ρούβαλης, «Ψαρομαχαλάς – Η ψυχή του Ναυπλίου», Εκδόσεις: Ο Κήπος με τις Λέξεις, Αθήνα, 2012.

 

 


Filed under: Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ναύπλιο Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Ιστορία, Λαογραφία, Μικροϊστορία, Πολιτισμός, Ρούβαλης Γεώργιος, Ψαρομαχαλάς

Η απόδοση τιμής σε πολιτικούς παράγοντες του ρωμαιοκρατούμενου Άργους κατά τον 3ο / 4ο αι. μ.Χ., βάσει επιγραφικών δεδομένων

$
0
0

Η απόδοση τιμής σε πολιτικούς παράγοντες του ρωμαιοκρατούμενου Άργους κατά τον 3ο / 4ο αι. μ.Χ., βάσει επιγραφικών δεδομένων  – Γεωργία Κ. Κατσαγάνη, Δρ. Κλασικής Φιλολογίας


 

 

Η «ελευθερία» του Άργους από τη μακεδονική κυριαρχία διακηρύχθηκε από τους Ρωμαίους το 195 π.Χ. Το καίριο χτύπημα όμως για την Πελοπόννησο αλλά και για ολόκληρη την Ελλάδα δόθηκε, όταν ο Λ. Μόμμιος νίκησε τους Αχαιούς στην Κόρινθο, τη μετέβαλε σε ερείπια, κατέσφαξε και εξανδραπόδισε τους κατοίκους της. Το Άργος αποτέλεσε έτσι τμήμα της ρωμαϊκής επαρχίας της Αχαΐας (146 π.Χ.).

Από τότε και μέχρι το τέλος της ρωμαϊκής δημοκρατίας (περ. 48 π.Χ.) το Άργος απολάμβανε μερικής αυτονομίας (με αστική και ποινική δικαιοδοσία) και πλήρωνε στη Ρώμη κάποιο φόρο. Στη συνέχεια η αυτονομία του περιορίστηκε ακόμη περισσότερο, και με την καταστροφή του από τους Γότθους, το 267 μ.Χ., αυτή απολέσθηκε οριστικά και η πόλη προσαρτήθηκε στην Κόρινθο. Διοικητές επαρχιών και αυτοκράτορες ασκούσαν δικαστικές αρμοδιότητες στις επαρχίες, παράλληλα με την αυτονομία που αυτές απολάμβαναν, αν και το καθεστώς των πόλεων ρυθμιζόταν ουσιαστικά από τη Ρώμη.

Σε όλη τη διάρκεια της ρωμαιοκρατίας πολίτες σημαντικών πόλεων ανεγείρουν ανδριάντες και αναγράφουν στις βάσεις τους επιγραφές έμμετρες ή μη, για να τιμήσουν σημαίνοντα πρόσωπα της ρωμαϊκής διοίκησης. Την τακτική αυτή ακολούθησαν και οι Αργείοι. Στο Άργος έχουν βρεθεί δύο τέτοιες επιγραφές: η μία αναφέρεται στον Καλλιππίνο, ανθύπατο της Αχαΐας, κατά τον 3ο ή 4ο αι. μ.Χ., και η δεύτερη στον Φωσφόριο, επίσης, ανθύπατο της Αχαΐας, κατά τον 4ο αι. μ.Χ.

1η. Ορθογώνιο βάθρο αγάλματος από λευκόφαιο ασβεστόλιθο, διαστάσεων 0,41 μ. στο ύψος, 0,71 μ. στο μήκος και 0,68 μ. στο πάχος. Βρέθηκε το 1930 από τον Vollgraff, σε Ρωμαϊκή στοά στο Άργος, 100 μ. ανατολικά από την αγορά των Ελληνιστικών χρόνων[1]. Σήμερα η επιγραφή έχει χαθεί.

Χρονολόγηση: 3ος ή 4ος αι. μ.Χ. Vollgraff [2].

Δημοσιεύσεις: Vollgraff, 1945 5-28   Eitrem, 1949 146 αρ. 110   Robert, 1948 Addenda 138-141   SEG 11 325   SEG 16 261   Feissel, 1985 289 αρ. 29.

 

Ἰσθμὸς κηρύττι σε, πόλις βοοῶσιν Ἀχαιῶν, |

Καλλιππῖνε, Δίκης ὄμμα δικεότατον·|

τοὔνεκεν Ἰναχίη σε διηνεκέεσ[σι γε]ρέρει |

δώροις, Εὐπράκτῳ τοῦτ’ ἐπιτιλαμένη.

 

2 ὄμμα Feissel: ὄμμα, Vollgraff aliique  

3 διηνεκέεσ[σι γε]ρέρει Robert: διηνεκέεσσι ̣ γ[ε]ρέρει Feissel aliique.

O Ισθμός, Καλλιππίνε, σε ανακηρύσσει ως τον πιο δίκαιο οφθαλμό της Δικαιοσύνης, οι πόλεις των Αχαιών σε επευφημούν. Γι΄ αυτό η Ιναχία (το Άργος) σε τιμά με δώρα άφθαρτα, αναθέτοντας στον Εύπρακτο να σου τα προσφέρει.

  1.  βοοῶσιν: ρηματ. ομηρικός τύπος, χάριν του μέτρου. Ο Vollgraff [3] το θεωρεί δοτική πληθυντικού.

Η επιγραφή αποτελείται από δύο ελεγειακά δίστιχα, με κατά τρίτον τροχαίο τομή στον 1ο και στον 3ο στίχο.

Καλλιππῖνος: πρόσωπο άγνωστο από άλλη πηγή, πρέπει να είναι είτε ανθύπατος της Αχαῒας, είτε ένας από τους νομομαθείς, στον οποίον ο ανθύπατος είχε αναθέσει τις δικαστικές αρμοδιότητες. Ο Martindale [4] θεωρεί τον τιμώμενο ανθύπατο της Αχαΐας του 4-5ου αι. μ.Χ. Μοναδική φορά που απαντά το όνομα στην Αργολίδα, και καθόλου στις άλλες περιοχές που εξετάζονται από το LGPN.

Εὔπρακτος: Το όνομα απαντά μία φορά στην Αργολίδα (παρούσα επιγραφή), καμία στα Νησιά του Αιγαίου κ.λπ., καμία στη Μακεδονία κ.λπ.

Η επιγραφή ανήκει στον δομικό τύπο ὁ δεῖνα ἔστησε τὸν δεῖνα, όπου το ρήμα ἔστησε έχει αντικατασταθεί από το γερέρει. Στην επιγραφή χρησιμοποιείται η χρονική βαθμίδα του παρόντος (κηρύττι, βοοῶσιν, γε]ρέρει), για εκείνα τα στοιχεία, των οποίων ο ποιητής θέλει να διαιωνίσει τη μνήμη, ενώ χρησιμοποιεί παρελθοντικό χρόνο (ἐπιτιλαμένη) για ενέργεια που προηγήθηκε –της κυρίως αναφερομένης– στην επιγραφή.

Η επιγραφή αποτελείται από δύο ενότητες: Στην πρώτη αναφέρεται το εγκώμιο (Δίκης ὄμμα) του ανθυπάτου ή του δικαστή, το οποίο επικεντρώνεται εξ ολοκλήρου στη δικαιοσύνη του, σε σημείο που αυτός παραβάλλεται με την ίδια τη δικαιοσύνη, και, ίσως, αποτελεί δείγμα κολακείας προς αυτόν. Ανάλογη περίπτωση στη Γραμματεία υπάρχει στον Ιμέριο [5], όπου o ανθύπατος της Αχαΐας Κεβρώνιος αποκαλείται Δίκης ὄμμα καὶ Θέμιδος, κ.α. Σε αρκετά ψηφίσματα η έκφραση δικαιοσύνης ἕνεκα φαίνεται ότι λειτουργεί ως σύντομη μορφή του λογοτύπου ἀρετῆς ἕνεκα καὶ δικαιοσύνης [6]. Βέβαια, η δικαιοσύνη αξιωματούχων πολιτών ανήκει στις αρετές που επαινούνται αρκετά συχνά: Waltz, 1941 7.672 Ἀδέσποτον, και 7.697 Χριστοδώρου. Σε επιγραφή των Σάρδεων (SGO 04/02/06) η εικόνα (ανδριάντας) του Αχολίου αποτελεί εὐνομίης μάρτυρα πιστοτάτην, και σε επιγραφή της Γόρτυνος, το βάθρο τιμητικού ανδριάντα του ταμία Μαρκελλίνου στήνεται ως <Δίκης> ἐπιμάρτυρα θεσμῶν (IC IV 323).

Το εγκώμιο του Καλλιππίνου γίνεται από τους πολίτες της Κορίνθου – όπως αυτοί αναφέρονται συνεκδοχικά (Ἰσθμὸς) και ποιητικά (Ἰναχίη [7]) – και από τους πολίτες ολόκληρης της επαρχίας της Αχαΐας (πόλις βοοῶσιν Ἀχαιῶν)∙ το βοῶ με τη σημασία του επευφημώ (πρβ. Ηρόδοτος, 6.131.1). Βέβαια, εδώ είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι ο Ἰσθμός αποτελεί μία ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, δεδομένου ότι ήταν τόπος πανελλήνιων δραστηριοτήτων και επισήμως η Κόρινθος δεν έφερε ποτέ το όνομα Ισθμός∙ στην αρχαία ελληνική γραμματεία η λ. χαρακτηρίζει τον Ισθμό καθεαυτό και την τοποθεσία, όπου διεξάγονταν τα Ίσθμια [8]. Ο συνεκδοχικός τρόπος απόδοσης των ονομάτων πόλεων χρησιμοποιείται για το Άργος (Στέφανος Βυζάντιος, 331.23) και την Αθήνα (Αριστοφάνης, Ἀχαρ. 75, Μένανδρος, Διαίρ. Ἐπιδεικ. 355.24 κ.ε.).

Η δεύτερη ενότητα συνδέεται νοηματικά με την πρώτη με το τοὔνεκεν και ο ποιητής, χρησιμοποιώντας το λογοτεχνικό σχήμα της συνεκδοχής (Ἰναχίη) αναφέρει αυτούς που τίμησαν τον Καλλιππίνο. Mε τo διηνεκέεσ[σι δώροις ίσως εννοείται ένας ανδριάντας, που προορίζεται για να διαιωνίσει τη μνήμη του καλού διοικητή και του δίκαιου δικαστή [9]. Η ενέργεια αυτή δεν έγινε από την πόλη του Άργους αλλά από τον Εύπρακτο, άγνωστο πρόσωπο από οποιαδήποτε άλλη πηγή.

Κατά τον Stein [10], στην Παλαιοχριστανική περίοδο το Άργος διοικητικά ανήκε στην επαρχία της Αχαΐας με πρωτεύουσα την Κόρινθο, έδρα ανθυπάτου. Η επιγραφή, αποτέλεσε για τον Vollgraff [11] αφορμή να εξετάσει τις διοικητικές και πολιτικές σχέσεις μεταξύ Κορίνθου και Άργους. Ο Robert [12] θεωρεί ότι οποιαδήποτε πόλη της επαρχίας (πόλις Ἀχαιῶν) θα μπορούσε να δοξάζει τον ανθύπατο ή τον δικαστή που αποδίδει τη δικαιοσύνη στην πρωτεύουσα της Επαρχίας. Για τον λόγο αυτό το Άργος έστησε προς τιμήν του ανδριάντα με τη χορηγία του πολίτη Ευπράκτου.

2η. Μαρμάρινο κυλινδρικό βάθρο, διαμέτρου 0,64 μ. και ύψους 0,59 μ., βρέθηκε το 1901 στην αυλή της οικίας Ψυρόγιαννη στο Άργος, κοντά στη θέση της Αγοράς. Σήμερα βρίσκεται στον κήπο του Μουσείου του Άργους (αρ. 207).

 

Φωτ. από το Μουσείο Άργους (αρ. 207)

Φωτ. από το Μουσείο Άργους (αρ. 207)

 

Χρονολόγηση: Mετά το 322 μ.Χ. Polara[13].

Δημοσιεύσεις: Reinach, 1900 324-328   IG IV 1608   Groag, 1946 54   Feissel, 1985 288 αρ. 27.

 

Εἰκόνα Φωσφορίου μεγακυδέος ἀνθυπάτοιο |

Ἀρχέλεως Δαναοῖς στῆσε χαριζόμενος.|

Ψ(ηφίσματι) β(ουλῆς).

 

Cum in constitutionem bonam servatur titulus, non sunt lectiones aliae.

Toν ανδριάντα του Φωσφορίου, του ενδοξότατου ανθυπάτου, ο Αρχέλαος ανήγειρε, προσφέροντάς τον ως δώρο στους Δαναούς. Με ψήφισμα της βουλής.

Μέτρο το ελεγειακό δίστιχο, με πενθημιμερή τομή στον 1ο στίχο.

Φωσφόριος: Ο Martindale [14] ταυτίζει τον Φωσφόριο με τον Αυρήλιο Βαλέριο Τουλλιανό Σύμμαχο, ύπατο του 330 μ.Χ. (Σύμμαχο 6, κατά το stemma του ιδίου [15]), παππού του ρήτορα και ποιητή Κόιντου Αυρηλίου Συμμάχου αλλά τον διαχωρίζει από τον παραλήπτη των επιστολών που αναφέρονται στο δεύτερο βιβλίο του Θεοδοσιανού Κώδικα (II.4.1 και II.15.1). H Frantz [16] ταυτίζει μεν τον Φωσφόριο με το ίδιο πρόσωπο, τον τοποθετεί όμως περίπου στο 320 μ.Χ.∙ με την άποψη αυτή ταυτίζεται εν μέρει και ο Polara[17], ο οποίος θεωρεί ότι ο Αυρήλιος Βαλέριος Τουλλιανός Σύμμαχος, ύπατος του 330 μ.Χ. είχε το signum Φωσφόριος, και είναι το ίδιο πρόσωπο με τον παραλήπτη των επιστολών του Θεοδοσιανού Κώδικα (II.4.1 και II.15.1) και με τον τοποτηρηρή της Μοισίας το 319 μ.Χ. Ο Reinach [18] θεωρεί ότι ο Φωσφόριος είναι ο ανθύπατος της Αχαΐας του 319 μ.Χ. και αποδέκτης ενός διατάγματος του Κωνσταντίνου και του Λικινίου και ότι ταυτίζεται με τον παππού τού ρήτορα και ποιητή Κόιντου Αυρηλίου Συμμάχου, τον Αυρήλιο Βαλέριο Τουλλιανό Σύμμαχο.

Ἀρχέλεως: Κατά τη Franz [19] υπάρχουν τρία διαφορετικά πρόσωπα με το όνομα Αρχέλαος 1) ο αναθέτης του ανδριάντα του Φωσφορίου, περίπου 320 μ.Χ. 2) ο ομώνυμός του γιος, αναθέτης της επιγραφής της Λέρνας (IG IV 666) και 3) ο έγγονος, του πρώτου, αναθέτης ταυροβολίου στην Αθήνα (IG II2 3674). Το τελευταίο πρόσωπο το τοποθετεί με βεβαιότητα στο τέλος του 4ου αι. μ.Χ., δεδομένου ότι το ανάγλυφο του ταυροβολίου που ίδρυσε ο συγκλητικός Μουσώνιος για την ίδια μυστικιστική πράξη, χρονολογείται στον Μάιο του 387 μ.Χ. Ο Piérart[20] ταυτίζει τον Αρχέλαο της παρούσας επιγραφής με αυτόν της IG IV 666∙ την ίδια άποψη διατυπώνει και ο Groag [21].

Στο 1ο ημιστίχιο προτάσσεται το αντικείμενο τιμής και ακολουθεί το όνομα του τιμωμένου, ενώ στο 2ο παρατίθεται το αξίωμα του τιμωμένου, προσδιοριζόμενο από το επίθετο μεγακυδέος, του οποίου η σημασία τονίζεται από τη θέση του ανάμεσα στην πενθημιμερή τομή και τη βουκολική διαίρεση. Το επίθετο απαντά κυρίως σε επιτύμβιες επιγραφές, όπου επιδιώκεται η έξαρση των αρετών του νεκρού∙ από την αρχαία ελληνική γραμματεία απαντά στην ΑΠ [22] και, κυρίως, σε μεταγενέστερους σε σχέση με τη συγκεκριμένη επιγραφή συγγραφείς. Ο ανδριάντας είχε ανεγερθεί με απόφαση της βουλής [23] αλλά όχι με έξοδα της πόλης, όπως συμβαίνει και με την επιγραφή των Μεγάρων, στην οποία τιμάται το ίδιο πρόσωπο [24]. Από το κείμενο δεν γίνεται σαφής ο λόγος της ευγενικής χειρονομίας του Αρχελάου στους Αργείους. Σε επιφανή πρόσωπα της αργειακής κοινωνίας η βουλή αποδίδει την τιμή και μέσω των ψηφισμάτων της (IG IV 588, 594, 595, 609, κ.α.).

Ο Polara [25] θεωρεί ότι το περιεχόμενο της μεγαρικής επιγραφής δεν συνδέεται απαραίτητα με επιθέσεις στην περιοχή, αλλά με γενικευμένο φόβο που τους επέβαλλε να λαμβάνουν μέτρα ακόμη και σε περιόδους ειρήνης, μετά την εμπειρία της εισβολής των Γότθων το 267 μ.Χ. Επιπλέον, μπορεί να σκεφθεί κανείς ότι οι Έλληνες ανησυχούσαν για τις εξεγέρσεις των Σαρματών, που κορυφώθηκαν στην ύπαιθρο το 322 μ.Χ., όταν αυτός ο λαός, αφού είχε διασχίσει τον Δούναβη και ερημώσει τμήμα της Μοισίας, ηττήθηκε από τον Κωνσταντίνο κοντά στη Βουνωνία [26].

Ο Groag [27] θεωρεί ότι η ανωτέρω χρονολόγηση δεν ευσταθεί, διότι επί Κωνσταντίνου δεν μπορούσε να γίνει λόγος για κάποια σοβαρή απειλή των Γότθων σε βάρος της Ελλάδος και, επιπλέον, γιατί ως χορηγός του ανδριάντα κατονομάζεται ο Αρχέλαος από το Άργος, τον οποίο ταυτίζει με τον ομώνυμό του μύστη (IG IV 666), δαδούχο της Κόρης στη Λέρνα, κλειδούχο της Ήρας στο Άργος και αναθέτη του ταυροβολίου στην Αθήνα. Τη χρονολογεί στο διάστημα 379-382 μ.Χ. και τη στηρίζει στο ιστορικό γεγονός ότι, μετά την μάχη της Αδριανούπολης (378 μ.Χ.), οι Γότθοι διέσχισαν τη Βαλκανική χερσόνησο και δύο χρόνια αργότερα οι Βησιγότθοι έφτασαν στην Ελλάδα και οι εχθροπραξίες τερματίστηκαν με συνθήκη ειρήνης το 382 μ.Χ.

Από τις δύο αυτές επιγραφές και σε ένα ορατό πρώτο επίπεδο συμπεραίνουμε οπωσδήποτε ότι πλούσιοι πολίτες τιμούσαν και κολάκευαν Ρωμαίους τιτλούχους της περιοχής, για να επιτύχουν την εύνοιά τους. Το στοιχείο αυτό αντανακλά μία γενικότερη στάση της εγχώριας αριστοκρατίας απέναντι των νέων κυρίαρχων, η οποία ασφαλώς απαντάται και σε άλλες ελληνικές πόλεις. Δεν μπορεί να αγνοηθεί, ωστόσο, ότι στη δεύτερη από τις εξεταζόμενες επιγραφές που χρονολογείται στη Ρωμαϊκή περίοδο, υπογραμμίζεται η δημοκρατική πολιτική οργάνωση του Άργους, ακόμη και υπό καθεστώς ρωμαιοκρατίας. Η αναφορά του λογότυπου Ψ(ηφίσματι) β(ουλῆς) είναι αρκετά αποκαλυπτική.

Βαθύτερα όμως και πιο ουσιαστικά, μέσα από τις επιγραφές αυτές αναδεικνύεται η τακτική της πόλης του Άργους να ανάγει την καταγωγή των κατοίκων του σε μυθικά πρόσωπα που σηματοδοτούσαν την ιστορική πρωτοκαθεδρία της πόλης στον ελληνικό χώρο (Ιναχία, Δαναοί). Πιθανότατα να πρόκειται για μία προσπάθεια επανασύνδεσης με το πανάρχαιο παρελθόν και διατήρησης με αυτόν τον τρόπο ζωντανής της ιστορικής μνήμης σε μία εποχή κατά την οποία κινδύνευε σοβαρά η εθνική ταυτότητα από την ισοπεδωτική πολιτική των Ρωμαίων.

 

 

Υποσημειώσεις

[1] Vollgraff, 1945 5, και Feissel, 1985 289 αρ. 29. Σε επιγραφές (Kaibel, 1965 ανατ. 905-906, κ.ά.) γίνεται λόγος για το Ιερό της Δίκης, όπου τοποθετούνταν τα αγάλματα των ανθυπάτων που ήθελαν οι Έλληνες να τιμήσουν, και, κατά τον Robert, 1948 138, αυτά τοποθετούνταν κοντά στο κτήριο, όπου αποδιδόταν η δικαιοσύνη. Κατά τον Curtius, 1852 II 357 το Κριτήριον βρισκόταν στην ανατολική πλευρά της Λάρισας.

[2] Vollgraff, 1945 5, λόγω εξωτερικών κριτηρίων του κειμένου. Άλλες χρονολογήσεις: 4ος-5ος αι. μ.Χ. Feissel, 1985 289 αρ. 29.

[3] Vollgraff, 1945 7.

[4] PLRE, σ. λ. Callipinus I σ. 175.

[5] Himerius, Decl. orat. 38.72.

[6] Veligianni-Terzi, 1997 299.

[7] Πρβ. Ευριπίδης, Ἠλέκτρα στίχ. 1.

[8] Vollgraff, 1945 47.

[9] Vollgraff, 1945 47.

[10] Stein, 1959 70.

[11] Vollgraff, 1945 5-28) -Lintott, 1993 39.

[12] Robert, 1948 140. Την άποψή του ασπάζεται και ο Feissel, 1985 289 αρ. 29.

[13] Polara, 1974 265. Άλλες χρονολογήσεις: 379-382 μ.Χ. Groag, 1946 54 και Feissel, 1985 288 αρ. 27.

[14] PLRE, σ. λ. Phosphorius (2) I σ. 700 και σ. λ. Α. V. T. Symmachus (6) PLRE I σ. 871, και Ensslin, σ. λ. Phosphorios (1) RE XX1 1951 στήλ. 651.

[15] PLRE 1146 stemma 27.

[16] Frantz, 1988 49-51.

[17] Polara, 1974 261-266. Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο Seeck, σ. λ. Symmachus (13) RE VII1 1931 στήλ. 1141-1142.

[18] Reinach, 1900 326-328.

[19] Frantz, 1988 49-51.

[20] Piérart, 1997 151-152.

[21] Groag, 1946 53.

[22] Cougny, 1890 133 κ. ε. αρ. 267, 275, 308, 377 και 727.

[23] Στη Ρωμαϊκή εποχή σημαντικό ρόλο στο πολιτικό-οικονομικό γίγνεσθαι έπαιζαν οι σύνεδροι, οι οποίοι πρότειναν τα ψηφίσματα και ασχολούνταν με τα οικονομικά ζητήματα και τις εξωτερικές σχέσεις. Μετά τον 2ο αι. μ.Χ. λειτούργησε και η βουλή, η οποία υστερούσε σε δύναμη έναντι του συμβουλίου των συνέδρων, και η γερουσία, Piérart – Touchais, 1996 73-74 και 81. Μεταξύ των αξιωματούχων, περιλαμβάνονται οι αγορανόμοι, υπεύθυνοι για την αγορά (IG IV 588) και οι σιτώνες, υπεύθυνοι για την προμήθεια σίτου (IG IV 609).

[24] Reinach, 1900 325.

[25] Polara, 1974 265.

[26] Για την ήττα των Σαρματών βλ. Ζώσιμος, Νέα Ιστορία 2.21 κ.ε.

[27] Groag, 1946 53-54.

 

 

Βιβλιογραφία


  • Ager, 1996 –  Ager, Sh. L., Interstate arbitrations in the Greek World 337-90 B. C., Berkley 1996.
  • Clinton, 1989 – Clinton, K., Hadrian’s contribution to the renaissance of Eleusis στο S. Walker – A. Cameron, The Greek renaissance in the Roman empire: papers from tenth British Museum colloquium, London 1989.
  • Eitrem, 1949  – Eitrem, S., “Varia“, SO 27 (1949) 143-146.
  • Boatright, 2000 –  Boatright, M. T., Hadrian and the cities of the Roman Empire, Princeton 2000.
  • Ευαγγελίδης, 2010 – Ευαγγελίδης, Β., Η αγορά των ρωμαϊκών πόλεων της Ελλάδας από τη Ρωμαϊκή κατάκτηση ώς τον 3ο αι. μ.Χ., Θεσσαλονίκη 2010.
  • Feissel, 1985 – Feissel, D., «Inscriptions du Péloponnèse», T&MByz 9 (1985) 288-289 αρ. 27-29.
  • Ferrary, 1988 – Ferrary, J.-L., Philhellénisme et impérialisme, Rome 1988.
  • Follet, 1976 – Follet, S, Athènes au IIe et au IIIe Siècle. Études chronologiques et prosopographiques, Paris 1976.
  • Frantz, 1988 –  Frantz, A., “Late antiquity, A. D. 267-700”, Athenian Agora 24 (1988) 49-51.
  • Groag, 1946 –  Groag, E., Die Reichsbeamten von Achaia in Spatrömischer Zeit (Diss.), Budapest 1946.
  • Gruen, 1984 – Gruen, E. S., The hellenistic world and the coming of Rome, vol. I, Berkley 1984.
  • Harter-Uibopuu, 1998 –  Harter-Uibοpuu, K., Das Zwischenstaatliche Schiedsverfahren im achäischen Koinon, Wien 1998.
  • Kaibel, 1965 ανατ. – Kaibel, G., Epigrammata Graeca ex lapidibus conlecta, Hildesheim 1965 ανατ. (Berlin 1878).
  • Kallet-Marx, 1995 – Kallet-Marx, R. M., Hegemony to Empire. The development of the Roman Imperium in the East from 148 to 62 B.C., Berkley 1995.
  • Lintott, 1993 – Lintott, A., Imperium Romanum. Politics and administration, London 1993.
  • Ostenfeld, 2002 – Ostenfeld, E. N. – Blomqvist, K., Greek Romans and Roman Greeks. Studies in Cultural Interaction, Aarhus 2002.
  • Piérart –Touchais, 1996 – Piérart, M. – Touchais, G., Argos. Une ville grecque de 6000 ans, Paris 1996.
  • Piérart 1997 – Piérart, M., Nomen Latinum. Mélanges de langue, de littérature et de civilisation latines offerts au professeur André Schneider à l’occasion de son départ à la tetraite, Genève 1997.
  • Polara, 1974 – Polara, G., «Note Critiche e Filologiche: Nonno di Simmaco», PP 29 (1974) 261-266.
  • Reinach, 1900  – Reinach, Th., «Un nouveau proconsul d’Achaïe», BCH 24 (1900) 324-328.
  • Robert, 1948 –  Robert, J. – L., «Addenda», Hellenica 4 (1948) 138-141.
  • Stein, 1959 –  Stein, E., Histoire du Bas-Empire, vol. I, Paris 1959.
  • Veligianni-Terzi, 1997 – Veligianni-Terzi, Ch., Wertbegriffe in den attischen  Ehrendekreten der Klassischen Zeit, Stuttgart 1997.
  • Vollgraff, 1945 – Vollgraff, W., “Argos dans la dépendance de Korinthe aux IVe siècle”, AC 14 (1945) 5-28.
  • Willers, 1990  –  Willers, D., Hadrians panhellenisches Programm, Basel 1990.

 

 Γεωργία Κ. Κατσαγάνη

Δρ. Κλασικής Φιλολογίας


Filed under: Άργος, Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις Tagged: ρωμαιοκρατούμενο Άργος, Άρθρο, Επιγραφές, Καλλιππίνος, Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, Φωσφόριος

Το Άργος στον Όμηρο και στους αρχαίους τραγικούς

$
0
0

Το Άργος στον Όμηρο και στους αρχαίους τραγικούς


 

 

Το Άργος είναι μια από τις αρχαιότερες πόλεις της Ελλάδας και αποτελεί ένα απέραντο διαχρονικό «μουσείο» με πολυάριθμα και μοναδικά ευρήματα, που τοποθετούνται σε κάθε ιστορική περίοδο. Στηριγμένοι στην ανεξάντλητη και συναρπαστική αργολική μυθολογία και ιστορία ο Όμηρος, οι τραγικοί ποιητές μας, Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης, ο Ησίοδος, ο Πίνδαρος και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς δημιούργησαν αθάνατα και ανυπέρβλητα λογοτεχνικά έργα. Λίγες ελληνικές πόλεις αξιώθηκαν με τόσους επαίνους από τα αρχαία χρόνια, ακόμη και από τους θεούς.

Ο μεγάλος λυρικός ποιητής Πίνδαρος σε μια ωδή του επικαλείται τις χάριτες να υμνήσουν την πόλη του Δαναού και των θυγατέρων του, τη θεϊκή κατοικία της Ήρας, γιατί κοσμείται από αμέτρητη δόξα και θαυμαστά έργα:

 «Υμνήστε, Χάριτες, του Δαναού την πόλη και τις πενήντα λαμπρόθρονες τις κόρες του. Υμνήστε το Άργος, όπου η Ήρα έχει το λαμπρό της δώμα, αντάξιο της θείας καταγωγής της. Από δόξα άφθαρτη το Άργος απαστράπτει χάρη στα επιτεύγματα των τολμηρότατων τέκνων του».[1]

Το Άργος κατέχει κορυφαία θέση ανάμεσα στις πόλεις, που κατά την αρχαιότητα πρωταγωνίστησαν στην πορεία του ελληνικού έθνους. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι στην εποχή του το Άργος υπερείχε όλων των πόλεων σε ολόκληρο το χώρο, που σήμερα ονομάζεται Ελλάδα [2]. Κατά τον Παυσανία «οι Αργείοι είναι εκείνοι από τους Έλληνες, που αμφισβητούν πιο πολύ απ’ όλους στους Αθηναίους την αρχαιότητα και τα δώρα που λένε ότι έχουν από τους θεούς» [3].

Όσοι ασχολούνται με τη μελέτη της ιστορίας και της μυθολογίας γνωρίζουν ότι το Άργος υπήρξε γενέτειρα πόλη και τόπος καταγωγής επιφανών ανδρών και ηρώων του παρελθόντος. Από το Άργος κατάγονται δύο από τους μεγαλύτερους ήρωες της μυθολογίας μας. Ο Ηρακλής, πασίγνωστος στην υφήλιο για τους περίφημους άθλους του, και ο Περσέας, βασιλιάς του Άργους, ο οποίος, αφού σκότωσε τη Μέδουσα και παντρεύτηκε την Ανδρομέδα, ο πατέρας της οποίας ήταν απόγονος της Ιούς του Άργους, αντάλλαξε το βασίλειο του Άργους με τον Προίτο και βασίλευσε στην Τίρυνθα και τις Μυκήνες.

 

Περσέας (Μπενβενούτο Τσελίνι)

Περσέας (Μπενβενούτο Τσελίνι)

 

Κόρη του μυθικού Βασιλιά του Άργους Ίναχου ήταν η Ιώ, που τράβηξε κάποτε την ερωτική προσοχή του Δία και εξόργισε την Ήρα που, για να την τιμωρήσει, την ανάγκασε να περιπλανιέται καταδιωκόμενη μέχρι τη Σκυθία και τον Καύκασο για να καταλήξει στην Αίγυπτο, όπου γέννησε τον Έπαφο. Δισέγγονος της Ιούς ήταν ο Δαναός , που με συμβουλή της Αθηνάς κατασκεύασε ένα πλοίο με πενήντα κουπιά, πήρε τις κόρες του, τις γνωστές Δαναΐδες, και ήρθε στα πάτρια εδάφη στο Άργος, την πατρίδα της προ-γιαγιάς του Ιούς.

Ο εγγονός του Άδραστου, Διομήδης, γιος του Τυδέως και της Διείπυλης, βασιλιάς του Άργους, οδήγησε 80 πλοία εναντίον της Τροίας, συνοδευόμενος από τους πιστούς του φίλους, τον Σθένελο και τον Ευρύαλο. Τα ηρωικά του κατορθώματα στην Τροία ήταν πολλά και δίπλα στον Αχιλλέα ο Διομήδης υπήρξε ο πιο γενναίος ήρωας του Ελληνικού στρατεύματος.

 

Ο Διομήδης πληγώνει την θεά Αφροδίτη.

Ο Διομήδης πληγώνει την θεά Αφροδίτη.

 

Πολλά ήταν και τα πρόσωπα που διακρίθηκαν κατά την ιστορική εποχή στο Άργος. Ο ηγεμόνας του Άργους Φείδων, απόγονος του βασιλιά του Άργους Τήμενου, είναι ο πρώτος Έλληνας που το 755 π.Χ έκοψε αργυρά και χάλκινα νομίσματα και ίδρυσε το πρώτο νομισματοκοπείο της Ελλάδας και της Ευρώπης στην Αίγινα, που ήταν τότε αποικία του Άργους [4]

Τελέσιλλα. Γκραβούρα από το βιβλίο του Ιωάννου Κ. Κοφινιώτου, «Ιστορία του Άργους από των Αρχαιοτάτων χρόνων μέχρις ημών » Εν Αθήναις, Τυπογραφείον ο «Παλαμήδης» 1892. Επανέκδοση, Εκδ. Εκ Προοιμίου 2008.

Τελέσιλλα. Γκραβούρα από το βιβλίο του Ιωάννου Κ. Κοφινιώτου, «Ιστορία του Άργους από των Αρχαιοτάτων χρόνων μέχρις ημών » Εν Αθήναις, Τυπογραφείον ο «Παλαμήδης» 1892. Επανέκδοση, Εκδ. Εκ Προοιμίου 2008.

Η Τελέσιλλα ήταν λυρική ποιήτρια από το Άργος, που έζησε τον 5ο – 6ο αιώνα π.Χ. και έμεινε ονομαστή από τα μελικά της ποιήματα, αλλά και το ηρωικό θάρρος της, αφού, όταν ο βασιλιάς της Σπάρτης Κλεομένης εκστράτευσε εναντίον του, κατάφερε να συγκεντρώσει και να εξοπλίσει τις γυναίκες της πόλης σε μια εποχή που η θέση της γυναίκας ήταν υποτιμημένη και εντελώς ασύμβατη με τον πόλεμο και έσωσε το Άργος, αφού οι Σπαρτιάτες δεν τόλμησαν να τα βάλλουν με γυναίκες, γιατί, αν τις νικούσαν, θα τους κατηγορούσαν ότι νίκησαν γυναίκες και, αν έχαναν, θα έλεγαν ότι νικήθηκαν από γυναίκες, όπως καταγράφει ο Παυσανίας[5].

Στο Αργείον εργαστήριον διέπρεψε ο σημαντικός γλύπτης και χαλκοπλάστης Αγελάδας (520-480 π.Χ.), κοντά στον οποίο μαθήτευσαν ο Μύρων και ο επίσης αργείος γλύπτης Πολύκλειτος, που μαζί με το Φειδία ήταν οι σημαντικότεροι της κλασικής εποχής, καθιέρωσε τον κανόνα των αναλογιών και των συμμετριών του ανθρώπινου σώματος και κατασκεύασε χρυσελεφάντινα αγάλματα, όπως εκείνο της Ήρας για το Ηραίο του Άργους.

Το Άργος από τα πανάρχαια χρόνια συνοδεύεται από πλήθος επιθέτων, όπως Ιναχία γη, Φορωνικόν, κλυτόν, κοίλον, πολυδίψιον, Ίασον, Ίππιον, Ιππόβοτον, Πελοποννήσιον, παλαιόν, πολύπυρον (πυρός και σπυρός = σίτος), πλούσιο δηλαδή σε σιτάρι, αφού στο Άργος πρωτοκαλλιεργήθηκε ο σίτος, ούθαρ αρούρης, φιλτάτη πόλις της Ήρας.

Ξεχωριστή θέση όμως κατέχει το Άργος στον Όμηρο και στους αρχαίους τραγικούς ποιητές. Ο Όμηρος αποδίδει το όνομα Άργος στην πόλη του Ίναχου στην Αργολίδα, έδρα του Διομήδη (Β 559), στην αργολική πεδιάδα (Β 287), σε ολόκληρη την Πελοπόννησο (Α 30), στην κεντρική θεσσαλική πεδιάδα, επικράτεια του Αχιλλέα (Β 681) και γενικά σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο (Ζ 456).

Το όνομα του Άργους στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια του Ομήρου έχει υποκαταστήσει ολόκληρη την Ελλάδα και τα ονόματα Αργείος και Δαναός είναι συνώνυμα με το εθνικό όνομα Έλληνας, γεγονός που υποδεικνύει ότι στους χρόνους αυτούς το Άργος ήταν η καρδιά του ελλαδικού κόσμου. Το σύνολο εκείνων που εκστράτευσαν στην Τροία ο Όμηρος το αποκαλεί Αχαιούς και Δαναούς και Αργείους, εφόσον το Άργος υπό τον Αγαμέμνονα είχε την γενική αρχηγία της τρωικής εκστρατείας. Ακόμα και η σπαρτιάτισσα ωραία Ελένη αποκαλείται Αργεία. Ίσως διότι όλοι οι βασιλικοί οίκοι της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένων και των οίκων των Μακεδόνων, προέρχονταν από το Άργος.

Στον περίφημο «Κατάλογο νεών» στη Β ραψωδία της Ιλιάδας, όπου ο Όμηρος απαριθμεί τα πλοία με τους στρατιώτες, που εκστράτευσαν εναντίον της Τροίας, σημαντική θέση κατέχει το Άργος, το οποίο με στρατό και από τις γειτονικές πόλεις και με αρχηγό το βασιλιά του Διομήδη συμμετείχε και διακρίθηκε στον Τρωικό Πόλεμο:

 

«Της πυργόστηθης Τίρυνθας και τ’ Άργους τους λεβέντες

κι όσους μες στη βαθύκολπη Ασίνη κι Ερμιόνη

και στην Τροιζήνα κάθονταν, και όσοι στην Ηιόνα

και στην αμπελοφύτευτη Επίδαυρο μα κι όσους

στην Αίγινα και Μάσητα των Αχαιών λεβέντες

τρεις τους οδήγουν, ο γέρος Διομήδης και το τέκνο

του Καπανέα του τρανού, ο Σθένελος, και τρίτος

του Μηκιστέα το παιδί, ο Ευρύαλος, το εγγόνι

του Ταλαού, κι όλων αυτών ο Διομήδης πρώτος

κι είχαν μαζί τους μελανά ογδόντα πλοία φέρει»[6]

 

Υπάρχει μάλιστα και παράδοση ότι ο Όμηρος ήρθε κάποτε στο Άργος, για να τιμήσει τα κατορθώματα των Αργείων Ηρώων, που τον ενέπνευσαν στα έπη του. Οι Αργείοι άρχοντες μάλιστα τόσο ενθουσιάστηκαν, που τον τίμησαν με πλούσια και ακριβά δώρα, αποφάσισαν ομόφωνα να τελούν θυσίες προς τιμήν του και του έστησαν ανδριάντα, όπου τοποθέτησαν χάλκινη εικόνα του, κάτω από την οποία χάραξαν την επιγραφή:

«Εδώ βρίσκεται ο θεϊκός Όμηρος, ο οποίος την πολυφημισμένη Ελλάδα, όλη με γλαφυρή σοφία εκόσμησε. Ιδιαίτερα δε τους Αργείους, που την θεόκτιστη Τροία γκρέμισαν ως τιμωρία για την καλλίκομη Ελένη, για χάρη του ο μεγάλος μας δήμος του έστησε αυτόν τον ανδριάντα και με τιμές αθανάτων τον περιβάλλει» [7].

 

Όμηρος, 1663. Έργο του Ολλανδού Ρέμπραντ Χάρμενσοον βαν Ρέιν (1606-1669). Λάδι σε καμβα, 107Χ82 εκ. Stedelijk Museum Amsterdam.

Όμηρος, 1663. Έργο του Ολλανδού Ρέμπραντ Χάρμενσοον βαν Ρέιν (1606-1669). Λάδι σε καμβα, 107Χ82 εκ. Stedelijk Museum Amsterdam.

Ο Όμηρος συγκαταλέγει το Άργος ανάμεσα στις τρεις πιο αγαπημένες πόλεις της θεάς Ήρας: «Τρεις είναι οι πιο αγαπητές πόλεις για μένα, το Άργος, η Σπάρτη και η πλατύδρομες Μυκήνες» [8]. Επίσης το Άργος περιλαμβάνεται ανάμεσα στις επτά πόλεις που φιλονικούσαν για το ποια είναι γενέτειρα του Ομήρου: «Επτά πόλεις φιλονικούν για την καταγωγή του σοφού Όμηρου, η Σμύρνη, η Χίος, ο Κολοφών, η Ιθάκη, η Πύλος, το Άργος και η Αθήνα» [9]. Τα εφάμιλλα της Ιλιάδας χαμένα έπη «Θηβαΐς» και «Επίγονοι» κάνουν μνεία για το κλέος του αρχαίου Άργους. Η Θηβαΐς, αρχαίο ελληνικό έπος άγνωστου συγγραφέα, που αφηγείται την ιστορία του πολέμου μεταξύ των αδελφών Ετεοκλή και Πολυνείκη, αρχίζει με τη φράση «Άργος άειδε, θεά, πολυδίψιον, ένθεν άνακτες κίνησαν…» και εννοεί τον πόλεμο κατά της Θήβας.

Το όνομα Άργος ως ουσιαστικό ή ως επίθετο (αργείος, αργεία) αναφέρεται σε 15 από τις 24 ραψωδίες της Οδύσσειας του Ομήρου και στις 23 από τις 24 ραψωδίες της Ιλιάδας. Συνολικά και στα δύο έπη του Ομήρου αναφέρεται 232 φορές, 45 φορές στην Οδύσσεια και 187 φορές στην Ιλιάδα. Οι αναφορές αυτές καταγράφονται στο πρωτότυπο κείμενο της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Στις διάφορες έμμετρες μεταφράσεις των δύο ομηρικών επών είναι πολύ περισσότερες, αφού οι μεταφραστές πολλές φορές, αν οι ανάγκες του μέτρου τους εξυπηρετούν, χρησιμοποιούν το επίθετο Αργείοι για να αποδώσουν και το Αχαιοί ή Δαναοί του πρωτότυπου, που χρησιμοποιεί, όπως είπαμε, ο Όμηρος για όλους τους Έλληνες, που πολιόρκησαν την Τροία.

Συγκεκριμένα, από 1 φορά αναφέρεται στις ραψωδίες β, κ, μ, ρ, τ, φ και ψ της Οδύσσειας και στις ραψωδίες Σ, Φ, Ψ της Ιλιάδας. Από 2 φορές αναφέρεται στις ραψωδίες θ και σ της Οδύσσειας. Από 3 φορές στις ραψωδίες α και ω της Οδύσσειας και στην Α της Ιλιάδας. Στη ραψωδία λ της Οδύσσειας αναφέρεται 4 φορές. Από 5 φορές αναφέρεται στη ραψωδία ο της Οδύσσειας και στη ραψωδία Ω της Ιλιάδας. Από 6 φορές στη γ της Οδύσσειας και στις Γ, Η και Π της Ιλιάδας. Από 7 φορές στις ραψωδίες Ε και Ζ της Ιλιάδας. Από 8 φορές στις ραψωδίες Θ, Λ, Ρ και Τ της Ιλιάδας. Στη ραψωδία Ξ της Ιλιάδας το Άργος και Αργείος αναφέρεται 9 φορές και στη ραψωδία Μ 10 φορές. Από 11 φορές αναφέρεται στις ραψωδίες Δ, Κ και Ν της Ιλιάδας, 12 φορές στη ραψωδία δ της Οδύσσειας, από 13 φορές στις ραψωδίες Ι και Ο της Ιλιάδας, 15 φορές στο Β της Ιλιάδας και 17 φορές στο Ψ της Ιλιάδας.

Ο πιο συχνός χαρακτηρισμός του Άργους στα ομηρικά έπη γίνεται με το επίθετο «αλογοτρόφο» [Ἄργεος ἱπποβότοιο]. Είναι δηλαδή η πόλη που τρέφει άλογα. Συνολικά 10 φορές αποδίδεται στο Άργος ο χαρακτηρισμός αυτός, 4 φορές στην Οδύσσεια [10] και 6 φορές στην Ιλιάδα [11].

Η φράση «ντροπή αργείτες» [αἰδὼς Ἀργεῖοι] χρησιμοποιείται 4 φορές στην ιλιάδα[12] με στόχο να προκαλέσει το φιλότιμο όλων των συγκεντρωμένων στρατιωτών σε κάθε περίπτωση, και όχι μόνο των Αργείων, και να τους παρακινήσει να μην υποχωρούν στους αντιπάλους τους, αλλά να συνεχίσουν με περισσότερη αποφασιστικότητα τον αγώνα τους.

Συχνότατη είναι η χρήση του επιθέτου «αργείος» και στην Οδύσσεια και στην Ιλιάδα, που συνοδεύει πολλά ουσιαστικά (αργίτικα πλοία, αργίτικη πολιτεία, αργίτικος στρατός, αργίτικος λαός, αργίτικα λημέρια, αργίτικη χώρα, αργίτικα ξεφτέρια, αργίτικα χέρια, αργίτικο ασκέρι, αργίτικα καλύβια, αργίτικα φουσάτα, αργίτικα άλογα κ.α.) και αναφέρεται φυσικά σε όλο το στράτευμα, που πολιορκούσε την Τροία.

Αργίτισσα όμως χαρακτηρίζεται και η Ελένη, η πέτρα του σκανδάλου, που προκάλεσε, σύμφωνα με το μύθο, τον τρωικό πόλεμο. Συνολικά 12 φορές, 4 στην οδύσσεια και 8 στην Ιλιάδα [13] συνοδεύει την Ελένη το επίθετο «αργεία», που σημαίνει Ελληνίδα, αφού είναι γνωστό ότι η Ελένη ήταν γυναίκα του σπαρτιάτη Μενέλαου. Το επίθετο αργίτισσα όμως αποδίδεται 2 φορές στην ιλιάδα [14] και στη θεά Ήρα, που ήταν προστάτιδα του Άργους και σταθερός συμπαραστάτης των Ελλήνων στην Τροία μαζί με τη θεά Αθηνά.

Μία φορά, τέλος, στο Άργος αποδίδεται το επίθετο «Πολυδίψιον» [15], συνηθισμένο και από άλλους αρχαίους συγγραφείς, επειδή το Άργος αντιμετώπιζε συχνά πρόβλημα λειψυδρίας σε περιόδους ξηρασίας.

Φανταστική προτομή του Ομήρου, ρωμαϊκό αντίγραφο (2ος αιώνας). Musée du Louvre.

Φανταστική προτομή του Ομήρου, ρωμαϊκό αντίγραφο (2ος αιώνας). Musée du Louvre.

Είναι προφανές ότι όσα αποδίδονται στο Άργος και στους αργείους από τον Όμηρο, δεν αφορούν τη συγκεκριμένη πόλη και τους ανθρώπους της. Αφορούν όλους όσους εκστράτευσαν εναντίον της Τροίας από κάθε πόλη του ελλαδικού χώρου, που καλύπτεται από τα επίθετα Αργείοι, Αχαιοί και Δαναοί, αφού οι όροι Ελλάδα και Έλληνες είναι μεταγενέστεροι του Ομήρου. Με το όνομα των Αργείων, Αχαιών και Δαναών δηλώνεται η δράση και ο πολιτισμός των ανθρώπων, που με την πρωτοβουλία και την αρχηγία του βασιλιά των Μυκηνών Αγαμέμνονα έφτασαν στην Τροία και πολέμησαν με τους ντόπιους.

Η σπουδαιότητα όμως του πολιτισμού του Άργους φαίνεται και από τους τραγικούς ποιητές, πολλές τραγωδίες των οποίων αναφέρονται στο Άργος. Συγκεκριμένα οι μισές περίπου από τις συνολικά 33 τραγωδίες των τριών μεγάλων τραγικών ποιητών της κλασικής εποχής, Αισχύλου, Σοφοκλή και Ευριπίδη, έχουν θέματα και πρωταγωνιστές, που σχετίζονται με την πόλη του Άργους, το όνομα της οποίας αναφέρεται συχνά στους στίχους τους και ακούγεται κάθε φορά που παίζεται μια τραγωδία σε θέατρο της Ελλάδας ή του εξωτερικού.

Ειδικότερα, τα θέματα των πέντε από τις επτά σωζόμενες τραγωδίες του Αισχύλου σχετίζονται με το Άργος. Οι Ικέτιδες του Αισχύλου δεν είναι άλλες από τις Δαναΐδες, τις 50 κόρες του Δαναού, που έφυγαν μαζί με τον πατέρα τους από την Αίγυπτο και ζήτησαν καταφύγιο στο Άργος, την πατρίδα των προγόνων τους, για να αποφύγουν το γάμο με τα εξαδέλφια τους, τους 50 γιους του Αιγύπτου. Ο βασιλιάς του Άργους καταφεύγει στην κρίση του Δήμου, που αποφαίνεται υπέρ της παροχής ασύλου στις 50 ικέτιδες. Ο Αιγύπτιος απεσταλμένος, που έρχεται να τις πάρει, δεν κατορθώνει να τις αποσπάσει από τους βωμούς, όπου έχουν καταφύγει.

Στους «Επτά επί Θήβας» ο Πολυνείκης, που εκστρατεύσει εναντίον του αδελφού του Ετεοκλή, όταν εκείνος αρνείται να του παραχωρήσει την εξουσία της Θήβας, οργάνωσε στρατό από το Άργος με τη βοήθεια του Άδραστου, βασιλιά του Άργους, την κόρη του οποίου είχε παντρευτεί κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Άργος.

Philippe Chery, "Costume for Agamemnon" (1802).

Philippe Chery, «Costume for Agamemnon» (1802).

Το θέμα της τριλογίας «Ορέστεια» του Αισχύλου έχει άμεση σχέση με το Άργος. Στην πρώτη τραγωδία της τριλογίας Αγαμέμνων περιγράφεται η επάνοδος στο Άργος από την τρωική εκστρατεία του Αγαμέμνονα με πολλά λάφυρα και την αιχμάλωτη Κασσάνδρα. Στη δεύτερη τραγωδία «Χοηφόροι» ο Ορέστης συνοδευόμενος από τον πιστό του φίλο Πυλάδη επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Άργος, για να θρηνήσει στον τάφο του πατέρα του. Και στην Τρίτη τραγωδία «Ευμενίδες» ο Ορέστης ευχαριστεί την Αθήνα και τον Απόλλωνα και ορκίζεται αιώνια συμμαχία της πατρίδας του, του Άργους, με την Αθήνα.

Και ο Σοφοκλής έγραψε δύο τραγωδίες με θέματα σχετικά με το Άργος. Στην «Αντιγόνη» η Αντιγόνη αποφασίζει να παραβεί τη διαταγή του Κρέοντα και να θάψει τον αδελφό της Πολυνείκη, που πήγε στο Άργος, πήρε τους Αργείους συμμάχους του και επιτέθηκε εναντίον της Θήβας. Στην Ηλέκτρα, η ομώνυμη ηρωίδα ζει στο Άργος θρηνώντας τον πατέρα της Αγαμέμνονα και κατηγορώντας ανοιχτά τη μητέρα της Κλυταιμνήστρα και τον άντρα της Αίγισθο για τη δολοφονία του. Η αδελφή της, η Χρυσόθεμις, συμμερίζεται τη στενοχώρια της Ηλέκτρας και εύχεται και αυτή να επιστρέψει ο αδελφός τους Ορέστης και να εκδικηθεί το θάνατο του πατέρα του.

Αλλά και οι μισές περίπου από τις σωζόμενες τραγωδίες του Ευριπίδη έχουν θέματα που σχετίζονται με το Άργος. Η  «Ιφιγένεια εν Ταύροις» ξεκινάει με το κακό όνειρο, που είδε τη νύχτα η Ιφιγένεια, ότι πέθανε στο Άργος ο αδελφός της Ορέστης. Στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», όταν η νηνεμία δεν επιτρέπει να σαλπάρουν για την Τροία τα πλοία, που βρίσκονται αγκυροβολημένα στην Αυλίδα, ο Αγαμέμνονας με συμβουλή του μάντη Κάλχα αναγκάζεται να καλέσει την κόρη του Ιφιγένεια από το Άργος, με τη δικαιολογία ότι πρόκειται να την παντρέψει με τον Αχιλλέα, και να την θυσιάσει, για να στείλουν οι θεοί ούριο άνεμο στα πανιά τους.

Στον Ορέστη ο Ορέστης και η Ηλέκτρα καταδικάζονται από τους Αργείους σε θάνατο, επειδή σκότωσαν τη μητέρα τους. Στις Ικέτιδες oι μητέρες των Αργείων στρατηγών, που έπεσαν στη Θήβα, ικετεύουν το βασιλιά των Αθηνών Θησέα να τις βοηθήσει να πάρουν και να θάψουν τους νεκρούς γιους τους.

Στην Ηλέκτρα, που αρχίζει με το χαιρετισμό «Ω γης παλαιόν Άργος, Ινάχου ροαί», ο Ορέστης και ο Πυλάδης συναντούν σε μια άθλια καλύβα την Ηλέκτρα, που ζει μια πολύ σκληρή ζωή , επειδή ο Αίγισθος και η Κλυταιμνήστρα την πάντρεψαν με ένα φτωχό χωρικό. Ακολουθεί η αναγνώριση των αδελφών, οι οποίοι εκδικούνται τον πατέρα τους σκοτώνοντας τον Αίγισθο και την Κλυταιμνήστρα και στο τέλος οι Διόσκουροι ορίζουν ο Πυλάδης να πάρει σύζυγο την Ηλέκτρα και ο Ορέστης να πάει στην Αθήνα, για να δικαστεί από τον Άρειο Πάγο.

Η τραγωδία του Ευριπίδη «Ηρακλής μαινόμενος» αρχίζει ως εξής: «Ο Αμφιτρύων είμαι. Αργείος. Γιος και του Αλκαίου. Απ’ τον Περσέα κρατώ». Ο Ηρακλής επιστρέφει από τον κάτω κόσμο, όπου είχε πάει να φέρει τον Κέρβερο. Η Ήρα, ισόβιος εχθρός του Ηρακλή, στέλνει την Ίριδα και τη Λύσσα, που προκαλούν διασάλευση του λογικού του ήρωα, με αποτέλεσμα να σκοτώσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του, νομίζοντας ότι είναι η γυναίκα και τα παιδιά του εχθρού του Ευρυσθέα.

Στις «Φοίνισσες», τέλος, ο Ευριπίδης αποδίδει την ευγενική καταγωγή των προγόνων του Οιδίποδα στην Αργείτισσα Ιώ, η οποία μεταμορφωμένη σε αγελάδα κατέφυγε στην Αίγυπτο εξαιτίας του έρωτα του Δία. Ο τρισέγγονός της Κάδμος από τη Φοινίκη ήρθε στη Βοιωτία από την Τύρο, όπου είχαν εγκατασταθεί οι γονείς του. Γιος του Κάδμου και της θεάς Αρμονίας ήταν ο Πολύδωρος, γιος του Πολύδωρου ο Λάβδακος και γιος του Λάβδακου ο Λάιος, ο πατέρας του Οιδίποδα.

Καμία άλλη ελληνική πόλη δεν είχε τόση φήμη και τόσες συχνές αναφορές στα κείμενα της ιστορικής περιόδου ως την αρχαϊκή εποχή, όση το Άργος. Μόνο η Αθήνα το ξεπέρασε κατά την κλασική περίοδο, όταν η πόλη αυτή αναδείχτηκε σε πνευματικό, πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο της Ελλάδας. Η προνομιακή αναφορά του Άργους στα ομηρικά έπη και στην αρχαία τραγωδία διαιωνίζει τη φήμη της πόλης μέχρι σήμερα σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο. Γιατί ποιος πολιτισμένος άνθρωπος ανά τους αιώνες δεν έχει διαβάσει τον Όμηρο και δεν έχει παρακολουθήσει παράσταση αρχαίας τραγωδίας;

Σήμερα, βέβαια, πρέπει να προσθέσουμε στην αρχαία αίγλη του Άργους και εκείνη των Μυκηνών, αφού τα δύο ιστορικά ονόματα ταυτίζονται στο νεοπαγή δήμο «Άργους – Μυκηνών». Για την ιστορία και την αίγλη των Μυκηνών αρκεί να αναφερθεί ότι υπάρχουν 200 περίπου κείμενα περιηγητών σε διάφορες γλώσσες, οι οποίοι από την αρχαιότητα και, κυρίως, από το 15ο μ. Χ. αιώνα πέρασαν από τις Μυκήνες και έγραψαν τις εντυπώσεις τους σε βιβλία, που κυκλοφορούν μέχρι σήμερα. Τα βιβλία αυτά χρησιμοποιούνται ως ιστορικές πηγές, αλλά διαιωνίζουν τη φήμη του βασιλείου του Αγαμέμνονα και του γειτονικού Άργους. Παραμένουν όμως άγνωστα και ανεκμετάλλευτα.

Πώς αξιοποίησαν οι νεότερες γενιές Αργείων αυτό το τεράστιο πολιτιστικό κεφάλαιο, που μπορούσε να επενδυθεί στη σύγχρονη τουριστική βιομηχανία; Εκτός από το όνομα της πόλης, υπάρχει κάτι σήμερα, που να συνδέει τη σημερινή πόλη με την αρχαία ιστορία της στα μάτια του επισκέπτη της; Πώς καταλαβαίνει ο σημερινός επισκέπτης του Άργους ότι βρίσκεται στην αρχαιότερη πόλη της Ελλάδας;

Οι αρχαίοι Αργείοι είχαν αναγείρει προς τιμή της Τελέσιλλας μεγάλη στήλη, στην οποία παριστάνονταν αυτή όρθια έχοντας στα πόδια της βιβλία και κρατώντας στα χέρια κράνος, που το παρατηρούσε έτοιμη να το φορέσει στο κεφάλι της. Η στήλη αυτή ήταν τοποθετημένη πάνω από το θέατρο του Άργους, μπροστά από το ιερό άγαλμα της θεάς Αφροδίτης, και σώζονταν μέχρι το 170 μ.Χ. που την είδε ο Παυσανίας [16]. Οι νεότεροι Αργείοι δε φρόντισαν να δημιουργήσουν κάποιο αντίστοιχο μνημείο της ένδοξης λυρικής ποιήτριας του Άργους ή ένα μνημείο του Φείδωνα, που να συνδέεται με το νόμισμα και τους οβολούς ή οβελούς, από τους οποίους προήλθε και η ονομασία της δραχμής, του νομίσματος του νεοελληνικού κράτους μέχρι την καθιέρωση του ευρώ.

Το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης, που με τα ευρήματά του θα μπορούσε να συνδέσει την ιστορία της πόλης με τις αναφορές της στα αρχαία κείμενα και τα ομηρικά έπη, παραμένει υποβαθμισμένο και στεγάζεται στην οικία του αγωνιστή του 1821 Δημήτρη Καλλέργη. Υπάρχει καμία σχέση ανάμεσα στην αρχαιότητα και την επανάσταση του 1821 ή με τον τρόπο αυτό προκαλείται σύγχυση και υποβαθμίζεται και η αρχαία και η νεότερη ιστορία της πόλης;

Το αρχαίο θέατρο του Άργους, ένα από τα μεγαλύτερα και το μοναδικό με το κοίλο του σκαλισμένο στο φυσικό βράχο, δε συνδέθηκε με την παρουσία του Άργους στις αρχαίες τραγωδίες. Εκείνες που έχουν θέμα τους το Άργος ή αναφέρονται στο Άργος θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον να παίζονται στο θέατρο της πόλης. Καθένας θα ήθελε και θα ερχόταν να παρακολουθήσει μια παράσταση αρχαίας τραγωδίας, που παίζεται στο «φυσικό της χώρο».

Η λεπτομερής καταγραφή της παρουσίας του Άργους στα ομηρικά έπη και στις αρχαίες τραγωδίες θα μπορούσε να γίνει αφορμή για τη διαμόρφωση μιας διαφορετικής πολιτικής στα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης με στρατηγικό στόχο την ανάδειξη του Άργους με την αξιοποίηση της πλούσιας πολιτιστικής του παράδοσης. Διαφορετικά η εργασία αυτή έχει μόνο «φιλολογικό» ενδιαφέρον και καμία αξία για τη σημερινή πόλη και τους ανθρώπους της.

  

Υποσημειώσεις


 

[1] «Δαναού πόλιν αγλαοθρόνων τε πεντήκοντα κοράν Χάριτες, Άργος Ήρας δώμα θεοπρεπές υμνείτε. Φλέγεται δ’ αρεταίς μυρίαις έργων θρασέων ένεκεν». [Πινδάρου Επίνικοι, Νέμεα 10, 1]

[2] «Το δε Άργος τούτον τον χρόνον προείχε άπασι των εν τη νυν Ελλάδι καλεομένη χώρη» (Ηροδότου, Ιστορίαι,1,1)

[3] «Ελλήνων οι μάλιστα αμφισβητούντες Αθηναίους ες αρχαιότητα και δώρα παρά θεών φασίν έχειν, εισίν Αργείοι» [Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις 1,14,2]

[4] «Καί μέτρα εξεύρε τά Φειδώνια καλούμενα καί σταθμά καί νόμισμα κεχαραγμένον τό τέ άλλο καί τό αργυρούν» [Στράβων Η, 3,33]

[5] Τελέσιλλα δὲ οἰκέτας μὲν καὶ ὅσοι διὰ νεότητα ἢ γῆρας ὅπλα ἀδύνατοι φέρειν ἦσαν, τούτους μὲν πάντας ἀνεβίβασεν ἐπὶ τὸ τεῖχος, αὐτὴ δὲ ὁπόσα ἐν ταῖς οἰκίαις ὑπελείπετο καὶ τὰ ἐκ τῶν ἱερῶν ὅπλα ἀθροίσασα τὰς ἀκμαζούσας ἡλικίᾳ τῶν γυναικῶν ὥπλιζεν, ὁπλίσασα δὲ ἔτασσε κατὰ τοῦτο ᾗ τοὺς πολεμίους προσιόντας ἠπίστατο. ὡς δὲ ἐγίνοντο οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ αἱ γυναῖκες οὔτε τῷ ἀλαλαγμῷ κατεπλάγησαν δεξάμεναί τε ἐμάχοντο ἐῤῥωμένως, ἐνταῦθα οἱ Λακεδαιμόνιοι, φρονήσαντες ὡς καὶ διαφθείρασί σφισι τὰς γυναῖκας ἐπιφθόνως τὸ κατόρθωμα ἕξει καὶ σφαλεῖσι μετὰ ὀνειδῶν γενήσοιτο ἡ συμφορά, ὑπείκουσι ταῖς γυναιξί. [Παυσανίου, Κορινθιακά, 20]

[6] [Ιλιάδα, Β, 559-564]

[7] «Θείος Όμηρος οδ’ εστίν ος Ελλάδα την μεγαλαύχην πάσαν εκόσμησεν καλλιεπώς σοφίη, έξοχα δ’ Αργείους, οι την θεοτειχέαν Τροίην ήρειψαν ποινήν ηϊκόμου Ελένης˙ ου χάριν έστησεν δήμος μεγαλόπτολις αυτόν, ενθάδε και τιμαίς αμφέπει αθανάτων» [Ι. Κοφινιώτη, Ιστορία του Άργους, πρόλογος, σελ. στ’]

[8] «Ήτοι εμοί τρεις μεν πολύ φίλταταί εισί πόληες Άργος τε Σπάρτη τε και ευρυάγεια Μυκήνη». [ Ιλιάδα, Δ, 51]

[9] «Επτά πόλεις μάρνανται σοφήν δια ρίζαν Ομήρου, Σμύρνη, Χίος, Κολοφών, Ιθάκη, Πύλος, Άργος, Αθήναι». [Ελληνική Ανθολογία, 3]

[10] Οδύσσεια γ 263, δ 99, ο 239 και 274.

[11] Ιλιάδα Β 287, Γ 75, Ζ 152, Ι 246, Ο 30 και Τα 329.

[12] Ιλιάδα Ε 786, Θ 228, Ν 95 και Ο 502.

[13] Οδύσσεια δ, 185 και 296, ρ 118 και ψ 218 και Ιλιάδα Β 177, Γ 458, Δ 19 και 174, Ζ 323, Η 350, Ι 141 και 282.

[14] Ιλιάδα Δ 8 και Ε 908.

[15] Ιλιάδα, Δ, 171

[16] «ὑπὲρ δὲ τὸ θέατρον Ἀφροδίτης ἐστὶν ἱερόν, ἔμπροσθεν δὲ τοῦ ἕδους Τελέσιλλα ἡ ποιήσασα τὰ ᾄσματα ἐπείργασται στήλῃ: καὶ βιβλία μὲν ἐκεῖνα ἔῤῥιπταί οἱ πρὸς τοῖς ποσίν, αὐτὴ δὲ ἐς κράνος ὁρᾷ κατέχουσα τῇ χειρὶ καὶ ἐπιτίθεσθαι τῇ κεφαλῇ μέλλουσα. ἦν δὲ ἡ Τελέσιλλα καὶ ἄλλως ἐν ταῖς γυναιξὶν εὐδόκιμος καὶ μᾶλλον ἐτιμᾶτο ἔτι ἐπὶ τῇ ποιήσει. [Παυσανίου, Κορινθιακά, 8]

 

Αλέξης Τότσικας


Filed under: Άργος, Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Μυθολογία Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άργος, Άρθρο, Ήρα, Όμηρος, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Αγαμέμνονας, Αισχύλος, Ευριπίδης, Ιστορία, Μυθολογία, Πίνδαρος, Πελοπόννησος, Σοφοκλής, Τροία, Τότσικας Αλέξης

Το Μετέωρο Βήμα της Τουρκίας: Εκσυγχρονισμός Εξωτερικής Πολιτικής ή Αναθεώρηση Διεθνούς Προσανατολισμού;

$
0
0

Το Μετέωρο Βήμα της Τουρκίας: Εκσυγχρονισμός Εξωτερικής Πολιτικής ή Αναθεώρηση Διεθνούς Προσανατολισμού;


 

 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο του Δρ. Στέλιου Αλειφαντή,* με θέμα:

«Το Μετέωρο Βήμα της Τουρκίας: Εκσυγχρονισμός Εξωτερικής Πολιτικής ή Αναθεώρηση Διεθνούς Προσανατολισμού;»

 

Η διακυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν και του κόμματος της «Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης» (ΑΚP) συνίσταται σε μια σειρά τομές ή και ρήξεις στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική της χώρας. Ο Ταγίπ Ερντογάν εκφράζει και εφαρμόζει μια συνολική πολιτική στρατηγική με ευδιάκριτα ιδεολογικά χαρακτηριστικά που – παρά τις αντιφάσεις της – ευαγγελίζεται έναν βαθύτερο μετασχηματισμό της Τουρκίας ως απάντηση στην μεταψυχροπολεμική κορύφωση της κρίσης του «κεμαλικού» συστήματος διακυβέρνησης.

Στο εσωτερικό της χώρας, ο πολιτικό-ιδεολογικός προσανατολισμός της διακυβέρνησης Ερντογάν είναι όχι μόνο ευδιάκριτος από την «κεμαλική» ιδεολογία αλλά και νικηφόρος σε διαδοχικές πολιτικές και εκλογικές αναμετρήσεις με το «κεμαλικό» κατεστημένο και με το λεγόμενο «βαθύ κράτος».

Στις εξωτερικές σχέσεις, οι επιλογές της νέας διακυβέρνησης είναι επίσης διακριτές από την παραδοσιακή τουρκική διπλωματία, εμφανίζοντας μια ιδιαίτερη ενεργητική παρέμβαση στην Μέση Ανατολή, όπου η «κεμαλική» διπλωματία ακολουθούσε κυρίως μια πολιτική αντιδράσεων στην εκάστοτε συγκυρία. [1] Το σύνολο των επιλογών εξωτερικής πολιτικής φαίνεται να αποτελεί, επίσης, προϊόν μιας συνεκτικής στρατηγικής, της οποίας το ιδεολογικο-πολιτικό πλαίσιο διαθέτει ενδείξεις αναθεώρησης του διεθνούς προσανατολισμού της χώρας. [2] Όπως το έθεσε τον Ιούνιο 1989 ο πρίγκιπας Μωχάμετ αλ-Φεϋζάλ, Σαουδικής Αραβίας και Πρόεδρος της Faisal Finance Institution (F.F.I.), τουρκικής θυγατρικής της Dar al-Mal al Islami: «Η Τουρκία δεν μπορεί να συνεχίζει επί μακρόν να παίζει διπλό ρόλο, πρέπει να αποφασίσει ή να εξελιχθεί σε ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού κόσμου ή να συνδεθεί με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα». [3] Ήταν η περίοδος όπου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε αποφανθεί για το πρόωρο της αίτησης ένταξης που είχε υποβάλει ο Τουρκούτ Οζάλ το 1987. [4] Περίπου είκοσι χρόνια μετά το ίδιο «δίλημμα» φαίνεται να διαπερνά την διακυβέρνηση Ταγίπ Ερντογάν, ωστόσο εξακολουθεί να είναι ζητούμενο η ριζοσπαστική αμφισβήτηση του διεθνούς προσανατολισμού της χώρας, τουλάχιστον με την έννοια που της αποδίδει ο K.J. Holsti ως την «γενική στρατηγική του κράτους για την εκπλήρωση τόσο των εσωτερικών όσο και των εξωτερικών του στόχων». [5] Σε κάθε περίπτωση, στο επίκεντρο των τουρκικών εξελίξεων βρίσκεται πάντα το ζήτημα της «εναρμόνισης των εθνικών επιδιώξεων με τον διεθνή προσανατολισμό της χώρας», μια προσέγγιση που αποσκοπεί να αναδείξει την ιδιαιτερότητα της εξωτερικής πολιτικής χωρίς να την απομονώνει από το κοινωνικο-οικονομικό πλαίσιο της. Αυτή η προσέγγιση μας επιτρέπει ειδικότερα να διακρίνουμε ή και να προσδιορίσουμε τις εθνικές προτεραιότητες και την πολιτική βούληση [6] των εκάστοτε κυβερνήσεων, καθώς και την επιρροή των εξωτερικών παραγόντων (δηλαδή, της πολιτικής άλλων κρατών και της διεθνούς συγκυρίας) στην διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής. [7] Όλες αυτές οι παράμετροι εξακολουθούν να είναι ζητούμενα της τουρκικής πολιτικής, δεν παύουν όμως στην τουρκική πολιτική ιστορία της να συνδέονται με την μοναδικό εναλλακτικό του κεμαλισμού πρόγραμμα διακυβέρνησης του Ταγίπ Ερντογάν.

Η επικράτηση του κόμματος της «Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης» (ΑΚP) στην τουρκική πολιτική ασφαλώς οφείλει πολλά στον χαρισματικό ηγέτη του, Ταγίπ Ερντογάν, [8] ωστόσο απορρέει από την υπερίσχυση ενός κοινωνικο-πολιτικού ρεύματος που πραγματώθηκε λόγω της κορύφωσης της κρίσης του «κεμαλισμού» στην δεκαετία του ’90.[9] Ο Ιμπραϊμ Καλίν (İbrahim Kalın), Σύμβουλος Διεθνών Σχέσεων του Ταγίπ Ερντογάν και στενός συνεργάτης του σημερινού Υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβoύτογλου, αναγνωρίζει ως δύο βασικές αιτίες της δημοκρατικής οπισθοδρόμησης στην Τουρκία τόσο τον «μικρόψυχο», όπως τον αποκαλεί, τουρκικό εθνικισμό, ο οποίος, στο όνομα της «τεχνητής» εθνικής ομοιογένειας απαρνήθηκε την οθωμανική κληρονομιά στον πλουραλισμό και την ανεκτικότητα, όσο και τις πολιτικές «εθνικής ασφάλειας», οι οποίες δημιούργησαν πολίτες πρώτης και δεύτερης κατηγορίας και αντιμετώπισαν τον εκδημοκρατισμό ως κρυφό ιμπεριαλιστικό σχέδιο. [10]

Η Κεμαλική επανάσταση στις αρχές του περασμένου αιώνα σ’ αντικατάσταση της καταρρέουσας οθωμανικής αυτοκρατορίας πρόβαλε και επέβαλε έναν μοντέλο ανάπτυξης βασισμένο στα δυτικά πρότυπα παρά στην οθωμανική κρατική παράδοση, επέλεξε τον αυταρχικό εκσυγχρονισμό ενός κοσμικού κράτους βασισμένο αποκλειστικά στο τουρκικό έθνος απορρίπτοντας τον «ενοποιητικό» μουσουλμανικό χαρακτήρα ενός πολυεθνικού κράτους επιρρεπή σε φυγόκεντρες τάσεις που διευκόλυναν διεθνείς παρεμβάσεις στην οθωμανική αυτοκρατορία.[11] Η πορεία επικράτησης της Κεμαλικής επανάστασης στο εσωτερικό και στις εξωτερικές σχέσεις συνδέθηκε έντονα με την θεώρηση του Ισλάμ ως αναχρονιστικού παράγοντα αποδυνάμωσης της συνοχής του νέου κράτους και πρόκρινε την περιθωριοποίηση του ως ιδιωτική θρησκευτική υπόθεση και όχι ως θρησκευτικό χαρακτηριστικό της κοινωνίας. [12] Η Κεμαλική στρατιωτική και διοικητική γραφειοκρατία στήριξε το μοντέλο ανάπτυξης του κρατισμού (etatism) οδηγώντας στο πολιτικό περιθώριο τα κοινωνικά στρώματα παραδοσιακών οικονομικών δομών και θρησκευτικών αντιλήψεων βασισμένων στα διάφορα μουσουλμανικά ρεύματα (σουνίτες, αλεβίτες, κ.α). [13] Πρόκειται για την τάξη των θρησκευόμενων αγροτών, εμπόρων και βιοτεχνών, που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται στην Ανατολία, κατά τη δεκαετία του ’50, υπήρξε περιθωριοποιημένη και θύμα των ιδεολογικών διακρίσεων της κρατικής παρέμβασης, εφόσον η στρατο-γραφειοκρατία υποστήριζε το «κοσμικό» κεφάλαιο μονοπωλίων και ολιγοπωλίων του TÜSİAD (του Συνδέσμου των – 400 μεγαλύτερων-Τούρκων Βιομηχάνων και Επιχειρηματιών, ιδρυθέντος το 1923). [14] Τα κοινωνικά αυτά στρώματα έδωσαν την εκλογική νίκη στο «Δημοκρατικό Κόμμα» του Αντάν Μεντερές που ανατράπηκε από το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1960. [15] Μέχρι την δεκαετία του ’90, με διαδοχικές στρατιωτικές παρεμβάσεις που κορυφώθηκαν με το πραξικόπημα του Κενάν Εβρέν (1980), ο στρατός θα αναδειχθεί ως θεματοφύλακας μιας κεμαλικής διακυβέρνησης που έρχεται να διαχειριστεί κοινωνικές αντιθέσεις και πιέσεις εξωτερικής πολιτικής σ’ ένα ψυχροπολεμικό περιβάλλον, όπου η γεω-στρατηγική αξία της Τουρκίας θα της προσδώσει κρίσιμα περιθώρια ευελιξίας και προσαρμογών. [16]

Ο Τουτκούτ Οζάλ, αρχικά ως υπουργός οικονομικών του καθεστώτος Εβρέν και αργότερα ως Πρωθυπουργός μετά την επικράτηση του κόμματος της «Μητέρας Πατρίδας» (ANAP) στις εκλογές 1983, προώθησε τον οικονομικό φιλελευθερισμό και άνοιξε την οικονομία σε διεθνείς επενδύσεις. Η οικονομική πολιτική εξαγωγών του Οζάλ βρήκε την ανταπόκριση στον αραβο-μουσουλμανικό κόσμο των κρατών του Κόλπου και ειδικότερα με εξαγωγές στο Ιράκ, Σαουδική Αραβία και Ιράν, παράλληλα παρατηρήθηκε σημαντική εισροή αραβο-ισλαμικών κεφαλαίων με κύρια προέλευση την Σαουδική Αραβία που εστίασαν το ενδιαφέρον τους στον χρηματο-πιστωτικό τομέα της τουρκικής οικονομίας. [17] Με το πέρασμα της Τουρκίας στην ελεύθερη αγορά και στην ανοιχτή οικονομία πραγματοποιήθηκε μια πραγματική επανάσταση στον επιχειρηματικό κόσμο με τους μικρομεσαίους καπιταλιστές να πολλαπλασιάζονται, να ενσωματώνονται στην εγχώρια αγορά, να ανακαλύπτουν τις ξένες αγορές, να πλουτίζουν και να αναδεικνύονται μέσα στο ολιγαρχικό-κεμαλιστικό σύστημα ως ‘εναλλακτική’ επιχειρηματική ελίτ. [18] Η λειτουργία Ισλαμικών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων επετράπη, διά νόμου, οι ισλαμικές ομάδες και δίκτυα (tarikat-cemaat), άρχισαν να εδραιώνονται στην κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική ζωή της χώρας, μέσω της εξάπλωσης ισλαμικών εκδόσεων, μη κυβερνητικών οργανώσεων, εταιρειών και τραπεζών, και το ισλαμικό κεφάλαιο της Ανατολίας γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη. [19]

Η ανάδειξη του Ταγίπ Ερντογάν στην πολιτική ηγεσία της Τουρκίας [20] και η επικράτηση του κόμματος της «Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης» στις εκλογές του 2002 ανάδειξε όχι μόνο μια νέα πολιτική ελίτ αλλά και την πρόσβαση στην εξουσία μιας νέας μεσαίας τάξης και μικρο-μεσαίων επιχειρήσεων της Ανατόλιας με έντονες παραδοσιακές μουσουλμανικές πεποιθήσεις και αξίες και περιόρισε το εκλογικό προβάδισμα των κεμαλικών κομμάτων μόνο στις παράλιες πόλεις του Αιγαίου και της Μεσογείου. [21] Παράλληλα, η εμπέδωση του κόμματος της «Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης» στην διακυβέρνηση της χώρας και κυρίως ως προεξέχουσα δύναμη σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις οδήγησαν στην άρθρωση μιας εναλλακτικής προσέγγισης και της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, βασισμένης στην λεγόμενη πολιτική του «Στρατηγικού Βάθους» του καθ. Αχμέτ Νταβούτογλου. [22] Σύμφωνα μ’ αυτήν την προσέγγιση είναι αναγκαία η χειραφέτηση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής προκειμένου να ενισχυθεί ένας πολυδιάστατος διεθνής ρόλος της Άγκυρας. [23]

Η εξωτερική πολιτική του Ταγίπ Ερντογάν έχει σαφείς αναφορές στην πορεία των εσωτερικών πολιτικών συσχετισμών και στην αναζήτηση διεθνών ερεισμάτων. Η πολιτική αυτή υπόσχεται να δώσει μια απάντηση στα σημαντικά διλήμματα εθνικής στρατηγικής που αντιμετώπισε η Τουρκία μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου. [24] Η αναίρεση της μεταπολεμικής σύγκρουσης Ανατολής-Δύσης με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και τις καθεστωτικές αλλαγές στην Ανατολική Ευρώπη, μείωσαν δραματικά τον στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας, τον οποίο η Άγκυρα επιχείρησε να ανανεώσει επιδιώκοντας την αναβάθμιση της σε «περιφερειακή δύναμη» της Δύσης στο γεω-στρατηγικό τρίγωνο Μέση Ανατολή-Καύκασος/Κεντρική Ασία-Βαλκάνια στην δεκαετία του ‘90. Στο πλαίσιο αυτό, η Άγκυρα ανέπτυξε μια σειρά περιφερειακές πρωτοβουλίες (όπως η Συνεργασία για την Μαύρη Θάλασσα, [25] κ.α.) και διμερή ανοίγματα, βασισμένη κυρίως στις ειδικές σχέσεις με ΗΠΑ [26] και Ισραήλ. [27] Η εναρμόνιση της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, την μόνη υπερδύναμη, στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και κυρίως οι προσδοκίες που δημιούργησε η επιτυχής ηγεσία της Ουάσιγκτον στον πόλεμο του Συνασπισμού κατά του Ιράκ (1991) για έναν ενισχυμένο περιφερειακό ρόλο της Άγκυρας σε Μέση Ανατολή [28] αλλά και σε Βαλκάνια και Καύκασο σύντομα έφτασαν στα όρια τους. Η παραμονή του Σαντάμ Χουσεΐν στην εξουσία απέτρεψε προσωρινά έναν διαμελισμό του Ιράκ και την ενδεχόμενη απόσχιση του Ιρακινού Κουρδιστάν στα σύνορα της Τουρκίας. Οι διεθνείς κυρώσεις κατά του Ιράκ οδήγησαν, όμως, στο κλείσιμο του πετρελαιαγωγού Ιράκ-Τουρκίας (Kirkuk–Yumurtalik pipeline) και την αναπτυξιακή προσπάθεια στην Ανατόλια σε στασιμότητα. Στον μετα-σοβιετικό Καύκασο, η εντατική παρέμβαση της Άγκυρας υπέρ του Αζερμπαϊτζάν στην σύγκρουση του με την Αρμενία για το Ναγκόρνο Καραμπάχ έφερε την Τουρκία σε τροχιά σύγκρουσης με την Ρωσία, ενώ πέραν της ρωσικής αντίθεσης, η υιοθέτηση μιας «παν-τουρκικής» ρητορικής στις σχέσεις με τα κράτη της Κεντρικής Ασίας δημιούργησαν δυσφορία και δυσπιστία στις ηγεσίες αυτών των κρατών. [29] Στην νοτιο-ανατολική Ευρώπη, οι εξελίξεις στην Βουλγαρία με την υποχώρηση της εκλογικής επιρροής της μουσουλμανικής μειονότητας (1994) και η Συνθήκη του Ντέϋτον (1995) μείωσαν τα τουρκικά ερείσματα στην περιοχή. [30]

Έτσι, στα μέσα της δεκαετίας του ‘90 η μείωση του στρατηγικού ρόλου της Τουρκίας δεν έχει αναιρεθεί και σε ορισμένες διαστάσεις η Άγκυρα βρίσκεται στο περιθώριο σημαντικών διεθνών εξελίξεων, όπως η κυοφορούμενη, τότε, Διεύρυνση των Δεκαπέντε της Ευρωπαϊκής Ένωσης [31] και εγκλωβισμένη σε γεωγραφική περιοχή αστάθειας και συγκρούσεων. Η επιδείνωση των σχέσεων με Ελλάδα (Ίμια, 1996), με Συρία (1998), η πίεση στις τουρκικές επιδιώξεις από την ενταξιακή πορεία της Κύπρου, [32] όπως και η πίεση από κούρδους του Β. Ιράκ επιχειρείται να αναιρεθεί με πολιτικο-στρατιωτικά μέσα και επεμβάσεις, χωρίς ωστόσο αυτά να επιλύουν το κομβικό πρόβλημα της ενδυνάμωσης διεθνούς θέσης της. Η ισχυρή υποστήριξη της Ουάσιγκτον στην τουρκική υποψηφιότητα για ένταξη στην ΕΕ [33] και άρση των ελληνικών αντιρρήσεων με την διπλή προώθηση της διαδικασίας επίλυσης του κυπριακού (σχέδια Αννάν) [34] και διασύνδεσης της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας με την εξομάλυνση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων οδήγησαν στην προώθηση των ευρω-τουρκικών σχέσεων (1999) και στο καθεστώς υποψήφιου κράτους (2004). Επρόκειτο για μια απόπειρα «διασύνδεσης» παράλληλων διαδικασιών που τελικά δεν μπόρεσε να επιτευχθεί. Η ανυπαρξία αμοιβαίας αποδεκτής λύσης στο Κυπριακό, που εκφράστηκε στην απόρριψη του Σχεδίου Αννάν ως ετεροβαρούς λύσης υπέρ των τουρκικών θέσεων οδηγεί το Κυπριακό σε νέα φάση, χωρίς η «μη – λύση» να εμποδίσει την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., ένταξη που είχε, ήδη, προγενέστερα συνδεθεί με «συμφωνία – πακέτο» των κοινοτικών εταίρων για την απρόσκοπτη ταυτόχρονη διεύρυνση και των δέκα υποψηφίων κρατών στην Ε.Ε. εφόσον πληρούν τα οικονομικά κριτήρια ένταξης. Από την άλλη πλευρά, οι εντάσεις στο Αιγαίο συνεχίζονται και δεν σημειώνεται ουσιαστική πρόοδος στις διμερείς σχέσεις παρά την προσπάθεια συντήρησης της διαδικασίας ομαλοποίησης και την μη-επιστροφή στην προ του 1999 επιδείνωση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων.[35] Ωστόσο, η πλέον σημαντική εξέλιξη εστιάζεται στην έλλειψη καθοριστικής προόδου στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην Ε.Ε. Η αδυναμία ουσιαστικών πολιτικών μεταρρυθμίσεων (κυρίως σ’ ότι αφορά τον ρόλο των ενόπλων δυνάμεων, τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα, κ.α.) στην Τουρκία με ορίζοντα το 2004 ως «έτος ορόσημο» για την αξιολόγηση προόδου των μεταρρυθμίσεων [36] αλλά και οι σοβαρές επιφυλάξεις κρατών μελών (Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία, Κύπρος, κ.α.) υπονομεύουν την, σύντομη τουλάχιστον, ολοκλήρωση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. [37] Επιπρόσθετη πίεση στην Άγκυρα δημιουργούν τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και η αμερικανική επίθεση στο Αφγανιστάν αλλά κυρίως η επιδείνωση των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων πριν τον 2ο πόλεμο κατά του Ιράκ (2003), που η έκβαση του οδηγεί στην ανατροπή του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν και στην πολιτική χειραφέτηση των κούρδων του Β. Ιράκ ως βασικούς εταίρους των ΗΠΑ στην προσπάθεια πολιτικής σταθεροποίησης του μεταπολεμικού Ιράκ. Στο μεταξύ, το αποτέλεσμα των εκλογών του 2002 έχει αναδείξει το κόμμα «Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης» ως κυβερνών κόμμα και Πρωθυπουργό τον Ταγίπ Ερντογάν.

Η κυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν ανάλαβε σε μια περίοδο εντατικής τουρκικής διπλωματίας με άξονα την επίτευξη καθεστώτος υποψήφιου κράτους-μέλους της Ε.Ε., [38] επιδίωξη που ολοκληρώθηκε επιτυχώς το 2004. [39] Ωστόσο, η προοπτική ολοκλήρωσης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων εξελίσσεται με αργούς ρυθμούς και έχει να αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες που εστιάζονται στην ανάγκη καθεστωτικών μεταρρυθμίσεων και αναπροσαρμογών της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας ως προ-απαιτουμένων της ένταξης. [40] Βέβαια, η πορεία εκδημοκρατισμού συνδεόμενη με την προσαρμογή στο κοινοτικό κεκτημένο συνδέεται και με την προσπάθεια του κυβερνώντος κόμματος να υπερισχύσει στους εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς.[41] Όμως, μη συνεπή ανταπόκριση της Τουρκίας στις κοινοτικές επιταγές στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική έδωσαν ώθηση στην «εναλλακτική» προσέγγιση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, της λεγόμενης πολιτικής του «Στρατηγικού Βάθους».

Η ουσία αυτής της προσέγγισης βασίζεται στις παραδοσιακές γεωπολιτικές αντιλήψεις αξιοποίησης της γεωγραφικής θέσης της χώρας και, από αυτήν την σκοπιά, η τουρκική εξωτερική πολιτική εμφανίζει στοιχεία συνέχειας βασισμένων σε εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς αλλά και αλλαγής που προέρχονται από τα περιθώρια επιλογών που διαθέτει το κυβερνών κόμμα βασισμένα στην μη-άρνηση της μουσουλμανικής θρησκευτικής ταυτότητος της χώρας ως όχημα «ανοίγματος» στον μουσουλμανικό κόσμο. Πρόκειται για την ίδια, κατά βάση, αντίληψη των αρχών της δεκαετίας του ’90, όταν η Τουρκία επιχείρησε να προβάλει την γεωστρατηγική θέση της ανάμεσα στην Νοτιοανατολική Ευρώπη, τον Καύκασο/Κεντρική Ασία και την Μέση Ανατολή ως καταλύτη για την ανανέωση της στρατηγικής αξίας της στο μεταψυχροπολεμικό διεθνές περιβάλλον και την επίτευξη ρόλου περιφερειακής δύναμης.

Η βασική διαφορά μεταξύ των δυο περιόδων είναι ότι τότε η Τουρκία εμφανιζόταν ως ένα «κράτος-πρότυπο» που συνδύαζε τρείς διαστάσεις: πρώτον, την πρόσδεση του στον δυτικό προσανατολισμό του, δεύτερον, τον κοσμικό κρατικό χαρακτήρα μιας μουσουλμανικής χώρας και τρίτον, τις «τουρκογενείς» εθνοτικές συγγένειες.

Αντίθετα, σύμφωνα με την αντίληψη του «Στρατηγικού Βάθους», η Τουρκία οφείλει να προσεγγίσει τον άμεσο γεωγραφικό της χώρο «χειραφετημένη» από «δυτικές εξαρτήσεις» και να λειτουργήσει ως «γέφυρα» σε διαφορετικούς «γεω-πολιτισμικούς» πόλους, ήτοι της Δύσης, της Μέσης Ανατολής, του Μουσουλμανικού κόσμου και της Κεντρικής Ασίας. Μ’ άλλα λόγια, η Άγκυρα θα πρέπει να διαχωρίσει την θέση της από Δυτικές πολιτικές επιλογές και διπλωματικούς χειρισμούς που δεν εξυπηρετούν την περιφερειακή πολιτική, η οποία συνιστά βασικό χαρακτηριστικό στην προσέγγιση του «Στρατηγικού Βάθους». [42] Η αυτοδύναμη ικανότητα της Άγκυρας να δημιουργεί σταθερά περιφερειακά ερείσματα προσδίνει στην Τουρκία το απαιτούμενο «στρατηγικό βάθος» προκειμένου να ενισχύσει την διαπραγματευτική θέση της έναντι, κυρίως, των δυτικών συμμάχων της και να ενισχύσει την διεθνή θέση της σ’ ένα ρευστό και μεταβαλλόμενο διεθνές σύστημα.

Η ενεργοποίηση της τουρκικής διπλωματίας στην Μέση Ανατολή, για παράδειγμα, σημαίνει την διατήρηση αποστάσεων από τις αμερικανικές επιλογές στην περιοχή και αναθεώρηση ή και ακύρωση της λεγόμενης «ειδικής σχέσης» Τουρκίας-Ισραήλ. [43] Το 2006 η πολιτική ηγεσία της Τουρκίας έσπευσε να προσκαλέσει στην Άγκυρα τον ηγέτη της Χαμάς, Χαλέντ Μασάλ, για συνομιλίες δείχνοντας ότι, αντίθετα με δυτικά κράτη, αναγνωρίζει τα αποτελέσματα των παλαιστινιακών εκλογών και εξηγώντας στους δυτικούς επικριτές ότι διατηρώντας σχέσεις με την Χαμάς, η ίδια μπορεί να λειτουργήσει ως «γέφυρα» διαλόγου της Δύσης για την αναγνώριση του Ισραήλ. [44] Στην πρόσφατη κρίση της Γάζας (Δεκέμβριος 2008) ο Τ. Ερντογάν εμφανίστηκε ως ένας από τους πλέον ισχυρούς επικριτές των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Ισραήλ, ενώ λίγα χρόνια νωρίτερα αξιοποιώντας το άνοιγμα του προς την Συρία [45] προσφέρει τις καλές υπηρεσίες της Τουρκίας για την έναρξη συνομιλιών Ισραήλ-Συρίας στην Κωνσταντινούπολη. [46] Η Άγκυρα υπήρξε επίσης επικριτική κατά των αμερικανικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Φελούτζα του Ιράκ (2004) που την χαρακτήρισε «γενοκτονία», ενώ επεδίωξε και επέτυχε να διασφαλίσει την προεδρία στον Οργανισμό Ισλαμικής Διάσκεψης.

Η επιδίωξη μιας «αποστασιοποίησης» της Άγκυρας από δυτικές τοποθετήσεις έχει συμβεί αρκετές φορές στο παρελθόν, όπως και η προσπάθεια ανάπτυξης σχέσεων με κράτη της περιοχής. [47] Η προσέγγιση του «Στρατηγικού βάθους» αποσκοπεί, όμως, να δημιουργήσει μονιμότερα ερείσματα της Τουρκίας στις περιφερειακές σχέσεις της, θεωρώντας την γεωγραφική θέση της ένα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα. Η κριτική κατά της «δυτικής περιχαράκωσης» της χώρας ως πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής συνοδεύεται εξίσου με την απόρριψη και της «περιχαράκωσης» που προέρχεται από «φοβικά σύνδρομα ασφάλειας» με επίκεντρο τις αποσχιστικές τάσεις που εστιάζονται στο κουρδικό πρόβλημα αλλά διαπνέονται από τις ιστορικές μνήμες του συντηρητικού «κεμαλικού» κατεστημένου διαμελισμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας και απόπειρα αποικιοποίησης των εδαφών της στις αρχές του 20ου από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής. Το σύνολο της τουρκικής πολιτικής ελίτ συμμερίζεται το κουρδικό πρόβλημα ως κρίσιμο ζήτημα ασφάλειας. Η πολιτική του κυβερνώντος κόμματος συμπλέει με το «κεμαλικό» κατεστημένο σ’ ότι αφορά τόσο την ανάγκη συντονισμού με Δαμασκό, Τεχεράνη και κυρίως Βαγδάτη για την αποτροπή δημιουργίας κουρδικού κράτους στο Β. Ιράκ, όσο και την αναγκαιότητα τουρκικών στρατιωτικών επιχειρήσεων εκεί, ένα ζήτημα που έχει προκαλέσει συνεχείς τριβές με την Ουάσιγκτον, η οποία διατηρεί σημαντικά ερείσματα στους κούρδους του Β. Ιράκ για την εμπέδωση της μεταπολεμικής σταθερότητας στην χώρα αυτή. Ωστόσο, στην εσωτερική πολιτική σκηνή ο Τ. Ερντογάν έχει ακολουθήσει μια προσεκτική πολιτική υπέρ των μειονοτικών και θρησκευτικών δικαιωμάτων, διευρύνοντας την εκλογική επιρροή του κόμματος του στην κουρδική νοτιο-ανατολική Τουρκία. [48]    

Στην αντίληψη της ανάσχεσης απειλών και κινδύνων ασφάλειας και της θεωρούμενης εξ αιτίας τους «περιχαράκωσης», η προσέγγιση του «Στρατηγικού βάθους» αντιτείνει την αυτοπεποίθηση μιας ήδη ισχυρής στρατιωτικά Τουρκίας σε σύγκριση κυρίως με το στρατιωτικό δυναμικό των γειτονικών κρατών και την έμφαση στην zeroproblem policy” με τις γειτονικές χώρες πολιτική. [49] Αλλά και στο πλαίσιο των νέων προτεραιοτήτων της, η διπλωματική ενεργοποίηση για αναθέρμανση και προσέγγιση με τα γειτονικά κράτη, ως βασική παράμετρο της προσέγγισης του «Στρατηγικού βάθους», συνιστά επίσης μια «περιχαράκωση» της Τουρκίας στις περιφερειακές σχέσεις, τις οποίες η Άγκυρα θεωρεί ότι μπορεί να τις διαχειριστεί με τρόπο που να αναβαθμίζει ευρύτερα την διεθνή θέση της. [50] Όμως η Τουρκία δεν παύει να βρίσκεται σε γεωγραφική θέση που περιβάλλεται από αστάθεια και συγκρούσεις, οι οποίες συνιστούν κορυφαίες διεθνείς διενέξεις (αραβο-ισραηλινές σχέσεις, παλαιστινιακό, μεταπολεμικό Ιράκ, σχέσεις ΗΠΑ-Ιράν, κ.α.). Το όριο της zeroproblem policy” με τις γειτονικές χώρες πολιτικής βρίσκεται αφ’ ενός στην ομαλοποίηση των διμερών σχέσεων αλλά αφ’ ετέρου αφορά την εκδήλωση μιας πολιτικής «επιτήδειου ουδέτερου» σ’ ότι έχει να κάνει με τους πόλους των συγκρούσεων και αυτό, κυρίως, επιτυγχάνεται με την «αποστασιοποίηση» από τις επιλογές των ΗΠΑ και του Ισραήλ που δεν συμβαδίζουν με τις διπλωματικές επιδιώξεις της Άγκυρας. Η εκπλήρωση ενός ρόλου «διαμεσολαβητή» συναρτάται από την βούληση των εμπλεκομένων μερών για προσέγγιση και την αδυναμία τους να την επιτύχουν με απευθείας επαφές. Σε κορυφαίες διεθνείς διενέξεις, όπως το μεσανατολικό, η τουρκική διαμεσολάβηση εμφανίζεται να έχει οριακή πρακτική χρησιμότητα. Στο πλαίσιο αυτό, η περιφερειακή «περιχαράκωση» της Τουρκίας έχει περισσότερο σημασία όχι για τον ενδεχόμενο διαμεσολαβητικό ρόλο της αλλά κυρίως για την διαπραγμάτευση της ίδιας της θέσης ως προς την τουρκική συναίνεση σε δυτικές, και ειδικότερα αμερικανικές, επιλογές στην διαχείριση των περιφερειακών διενέξεων. [51] Η ενίσχυση των περιφερειακών δεσμών της Τουρκίας, από την μια πλευρά, την καθιστά ταυτόχρονα έναν «εκπρόσωπο» των ενδιαφερόντων των κρατών της περιοχής, με την προϋπόθεση ότι έχει ενισχυθεί μεταξύ τους μια κοινή πολιτική βάση θεμελιωμένη στην εμπιστοσύνη και, πρωτίστως, σε κοινά συμφέροντα έναντι τρίτων. Παράλληλα, από την άλλη πλευρά, καθιστά την συναίνεση της Άγκυρας αναγκαίο παράγοντα για την δυτική διαχείριση των προβλημάτων της περιοχής. Πρόκειται για ένα μετέωρο βήμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής με πολλές απρόβλεπτες παραμέτρους και μια μόνο, υψηλού ρίσκου, σταθερά: την μη-δεδομένη για την Δύση τοποθέτηση της Άγκυρας στις περιφερειακές εξελίξεις.

Η προοπτική επιτυχούς ανάδειξης του περιφερειακού ρόλου της Τουρκίας βασίζεται σε δύο κρίσιμες εξωτερικές προϋποθέσεις:

 πρώτον, ότι οι διεθνείς εξελίξεις θα συντείνουν προς μια ρευστότητα των διεθνών ισορροπιών και σ’ ένα πολυκεντρικό διεθνές ζήτημα στο οποίο οι περιφερειακές δυνάμεις θα αποκτήσουν ειδικό βάρος στις εξελίξεις [52], και δεύτερον, ο ρόλος της Τουρκίας θα καταστεί απαραίτητος στην προώθηση των δυτικών επιδιώξεων του διεθνούς παράγοντα στην περιοχή, είτε λόγω της στρατιωτικής ισχύος του και της εντατικής ενεργοποίησης του στις υποθέσεις της περιοχής, είτε επειδή τυχόν τουρκική εσωτερική αστάθεια θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην περιοχή.

Η αντίληψη του «Στρατηγικού βάθους» αναφέρεται σε έναν τρόπο υλοποίησης της επιδίωξης να καταστεί η Τουρκία «περιφερειακή δύναμη» με ειδική έμφαση στον μουσουλμανικό θρησκευτικό χαρακτήρα της τουρκικής κοινωνίας, σε προσπάθεια διείσδυσης στην μουσουλμανική – αλλά προπάντων αραβική (με εξαίρεση το Ιράν) Μέση Ανατολή. Αν και το «όχημα» του «μουσουλμανισμού» δεν φαίνεται να επαρκεί σε μια πολιτικά κατακερματισμένη σε πλήθος αντιθέσεων και αντιφάσεων Μέση Ανατολή, όπως το ίδιο ισχύει και για την περιοχή του Καυκάσου/ Κεντρικής Ασίας, [53] η προβολή «γεω-πολιτισμικών» συγκλίσεων (ισλαμικού ή τουρκογενούς χαρακτήρα) ήταν και παραμένει ένας τρόπος «ανοίγματος» ή και αλληλεγγύης για την τουρκική εξωτερική πολιτική. Στην πραγματικότητα, το κεντρικό ζητούμενο συνίσταται στο εάν η προσέγγιση του «Στρατηγικού βάθους» δημιουργεί μονιμότερη σύγκλιση συμφερόντων με τα κράτη τα οποία απευθύνεται έχοντας ως υπόβαθρο οικονομικές αλληλοεξαρτήσεις [54] ή επενδύει περισσότερο στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης της έναντι δυτικών συμφερόντων.

Από τη άποψη αυτή, κεντρικό στοιχείο στην θεώρηση του «Στρατηγικού βάθους» είναι η διαμόρφωση μιας διεθνούς θέσης της Τουρκίας με χαρακτηριστικά “pivotal state”, ενός κράτους ικανού να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στην περιοχή του. [55] Η έννοια του pivotal state κυρίως εστιάζεται στην σημασία που το ίδιο μπορεί να διαδραματίσει ως οικονομικός παράγοντας στην περιοχή και συγκροτείται γύρω από την αντίληψη της «ήπιας δύναμης» (“soft power”). [56] Το περιφερειακό «άνοιγμα» που επιχειρεί η Τουρκία επενδύει στην ασύμμετρη ανάπτυξη της περιοχής και στα συγκριτικά πλεονεκτήματα που προσφέρει ο αναπτυξιακός δυναμισμός και το μέγεθος της τουρκικής οικονομίας. [57] Παράλληλα, όμως η τουρκική στρατιωτική ισχύς την καθιστά υποψήφια για τον ρόλο της «περιφερειακής δύναμης», με την κλασική διεθνολογική έννοια του όρου, [58] είτε αυτή χρησιμοποιείται για στρατιωτικές επεμβάσεις και πολιτικο-στρατιωτικές πιέσεις [59] είτε για ειρηνευτικές επιχειρήσεις.

Ωστόσο, η ανάδειξη σε περιφερειακή δύναμη ενός κράτους απαιτεί την ανοχή ή ενθάρρυνση της μεγάλης δύναμης που έχει ενδιαφέρον για την περιοχή, κάτι το οποίο προϋποθέτει την εξυπηρέτηση των περιφερειακών αναγκών της δύναμης αυτής. Το ζήτημα αυτό δεν έχει απλώς ως υπόβαθρο την θεμελιώδη επιδίωξη κάθε εξωτερικής πολιτικής, δηλαδή την «εναρμόνιση των εθνικών επιδιώξεων με τον διεθνή προσανατολισμό της χώρας» [60] αλλά επιπρόσθετα συνιστά μια ατέρμονη διεκδίκηση του αυτοτελούς ρόλου της περιφερειακής δύναμης που εκφράζεται με μια συνεχή διαπραγμάτευση με τις επιλογές του διεθνούς παράγοντα στις υποθέσεις της περιοχής. Τα όρια αυτής της διαπραγμάτευσης έγιναν αισθητά στις αμερικανο-τουρκικές τριβές λόγω της πρόθεσης της Άγκυρας να επέμβει στρατιωτικά στο Β. Ιράκ τον Οκτώβριο 2007, όπως και σ’ άλλες περιπτώσεις. [61]

Η προσέγγιση του «Στρατηγικού βάθους» έχει αναθερμάνει τις διμερείς σχέσεις της Τουρκίας σ’ ευαίσθητους γεωπολιτικούς χώρους συμπεριλαμβανομένης και της γειτονικής Ρωσίας. [62] Παρά την «αποστασιοποίηση» από διάφορες επιλογές των ΗΠΑ και του Ισραήλ ή τις δυσχέρειες της ενταξιακής πορείας στην Ε..Ε., ο δυτικός προσανατολισμός της χώρας δεν έχει ουσιαστικά αμφισβητηθεί και, στο βαθμό που δεν έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με κομβικές αμερικανικές επιλογές, η Άγκυρα διατηρεί μια ενισχυμένη ευελιξία στις περιφερειακές σχέσεις της. Ειδικότερα, μάλιστα, σ’ ότι αφορά τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Τουρκίας, και παρά την σημαντική έλλειψη προόδου στην ενταξιακή πορεία της, η διαδικασία δεν έχει αναιρεθεί. Ας σημειωθεί ότι ακριβώς χάρη στην ενταξιακή διαδικασία η κυβέρνηση Ερντογάν μπόρεσε να επιτύχει πολιτικά πλεονεκτήματα έναντι του «κεμαλικού» συντηρητισμού προς όφελος των μέτρων εκδημοκρατισμού. Αναφορικά με τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, η κυβερνώσα τουρκική πολιτική ελίτ ακολουθεί μια πολιτική αντιδράσεων στην εκάστοτε συγκυρία με βάση τις στρατηγικές στοχεύσεις της στην εσωτερική πολιτική. Ωστόσο, ακριβώς στο πλαίσιο των εσωτερικών πολιτικών συσχετισμών ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός φαίνεται να αποκτά στρατηγικό χαρακτήρα στις επιλογές της διακυβέρνησης Ερντογάν. Οι πολιτικές πραγματικότητες έδειξαν ότι τα οφέλη του ευρωπαϊκού προσανατολισμού έχουν ήδη εκδηλωθεί: πρώτον, στις ισχυρές οικονομικές επιδόσεις, δεύτερον, στα σημαντικά βήματα εκδημοκρατισμού και τρίτον, σε μια εξωτερική πολιτική που βασίζεται στην λεγόμενη «ήπια δύναμη» (“soft power”). Αυτά τα τρία στοιχεία είναι σαφώς αλληλένδετα και τείνουν να δημιουργήσουν μια συνεκτική στρατηγική, η οποία θα είναι πολύ δύσκολο να διατηρηθεί εκτός αυτού του προσανατολισμού.[63] Παράλληλα, όμως, ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως ένα ζητούμενο που προσδίδει διεθνή υποστήριξη και που τακτικά συμπλέει με την μεταρρυθμιστική στρατηγική Ερντογάν, ενώ μακροπρόθεσμα απομένει να κριθεί εάν θα συνδέεται με «την εκπλήρωση τόσο των εσωτερικών όσο και των εξωτερικών στόχων» του τουρκικού κράτους. Ο Γιασάρ Γιακίς, Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Τουρκικού Κοινοβουλίου και πρώην υπουργός Εξωτερικών, διευκρίνισε το ρόλο που τώρα παίζει η Ε.Ε. στην στρατηγική σκέψη της Άγκυρας, τονίζοντας ότι η προσχώρηση στην Ε.Ε. θεωρείται σήμερα ένα απλό εργαλείο για την εμπέδωση των μεταρρυθμίσεων στο εσωτερικό, καταλήγοντας ότι, εάν η Τουρκία είναι σε θέση να πραγματοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις, τότε η ένταξη στην Ε.Ε. θα γίνει «δευτερεύων» ζήτημα. Ανάλογες νύξεις έκανε και ο Πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιουλ στην Νορβηγία, η οποία απέρριψε την ένταξη της το 1972 και 1994. Ο Γκιούλ, ο Γιακίς και αρκετοί άλλοι φαίνεται να αντιλαμβάνονται πλέον την προσχώρηση ως λιγότερο σημαντική από τον ίδιο τον μετασχηματισμό της Τουρκίας κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ώριμη για προσχώρηση. Όταν αυτή η ώρα φτάσει, τότε ίσως η Τουρκία θα μπορούσε ακόμη και να απορρίψει την προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως ακριβώς έκανε η Νορβηγία το 1972 και 1994. [64] Σ’ αυτήν την πολιτική συλλογιστική, το ζητούμενο δεν είναι αυτή η ίδια η προσχώρηση της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ο μετασχηματισμός της Τουρκίας που αντιπροσωπεύει.[65] Για την διακυβέρνηση Ερντογάν, αυτός ο μετασχηματισμός είναι επιθυμητός, υλοποιείται με την μορφή και τον ρυθμό που συνάδει στην τουρκική πραγματικότητα και τελικά είναι δυνατόν να εκφράσει έναν ευρωπαϊκό προσανατολισμό μ’ ένα «εναλλακτικό» πλαίσιο σχέσεων Τουρκίας-Ευρωπαϊκής Ένωσης που να ικανοποιεί ό,τι η ενταξιακή πορεία κάποτε υπηρετούσε. [66]

Στο επίκεντρο των αντιλήψεων της προσέγγισης του «Στρατηγικού Βάθους» αναδεικνύεται η ανάγκη της «αποκατάστασης» των σχέσεων της Τουρκίας με τον ιστορικό περίγυρο της – σχέσεις που διέκοψε η παρακμή της οθωμανικής ηγεμονίας και η άνοδος του τουρκικού εθνικισμού δημιουργώντας, με τα λόγια του Αχμετ Νταβούτογλου, την κεμαλική θεώρηση «μιας Τουρκίας που περιβάλλεται από τρείς θάλασσες και τέσσερεις εχθρούς». [67] Η επιδίωξη της «αποκατάστασης» ενός περιφερειακού ρόλου εξακολουθεί να εντάσσεται σε μια διαδικασία αναζήτησης μιας διεθνούς θέσης που πιέζεται από τις διαδικασίες παγκοσμιοποίησης, της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και των περιφερειακών συγκρούσεων, αλλά βρίσκεται σε πλήρη συνάφεια με τις εξελίξεις στο εσωτερικό πολιτικό πλαίσιο. Όπως το έθεσε ο Αχμέτ Νταβούτογλου:

 

«όταν μιλάμε για την εξωτερική πολιτική, συνήθως μπορεί να υποπέσουμε σε δύο μεθοδολογικά λάθη: Το πρώτο είναι ότι μπορεί – εάν επικεντρωθούμε μόνο στην εξωτερική πολιτική, αγνοώντας άλλα στοιχεία όπως η εσωτερική πολιτική, η οικονομία, οι πολιτιστικές εξελίξεις – να μην κατανοήσουμε τι συμβαίνει στην εξωτερική πολιτική. Επομένως, δεν μπορείτε να απομονώσετε την εξωτερική πολιτική από το γενικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Αυτό αφορά το περιεχόμενο της εξωτερικής πολιτικής. Δεύτερον, αφορά την ουσία και τον χρονικό ορίζοντα – αν απλά επικεντρωθείτε σε ένα μόνο έτος, ένα περιστατικό, ένα μήνα, ή ακόμα και μια δεκαετία και να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τον μετασχηματισμό ενός παραδείγματος (“paradigm”) εξωτερικής πολιτικής, μπορείτε να κάνετε το άλλο λάθος. … Αυτό που βλέπω σήμερα είναι ότι έχουμε μια αποκατάσταση. Αυτή η έννοια είναι σημαντική. Αποκατάσταση, όχι μια αλλαγή παραδείγματος. Όχι μια επανάσταση, αλλά μια αποκατάσταση της τουρκικής κοινωνίας, οικονομίας, πολιτικής και εξωτερικής πολιτικής. … Είναι αναγκαίο να έχουμε μια αποκατάσταση στο εσωτερικό, περιφερειακό και παγκόσμιο περιβάλλον … Χωρίς οικονομική αποκατάσταση, πολιτική αποκατάσταση δεν μπορεί να επιτευχθεί. Αυτές οι δύο αποκαταστάσεις είναι οι δύο πυλώνες μιας στρατηγικής αποκατάστασης. Η στρατηγική αποκατάσταση είναι ο δικός μας προσανατολισμός εξωτερικής πολιτικής».[68]  

 

Η μετατροπή της δύσκολης γεωπολιτικής θέσης σε γεωστρατηγικό και γεω-οικονομικό πλεονέκτημα φαίνεται να είναι η ουσία της επαγγελίας αλλά και της πρακτικής της προσέγγισης του «Στρατηγικού βάθους». Ωστόσο, η προοπτική αυτής της προσέγγισης δεν θα κριθεί από τα αποτελέσματα που τυχόν έχει στην εξωτερική πολιτική, αλλά από την συνεισφορά της στην μεταβολή των εσωτερικών πολιτικών συσχετισμών της Τουρκίας από τις οποίες απορρέει με σκοπό την σύνθεση μιας νέας κυρίαρχης πολιτικής ελίτ και τον μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος της χώρας.

 

 * Ο Δρ. Στέλιος Αλειφαντής είναι συγγραφέας πέντε βιβλίων και 70 δημοσιεύσεων, ενώ έχει συμμετάσχει σε αρκετές συλλογικές ακαδημαϊκές εκδόσεις. Το συγγραφικό έργο του καλύπτει ζητήματα που αφορούν την Διεθνή Πολιτική, την Περιφερειακή ασφάλεια, την Ελληνική Εξωτερική Πολιτική & Άμυνα, την Μελέτη Περιοχών (Area Studies), καθώς και την Διαχείριση Κρίσεων και την Επίλυση Συγκρούσεων.

Από το 1989 μέχρι σήμερα έχει διδάξει μαθήματα Διεθνών Σχέσεων και Διαχείριση Κρίσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο ως Λέκτορας και Επίκουρος Καθηγητής, ενώ στο Αιγαίο Πανεπιστήμιο ως Επίκουρος Καθηγητής και Πανεπιστήμιο Πειραιά ως Αναπληρωτής Καθηγητής (Π.Δ. 407/80).

 

Υποσημειώσεις


 

 

[1] Ömer Taspinar, «Turkey’s Middle East Policies: Between Neo-Ottomanism and Kemalism», Carnegie Papers, no 10, September 2008

[2] Ziya Öniş-Şuhnaz Yılmaz, “Between Europeanization and Euro-Asianism: Foreign Policy Activism in Turkey during the AKP Era”, Turkish Studies, Spring 2009

[3] Απόσπασμα από το: Ι. Μάζης, Μυστικά Ισλαμικά Τάγματα και Πολιτικο-οικονομικό Ισλάμ στην Σύγχρονη Τουρκία, Αθήνα 2000.

[4] Harun Arikan, Turkey and the EU: Αn awkward candidate for EU membership? , Ashgate Publishing, 2006

[5]   K.J. Holsti, International Politics: A Framework for Analysis, London, 1983

[6] Το περιεχόμενο της πολιτικής βούλησης ούτε συνίσταται, ούτε εξαντλείται στον διακηρυκτικό χαρακτήρα του. Το περιεχόμενο της συνίσταται πρώτα και κύρια στην πρακτική εφαρμογή των επιλογών της, χωρίς τις οποίες δεν υφίσταται παρά τις διακηρύξεις. Η έκφραση πολιτικής βούλησης είναι σημαντική πολιτική πράξη (με διάφορες στοχεύσεις: εσωτερική συνοχή, αποτροπή, τακτική, κλπ) αλλά η αξιοπιστία της ελέγχεται από τα μέτρα υλοποίησης της.

[7] S. Zambouras, Continuity and Change in Postwar Greek Foreign Policy: The Karamanlis’ Strategy of Modernisation, 1956-1963, PhD Dissertation, University of Sheffield, 1993, p.29, 231  

[8] Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει ήδη θέσει την ηγετική φυσιογνωμία του στην πολιτική ιστορία της Τουρκίας και ίσως αποδειχθεί ο ηγέτης των καιρών με την έννοια που έχει επισημάνει ο S. P. Huntington: «Έχοντας πειραματισθεί με το καλό και το κακό της Δύσεως, αναφορικά με το κοσμικό καθεστώς και τη δημοκρατία, η Τουρκία μπορεί εξίσου να αναλάβει την ηγεσία του Ισλάμ. Αλλά για να το καταφέρει, πρέπει να απορρίψει την κληρονομιά του Ατατούρκ πιο ριζικά από ότι η Ρωσία απέρριψε την κληρονομιά του Λένιν. Πρέπει επίσης να βρει έναν ηγέτη στο διαμέτρημα του Ατατούρκ, οποίος μάλιστα να συνδυάζει την θρησκευτική και πολιτική νομιμοποίηση, ώστε να μετατρέψει την Τουρκία από σπαρασσόμενη χώρα σε χώρα-άξονα». Απόσπασμα από το Ι. Μάζης, οπ.π.

[9]   Hakan Yavuz, ed., The Emergence of a New Turkey: Islam, Democracy and the AK Party, University of Utah Press Salt Lake City, (2006), Ümit Cizre, ed., Secular and Islamic Politics in Turkey: The Making of the Justice and Development Party, London, Routledge, 2008.

[10] Μαρία Βερβερίδου, “Τουρκία: Παράγοντες Διαμόρφωσης Πολιτικής”, Δελτίο Ανάλυσης, τεύχος 67, ΕΚΑΣ, Δεκέμβριος 2010

[11] S. E. Shaw, History of Ottoman Empire and Modern Turkey, Cambridge, New York, 1977

[12] Bernard Lewis, The Emergence of Modern Turkey, London 1968, D. Rustow, “Politics and Islam in Turkey” στο R. Frye (eds.), Islam and the West, Hague,1957

[13] Ahmad Feroz, The Turkish Experiment in Democracy, 1950-1975, Royal Institute of International Affairs, London 1977.

[14] Μαρία Βερβερίδου, “Διαστάσεις και Δράσεις του Ισλαμικού Κεφαλαίου στην Τουρκία: Οι Επιχειρηματικές Οργανώσεις της MÜSİAD και της TUSKON”, ΕΛΙΑΜΕΠ, Κείμενο Εργασίας, τεύχος 10, 2010

[15] Η άνοδος του Α. Μεντερές στην εξουσία (1950) υπήρξε αποτέλεσμα των μέτρων φιλελευθεροποίησης που ακολούθησαν τον θάνατο του Κεμάλ (1938) και κατάργησαν περιορισμούς που αφορούσαν τις μειονότητες και το Ισλάμ. Η κυβέρνηση Μεντερές σύντομα ήλθε σε σκληρή αντιπαράθεση με το κεμαλικό κατεστημένο και η πολιτική πόλωση στην κοινωνία οδήγησε σε βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των οπαδών στα τέλη της δεκαετίας του ’50. Στρατιωτικό πραξικόπημα ανέτρεψε την κυβέρνηση Μεντερές και η διακυβέρνηση εκφράστηκε με τις συντηρητικές κεμαλικές κυβερνήσεις του Ισμέτ Ινονού μέχρι το 1965. Τις πρώτες ελεύθερες βουλευτικές εκλογές κέρδισε ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, ηγέτης του «Κόμματος Δικαιοσύνης», που παρέμεινε στην εξουσία μέχρι την ανατροπή του από το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1971. Με προτροπή του στρατιωτικού κατεστημένου το 1975 ο Ν. Ερμπακάν δημιούργησε το κόμμα «Εθνικής Σωτηρίας» (MSP) και η συμμετοχή του στις κυβερνήσεις συνασπισμού ενίσχυσε την εκπροσώπηση του τουρκικού ισλαμισμού στην πολιτική ζωή της χώρας με την προσέλκυση ισλαμικών ψήφων λειτουργώντας ως εξισορρόπηση των ριζοσπαστικών και ακροδεξιών τάσεων. Οι «εποπτευόμενες» από τον στρατό κυβερνήσεις στάθηκε αδύνατον να ανακόψουν τις κοινωνικές κινητοποιήσεις και τις βίαιες συγκρούσεις ακραίων δεξιών και αριστερών ομάδων. Το 1980 ο στρατηγός Κενάν Εβρέν θα ηγηθεί ενός ακόμη στρατιωτικού πραξικοπήματος και θα θέσει εκτός νόμου τα υφιστάμενα πολιτικά κόμματα. Το νέο πραξικόπημα θα δώσει την ευκαιρία να ανατείλει το άστρο του Τουρκούτ Οζάλ με την ίδρυση του κόμματος της «Μητέρας Πατρίδας» (ANAP), που θα απορροφήσει το εκλογικό δυναμικό των μη-παραδοσιακών κεμαλικών κομμάτων αλλά και αποτελέσει ένα σημείο καμπής για το τουρκικό Ισλάμ. Η αποδυνάμωση του ANAP, με την επανένταξη στην πολιτική ζωή ιστορικών ηγετών (Ντεμιρέλ, Ετσεβίτ, Ερμπακάν, κ.α.) και την προώθηση του Οζάλ στην Προεδρία, θα συντείνει στην διασπορά των ισλαμικών ψήφων, παρά το γεγονός ο Ν. Ερμπακάν και το «Κόμμα Ευημερίας» (RP) θα επιχειρήσει και πάλι να εκφράσει αυθεντικά τον τουρκικό ισλαμισμό. Περίπου δέκα χρόνια αργότερα, το 1996, ο Ερμπακάν θα αναλάβει τελικά, για σύντομο διάστημα, Πρωθυπουργός παραιτούμενος υπό την πίεση του στρατού, ωστόσο το κεμαλικό κατεστημένο ήταν εκείνο που επιχείρησε, ιδιαίτερα μετά τον 1980, να ενσωματώσει τον μουσουλμανικό παράγοντα ως στοιχείο σταθεροποίησης του τουρκικού πολιτικού συστήματος. Στην πραγματικότητα, αυτό που συνέβη είναι η απόπειρα στήριξης από τους κεμαλιστές ενός «επίσημου Ισλάμ», μιας «τουρκο-ισλαμικής» σύνθεσης, που λειτούργησε ως εφαλτήριο για τον εκσυγχρονισμό του τουρκικού ισλαμισμού και είχε ως αποτέλεσμα το κεμαλικό κατεστημένο να υπερκεραστεί σύντομα από την επιρροή γνήσιων ισλαμικών παραγόντων, όπως ο Φετουλάχ Γκιουλέν (Fethullah Gullen) και άλλοι. Δες: H. A. Reed, “Secularism and Islam in Turkish Politics”, Current History, no 32, 1957, J. Landau, Radical Politics in Modern Turkey, Leiden, 1974, M. Meeker, “The New Muslim Intellectuals in the Republic of Turkey” στο R. Tapper, Islam in Modern Turkey, London 1991, Γεράσιμος Καράμπελιας, «Σχέσεις ΙσλάμΠολιτείας στην Μεταπολεμική Τουρκία», στο Σ. Αλειφαντής-Ε. Χωραφάς (επιμ.), Σύγχρονο Διεθνές Σύστημα και Ελλάδα, Αθήνα 2001, Μαρία Βερβερίδου, οπ.π.

[16] Balkan Neşecan and Savran Sungur,  The Politics of Permanent Crisis:  Class, Ideology and State in Turkey,  New York, Nova Science Publishers, 2002

[17] D. Baldwin, “Islamic Banking in a Secularist Context:Aspects of Religion in Secular Turkey”, Occasional Paper Series, no 40, CMEIS, University of Durham, 1990

[18] Ji Hyang Jang, “On the Road to Moderation:  The Role of Islamic Business in Transforming Political Islamists in Turkey”, Journal of International and Area Studies, no 13, December 2006.

[19] Όπως επισημαίνει η Μ. Βερβερίδου, το μικρομεσαίο κεφάλαιο είναι ζωτικής σημασίας στην τουρκική οικονομία, καθώς συνιστά το 99% των επιχειρήσεων (βιομηχανική παραγωγή, εμπόριο) και το 56% της απασχόλησης, ενώ συνεισφέρει ποσοστό 40% του ΑΕΠ. Δες: Μαρία Βερβερίδου, “Διαστάσεις και Δράσεις του Ισλαμικού Κεφαλαίου στην Τουρκία», οπ. π.

[20] Όπως και ο Τουρκούτ Οζάλ, με το κόμμα της «Μητέρας Πατρίδας», στις πρώτες εκλογές (1983) μετά το πραξικόπημα του 1980 αξιοποίησε την «απαγόρευση» των παλαιών πολιτικών σχηματισμών (Ντεμιρέλ, Ετσεβίτ, Ερμπακάν, κ.α.) και αναδείχθηκε ως πολιτικός ηγέτης καταλαμβάνοντας διαδοχικά την Πρωθυπουργία (1983 και 1987) και την Προεδρία της χώρας, έτσι ο Ταγίπ Ερντογάν, με το κόμμα «Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης», αξιοποίησε το υπέρ του πολιτικό ρεύμα αλλά κυρίως τον κατακερματισμό των «κεμαλικών» κομμάτων που δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν το όριο του 10% και κυριάρχησε στην τουρκική Βουλή, αν και μειοψηφία στο εκλογικό σώμα. Παρόλα αυτά, μετά την σύγκρουση με το «κεμαλικό» κατεστημένο για την ανάδειξη του Α. Γκιούλ στην Προεδρία, στις εκλογές του 2007 το κόμμα έρχεται πάλι πρώτο με 46.6% αυξάνοντας κατά 12.2% τα εκλογικά ποσοστά του, αλλά λόγω της εισόδου στην Βουλή και τρίτου κόμματος οι έδρες του μειώνονται χωρίς, ωστόσο, να αποτραπεί η ανάδειξη του Α. Γκιούλ στην Προεδρία έστω και με απλή πλειοψηφία στον τρίτο γύρο. Όμως, όπως και ο Τουρκούτ Οζάλ, έτσι και ο Ταγίπ Ερντογάν (συνδεδεμένοι, άλλωστε και οι δύο με τον ισλαμικό Σουνιτισμό και ο τελευταίος με παλιούς δεσμούς με το κόμμα της «Ευημερίας» του ιστορικού ισλαμιστή ηγέτη Ερμπακάν, του οποίου το 1996 χρίστηκε επίσημα στο συνέδριο του κόμματος διάδοχος του) ανάπτυξαν επιτυχείς τακτικές μεταβάλλοντας εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς. Γενικότερα, παρά την παράλληλη ανάδειξη για πρώτη φορά «ισλαμικών» ηγετών στην Προεδρία (A. Γκιούλ) και Πρωθυπουργία (T. Ερντογάν), η εμπέδωση νέων εσωτερικών πολιτικών συσχετισμών με το συντηρητικό πολιτικό κατεστημένο («κεμαλιστές», ένοπλες δυνάμεις, κ.α.) παραμένει ανοικτό ζήτημα σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Δες: Ι. Μάζης, Μυστικά Ισλαμικά Τάγματα και Πολιτικοοικονομικό Ισλάμ στην Σύγχρονη Τουρκία, Αθήνα 2000, Aylin Güney, «The Military, Politics and Post-Cold War Dilemmas in Turkey», στο Koonings, Kees and Kruijt, Dirk Political Armies:  The Military and Nation Building in the Age of Democracy, London, Zed Books, 2002, Müftüler-Bac, Meltem  «The New Face of Turkey:  The Domestic and Foreign Policy Implications of November 2002 Elections», East European Quarterly, no 37 Winter 2003, Soner Cagaptay and H. Akin Unver, “July 2007 Turkish Elections: Winners and Fault Lines”, Research Notes, Washington Institute for Near East Policy, Number 14, July 2007

[21] Πρόκειται για την ίδια δεξαμενή πολιτικής υποστήριξης, στην οποία βάσισε την εκλογική δύναμη του «Δημοκρατικού Κόμματος» του Αντάν Μεντερές που ανατράπηκε από το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1960, του διάδοχου «Κόμματος Δικαιοσύνης» του Σ. Ντεμιρέλ ή του «Κόμματος Εθνικής Τάξεως» και «Κόμματος Εθνικής Σωτηρίας» του Ν. Ερμπακάν και μετά το πραξικόπημα του ’80 του «Κόμματος Ορθού Δρόμου» του Σ. Ντεμιρέλ, αλλά και του «Κόμματος Μητέρας Πατρίδας» του Τ. Οζάλ και του «Κόμματος Ευημερίας» («Ρεφάχ») Ν. Ερμπακάν. Δες: Neşecan Balkan and Sungur Savran, The Politics of Permanent Crisis:  Class, Ideology and State in Turkey, New York, Nova Science Publishers, 2002, Müftüler-Bac, Meltem.  “The New Face of Turkey:  The Domestic and Foreign Policy Implications of November 2002 Elections”, East European Quarterly, No 37, Winter 2003.

[22] Alexander Murinson, “The Strategic Depth Doctrine of Turkish Foreign Policy”, Middle Eastern Studies, Vol.42, no 6, 2006

[23] Graham Fuller, The New Turkish Republic: Turkey as a Pivotal State in the Muslim World, Washington, DC: U.S. Institute of Peace, 2008.

[24] Philip Robins, “Turkish Foreign Policy since 2002:  Between a ‘Post-Islamist’ Government and a Kemalist State”, International Affairs, No 83, 2007, Στέλιος Αλειφαντής, «Τουρκία και Βαλκάνια: Η Στρατηγική Διάσταση της βαλκανικής πολιτικής της Άγκυρας», στο Τετράδια, τεύχος 36, Άνοιξη/ Καλοκαίρι 1995

[25] Anne Aldis, “Security in the Black Sea Region:  Perspectives & Priorities”, Conflict Studies Research Centre, Royal Military Academy, Sandhurst, 2001.

[26] Ekavi Athanassapoulou, “American – Turkish Relations since the End of the Cold War”, Middle East Policy, Vol. 8, no 3, 2001

[27] Raphael Israeli, “The Turkish – Israeli Odd Couple”, Orbis, Winter 2001, Vol. 45 no 1, 2001, pp. 65-79, Suha Bolukbasi, “Behind the Turkish – Israeli Alliance: A Turkish View”, Journal of Palestine Studies, Vol.29, no 1, 1999, B. Bengio and G. Ozcan, “Old Grievances, New Fears: Arab Perceptions of Turkey and its Alignment with Israel”, Middle Eastern Studies, Vol.37 no 2, 2001

[28] Sabri Sayari, “Turkey and the Middle East in the 1990s”, Journal of Palestine Studies, Vol.26, no 3, 1997

[29] Duygu Bazoglu Sezer, “Turkish – Russian Relations: The Challenges of Reconciling Geopolitical Competition with Economic Partnership”, Turkish Studies, Vol.1 no 1, 2000, Fotios Moustakis and Ella Ackerman, “September 11: a Dynamic for Russo-Turkish co-operation or conflict?”, Central Asian Survey, Vol.21, no 2, 2002, Nasuh Uslu, “The Russian, Caucasian and Central Asian Aspects of Turkish Foreign Policy in the Post Cold War Period”, Alternatives: Turkish Journal of International Relations, Vol.2, no 3-4, 2003

[30] Στέλιος Αλειφαντής, Βουλγαρία: Τα Διλήμματα μιας Νέας Εποχής: Τα Βαλκάνια Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, Τόμος 1, Αθήνα, 1993, Saban Calis, “Turkey‘s Balkan Policy in the Early 1990s”, Turkish Studies, Vol. 2 no 1, 2001

[31] Sevilay Elgün Kahraman, “Rethinking Turkey-European Union Relations in the Light of Enlargement, Turkish Studies, Spring 2000

[32] Neill Nugent, “EU Enlargement and «the Cyprus Problem»”, Journal of Common Market Studies, No 38, March 2000

[33] Zeyno Baran, “The Dating Game: Turkey, Europe and the American Matchmaker”, National Interest, No 75, Spring 2004.

[34] Semin Suvarierol, The Cyprus Obstacle on Turkey‘s Road to Membership in the European Union, 2003

[35] Στέλιος Αλειφαντής, «Η Ένταση στο Αιγαίο και η Τουρκική Υποψηφιότητα: Ζητήματα Προσαρμογής της Ελληνικής Εθνικής Στρατηγικής», Διπλωματία, Νοέμβριος, 2004

[36] Onis, Ziya, “Domestic Policies, International Norms, and Challenges to the State: Turkey – EU Relations in the post-Helsinki Era”, στο Ali Carkoglu and Barry Rubin, Turkey and the European Union: Domestic Politics, Economic Integration and International Dynamics (Eds), Frank Cass, 2002

[37] Gamze Avcı, “Turkey’s Slow EU Candidacy: Insurmountable Hurdles to Membership or Simple Euro-skepticism?”, Turkish Studies, no 4, Spring 2003, Lauren M. McLaren, Explaining Opposition to Turkish Membership of the EU, European Union Politics June 2007 pp. 251-278

[38] David Lennon, “Turkey‘s Drive for EU Membership”, Europe, No 420, 18-21 October 2002.

[39] Η αποδοχή από την Αθήνα του «καθεστώτος υποψηφίου μέλους» στην Τουρκία αποτέλεσε κρίσιμο πολιτικό δίλημμα: από την μία πλευρά, η προοπτική της ένταξης εκτιμήθηκε ότι λειτουργούσε ως κίνητρο τουρκικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες στην εξωτερική πολιτική θα οδηγούσαν στην άρση των τουρκικών εδαφικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο και στην δίκαιη λύση του Κυπριακού ενώ από την άλλη πλευρά, η περίοδος 1999-2004 (αποκαλούμενη και ως «οδικός χάρτης» -“road-map”) απέδειξε την ανελαστικότητα των τουρκικών θέσεων στο Κυπριακό και την έξαρση των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο, παρά την κυβερνητική αλλαγή που έδωσε την πρωθυπουργία στον Ταγίπ Ερντογάν. Η νέο-εκλεγείσα κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή (2004) συναίνεσε στο «καθεστώς υποψήφιου μέλους» προτάσσοντας την άποψη ότι το κίνητρο της ένταξης παραμένει ως «όχημα» προώθησης των τουρκικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες όμως απαιτούν ευρύτερο χρονικό ορίζοντα καθώς εστιάζονται σε βαθύτερους πολιτικούς μετασχηματισμούς και ανατροπή εσωτερικών πολιτικών συσχετισμών μεταξύ του τουρκικού στρατιωτικό-πολιτικού κατεστημένου και της κυβέρνησης Ερντογάν. Το «άνοιγμα» των σχετικών κεφαλαίων της ευρω-τουρκικής ενταξιακής διαπραγμάτευσης διασυνδέθηκε σε πολιτικό ανάχωμα όχι μόνο για την ικανοποίηση των πολιτικών επιδιώξεων Ελλάδος και Κύπρου, αλλά και εκείνων των κρατών-μελών που αντιτίθενται στην πλήρη ένταξη της Τουρκίας. Αντίθετα, η τότε μείζονα αντιπολίτευση προέβαλε την άποψη ότι η εγκατάλειψη από την Αθήνα ενός «οδικού χάρτη» (“road-map”) που να αντανακλά την τουρκική πρόοδο στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις και στο Κυπριακό αποδέσμευε τις ευρω-τουρκικές σχέσεις από τις εξελίξεις του πλέγματος των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, που σ’ ένα βαθμό είχε επιτευχθεί το 1999 και μετά. Η τουρκική διπλωματία πάγια επιδιώκει να διαχωρίσει τις σχέσεις Ε.Ε.-Τουρκίας από τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις και οι κυβερνήσεις Ταγίπ Ερντογκάν δεν έχουν μεταβάλει και αυτό το «θέσφατο» των διπλωματικών επιδιώξεων της γείτονος. Δες: Στέλιος Αλειφαντής, «Η Ένταση στο Αιγαίο και η Τουρκική Υποψηφιότητα…, οπ.π

[40] Frédéric Misrahi, “The EU and the Civil Democratic Control of Armed Forces:  An Analysis of Recent Developments in Turkey”, Perspectives, no 22, Summer 2004, Arjan M. Lejour, and Ruud A. de Mooij, “Turkish Delight:  Does Turkey’s Accession to the EU Bring Economic Benefits?”,  Kyklos, 58, no 1, 2005, Sami Faltas and Sander Jansen,  Governance and the Military: Perspectives for Change in Turkey,  Groningen, The Netherlands, Centre of European Security Studies, 2006, Σέργιος Ζαμπούρας, «Το Γεωπολιτικό Πρόβλημα του Τουρκικού Εκδημοκρατισμού», Η Γεωπολιτική της Ευρασίας στο Νέο Διεθνές Σύστημα, ΕΠΥΕΘΑ, Αθήνα 2001 

[41] Erik Faucompret, Jozef Konings, Turkish accession to the EU: Satisfying the Copenhagen criteria, Routledge, 2008

[42] Soner Cagaptay, “Secularism and Foreign Policy in Turkey: New Elections, Troubling Trends”, Policy Focus, No 67, April 2007

[43] Soner Cagaptay, “A Turkish Rapprochement with Middle East Rogue States?”, Policy Watch, no. 825, 2004

[44]Turkey‘s foreign policy: An eminence grise”, The Economist, Nov 15th, 2007

[45] Μεταπολεμικά οι σχέσεις Τουρκίας-Συρίας χαρακτηρίζονται από εντάσεις λόγω εδαφικών διαφορών όπως η τουρκική προσάρτηση της Αλεξανδρέτας (Hatay) τo 1939, το ζήτημα των υδάτων του Ευφράτη και Τίγρη, η ειδική σχέση Τουρκίας-Ισραήλ και η υποστήριξη του PKK από την Δαμασκό. Όμως, τον Ιανουάριο 2004 ο Μπασάρ Άσσαντ επισκέπτεται την Άγκυρα που αποτελεί την πρώτη επίσκεψη Πρόεδρου της Συρίας από το 1946 και τον ίδιο χρόνο υπογράφεται διμερή συμφωνία ελευθέρου εμπορίου. Σημαντικό ρόλο έπαιξε ο τρόπος που η Άγκυρα χρησιμοποίησε την αεροπορική επιδρομή ισραηλινών μαχητικών μέσω του τουρκικού εναέριου χώρου κατά πιθανών πυρηνικών εγκαταστάσεων στην Συρία. Ron Synovitz, “Syria-Turkey: common Interests in Iraq Help Rebuild Bilateral Ties”, Radio Free Europe/Radio Liberty, January 8, 2004, Nadim Ladki, “Turkey, Syria Sign Free Trade Agreement”, Reuters, December 23, 2004, “Babacan-Mualem Joint News Conference, Babacan: ‘We Except Everyone to Act with Restraint’”, Ankara Anatolia, September 10, 2007, 92. Dan Williams, “Turkey’s Gόl says Israeli raid a ‘closed mater’”, Reuters, November 6, 2007.

[46]Assad says Turkey trying to mediate between Syria, Israel”, Associated Press, October 16, 2007, Richard Boudreaux, “Turkey mediating Israel-Syria Peace Talks”, Los Angeles Times, April 25, 2008

[47] Από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 η Άγκυρα, ως αποτέλεσμα της κρίσης της Κούβας αλλά και της αμερικανικής και σοβιετικής αντίθεσης σε ενδεχόμενη στρατιωτική παρέμβαση στην Κύπρο στα γεγονότα του 1964 (επιστολή Προέδρου Λ. Τζόνσον, Δηλώσεις Ν. Χρουτσέφ), επιχείρησε την αναβάθμιση των σχέσεων με την ΕΣΣΔ και αργότερα την διατύπωση μιας «ανεξάρτητης» εξωτερικής πολιτικής υπό τον Μ. Ετσεβίτ, ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του «κεμαλικού» κατεστημένου. Δες: Bulet Ecevit, “Turkeys Security Policies”, Survival, no 20, 1978. Η εξέλιξη αυτή χαρακτηρίζει μια προσαρμογή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στις νέες πραγματικότητες των σχέσεων Ανατολής-Δύσης και των περιφερειακών εξελίξεων. Παράλληλες αναπροσαρμογές συμβαίνουν και στην Ελλάδα, όπου η προσέγγιση Ελλάδος-Βουλγαρίας μετά το 1974 ανεξαρτήτως διεθνούς κλίματος των σχέσεων Ανατολής-Δύσης αποτέλεσε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα προτεραιότητας περιφερειακών σχέσεων έναντι της πολιτικής της Δύσης στην περίοδο του ψυχρού πολέμου. Ακόμη και στην μετα-ψυχροπολεμική περίοδο, η μόνη διπλωματική σκιά στις ελληνο-βουλγαρικές σχέσεις (και αυτή για μικρό χρονικό διάστημα) υπήρξε η άμεση αναγνώριση των Σκοπίων με το συνταγματικό όνομα τους που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Αθήνας. Δες: Στέλιος Αλειφαντής, Βουλγαρία: Τα Διλήμματα μιας Νέας Εποχής: Τα Βαλκάνια Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, Τόμος 1, Αθήνα, 1993, Στέλιος Αλειφαντής, «Η Ελλάδα στον Βαλκανικό χώρο, 1974-1988», (σελ. 369-450)στο: Xρ. Γιαλλουρίδης-Στ. Αλειφαντής (επιμ.), Τα Βαλκάνια στο Σταυροδρόμι των Εξελίξεων, Αθήνα 1988. Και πέραν των περιφερειακών σχέσεων, στην δεκαετία ’80 οι κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου επεδίωξαν συστηματικά την διάκριση ανάμεσα σε ελληνικές επιδιώξεις και δυτικές επιλογές της εποχής, ακολουθώντας αυτό που αποκλήθηκε «πολυδιάστατη» εξωτερική πολιτική και εκφράστηκε με την ανάπτυξη ελληνο-αραβικών σχέσεων (όπως PLO, Συρία, Ιράκ, Λιβύη), την διαφοροποίηση στις σχέσεις Ανατολής-Δύσης από το ΝΑΤΟ, όπως η εγκατάστασης πυραύλων μέσου βεληνεκούς Περσινγκ-Κρούζ στην Ευρώπη, η προώθηση «αποπυρηνικοποιμένης ζώνης» στα Βαλκάνια, το μη-πάγωμα των σχέσεων με Πολωνία μετά την επιβολή στρατιωτικού νόμου του Γιαρουζέλσκι, η μη-καταγγελία της Μόσχας στην περίπτωση κατάρριψης του νοτιο-κορεάτικου τζάμπο, η διεθνής «Πρωτοβουλία των Έξι», κ.α. Δες: Χ. Ροζάκη, «Ελληνική Εξωτερική Πολιτική», Ελλάδα: Ιστορία και Πολιτισμός, τόμος 7, Θεσσαλονίκη, 1986, Ι. Βαληνάκης, Εισαγωγή στην Ελληνική Εξωτερική Πολιτική, 1949-1988, Θεσσαλονίκη, 1989.

[48] Hakan Yavuz and Nihat Ali Özcan,  “The Kurdish Question and Turkey’s Justice and Development Party”, Middle East Policy, no13, Spring 2006

[49] Το πλαίσιο βελτίωσης και ομαλοποίησης των ελληνο-τουρκικών σχέσεων με άξονα την τουρκική υποψηφιότητα για ένταξη στην Ε.Ε. προσφέρει την δυνατότητα στην Άγκυρα να ασχοληθεί απερίσπαστα με την «προς ανατολάς» περιφερειακή έμφαση της (Μέση Ανατολή, Καύκασος /Κεντρική Ασία). Το γεγονός ότι η Άγκυρα δεν έχει εγκαταλείψει τις εδαφικές διεκδικήσεις και την πολιτική ελεγχόμενης έντασης στο Αιγαίο, δεν τις δημιουργεί επείγοντα προβλήματα, καθώς η Αθήνα επί κυβερνήσεων Κώστα Καραμανλή (2004-2009) ακολουθεί στάση αναμονής, «αναβάλλοντας» για αόριστο χρόνο στο μέλλον (που χαλαρά συνδέει με την πορεία των ευρω-τουρκικών σχέσεων) κάθε άσκηση ελληνικής διπλωματικής ή πολιτικο-στρατιωτικής πίεσης για επίλυση των διμερών προβλημάτων. Από την άποψη αυτή, η Ελλάδα θέτει εαυτόν στον κίνδυνο της στρατηγικής υπερκέρασης από την Άγκυρα και υπό δυσμενέστερους όρους την προσπάθεια άρσης των τουρκικών διεκδικήσεων. Η ρητορική της νέας κυβέρνησης για «επανασύνδεση» των ευρω-τουρκικών σχέσεων μ’ έναν «οδικό χάρτη» θετικών βημάτων της Άγκυρας στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις δεν έχει ακόμη εκφραστεί με πρακτικά βήματα και, επιπλέον, η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην Ε.Ε. έχει de facto «παγώσει» λόγω απροθυμίας σειράς κρατών-μελών στην προοπτική ένταξης της Τουρκίας. Παρά τις συνεχιζόμενες κατά καιρούς προκλήσεις στο Αιγαίο, οι διμερείς διπλωματικές επαφές επί διακυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου (2009-) προσπαθούν να αποφύγουν την πόλωση, εστιάζοντας σε θέματα συνεργασίας χαμηλής πολιτικής, όπως η σειρά συμφωνιών που υπογράφηκαν κατά την επίσκεψη Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα τον Μάιο 2010. Η διαφορά αντιλήψεων μεταξύ των δύο κρατών συνεχίζει να υφίσταται στα κρίσιμα ζητήματα ελληνικής ασφάλειας, όπως είχε την ευκαιρία να τονίσει σε ομιλία του σε Τούρκους διπλωμάτες κατά την διάρκεια της επίσημης επίσκεψης του έλληνα Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου στην Τουρκία (Ιανουάριος 2011). Ενδεικτικές είναι οι πρόσφατες εκατέρωθεν δηλώσεις για το Καστελόριζο. Η Ελλάδα διερευνά με την Τουρκία την πλήρη οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας από την Θράκη μέχρι το Καστελόριζο, ξεκαθαρίζει το υπουργείο Εξωτερικών, σε απάντηση δηλώσεων του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας στην εφημερίδα «Η Καθημερινή». Όμως, ο Αχμέτ Νταβούτογλου εξαιρεί το Καστελόριζο από μια ενδεχόμενη συνολική συμφωνία για το Αιγαίο. Υποστηρίζει, μάλιστα, ότι το Καστελόριζο δεν είναι μέρος του Αιγαίου, αλλά της Μεσογείου. «Για την Ελλάδα, στόχος των διερευνητικών επαφών είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών σε όλο το εύρος της, από τη Θράκη μέχρι το Καστελόριζο», τόνισε αντίθετα ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, Γ. Δελαβέκουρας. «Οι διερευνητικές επαφές», δηλώνει ο κ. Νταβούτογλου, «έχουν ρητό στόχο να εξετάσουν όλα τα θέματα που αφορούν τις διαφωνίες μας στο Αιγαίο. Επομένως, είμαστε επικεντρωμένοι κατά προτεραιότητα στο θέμα του Αιγαίου. Ωστόσο, το Καστελόριζο βρίσκεται στη Μεσόγειο». Δες: Καθημερινή, 05-03-2011. Αξιοσημείωτη, αντίθετα, είναι η συστηματική προσπάθεια της Λευκωσίας να συνδέσει με κάθε ευκαιρία τις ευρω-τουρκικές σχέσεις με την συμμόρφωση της Άγκυρας στις συμβατικές δεσμεύσεις της απέναντι στην Ε.Ε. (Πρωτόκολλο Τελωνειακής Ένωσης, κ.α.) και με την επίλυση του Κυπριακού. Ωστόσο, τόσο η πολιτική της Αθήνας όσο και της Λευκωσίας εξαρτώνται σημαντικά από το περιεχόμενο που θα προσλάβουν οι ευρω-τουρκικές σχέσεις στο εγγύς μέλλον. Κομβικό ερώτημα στην διαχείριση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων παραμένει εάν οι ευρω-τουρκικές σχέσεις μπορούν να αποτελέσουν, και κάτω από ποιες προϋποθέσεις, καθοριστικό παράγοντα της άρσης των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο και δίκαιης επίλυσης του Κυπριακού. Σχετικά με τον ελληνικό διάλογο που προκύπτει από διαφορετικές προσεγγίσεις του θέματος ενδεικτικά δες: Στέλιος Αλειφαντής, «Ελληνική Εθνική Στρατηγική: Σύγχρονες Προκλήσεις και Προοπτικές», Monthly Review, no 3, 2005, Κώστας Σημίτης, «Η Σχέση της Τουρκίας με την Ευρώπη: Γιατί πρέπει να Αλλάξουμε Πολιτική», Βήμα, 17-02-2008, Θεόδωρος Kουλουμπής, «Eλληνοτουρκικά και Kυπριακό: τι κάνουμε τώρα;», Καθημερινή, 2-10-2005, Sergios Zambouras, “Turkeys Cyprus Policy: A Research Agenda”, in Chr. Yallourides and P.Tsaconas, (eds), Greece and Turkey after the end of the Cold War, New York 2001, Νίκος Τριμικλινιώτης, «Η Κύπρος στα δύσκολα μονοπάτια της αλήθειας και της συμφιλίωσης», Διεθνής & Ευρωπαϊκή Πολιτική, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2008.

[50] Barry Rubin and Kemal Kirişci, Turkey in World Politics:  An Emerging Multiregional Power, Lynne Rienner Publishers, 2001.

[51] Graham Fuller, “Turkey‘s Strategic Model:  Myths and Realities”, Washington Quarterly, no 27, Summer 2004.

[52] Ian Lesser, “Turkey in a Changing Security Environment”, Journal of International Affairs, no 54, Fall 2000

[53] Bülent Aras, The New Geopolitics of Eurasia and Turkey’s Position, London 2002. “What future does Turkey have in Central Asia and the Caucasus?”, Central Asia-Caucasus Institute, November 19, 2007, Mustafa Aydin, “Foucault’s Pendulum:  Turkey in Central Asia and the Caucasus”  Turkish Studies,no 5, Summer 2004

[54] Tarık Oğuzlu, “Soft Power in Turkish Foreign Policy”, Australian Journal of International Affairs, no 61,  March 2007.

[55] Mehmet Ozkan, «Turkey, Pivotal Middle Powers and Global Order«, Paper presented at the annual meeting of the International Studies Association 48th Annual Convention, CHICAGO, IL, USA, Feb 28, 2007.

[56] Kemal Kirisci, “The Transformation of Turkish Foreign Policy: The Rise of the Trading State”, New Perspectives on Turkey, no. 40, 2009, 29–57.

[57] Στο πλαίσιο της θεμελιώδους επιλογής της για «άνοιγμα» σε νέες αγορές η κυβέρνηση Ερντογάν εφάρμοσε διαδοχικά πακέτα ενίσχυσης της εγχώριας ζήτησης και ξεκίνησε ένα μεσοπρόθεσμο σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης. Οι προσπάθειες της κυβέρνησης συνέβαλαν στην αναζωογόνηση της βιομηχανικής παραγωγής, την ελάφρυνση των επιπτώσεων της κρίσης. Παρόλα αυτά μια υγιή ανάκαμψη κατέστησε αναγκαία την επέκταση του όγκου των εξαγωγών της Τουρκίας, δεδομένων των περιορισμών της εγχώριας αγοράς της να διατηρήσει τη βιομηχανική ανάπτυξη από μόνη της. Ωστόσο, τούρκοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι, παρόλο που ο όγκος των εξαγωγών στην παγκόσμια οικονομία επεκτάθηκε κατά το πρώτο τρίμηνο του 2010, οι τουρκικές εξαγωγές παρέμειναν μάλλον στάσιμες. Από τη άλλη πλευρά, επισημαίνεται ότι η Τουρκία όλο και περισσότερο εξαρτάται από τις εισαγωγές να στηρίξει την οικονομική ανάπτυξη της. Παράλληλα με την αύξηση της εγχώριας παραγωγής και των εξαγωγών, οι τουρκικές εισαγωγές, επίσης, αυξήθηκαν τους τελευταίους μήνες. Το έλλειμμα εξωτερικού εμπορίου αποτελεί πλέον εξαιρετική πηγή ανησυχίας για την τουρκική οικονομία, καθώς στοιχεία δείχνουν ότι από τον Ιούνιο του 2010 το εξωτερικό έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αυξήθηκε κατά 34,9 % από το περασμένο έτος και οι εξαγωγές της Τουρκίας είναι μακράν από την εξισορρόπηση των εισαγωγών της. Saban Kardas, “Turkey’s “Economic Recovery” Raises Questions”, Eurasia Daily Monitor, Volume 7, Issue 150, August 4, 2010, Marcie Patton, “The Economic Policies of Turkey’s AKP Government:  Rabbits from a Hat?”,  Middle East Journal,  no 60,  Summer 2006.

[58] Δες: Martin Wight, Πολιτική Δυνάμεων, Εκδόσεις Ειρήνη, Αθήνα 1994 σελ. 59-66 και 147-158

[59] Όπως στις περιπτώσεις των επιχειρήσεων κατά των κούρδων στο Β. Ιράκ και των πιέσεων που ασκήθηκαν κατά της Συρίας το 1998, δες: “Turkey Launches Major Iraq Incursion”, CNN.com, February 23, 2008.

[60] Για την σχετική διαπραγμάτευση του ζητήματος της «εναρμόνισης» ως καθοριστικό ζήτημα διαμόρφωσης της εξωτερικής πολιτικής δες: Στέλιος Αλειφαντής-Σέργιος Ζαμπούρας, Σύγχρονη Ελληνική Εξωτερική Πολιτική: Προβλήματα Προσέγγισης και Επιλογών, Εκδόσεις Ειρήνη, Αθήνα 1994

[61] John C.K. Daly, U.S. Turkish Relations: A Strategic Relationship Under Stress, Washington, DC: Jamestown Foundation, 2008

[62] Suat Kiniklioglu, “The Anatomy of Turkish-Russian Relations”, Τhe Brookings Institution, 2007, Fiona Hill & Omer Taspinar, “Russia and Turkey in the Caucasus: Moving Together to Preserve the Status Quo?”, IFRI, January 2006.

[63] Δες: Ziya Öniş-Şuhnaz Yılmaz, οπ.π

[64] Δες σχετικά: Sinan Ulgen, “A Place in the Sun or Fifteen Minutes of Fame? Understanding Turkey’s New Foreign Policy”, Carnegie Papers, Number 1 n December 2010

[65] Ziya Öniş and Caner Bakır, “Turkey’s Political Economy in the Age of Financial Globalization: The significance of the EU Anchor”, South European Society and Politics, Vol. 12, No. 2, July 2007, pp. 147-164.

[66] Sinan Ulgen, οπ.π.

[67] Ahmet Davutoglou, “Perspectives on Turkish Foreign Policy”, The Brookings Institution, Washington, D.C. Monday, November 29, 2010

[68] Ahmet Davutoglou, οπ.π.

 


Filed under: Ελεύθερο Βήμα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Ελεύθερο Βήμα, Ισραήλ, Ιστορία, Πολιτική, Στέλιος Αλειφαντής, Ταγίπ Ερντογάν, Τουρκία, Τουτκούτ Οζάλ, Χαλέντ Μασάλ, Χαμάς, The Suspended Step of Turkey, Turkish

Το Ναύπλιο του 1500 στα βενετσιάνικα έγγραφα

$
0
0

Το Ναύπλιο του 1500 στα βενετσιάνικα έγγραφα – Μετάφραση-διασκευή- επιμέλεια – Γιώργος Ρούβαλης


 

 

The Greek Correspondence of Bartolomeo Minio Μια άκρως ενδιαφέρουσα διατριβή παρουσιάστηκε το 1999 στα αγγλικά στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Αμερικής με τίτλο «Bartolomeo Minio Venetian Administration in 15th century Nauplion». Συγγραφέας η Diana Gilliland Wright. Με βάση τις μηνιαίες αναφορές του βενετσιάνου προβλεπτή στο Ναύπλιο Bartolomeo Minio από το 1478 ως το 1483 η συγγραφέας αναλύει την καθημερινότητα της βενετσιάνικης διοίκησης στο Ναύπλιο, τη διάταξη και λειτουργία του στρατού, τις σχέσεις με τους Τούρκους σε ειρήνη και σε πόλεμο, καθώς και το ξεκίνημα του χτισίματος της σημερινής κάτω πόλης του Ναυπλίου. Είναι η πρώτη φορά που ένας ερευνητής παρουσιάζει συγκεκριμένα στοιχεία για το βενετσιάνικο Ναύπλιο, για το οποίο μέχρι τώρα μόνο γενικότητες γνωρίζαμε. Μια άλλη εικόνα, αλλά μυθιστορηματική, της κτήσεως του Παλαμηδιού γύρω στο 1710-14 μπορούμε να βρούμε και στο μυθιστόρημα του Bruno Racine «Ο άρχων του Μορέως», μεταφρασμένο στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κέδρος, 1981. Εκεί, ο συγγραφέας μπαίνει στο πετσί του Augustino Sagredo, που έχει λάβει την εντολή να χτίσει το Παλαμήδι.

Όμως, η διατριβή της Diana Wright είναι πολύ πιο λεπτομερειακή και φανερώνει χρόνια έρευνας και ανάλυσης των βενετσιάνικων ντοκουμέντων, που έχουν διασωθεί. Ας σημειώσουμε εδώ ότι για πολλές περιοχές της βενετσιάνικης Ελλάδας τα αρχεία της Βενετίας υπάρχουν – σε διάφορες βιβλιοθήκες – και βέβαια θέλει ψάξιμο και έρευνα για να τα βρεις και να τα ερμηνεύσεις. Τούτο έκανε – στον καιρό του – και ο ιστοριοδίφης Τάκης Μαύρος, ο οποίος δημοσίευσε στο Δελτίο Ιστορικών Μελετών Ναυπλίου που εξέδιδε (δεκαετία 1990) πλήθος τέτοιων και άλλων εγγράφων.

Θα κάνουμε εδώ μία σύντομη παρουσίαση της διατριβής της Diana Wright στα ελληνικά με την ελπίδα ότι θα χρησιμεύσει σε όσους δεν μπορούν να διαβάσουν το πρωτότυπο.

 

Τιντορέττο (Jacopo Tintoretto 1518-94), Πορτρέτο Ενετού Ναυάρχου. Museo Nacional del Prado (Spain - Madrid).

Τιντορέττο (Jacopo Tintoretto 1518-94), Πορτρέτο Ενετού Ναυάρχου. Museo Nacional del Prado (Spain – Madrid).

Η ερευνήτρια αναλύει τα dispacci, δηλαδή μηνιαίες αναφορές του Bartolomeo Minio προς την έδρα της Βενετίας. Διορίστηκε Provveditor, δηλαδή προβλεπτής στο Ναύπλιο στις 13 Φεβρουαρίου 1478[79]. Το βενετσιάνικο έτος άρχιζε την 1η Μαρτίου. Έφτασε στο Ναύπλιο μετά από μια στάση στη Μεθώνη στις 8 Νοεμβρίου του 1478. Το Ναύπλιο για 90 χρόνια ήταν μια ελάσσων αποικία της Βενετίας, αλλά μετά από την απώλεια του Negroponte (Χαλκίδα) το 1370, το Ναύπλιο «Napoli di Romania» γίνεται «η πιο σημαντική γη του κράτους μας (Stato Mar, δηλαδή τις υπερπόντιες αποικίες σε αντίθεση με το stato terra, που ήταν εκτάσεις στην ιταλική χερσόνησο) στην Ανατολή». Επίσης αρχίζουν να χτίζονται σημαντικές οχυρώσεις στο Ναύπλιο. Ας θυμηθούμε εδώ ότι ο βενετοτουρκικός πόλεμος, που είχε αρχίσει με την Παπική Σταυροφορία του 1463, είχε παραταθεί έως το 1479 με τρομερές συνέπειες για τα ελληνικά εδάφη. Η κατάσταση στο Μοριά ήταν εύθραυστη, διότι τοπικοί Οθωμανοί αγάδες αποσπούσαν γαίες και προέβαιναν σε πειρατικές πράξεις, οι μισθοφόροι δεν είχαν πληρωθεί για πολύ καιρό, ενώ πολλοί ντόπιοι Μοραΐτες, Έλληνες και Αλβανοί, θεωρούσαν την επιλογή της ειρήνης με την Τουρκία ως βενετσιάνικη προδοσία. Ο Bartolomeo Minio λοιπόν φτάνει στο Ναύπλιο στην αρχή μιας πρόσφατης και μακράς περιόδου ειρήνης.

Νωρίτερα από την παρούσα διατριβή, μία σύντομη πηγή για το βενετσιάνικο Ναύπλιο είναι το άρθρο του Γ.Σ. Πλουμίδη «Ειδήσεις για το βενετοκρατούμενο Ναύπλιον, 1440-1550», στο Πελοποννησιακά, αρ. 8 (1971), 261-275., καθώς , βέβαια, και το βιβλίο της Ευτυχίας Λιάτα «Το Ναύπλιο και η ενδοχώρα του από τον 17ο στον 18ο αιώνα ,οικιστικά μεγέθη και κατανομή της γης», Ακαδημία Αθηνών, 2002, που αναλύει το Κτηματολόγιο των Βενετσιάνων, με στοιχεία των ετών 1703-1705.

Ας σημειωθεί ότι η πραγμάτωση της ειρήνης εξαρτάτο όχι τόσο από την υπογραφή ενός φιρμανίου, αλλά από τις ενέργειες των τοπικών Βενετσιάνων και Οθωμανών ηγετών για τις λεπτομέρειες, π.χ. διαμόρφωση ορίων κ.λπ., που συνεπάγεται. Ο Minio ως προβλεπτής επρόκειτο να συμμετάσχει κατά τη διάρκεια της θητείας του σε τέσσερις διαφορετικές διαπραγματεύσεις για όρια, μια παμπελοποννησιακή εξέγερση, καθώς και σε διαρκή αγώνα κατά των πειρατών στη θάλασσα και στη στεριά. 84 dispacci του Minio προς την Signoria και τον Capitan Generale του στόλου βρίσκονται στη βιβλιοθήκη του Μουσείου Correr στη Βενετία «dispacci al Senato ed at altri Bartolomeo Minio» κι έχουν δημοσιευτεί στον έκτο τόμο του Κ. Σάθα «Μνημεία ελληνικής ιστορίας». Το πρώτο dispaccio έχει χρονολογία 12 Νοεμβρίου 1479 και το τελευταίο 25 Μαρτίου 1483. Υπάρχουν επίσης στην ίδια βιβλιοθήκη εκθέσεις τέλους διακυβέρνησης από τρεις κυβερνήτες του Ναυπλίου το 1525, το 1527 και το 1531. Οι εκθέσεις αυτές (relationes) προσφέρουν βασική πληροφόρηση, που ο Minio δεν δίνει: αριθμοί πληθυσμού και αλλαγές, σχόλια περί του Συμβουλίου (Consilio) του Ναυπλίου, εκθέσεις για φόρους, όμως τα dispacci είναι καθημερινές περιγραφές των θεμάτων και των κρίσεων, αναχωρήσεις και αφίξεις στρατιωτών, αξιωματικών και πλοίων, περιοδικές επιθεωρήσεις και πληρωμές, εξέλιξη των σχέσεων. Επίσης, τα dispacci, που καλύπτουν 42 διαδοχικούς μήνες, κάνουν δυνατή την ανίχνευση σχέσεων μεταξύ εποχών και γεγονότων.

Όπως σημειώνει η ερευνήτρια, οι εκθέσεις του Minio μπορούν να συγκριθούν με ανάλογες του Giacomo Barbarigo, που γράφτηκαν μεταξύ 1465 και 1466. Εξάλλου έχουμε λίγες ή σχεδόν ανύπαρκτες πηγές για την περίοδο εκείνη εκ μέρους των Ελλήνων. Η μόνη, η οποία φαίνεται να υπάρχει, είναι το κείμενο του Δωροθέου της Μονεμβασίας, «Bιβλίον Iστορικόν» του 17ου αιώνα, το οποίο παρουσιάζει μια θετική εικόνα της βενετσιάνικης κυριαρχίας.

Ποιος ήταν όμως ο Bartolomeo Minio; Όταν φτάνει στο Ναύπλιο, βρίσκεται σε μια μέση ηλικία με προηγούμενη εμπειρία μια θητεία στην Κέρκυρα ως cancelliere. Έπασχε από συχνούς πονοκεφάλους και πόνους στον αυχένα. Ήταν μάλλον μοναχικός άνθρωπος. Τη θητεία του ελαφρύνει η συχνή άφιξη του κουνιάδου του, Piero Trevisan, κυβερνήτη μιας γαλέρας, ο οποίος έφτασε στο Ναύπλιο με αποστολή αρκετές φορές. Αισθανόταν απομονωμένος «in questa terra in luogo remoto» με τη δουλειά του να μην αναγνωρίζεται, τα γράμματά του να μένουν χωρίς απάντηση και τα αιτήματά του για χρήματα, τρόφιμα και προμήθειες να αγνοούνται. Ο Minio βρίσκεται συνέχεια κουρασμένος ζητώντας χρήματα, σιτηρέσια για τους στρατιώτες, εργάτες, υλικά, δηλαδή η απελπισία και η απογοήτευσή του είναι προφανείς.

Για τη συνέχεια του άρθρου πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Το Ναύπλιο του 1500 στα βενετσιάνικα έγγραφα


Filed under: Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ναύπλιο, Ναύπλιο - Ιστορικά, Ψηφιακές Συλλογές Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Augustino Sagredo, Bartolomeo Minio, Diana Wright, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Γιώργος Ρούβαλης, Διδακτορική Διατριβή, Ενετοκρατία, Ιστορία, Ναύπλιο, Ψηφιακές Συλλογές, Piero Trevisan, Provveditor, Stato Mar

Η σύγχρονη μετανάστευση και η γνώση της Ιστορίας

$
0
0

Σοφία ΠατούραΗ σύγχρονη μετανάστευση και η γνώση της Ιστορίας, Σοφία Πατούρα- Σπανού, Διευθύντρια Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο της Δρ. Σοφίας Πατούρα- Σπανού, Διευθύντριας Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών με θέμα:

«*Η σύγχρονη μετανάστευση και η γνώση της Ιστορίας»

 

Ο λατίνος ποιητής Οβίδιος, στα ποιήματά του Tristia και Ex Ponto, διεκτραγωδώντας «τους σκυθικούς χειμώνες» της εξορίας του στον Εύξεινο Πόντο, κοντά στις όχθες του Δούναβη, αντιμετωπίζει τον ποταμό άλλοτε ως «προστάτη» και «σωτήρα» των κατοίκων της από ‘δώ πλευράς και άλλοτε πάλι ως «βάρβαρο» και «συνωμότη» αφού τα κρυσταλλωμένα νερά του επιτρέπουν την είσοδο των «βαρβάρων» στον πολιτισμένο κόσμο της Δύσης.

Οβίδιος

Οβίδιος

Αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων που διαδραματίζονται στο Δούναβη, ιδιαίτερα κοντά στις εκβολές του, βλέπει τους λαούς που τον περιβάλλουν ως «έθνη άγρια» και «ανάξια» να μνημονευθούν από το συγγραφικό ταλέντο του. Πέρα από τα προσωπικά του βιώματα στην εξορία, ο μεγάλος λατίνος ποιητής εκφράζει αναμφίβολα την πολιτική ιδεολογία της εποχής του, την ιδεολογία γύρω από τα σύνορα και το ρόλο τους, την ιδεολογία των Ρωμαίων έναντι των ξένων. Εξάλλου, για την πλειονότητα των αρχαίων συγγραφέων ο Δούναβης αποτελεί σύνορο που χωρίζει (απείργει κατά λέξη) τη βαρβαρότητα από τον πολιτισμό.

Η αλυσίδα των ρωμαϊκών οχυρώσεων κατά μήκος του ποταμού που από μόνος του, ως φυσικό φράγμα, δεν εξασφάλιζε την ακεραιότητα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, το περίφημο δηλαδή ρωμαϊκό limes, ήταν για τους ανθρώπους της εποχής η «κόκκινη γραμμή» που χώριζε τους δύο κόσμους: τον πολιτισμένο κόσμο της Δύσης από εκείνον της βαρβαρότητας.

Στους επόμενους, ωστόσο, αιώνες «όταν ο ερημωμένος από ανθρώπους βορράς εξέβαλε τους εισβολείς επάνω μας, όταν όλες οι ακτές του Δούναβη προξενούσαν πολέμους», κατά την ποιητική έκφραση του Κλαύδιου Κλαυδιανού, η εικόνα του Δούναβη και των λαών που τον περιέβαλαν άλλαξε και οι γνώσεις των ανθρώπων εκείνης της μεταβατικής εποχής εμπλουτίστηκαν με νέα στοιχεία. Τα μεταναστευτικά φύλα που κατέκλυζαν τις βόρεια του Δούναβη περιοχές και συνωθούνταν για να περάσουν στη νότια όχθη, εξωθημένα από τους συνεχείς πολέμους με νέους λαούς που κατέφθαναν στα μέρη τους και από την ανάγκη για επιβίωση, αποκτούσαν σιγά-σιγά όνομα· η εικόνα του Δούναβη γινόταν πιο ρεαλιστική, απαλλαγμένη από υπερβολές, μυθοπλασίες και ιδεοληψίες.

Όλο αυτό το συνονθύλευμα των λαών και εθνοτήτων, το μωσαϊκό των πολιτισμών, το αμάλγαμα των γλωσσών, το σκηνικό της σύγχυσης με τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις, τις ωσμώσεις και τις αφομοιώσεις, δημιούργησαν ένα νέο και σύνθετο τοπίο στο σύνορο του Δούναβη. Σιγά-σιγά το άλλοτε ισχυρό και απροσπέλαστο φράγμα του μεγάλου ποταμού έγινε ζώνη επαφής και επικοινωνίας των λαών, τόπος συνάντησης διαφορετικών κόσμων. Ο ίδιος ο Δούναβης αποτελούσε από μόνος του μιαν οικουμένη, μία «Βαβέλ» της εποχής, σύμβολο σύγχυσης αλλά ταυτόχρονα πεδίο ώσμωσης και ενότητας.

Η Μεγάλη Μετανάστευση των Λαών είχε ήδη δρομολογηθεί και ο Δούναβης επρόκειτο να γίνει σύνορο-σύμβολο για την ιστορία του Βυζαντίου αλλά και των λαών της μεσαιωνικής Ευρώπης. Βρισκόμαστε σε μια εποχή κατά την οποία η νεοσύστατη αυτοκρατορία της Ανατολής, μπροστά στο όραμα της νέας πολιτικής ιδεολογίας της, εγκαταλείπει τις ξενοφοβικές αντιλήψεις τής Ρώμης περί ακεραιότητας και καθαρότητας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και του πολιτισμού της. Ανοίγει τα σύνορά της, διευρύνει την πολυεθνικότητά της και με την ενσωμάτωση νέων πληθυσμιακών ομάδων και λαών εμπλουτίζει την πολυπολιτισμικότητά της.

 

Ο Θεοδόσιος (395 μ.Χ.) διαιρεί τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σε Ανατολική, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, και Δυτική, με πρωτεύουσα την Ρώμη. Ακολουθεί η μεγάλη μετανάστευση των Λαών.

Ο Θεοδόσιος (395 μ.Χ.) διαιρεί τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σε Ανατολική, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, και Δυτική, με πρωτεύουσα την Ρώμη. Ακολουθεί η μεγάλη μετανάστευση των Λαών.

 

Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία μετεξελίσσεται και μεταλλάσσεται σταδιακά, διεκδικώντας πλέον, εκτός της πολιτικής και στρατιωτικής κυριαρχίας, το δικαίωμα της εκπροσώπησης της οικουμενικότητας και του παγκόσμιου πολιτισμού. Η έννοια του ρωμαϊκού συνόρου καταρρίπτεται σιγά-σιγά και η ίδια η αυτοκρατορία καλείται να πληρώσει το τίμημα των δικών της ιδεολογικών και πολιτικών επιλογών περί παγκοσμιότητας και αιωνιότητας.

Οι απολίτιστοι και περιφρονημένοι «βάρβαροι» σπάζουν σιγά-σιγά τα δεσμά της απομόνωσής τους και έρχονται σ’ επαφή με τον πολιτισμένο κόσμο της αυτοκρατορίας. Προσλαμβάνουν στοιχεία του πολιτισμού του, εγκαταλείπουν τα άγρια ήθη τους, προσαρμόζονται στη νέα συναρπαστική γι’ αυτούς πραγματικότητα, και γίνονται, στο διάβα των αιώνων, μαζί με τους λαούς που συναντούν στη Δύση, οι σφυρηλάτες της νέας Ευρώπης.

Η μετεξέλιξη, ωστόσο, της αυτοκρατορίας που ταυτίζεται με δύο κορυφαίες ιστορικές εμπειρίες, τη διάδοση του χριστιανισμού και τη Μεγάλη Μετανάστευση των Λαών, πραγματοποιήθηκε μέσα από μακρές, επίπονες και χρονοβόρες διαδικασίες. Ιδιαίτερα ως προς το ζήτημα της αντιμετώπισης των ξένων – εισβολέων, μεταναστών και προσφύγων – τα κείμενα των συγγραφέων της εποχής απεικονίζουν τη διάσταση που επήλθε τότε στους κόλπους της βυζαντινής κοινωνίας.

Παλαιές και νέες ιδεολογίες και αντιλήψεις αντιπαρατέθηκαν σφοδρά, η πολιτική και η στρατιωτική εξουσία ήρθαν σε ανοικτή σύγκρουση κάποιες φορές, κοινωνικές ομάδες αντέδρασαν ξενοφοβικά και βίαια, η περιφέρεια και οι βόρειες επαρχίες, ως πρώτος χώρος υποδοχής των ξένων, στράφηκαν με δριμύτητα κατά της κεντρικής εξουσίας, την οποία μέμφθηκαν για παραμέληση και εγκατάλειψη, παίρνοντας συχνά την τύχη στα χέρια τους.

Ο ρήτορας Θεμίστιος, πολιτικός σύμβουλος τριών αυτοκρατόρων της πρώιμης βυζαντινής αυτοκρατορίας, σε διαρκή αντιπαράθεση προς τον σύγχρονό του, εκφραστή της ρωμαϊκής συντήρησης και ξενοφοβίας, Συνέσιο, μέσα από τους γνωστούς Λόγους που μας κληροδότησε, έχει δικαιωματικά κερδίσει τον τίτλο του μεγάλου θεωρητικού της νέας πολιτικής πρακτικής της αυτοκρατορίας έναντι των ξένων μεταναστευτικών λαών.

Από τη μια επικαλείται τη λογική και τη ρεαλιστική προσέγγιση των πραγμάτων, και από την άλλη επιστρατεύει το συναίσθημα και την ηθική, μέσ’ από ποικίλα φιλοσοφικά σχήματα περί φιλανθρωπίας, ειρήνης και συμφιλίωσης των λαών. Σε μια διατύπωση πολιτικού ρεαλισμού, περιγράφει με λεπτομέρειες και εκπληκτική ακρίβεια τη φυσική διαμόρφωση του Δούναβη με τις λωρίδες ξηράς και τα έλη που διευκόλυναν τη διέλευση των μεταναστευτικών φύλων και καταλήγει ότι «τίποτε δεν μπορεί να χωρίσει τους Σκύθες (Γότθους) από τούς Ρωμαίους· ούτε ο ποταμός, ούτε τα έλη, ούτε τα φράγματα· αυτά μπορεί κανείς να τα διακόψει, να τα διαπλεύσει και να τα υπερβεί».

Μέσ’ από μια σειρά ερωτημάτων-επιχειρημάτων προς το ακροατήριό του, στα οποία εκείνος ως φιλόσοφος προσδίδει και ιδεολογική διάσταση, αποκαλύπτει τον πολιτικό ρεαλισμό που εμπεριείχε η απόφαση του αυτοκράτορά του Θεοδοσίου να δεχθεί και να εγκαταστήσει τους πρόσφυγες Γότθους στα εδάφη της αυτοκρατορίας: οι έρημες από πληθυσμό αγροτικές περιοχές είχαν ανάγκη από εργατικά χέρια ενώ ο απογυμνωμένος στρατός της αυτοκρατορίας χρειαζόταν ενίσχυση, έστω από τις τάξεις των «βαρβάρων». Εξάλλου η πρόβλεψή του ότι εντός ολίγου χρόνου θα αντιμετωπίσουμε τους Σκύθες (Γότθους) ως ομοσπόνδους, ομοτραπέζους, ομού στρατευομένους, ομού λειτουργούντας, θα επαληθευτεί, καθώς πολλοί Γότθοι θα καταλάβουν σε σύντομο διάστημα καίριες θέσεις και υψηλά αξιώματα στον κρατικό μηχανισμό της αυτοκρατορίας, πολιτικό και στρατιωτικό.

Η πολιτική βούληση και η αποφασιστικότητα της κεντρικής εξουσίας της αυτοκρατορίας και των πνευματικών ταγών της, φαίνεται πως υπερίσχυσαν και κυριάρχησαν για το «κοινό όφελος» (κοινή λυσιτελές). Παρακάμπτοντας σκοπέλους, κατευνάζοντας με ποικίλα μέσα τα πνεύματα στις τάξεις των λαϊκών στρωμάτων που πλήττονταν από την εισδοχή των ξένων στα εδάφη της αυτοκρατορίας και αγνοώντας τις ξενοφοβικές κραυγές των εκπροσώπων της ρωμαϊκής παράδοσης, προσπάθησαν και πέτυχαν ν’ αλλάξουν τον ρου της Ιστορίας και να καταστήσουν την νέα αυτοκρατορία μεγάλη, πολυεθνική και παγκόσμια δύναμη.

Ο Κωνσταντίνος και ο Ευσέβιος υπηρετώντας τη νέα πολιτική φιλοσοφία που οι ίδιοι οικοδόμησαν και εγκαινίασαν από τον 4ο κιόλας αιώνα και λειτουργώντας στο πνεύμα του πολιτικού ρεαλισμού που απαιτούσαν οι καιροί, δικαιώθηκαν με τις επιλογές τους καθώς οι διάδοχοί τους ακολούθησαν το πολιτικό τους όραμα και κατέστησαν πράγματι την αυτοκρατορία μεγάλη και παγκόσμια δύναμη.

 

Έλληνες πρόσφυγες στη Συρία κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης (Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου). Στη λεζάντα της φωτογραφίας, που προφανώς εικονίζει μια σκηνή συσσιτίου, αναγράφεται ότι οι Αμερικανοί σίτισαν 12.000 Έλληνες.

Έλληνες πρόσφυγες στη Συρία κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης (Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου). Στη λεζάντα της φωτογραφίας, που προφανώς εικονίζει μια σκηνή συσσιτίου, αναγράφεται ότι οι Αμερικανοί σίτισαν 12.000 Έλληνες.

 

Το σύγχρονο φαινόμενο – για να περάσω στο σήμερα – της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών διαφόρων εθνοτήτων, με όλες τις παραμέτρους και τα στοιχεία που εμπερικλείει, παραπέμπει, περισσότερο από κάθε άλλη περίπτωση, σ’ εκείνη την μακρινή χρονικά περίοδο της Μεγάλης Μετανάστευσης των Λαών.

Όλο αυτό το σκηνικό ενός μωσαϊκού λαών, γλωσσών και θρησκειών, που εκτυλίσσεται καθημερινά στις τηλεοπτικές οθόνες μας, σε μια αέναη περιπλάνηση μέσ’ από επικίνδυνα ταξίδια στη θάλασσα, στα ποτάμια και στη στεριά, συχνά μπροστά σε τείχη, σε φράχτες και προτεταμένα όπλα, ανακαλεί στη μνήμη μας την εικόνα που δημιουργούν στη φαντασία του αναγνώστη οι λεπτομερείς και παραστατικές περιγραφές λατίνων και ελλήνων συγγραφέων, γύρω από τα γεγονότα της Μεγάλης Μετανάστευσης των Λαών.

Μπροστά σε αυτό το πρωτόγνωρο για την εποχή μας φαινόμενο, η σημερινή Ενωμένη Ευρώπη στέκεται ακόμη αμφίθυμη και διχασμένη· μέχρι πρότινος αδιάφορη και εθελοτυφλούσα σε αυτό που αργά ή γρήγορα θα προκαλούσαν οι δικές της πολιτικές επιλογές, εναρμονισμένες μ’ εκείνες της μεγάλης συμμάχου της, της υπερατλαντικής δύναμης και όχι μόνο.

Λησμονώντας ότι στο επίκεντρο του πολιτικού της δόγματος περί παγκοσμιοποίησης θα έπρεπε να βρίσκονται οι άνθρωποι και η ελεύθερη μετακίνησή τους, στέκεται αμήχανη, διστακτική και αντιφατική μπροστά στην απόγνωση και την απέλπιδα προσπάθεια χιλιάδων ανθρώπων να κερδίσουν την επιβίωσή τους. Αιφνιδιασμένη από το «κακό» που χτύπησε την πόρτα της και διαρκώς πίσω από τις εξελίξεις, προσπαθεί ν’ αντιμετωπίσει το πρόβλημα με ημίμετρα και ασκήσεις επί χάρτου, με τακτικισμούς και διπλωματικούς ελιγμούς, σε κλίμα αναποφασιστικότητας και σύγχυσης.

Θα έλεγα, κλείνοντας, ότι η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα ενώπιον μιας μεγάλης ιστορικής πρόκλησης, παρόμοιας – τηρουμένων των αναλογιών που συνεπάγεται η μεγάλη χρονική απόσταση των γεγονότων- μ’ εκείνη που γνώρισε και εκμεταλλεύθηκε επωφελώς η νέα δύναμη της Ανατολής κατά τη μετάβασή της από τη φθίνουσα ρωμαϊκή στη βυζαντινή αυτοκρατορία.

Θα ήταν, λοιπόν, χρήσιμο η σημερινή Ευρώπη να λάβει υπ’ όψη της ανάλογες ιστορικές εμπειρίες και να μελετήσει καλύτερα τη δική της ευρωπαϊκή ιστορική αφετηρία. Ίσως έτσι μπορέσει ν’ αποκτήσει όραμα για το μέλλον της μέσ’ από πολιτικές ρεαλισμού αλλά και ευαισθησίας απέναντι στον άνθρωπο και την προστασία της ζωής του.

 

Σοφία Πατούρα- Σπανού

Διευθύντρια Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

* Τα άρθρο φιλοξενείται και στην Εφημερίδα των Συντακτών, 6 Οκτωβρίου 2015.


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ελεύθερο Βήμα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, παγκοσμιοποίηση, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Ελεύθερο Βήμα, Θεμίστιος, Ιστορία, Μετανάστευση, Μεγάλη Μετανάστευση των Λαών, Πολιτισμός, Συρία, Σοφία Πατούρα- Σπανού

Βενετσιάνοι Μισθοφόροι Stradioti στη Ναυπλία

$
0
0

Βενετσιάνοι Μισθοφόροι Stradioti στη Ναυπλία – Γιώργος Ρούβαλης


 

Μια πρακτική της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας για αμοιβές των μισθοφόρων στρατιωτών της, εκτός από τις πληρωμές σε μετρητά, που συχνά καθυστερούσαν, σε δημητριακά ή και σε υφάσματα για στολές, ήταν κυρίως η παραχώρηση γαιών για να συντηρήσουν εαυτούς, το άλογό τους (αφού ήταν ιππείς) και την οικογένειά τους. Αυτά δεν ήταν φέουδα, αλλά μπορούσαν να μεταβιβαστούν στα παιδιά τους. Η Βενετία μπορούσε να ανακτήσει ενδεχομένως αργότερα αυτές τις γαίες και να τις παραχωρήσει σε άλλους. Έτσι, πολλοί τέτοιοι stradioti εγκαταστάθηκαν και αρκετοί παρέμειναν στη ναυπλιακή πεδιάδα.

Μπορούμε να ανακαλύψουμε σημερινούς απογόνους τους; Μια σαφής ένδειξη είναι και τα επώνυμά τους, ορισμένα βέβαια εξελληνισμένα. Οι stradioti ήταν Έλληνες, Αλβανοί, Ιταλοί, Δαλματοί, αλλά και Γερμανοί, Γάλλοι, Φλαμανδοί, Μπαταβοί (Ολλανδοί) κ.λπ.

Ο Μερκούριος Μπούας, 1953 Νίκος Εγγονόπουλος. Ανάμεσα στους ξακουστούς στρατιώτες της Αργολίδας μερικοί από τους αρχηγούς των έγιναν ιδιαίτερα ονομαστοί για την ανδρεία τους και διαπρέψανε σε πολεμικά κατορθώματα. Ένας από τους διαπρεπέστερους αυτούς στρατιώτες ήταν ο Μερκούρης-Μαυρίκης Μπούας, που είχε γεννηθεί στ’ Ανάπλι στα 1496.

Ο Μερκούριος Μπούας, 1953 Νίκος Εγγονόπουλος. Ανάμεσα στους ξακουστούς στρατιώτες της Αργολίδας μερικοί από τους αρχηγούς των έγιναν ιδιαίτερα ονομαστοί για την ανδρεία τους και διαπρέψανε σε πολεμικά κατορθώματα. Ένας από τους διαπρεπέστερους αυτούς στρατιώτες ήταν ο Μερκούρης-Μαυρίκης Μπούας, που είχε γεννηθεί στ’ Ανάπλι στα 1496.

Μια εξαντλητική έρευνα του λεπτολόγου ιστοριοδίφη μας, Τάκη Μαύρου (1915-2001), που δημοσιεύτηκε σε έξι συνέχειες στο πλουσιότατο Δελτίο Ιστορικών Μελετών Ναυπλίου, που εξέδιδε τη δεκαετία του ’90 με εκδότη τον Δήμο Ναυπλιέων υπό τον τίτλο «Παλαιά Επώνυμα στη Σύγχρονη Αργολίδα», μας επιτρέπει να σταχυολογήσουμε όσα επώνυμα φαίνονται ότι ανήκουν σε στρατιώτες, είτε από τις αρχειακές παραπομπές για καθέναν, που παραθέτει ο Μαύρος (π.χ. «το επώνυμο αναφέρεται σε κατάσταση στρατιωτών του τάδε έτους»), είτε από την προφανή ιταλική καταγωγή τους. Ο Μαύρος σημειώνει επίσης και τις πόλεις και χωριά όπου απαντάται κάθε επώνυμο.

Εάν λοιπόν η αίσθηση που αποκτούμε διαβάζοντας αυτά τα επώνυμα είναι σωστή, οι σύγχρονοι κάτοχοί τους πρέπει να είναι απόγονοι εκείνων των στρατιωτών, που παρέμειναν τελικά στην Αργολίδα. Τούτο ενισχύει περαιτέρω τους δεσμούς της Ναυπλίας με τη Βενετία: αφού οι απόγονοι των στρατιωτών εκείνων παρέμειναν στα μέρη μας και είναι πλέον εξ’ ολοκλήρου Έλληνες, η καταγωγή των προγόνων τους μας φέρνει ακόμα κοντύτερα στο βενετσιάνικο παρελθόν του Ναυπλίου και της περιοχής μας.

Παραθέτουμε λοιπόν ένα τέτοιο κατάλογο, που είναι πιο περιορισμένος από εκείνον του Τάκη Μαύρου, γιατί κρατήσαμε μόνο όσα επώνυμα στρατιωτών σαφώς αναφέρονται ή όσα νομίζουμε ότι ανήκουν σ’ αυτούς.

Οι στρατιώτες αυτοί συμμετείχαν με μεγάλη ανδρεία σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις των Ενετών του καιρού τους, εναντίον των Τούρκων. Πολλοί και οι οικογένειές τους βρίσκονταν στην υπηρεσία της Βενετίας για πάνω από 200 ή 300 χρόνια. Για την ανδρεία αυτή, η Βενετία τους τίμησε κατά καιρούς με παράσημα, απονομή της βενετσιάνικης υπηκοότητας και καταφύγιο για τους ίδιους και τις οικογένειές τους στη Μητρόπολη ή σε άλλες ενετικές κτήσεις, όπως στην Κέρκυρα, Κρήτη, Κύπρο, κατά τις δύο πτώσεις του Ναυπλίου σε οθωμανικά χέρια.

Μάλιστα ένας Βενετσιάνος συνθέτης και ποιητής, ο Antonio Molino, έγραψε υμνητικά άσματα για έναν γενναίο τέτοιο στρατιώτη, τον Μανώλη Μπλέσση, το όνομα του οποίου έχει δοθεί και σε ένα δρόμο του Ναυπλίου.

Άρα οι σημερινοί απόγονοί τους πρέπει να είναι περήφανοι για τους ανδρείους προγόνους τους, οι οποίοι όμως συχνά περνούσαν μεγάλες στερήσεις και από την πείνα τους έσωζε μόνο η καλλιέργεια των χωραφιών τους και ενδεχομένως το ψάρεμα.

 

Ακολουθεί ο κατάλογος:

 

ΑΡΓΕΝΤΟΣ (χ. Πασά – Ίναχος). Ένας Αργέντος αναφέρεται στους λογαριασμούς του Σταύρου Ιωάννου, στο Amsterdam, το 1800 (116:181). “Argenti” και Σία: Τούρκος υπήκοος στη Βιέννη, το 1797 (166:49). Ευστράτιος Αργέντης: συλλαμβάνεται στη Βιέννη, το 1797, σαν συνεργός του Ρήγα Φεραίου (174:607). Ένας Δε Αρζέντας, από την Σαντορίνη, υπογράφει ως μάρτυς σε συμβόλαιο δωρεάς το 1645 στη Νάξο (92:89). Και Άγιος Ανδρέας Αργέντης, Χίος το 1465 (264). «Πρωτογερακάρης» Αργ., στη Χίο, στις αρχές του 14ου αι. (265:196).

ΒΑΡΒΕΡΗΣ (Άργος 1849, Δαλαμανάρα, Κρανίδι). Στρατιώτης Zorgi Ververi, αναφέρεται σε κατάσταση στρατιωτών του Ενετικού στρατού, το 1541 (261:353).

ΒΙΓΓΟΣ (Άργος). Ένας «Αντώνης Βίγκος», γεντεκλής (ναύτης), αναφέρεται, το 1809 σε κατάσταση του καπετάν Ρούσου στη Κ/πολη (20:1).

ΒΛΑΣΗΣ (Άργος, Ερμιόνη). Ένας «Γεώργιος Βλάσσης» μνημονεύεται ως στρατιώτης, το 1547, στα Ενετικά Αρχεία (261:437). Το επώνυμο συναντάται στην Ήπειρο από το 1603 (194:33). Ένας «Ντέντες Βλάσης» αναφέρεται σε έγγραφο του Αιγίνης και Ύδρας Αμβροσίου, το 1805 (18:298). «Θεοδόσιος Βλάσσης» αναφέρεται σε συμβόλαιο αγοραπωλησίας τουρκικό του 1817, στο Κουτσοπόδι (203). Οικογένεια Βλάση αναφέρεται σε τουρκικό χοτζέτι του 1818, που επιλύει δικαστική διένεξη στο Διμηνιό της Κορινθίας (11).

ΒΟΝ (ΜΠΟΝ) (Ναύπλιο). Ένας Scipio Bon, σοπρακόμιτος το 1479-1483 με δράση στα νερά του Αργολικού κόλπου, αναφέρεται στα Dispacci da Napoli di Romania (259:123). Το ιταλικό αυτό επώνυμο είναι ευρύτατα διαδεδομένο και σαν ΒΟΝ αλλά και σαν Μπόνος ή Μπόνης.

ΒΡΕΛΛΟΣ (Άργος) Με το επώνυμο Vorello απαντώνται, το 1473, στρατιώτες: Ηλίας, Δημήτριος, Ιωάννης (Ionio;) και Νικόλας (260:11). Χωρίον Βρέλη επαρχίας Καινούργιου (Κρήτη) (286:330).

ΒΡΕΤΤΟΣ (Ερμιόνη, Κρανίδι). Συνηθισμένο βαπτιστικό όνομα κατά τον Μεσαίωνα. Το όνομα Βρετός ή Βρεττός το έδιναν σε νεογέννητα οικογενειών, που είχαν μεγάλη παιδική θνησιμότητα, ελπίζοντας ότι, μ’ αυτό τον τρόπο, θα απέφευγαν το θανατικό ή τη βασκανία (όπως άλλωστε, και τα ονόματα Στυλιανός, Σταμάτης, Στεκούλα –στη Μεσσηνία– κ.α.). Το παιδί, δηλαδή, δεν ανήκε στην οικογένεια και, επομένως, η Θεία Δίκη πιθανόν να το παρέβλεπε. Βρεττό, επίσης, λεγόταν και το έκθετο. Πολλοί στρατιώτες, από αυτούς που αναγράφονται στις καταστάσεις του Ενετικού στρατού, έχουν αυτό το όνομα.

ΓΕΩΡΓΙΛΑΣ (Άργος). «Γεωργιλάς», στρατηγός Καλαβρίας, αναφέρεται το ΣΤΦΞΑ (1053/54) (155:130). «Γεωργιλάς Εμμανουήλ» (πιθανόν στρατιώτης) υποβάλλει έκθεση έμμετρο στις Ενετικές Αρχές, το 1533, περί του τρόπου με τον οποίον μπορούν να καταστρέψουν τους Τούρκους (259:313, 29:195). Τοπωνύμιο στο χωριό Ρεμούσταφα (Αδριανή) Πυλίας (313:243, 29:195). Περισσότερα (29:195-196).

ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ (Άργος). Γεώργης Γιαννούλης αναφέρεται στον Ενετικό στρατό το 1541. Επίσης, Αποστόλης και Ελένη, το 1547 (261:353, 261:457). Τζώρτζης Γιαννούλης, γιατρός στην Ύδρα το 1803, αναφέρεται σε διαταγή του Γαζή Χουσεΐν καπουδάν πασά (18:38).

ΓΚΙΝΗΣ (Επίδαυρος, Ναύπλιο). Αλβανικό τοπωνύμιο “Ljimi Gjigni” (: το αλώνι του Γκίνη) στο χωριό Χαλκιά της Τριφυλίας (313:327). Στρατιώτης Κων/νος Γκίνης (Gini), αναφέρεται σε Ενετικά έγγραφα το 1535 (260:166). Αντώνιος Βασιλείου Γκίνης: θαρραλέος Σπετσιώτης καπετάνιος ταχυπλόου κιρλαγκίτς (είδος ιστιοφόρου), διασπά τον Εγγλέζικο αποκλεισμό (1793) και μεταφέρει από την Κ/πολη στο γαλλικό λιμάνι Μπριγκανσόν, τον πρεσβευτή της Γαλλίας στην Κ/πολη και 200 γάλλους ναύτες (246).

ΓΚΛΑΒΑΣ (Κρανίδι). “Spectabilis Comes Glava”, άλλοτε κύριος των Αγράφων, αναφέρεται σε Ενετικό έγγραφο του Jacomo Barbarigo, Proveditore Generale Della Morea με χρονολογία 25.6.1465 (259:12). Τοπωνύμιο στην Κεφαλονιά. «Χωράφι του Γκλάβα» στο «Πρακτικόν της Αγιωτάτης Επισκοπής Κεφαλληνίας κλπ» το 1262 (318:53).

ΓΚΟΥΜΑΣ (Άργος, Ναύπλιο). Βαπτιστικό όνομα: Ιάκωβος, Γιακουμής Γκούμας, απαντάται, από το 1524, στο όνομα του στρατιώτη Guma Gia στα Ενετικά Αρχεία (260:132), αλλά και πολλών άλλων. Αλβανικό τοπωνύμιο στη Μεσσηνία, “Kjafaj Guma” (: το πέρασμα του Γκούμα), στο χωριό Ψάρι της Τριφυλίας (313:312), και “Laka Guma” στο Κάτω Κοπανάκι της Τριφυλίας (313:321). Επώνυμο στο Αλουποχώρι (Αγρίδι) Τριφυλίας (17:24). Δημήτριος Γκούμας, προεστώς της Ύδρας, συνυπογράφει ομολογία στις 29.3.1792 στην Ύδρα (17).

ΔΑΜΑΛΑΣ (Καρυά, Άργος). Τοπωνύμιο στην Τροιζήνα. Τοπωνύμιο «στου Δαμαλά» στη Σύρο (73:378). Επώνυμο στη Σύρο: Φραγκίσκος d’ Amalas, ιησουΐτης (1639) (1:593). «Άρχων Ληγουρίου Δαμαλάς» (CA. 1450) (169:11). Ανδρόνικος Ζαχαρία de Damala, μέσα ΙΔ’ αι. (314:472). Το επώνυμο μνημονεύεται μεταξύ των πρώτων μικτών οικογενειών Χίων και Γενοατών, στη Χίο, στις αρχές του 14ου αι. (265:196).

ΔΑΡΜΟΣ, ΝΤΑΡΜΟΣ, και ΝΤΑΡΜΑΣ (Ναύπλιο Κιβέρι). Το επώνυμο προφανώς Βενετσιάνικο, σημαίνει τον εξειδικευμένο στη χρήση κάποιου όπλου, τζάγκρα, βαλίστρα, αρκεβούζια κ.λ.π. βενετό στρατιώτη, σαφώς διαχωριζόμενο από τον FANTI που ήταν ο ιταλός στρατιώτης του πεζικού, τον σολντάτο που ήταν ο στρατιώτης γενικά, και τον Stradioto που ήταν ο έφιππος μισθοφόρος συνήθως Αλβανός ή αλβανόφωνος.

“Le Gente Darme, e Fanti a Squadra”, Μ.Ε.Ι./13,31

“200 Fanti e 20 Homini Darme”, Μ.Ε.Ι. 6/6. Αλλά ενίοτε και οι επαγγελματίες μισθοφόροι, οι σωματοφύλακες Μ.Ε.Ι. 6/6.

Έφιππος stradioti του 15ου αιώνα.

Έφιππος stradioti του 15ου αιώνα.

ΔΕΣΥΛΑΣ (Άργος). Οικογένεια Δεσίλα αναγράφεται στον κώδικα του Αγίου Νικολάου των Λατίνων, στο Αργοστόλι, 2ον ήμισυ του 17ου αι. (294:151). «Θανάσης και Ιωάννης Πάντζας Δεσήλας» «εκ παλαιάς Ηπείρου» υπογράφουν, στις 15.8.1788, έγγραφο προς την Αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη, περί πολεμικής συνεργασίας (177:102). Οικογένεια προυχόντων αναφέρεται, στην Πάργα, το 1819 (294:447).

ΔΕΣΥΠΡΗΣ (Ναύπλιο). Γεώργιος De Cipris, αναγράφεται σε διαθήκη του 1497 στην Κρήτη (254:664).

ΔΟΜΑΖΟΣ (Κουτσοπόδι). Πιθανόν από το ιταλικό Tomaso (Θωμάς). Τοπωνύμιο «του Ντουμάζη» στον Άη Γεώργη στα Γουβαλάρια (Άγιος Πέτρος) και του Λάπη ή Μπρέχτη (Ριζοχώρι) της Τριφυλίας (313:301).

ΔΟΡΙΖΑΣ (Ναύπλιο, Άργος). Στρατιώτης Tomaso Doriza αναφέρεται στα σχετικά αρχεία, το 1541 (261:333). Θεόδωρος ιερεύς Δορίζας αναφέρεται, το 1524, στη Ζάκυνθο (104:11).

ΖΑΜΠΑΡΕΛΟΣ (Άργος). Στις 21 Οκτωβρίου του 1508 προτείνεται από τις Ενετικές Αρχές να ζητηθεί η έγκριση του Πάπα για την εκλογή του Παύλου Zabarella σαν (καθολικού) επισκόπου Ναυπλίου (Reg. IU, φ.48V – 236:268). Ζαβαρέλλας «εκ Παταβίου», βιογράφος του οίκου Sanudo (1207-1371) (162:90). Κάμιλλος Σαμπερόλος εκλέγεται μετά του Θωμά Διπλοβαλάτζη, αντιπρόσωπος των Πισαυρηνσίων, παρά τω Πάπα (1511-1515) (201Α:105).

ΖΕΓΚΙΝΗΣ (Άργος). «Ζεγγίνης πελούκμπασης», από την Κορώνη, απαντάται σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας το 1811 (20:165). Τουρκιστί zengin = Ο πλούσιος.

ΖΟΓΙΑΣ και ΖΩΓΙΑΣ (Κρανίδι;).

“Noi Gui do Anguiano Signor di Argues et di Napoli… in compenso di boni agradi et acceittabili servitii, che nostro caro et bene amato Kavalier et compagno il Signor di Zoja noi ha fato…” απαλλάσσεται από την υποχρέωση να συντηρεί 4 έφιππους στρατιώτες. Φρούριο του Ναυπλίου Δεκέμβριος 1364. (314:240). Στον Domino Zorzi de Zoia, ευγενή από το Ναύπλιο, παραχωρούνται, το 1545, γαίες αποδόσεως 900 «μέτρων» σιτηρών στο Λασίθι της Κρήτης, για ανταμοιβή των αγαθών, που εγκατέλειψε στη Napoli di Romania (261:412).

ΖΟΥΓΛΗΣ (Χώνικα, Πυργέλα). Ένας Μάρκος Zogli, Capitano Famosissimo μνημονεύεται με δράση στη Θράκη, επί Βαγιαζήτ, περί το 1510 (262:178).

ΖΩΓΡΑΦΟΣ (Άργος, Ναύπλιο). Ένας στρατιώτης Στέφανος Ζωγράφος αναφέρεται σε έγγραφα του Ενετικού στρατού, από το 1531 (261:354). Κυριάκος Ζωγράφος γράφει και μαρτυρεί έγγραφο αγοραπωλησίας το 1762, της μονής Αγ. Δημητρίου Ρεοντινού (49:213).

ΙΑΤΡΟΥ (Άργος, Κοιλάδα, Ναύπλιο). Κλάδος των Μεδίκων της Ιταλίας, εγκατεστημένος στην Αθήνα από τα τέλη του 14ου αι. (163:97, 164:244). Μεδιτζήδες (:ιατροί) αναφέρονται στο Οίτυλο της Μάνης όπου και ολόκληρη συνοικία, το μισό σχεδόν της κωμόπολης λέγεται, ακόμα και σήμερα, «Γιατριάνικα». Οικογένεια αργυραμοιβών, εβραϊκής καταγωγής, αναφέρονται στο Ηράκλειο Κρήτης, μεταξύ 1360-1414 (302).

Από το παλιό βιβλίο του Νικήτα Νήφου-Λάκωνος «Λακωνική Χορογραφία» (εν Αθήναις εκ της Τυπογραφίας Ιωάν. Αγγελόπουλου 1853, σ. 6), σταχυολογούμε τα εξής:

-6-

Περί του Ιατρού

«Αυτός μεν ήταν αδελφέ ο ιατρός εβραίος

Ήξευρε δε ρωμέϊκα καλά ωσάν ρωμαίος

Αυτός αν δε επρόφθανε ήμουν εγώ χαμένος

και εις την γην στα χώματα με τους νεκρούς θαμένος»

από τους στίχους που ακολουθούν φαίνεται ότι η θεραπεία έλαβε χώρα στο Ναύπλιο:

«Η θέρμη ουν εκόπησε η μέση επονούσε

και πέντε μήνες αδελφέ όλο με τυραννούσε

Αφού δε ιατρεύτηκα εις τ’ Αναπλιού το κάστρον

Ένα χρόνο εκάθησα με της αυγής το άστρον».

Η γνώμη ότι οι Ιατροί της Μάνης (Μεδιτζήδες), κατάγονται από τους Μεδίκους της Ιταλίας είναι άτοπος (201α:268). Επώνυμον Ιατρού, μεταξύ εκείνων που είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία στη Χαλανδρίτσα (128). Παναγιώτης Ιατρού αναφέρεται στην Ύδρα το 1820, σε έγγραφο της Κοινότητος (22:351), Μιχαήλ και Διονύσιος Ιατροί, έχουν συστήσει εμπορικήν εταιρεία από το 1818 (συμβόλαιο 9353/15.1.1848 του Συμβολαιογράφου Ναυπλίου Αναστ. Κ. Ελαιώνος).

ΚΑΒΑΛΙΕΡΟΣ Κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας, cavalieri λέγονταν εκείνοι, που είχαν ιδιόκτητο άλογο. Ίσως το επώνυμο να χρονολογείται από τότε.

ΚΑΒΑΛΛΑΡΗΣ (Ναύπλιο). Στη Μεσσηνιακή Μάνη, κοντά στο χωριό Λαγκάδα, υπάρχει ένα μοναστήρι της Παναγίας, που λέγεται «του Καβελλάρη». Η ονομασία πρέπει να είναι παλαιότερη από τη χρονολογία «1673», που βρίσκεται χαραγμένη σε κάποια πέτρα στο μοναστήρι. Λιμπέρης Κ. υπογράφει ομόλογο το 1743 στη Νέδουσα (Μεσ.) (235:106). Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, «κάποτε, τα παιδιά ενός Ιταλού δούκα, που λεγόταν Καβελλάρης, εγκατέλειψαν την πατρίδα τους και κατέφυγαν σ’ αυτή την περιοχή της Μάνης. Ο ένας έγινε γενάρχης της οικογενείας Καπιτσανέα (από το: καπουτσίνος;), και ο δεύτερος έχτισε αυτό το μοναστήρι, του Καβελλάρη».

ΚΑΚΑΡΟΥΚΑΣ (Κρανίδι). Αναφέρεται, μεταξύ των στρατιωτών, στα έγγραφα της Ενετικής Γερουσίας, το 1482 (260:29). Χωριό της επαρχίας Γαστούνης (64:452). Μεταξύ των εγγράφων της Μ. Λουκούς, αναφέρεται: διαθήκη μοναχού Γρηγορίου Κακαρούκα, και πωλητήριο Αγγελίνας Γεωργάκη Κακαρούκα (1817) (61:187). Το όνομα είναι αλβανικό και σημαίνει: κακοκυλημένος (202:192).

ΚΑΚΟΥΡΟΣ (Αχλαδόκαμπος). Στρατιώτης Nicolo Cacouri απαντάται από το 1556. (262:174).

ΚΑΛΑΒΡΟΣ (Ναύπλιο). Το επώνυμο απαντάται, από το 1080, σε έγγραφο της Μονής Ιβήρων (28:130). Τοπωνύμιο παρά την Κίττα Μάνης: «Άη Γεώργης στον Καλαβρό». Τοπωνύμιο στην Κεφαλονιά (318:38). Τοπωνύμιο «στ’ Καλαβρέζ»: στο χωριό Μελισσουργοί της Ηπείρου (282:122). Το 1480, ο Γιαννούλης Καλαβρός, PROCURADOR της επισκοπής Ναυπλίου, δανείζει στον Bartolomeo Minio, PROVEDITOR E CAPITANO a Napoli di Romania, υπέρπυρα CCL (=250) (250:132). «Δημήτρης του Καλαυρού»: το 1509, στο Ναύπλιο (154:274). Σεβασμία Πελαγία, ηγουμένη της μονής της Παναγίας Della Grotta στο Ναύπλιο και χήρα του ποτέ Δαμιανού Καλαυρού: αναφέρεται το 1543 (261:415). Επώνυμο στρατιώτη (1547), καταγόμενου Da Napoli Di Romania (260:455). Νικολός Καλαβρός: συνυπογράφει, το 1679, την «κόποια των υπαρχόντων της αγίας Μονής του Παναγίου Τάφου στο Ναύπλιο» (309:256). «Περιβόλι του Καλαβρού»: στη Χάλαντρη Νάξου, αναφέρεται σε συμβόλαιο του 1654 (93:101). «Καλαβρής»: αναφέρεται στον Κώδικα της μ. Σπηλιώτισσας Ζακύνθου (1605) (126:φ17 σελ. β).

ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ (Άργος). Ένας Καλαφάτης αναφέρεται στην Κορώνη, το 1707 (183:55).

ΚΑΛΚΟΥΝΟΣ (Ναύπλιο, κ.α.). «Γερογηάνις Καλκούνης από τον Πύργο»: αναφέρεται σε σημείωση επί του βιβλίου «Μέλισσα» (με χρονολογία 1725) της μονής Κατερινού Μακρυνείας (μητρόπολις Αιτωλίας και Ακαρνανίας) (218:146).

ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ (Άργος). Στρατιώτης Ιωάννης Καλογεράς του ποτέ Δημητρίου Da Napoli Di Romania: αναφέρεται το 1556, στα Ενετικά Αρχεία (262:79). Επίσης, Κων/νος του Δημητρίου Calogiera, Da Napoli Di Romania, το 1567 (262:120). «Μιχαήλ Καλογεράς»: μεταξύ των φυγάδων Αθηναίων, παρουσιάζεται στις Ενετικές Αρχές της Κορώνης και ζητά σπίτι να εγκατασταθεί (Αύγουστος 1689) (162:201). Ευστάθιος Καλογεράς: δάσκαλος του γιου του Αλή πασά, στα Ιωάννινα (277:26). Το επώνυμο απαντάται, επίσης, στην Ύδρα το 1807 (19:40).

ΚΑΜΙΖΗΣ (Κρανίδι). «Ο Ισαάκιος, ίνα καταπολεμήση την στάσιν του Βρανά (1187), ηναγκάσθη να δανεισθή σπουδαία ποσά παρά του πρωτοστράτορος Μανουήλ του Καμύτζη» γράφει ο Μιχαήλ Ακομινάτος (142:492), (255:379).

Για τον ίδιο Καμύτζη, ο Σπ. Λάμπρος συνεχίζει: «…Εις ταύτας τας τοπικάς στάσεις, προσθετέα ίσως και η τυρρανίς του Μανουήλ Καμύτζη όστις ετάραττε την καθεστώσαν τάξιν μετά του γαμβρού αυτού του Βλάχου Χρυσού, και δη ούτοι:

»αφιστώσι τα πόρωθεν, διεκπίπτουσι Τεμπών των Θεσσαλικών, των πεδιάδων επιλαμβάνονται, παρακινούσι την Ελλάδα, παλίμβολον τιθέασιν την Πέλοπος».

(142:535). «Οικία του Καμίτζη» αναφέρεται στην Κεφαλονιά, προ του 1262 (318:47). Μονή Καμύτζιανης στα Ιωάννινα, Καμήσια λέγονται στην Ήπειρο τα μαυρομάτικα φασόλια (220:169). Καμίτζης, στη Ζάκυνθο, το 1611 (120:φ20 σελ. β). Camichi: γένος πτηνών (230:945). Καμίτζης: οικογένεια στους Γοράνους της Λακωνίας (72:812).

ΚΑΜΠΙΤΗΣ (Άργος, 1844). Κατηγορία στρατιωτών του Ενετικού στρατού. Οι “Vecchi Stratioti de questo Territorio (Di Napoli Di Romania), chiamati Cambites”.

(: Οι παλιοί στρατιώτες αυτής της περιοχής, της Napoli Di Romania, οι αποκαλούμενοι Καμπίτες) (259:191). «Καμπίτες», επίσης ελέγοντο οι Αλβανοί, που εγκαταστάθηκαν σε τόπους πεδινούς.

ΚΑΝΑΚΗΣ (Άργος, 1848). Κανάκης Γεώργιος: στρατιώτης, το 1543, στον Ενετικό στρατό (261:380). Και βαπτιστικό Κανάκης Πουλομάτης, στο Ναύπλιο, το 1509 (154:273).

ΚΑΝΤΡΕΒΑΣ (Κρανίδι). Στρατιώτης Domenego Candreva: αναφέρεται σε κατάσταση του Ενετικού στρατού, με χρονολογία 1541 (261:336). Και Chiurca Cantreva, επίσης το 1541 (261:337). Καντρέβα: μικρό χωριό (σημερινή Ασέα) του δήμου Βαλτετσίου (επαρχία Μαντινείας νομού Αρκαδίας), που πιθανόν οφείλει την ονομασία του στους παραπάνω στρατιώτες (185:309). Η λέξη είναι αλβανική και σημαίνει: συμμαζωμένος (202:194).

ΚΑΠΑΡΕΛΟΣ (Άργος, Καπαρέλι, κ.α.). Στρατιώτης με το όνομα αυτό αναφέρεται στον Ενετικό στρατό, το 1541 (261: 353).

ΚΑΠΟΥΡΑΛΟΣ (Άργος, Κεφαλάρι). Το επώνυμο απαντάται στην Αργολίδα το 1548 (262:10).

ΚΑΡΑΒΕΛΟΣ (Άργος). Ένας Leonardus Karavello, βενετός ευγενής, αναφέρεται από το 1403 (256:6).

ΚΑΡΑΚΑΛΟΣ (Ίρια, Δρέπανο, Κρανίδι, Ναύπλιο). Οικογένεια Καρκαλάδες αναφέρεται σε επιστολή Σωφρονίου, πατριάρχου Ιεροσολύμων, με χρονολογία 1609 (56:224). Η οικογένεια αυτή προέρχεται από τη Δημητσάνα, όπου απαντάται το επώνυμο σαν Καράκαλος ή Καρκαλάς, που είναι το ίδιο (56:227). Πιθανόν να πρέπει να συνδεθεί με το Βενετσιάνικο επώνυμο Caracala, που εμφανίζεται στην περιοχή της Napoli Di Romania τουλάχιστον από το 1542 (261:363, 261:366). Μονή Αγίου Δημητρίου Καρακαλά στη Ναυπλία. Τοπωνύμιο «της Καρκαλούς»: βόρεια από τη Δημητσάνα. Τοπωνύμιο στο χωριό Μύλοι (Περιβόλια) Τριφυλίας (313:150). «Καρκαλούσα» = η ελονοσία, τπνμ. στο χωριό Λαδά της Μεσσηνίας.

ΚΑΡΜΑΝΙΟΛΑΣ (Ασίνη). Ένας «περίδοξος οπλαρχηγός Καρμανιόλα» εκτελείται από τους Ενετούς, το 1432 (176:266). Carmaniola, ενετός στρατηγός εικονίζεται σε τοιχογραφία του Αντων. Βασιλάκη στο Palazzo Ducale στη Βενετία, δεύτερο ήμισυ του 16ου αι. (201Α:165).

ΚΑΡΟΥΣΟΣ, ΚΑΡΟΥΤΣΟΣ, ΚΑΡΟΥΝΤΖΟΣ και ΚΑΡΟΥΖΟΣ (Άργος, Ναύπλιο). «Αλεξ. Καρούσος», νομομαθής, μεταβαίνει από την Κεφαλονιά στη Βενετία για να υποστηρίξει κάποιο εκκλησιαστικό θέμα στο δεύτερο ήμισυ του 17ου αι. (294:71). «Ευστάθιος Καρούσος», αγιογράφος (1756) στην Κεφαλονιά (105:23). «Ιωάννης Βαπτιστής Καρούσος» αφιερώνει εικόνα του Ιωάννου Προδρόμου στο ναό του Αγ. Γερασίμου, στο Κάστρο της Κεφαλονιάς το 1798 (105:22). Μία κόρη της οικογένειας Καρούτσου, την Κατερίνα, από το Άκοβο της Μεσσηνίας, παντρεύτηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Η οικογένεια Καρούτσου υπήρχε, μέχρι πρότινος στο Άκοβο. Πολλά ονόματα Καρούσου σε κατάλογο μελών του Συμβουλίου Κοινότητος Κεφαλονιάς (1593) (201). Caruso λέγεται στα ιταλικά, ο εργάτης μεταλλείων θείου, στη Σικελία.

ΚΑΡΩΝΗΣ (Ναύπλιο). Σε παλιό κατάστιχο του Δημ. Καρώνη γραμμένο περί το 1880 αναγράφεται ότι παλαιότερα το επώνυμο της οικογενείας η οποία κατάγεται από τα Αχούρια της Τριπόλεως, ήταν Κουτσόπαπας, και ότι στις αρχές του αιώνα μετονομάστηκαν σε Καρώνης.

ΚΑΣΝΕΣΗΣ (Ερμιόνη). Στρατιώτης μ’ αυτό το επώνυμο αναφέρεται το 1482, στις τάξεις του Ενετικού στρατού (259:200). «Οικογένεια Κανιώση ή Κανέση»: στη Ζάκυνθο, διατηρούσε τη μονή της Πικριδιώτισσας, στα τέλη του 15ου με αρχές 16ου αι. (104:66).

ΚΑΤΣΑΙΤΗΣ (Ναύπλιο). «Πέτρος Αναγνώστης Κατσαΐτης»: στρατιώτης στην Κεφαλονιά, αναφέρεται στα Ενετικά Αρχεία το 1564 (262:107). «Ευαγγελινός Κατσαΐτης, γιος του Σοφιανού και της Λάουρα Ασσάνη»: σημειώνεται μεταξύ εκείνων, που φοίτησαν στο Ελληνομουσείο του Αγίου Αθανασίου στη Ρώμη, κατά τα έτη 1610 – 1730. Ο Ευαγγελινός Κατσαΐτης είχε γεννηθεί το 1646 (294:416). «Πέτρος Αναγνώστης Κατσαΐτης», λεγόμενος «Μανταλάς», βιβλιογράφος, υπογράφει εκκλησιαστικό βιβλίο (στιχηράριον): «Ετελιώθηκε εις τας 1176 Δεκεμβρίου 2 και το έγραψα εγώ ο Πέτρος αναγνώστης Κατσαΐτης λεγόμενος Μανταλάς» (3:332). Επειδή τοπωνύμιο «του Μανταλά» σώζεται ακόμα στην περιοχή του χωριού Κούτσι (Αργολικό) της Ναυπλίας, και επειδή ένας Πέτρος Κατσαΐτης είναι και ο συγγραφέας του γνωστού θρήνου για την κατάληψη του Ναυπλίου από τους Τούρκους το 1715, παρ’ όλο που υπάρχει μια διαφορά 60 ετών στις δύο χρονολογίες, συγχωρείται ενδεχομένως η υπόθεση ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο (88:286). Το επώνυμο «Μανταλιάς» συναντάται ακόμα σήμερα στη Ζάκυνθο. Περισσότερα (293:229-2).

ΚΑΤΣΑΡΗΣ (Άργος 1854, Πόρτο Χέλι). «Κάτζαριν» ναύκληρον που ταξίδευε στα νερά της Ανατολικής Πελοποννήσου (Μονεμβασία) μνημονεύει ο Μιχαήλ Ακομινάτος (13ος αι.) (142:137). «Μιχαήλ Κατσάρης», Bombardier, αναγράφεται το 1545 στα έγγραφα του Ενετικού στρατού (259:283). Μητροφάνης Κάτζαρης, το 1624, νοτάριος στην Κεφαλονιά (Ανέκδοτος Κώδικας μονής Αγ. Παρασκευής Ταφιού (Κεφαλονιά) φ. 24).

ΚΑΤΣΙΚΗΣ και ΚΑΤΣΙΚΑΣ (Άργος 1849, Ναύπλιο). Όνομα στρατιώτη του Ενετικού στρατού, χρονολογούμενο από το 1543 (261:378). Ένας «Γιάννης Κατσίκης», υπηρέτης του πασά Ασουμάν (Οσμάν;) των Ιωαννίνων, φονεύεται από τους οπαδούς του Διονυσίου (του Σκυλοσόφου), το 1611 (191:83). «Κατσικά», ονομασία χωριού των Ζαγορίων Ηπείρου (135:7). «Κατζήκας» υπογράφει έγγραφο που βρίσκεται στο αρχείο της μ. Ελώνης (67:118). Οικογενειακό επώνυμο στην Αρτσίστα Ζαγορίων (136:197).

ΚΕΡΑΜΙΔΑΣ (Άργος, Κοφίνι, Πασά). Anagnosti Calogheraki Cheramidi, από τη Ζαρνάτα της Μάνης. Το επίθετο αναφέρεται σε κατάσταση, που συνόδευε έγγραφο αναφορά των Βοιτυλιωτών προς την Ενετική Δημοκρατία, το 1690 (118). Συμβολαιογράφο «Κεραμίδη» συναντούμε, το 1697, στην Αργολίδα (119). Ονομασία χωριού στα Ζαγόρια Ηπείρου (132:75). «Κεραμίδης» στο υπ’ αριθ. 3668, -Νοέμβριος 1845-, συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Άργους Αναστ. Μαυροκεφάλου, (Ανέκδοτο Αρχείο συμβολαιογράφου Ν. Ντόκου).

ΚΛΑΔΟΥΡΗΣ και ΚΛΑΔΟΥΡΑΣ (Άργος κ.α.). Αναφέρεται στρατιώτης «Μανώλης Δημητρίου Claduri» σε κατάσταση του Ενετικού στρατού, το 1541 (261:355). «Acladuri» αναφέρεται σε κατάλογο πολιτών από τα Χανιά Κρήτης, που εγκαταστάθηκαν στην Κέρκυρα, τον 17ο αι. (158:454).

ΚΛΙΑΣΟΣ (Άργος). Στρατιώτης «Δημήτριος Κλιάστος» αναφέρεται σε έγγραφα του 1541 των Ενετικών Αρχών (261:356). Η λέξη είναι αλβανική και σημαίνει: κλαψιάρης (202:194).

ΚΟΚΚΙΝΟΣ (Ναύπλιο). «Δημήτριος και Γεώργιος Κόκκινος»: στρατιώτες, αναφέρονται από το 1541 (261:353). Τοπωνύμιο «του Κόκκινου», στο χωριό Κόκκινο της Πυλίας (313:159). «Γεώργης Κόκκινος» αναφέρεται σε προικοσύμφωνο του 1798, στο Λεωνίδιο (178:305).

ΚΟΚΟΤΟΣ (Άργος, 1877). «Θεόδωρο Cocoto» συναντούμε στρατιώτη στον Ενετικό στρατό, το 1541 (261:347). Τοπωνύμιο στο χωριό Καρβούνι Τριφυλίας (313:161).

ΚΟΜΑΣ (Ερμιόνη). Σε έγγραφο των Ενετικών Αρχών, με ημερομηνία 15 Οκτωβρίου 1549, αναφέρεται ένας «Theodosio Coma», στον οποίο χορηγήθηκε μια αποζημίωση 20 δουκάτων (262:23).

ΚΟΜΙΝΗΣ (Ναύπλιο, 1858). Στρατιώτης Cominus απαντάται από το 1492 (260:49).

ΚΟΝΤΟΣ (Ναύπλιο κ.α.). Κόντος ονομαζόταν ο ένας από τους τρεις παιδαγωγούς, που συνόδευσαν τον Μιχαήλ, γιο του Θωμά Παλαιολόγου, δεσπότη του Μορέως, στη Ρώμη, και αργότερα τον συμβούλευσε να καταφύγει στον Μωάμεθ (1465) (152:38). Κόντος ή Κοντός αναφέρεται στρατιώτης, το 1506 (260:81). «Μαρίκος Κόντος» υπογράφει, ως μάρτυς, έγγραφο του μετοχίου του Παναγίου Τάφου (της Αγιά-Μονής), το 1679 (309:257). Τοποθεσία «του Κοντ»: στην Άνω Βίτσα παρά τον αγρό του Κόντου (268:197).

ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (Άργος, Ναύπλιο). Στρατιώτης «Ιωάννης Κορωναίος» αναφέρεται στα Ενετικά Αρχεία, το 1530 (260:148). «Γεώργιος Κωρονέος» αναφέρεται στο «Πρακτικόν κλπ.» της Εκκλησίας Κεφαλληνίας, το 1262 (318:29).

ΚΟΣΜΑΣ (Άργος). Ονομασία χωριού της Κυνουρίας, πάνω στον Πάρνωνα. Σε έγγραφο του Ενετικού Συμβουλίου με χρονολογία 4 Μαρτίου 1571 αναγνωρίζονται μεταξύ των Capitani της Μάνης και ο «Cosma Dimitri», και μεταξύ των πρεσβευτών ο «Antonio Cosma», που ίσως έχουν κάποια σχέση με τους ιδιοκτήτες της περιοχής της Κυνουρίας, που πήρε και το όνομά τους (185:310). Ένας «Κοσμάς», καταγόμενος από την Κορώνη, αναφέρεται το 1514 (183:56). «γεόργιοσ κοσμάσ» συνυπογράφει με άλλους αναφορά προς τις Ενετικές Αρχές, το 1694. Μετά την εγκατάλειψη των Αθηνών από τον Μοροζίνη (Μάρτιος, 1688), ένας ωρισμένος αριθμός Αθηναίων παρακολούθησε τους Ενετούς στο Ναύπλιο. Ένας από τους φυγάδες αυτούς ήταν και ο «γεόργιοσ κοσμάσ». Με το έγγραφο, υποδείκνυαν τον Μπεναλδή σαν κατάλληλο δάσκαλο των παιδιών τους, στην Πάτρα (189:85). «Κοσμάς Αντρέας» αναφέρεται σε προικοσύμφωνο στη Ζάκυνθο το 1706 (126:φ88). «κγοσμάς ιερομόναχος ο μοραΐτης» υπογράφει πρωτόκολλο παραλαβής του λειψάνου της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστης στις 13 Απριλίου 1725 στην Κέρκυρα, ως καθηγούμενος του μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης (157:466). «Γεώργιος Κοσμάς, τρομερός κλέφτης και απόγονος κλεφτών» από το χωριό Αετός Τριφυλίας, συνόδευε τον Γιάννη Κολοκοτρώνη (Ζορμπά) στην επίθεσή του, το φθινόπωρο του 1805, εναντίον του πρωτοσύγκελλου Άνθιμου Ανδριανόπουλου (177:98, 45:121, 72:717). «Γκίκας του Κοσμά» αναγράφεται σε κατάσταση της Κοιν. Ύδρας το 1802 (17:314).

ΚΟΥΖΗΣ και ΚΟΥΤΣΗΣ (Φούρνοι, Δίδυμα). Απαντάται στα Ενετικά Αρχεία, από το 1482 (260:28, 260:76, 260:111, 260:151, 261:353, 261:344, 261:361, 261:362, 261:388). Επώνυμο στρατιώτη, από το 1542 (261:361). Απαντάται συχνά, στον κώδικα της μ. Σπηλιώτισσας Ζακύνθου (126). «Κούτσι»: χωριό της Β. Ηπείρου, και της Αργολίδας.

ΚΟΥΡΤΕΣΗΣ (Άργος, Κρανίδι). Στρατιώτες «Ανδρέας και Νικολός Cortessis» αναφέρονται σε έγγραφα των Ενετικών Αρχών από το 1541. Καταγόντουσαν από την Μονεμβασία (261:352). Χωριό της Ηλείας. Τοπωνύμια «Κορτέση» στα χωριά: Κόκκινο Πυλίας, Βαριμπόμπη (Μοναστήριον) και Τρουκάκη (Πανόραμα) Τριφυλίας (313:168). «Γεώργιος Κουρτέσης ο Σχολάριος» λεγόταν και ο πρώτος διορισμένος από τον Μωάμεθ Β’ πατριάρχης Κ/πόλεως Γεννάδιος.

ΚΟΥΤΟΥΒΑΛΗΣ (Ερμιόνη). «Δημήτριος Κουτούβαλης», στρατιώτης, αναφέρεται στα έγγραφα των Ενετικών Αρχών, από το 1535 (260:166). «Avocato fiscal Dr Co, Lorenzo Cottuvoli» αναφέρεται από τους Ενετούς συνδίκους εξεταστές του Μορέως, σε έγγραφό τους του 1704 (145:815). «Σωφρόνιος Κουτούβαλης», επίσκοπος στην Κεφαλονιά το 1782 (294:67). Σημαντική οικογένεια στη Ζάκυνθο, τουλάχιστον από το 1610 (126:φ. 20 σελ. β).

ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΟΣ (Ναύπλιο). Απαντάται σε κατάσταση, που συνόδευε έγγραφο αναφορά των Βοιτυλιωτών προς την Ενετική Δημοκρατία, το 1690 (118:426, 436). Τοπωνύμιο στη Λιγούδιστα (Χώρα) Τριφυλίας (313:170). Τοποθεσία στη Λαγκάδα Κόνιτσας (283:224).

ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Παλ. Επίδαυρος). «Nichiforo Chiriachi» από την Κέρκυρα μνημονεύεται το 1554 (262:64). Ίσως να υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στους δύο αυτούς κλάδους, της ιδίας πιθανόν οικογένειας. Γιατί, όπως γράφει ο Λ. Βροκίνης, εκείνοι που ακολούθησαν τους Ενετούς, όταν αυτοί εγκατέλειψαν το Ναύπλιο το 1540, ανερχόντουσαν σε 1200, και η περιοχή Επιδαύρου, τότε, περιλαμβανόταν μέσα στα όρια της Napoli di Romania (46:247). Οικογενειακό επώνυμο «Κυργιάκου» στο χωριό Φραγκάδες Ηπείρου (131:243).

ΛΑΚΙΩΤΗΣ (Άργος). «Καπετάν τενετες νάτζος λακιοτης» υπογράφει, στις 15.8.1788, έγγραφο προς την αυτοκράτειρα της Ρωσσίας Αικατερίνη Β’, από την Παλαιά Ήπειρο, περί πολεμικής συνεργασίας κλπ. (177:102).

ΛΑΛΙΩΤΗΣ (Βιβάρι Ναυπλίου). Στα Ενετικά Αρχεία απαντούμε στρατιώτες Pelegrin και Theodoro Laloti da Napoli di Romania σε έγγραφο του 1542 (261:374). Χωριό της Κορινθίας (64:458). «Βουνό του Λαλιώτη»: τοπωνύμιο στο χωριό Φαγιά Ζακύνθου (104:113).

ΛΕΚΑΣ (Άργος, Ναύπλιο κ.α.). Βαπτιστικό όνομα πολλών στρατιωτών, κυρίως αλβανικής καταγωγής, αλλά και επώνυμο. Σε «θύμηση» επί ευαγγελίου της μονής Βίτσης (Δωδώνη Ηπείρου) αναφέρεται ως ιδιοκτήτης του ένας «Γεώργιος Λέκας» ποστέλνικος (ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών), το 1626, καταγόμενος από τα Ιωάννινα (267:107). «Ράχη του Λέκα», στο χωριό Σιδερόκαστρο Τριφυλίας και Αλή-Τσελεπή (Κάτω Σαμικόν) Πυλίας (313:178).

ΛΙΟΝΤΑΣ (Κρανίδι, 1851). Ένας Zorzi de Londa, Zitadin de questo luocho (: Thermissi, Castri et Vorsicha) αναφέρεται σε έγγραφο με χρονολογία 15 Απριλίου 1480, του Bartolomeo Minio προς την Ενετική Σύγκλητο (259:119). Σε έγγραφο του 1545, αναφέρεται ο Domino Franco de Londa cittadino nobile da Napoli di Romania και τα παιδιά του Nicolo και Andrea (261:408). Theodosio da Londa cittadino nobile da Napoli, σε έγγραφο του 1545 (261:414), επίσης Manusso Londa και τα παιδιά του Zorzi και Antonio, σε έγγραφο του 1552 (262:41).

ΛΟΥΜΗΣ (Κρανίδι, 1863). Αλβανικό βαπτιστικό όνομα. Απαντάται στους στρατιώτες Lumo Renessi, το 1504 (258:60) και Lumi Prifti, το 1541 (261:337), όπως ασφαλώς και σε άλλους. «Λούμη»: χωριό της περιοχής Σέρβου Γορτυνίας (185:312).

ΛΥΓΟΥΡΙΑΤΗΣ (Άργος 1892, Κούτσι (Αργολικό), Ναύπλιο 1853). Στρατιώτης Nicolo Liguriati da Napoli di Romania απαντάται, το 1542, σε Ενετικά έγγραφα (261-:374). Το επώνυμο απαντάται σε έγγραφα της μονής Αγ. Δημητρίου Ρεοντινού Κυνουρίας, το 1780 (49:233).

ΜΑΤΖΑΒΡΑΚΟΣ (Ναύπλιο, Ίρια). Στον Γεώργιο Maravracco (γρ. Mazavracco;) πρόσφυγα από την Αθήνα, παραχωρείται εγκατάσταση στα χωριά Cari (;) και Zorzi (;) από τις Ενετικές Αρχές (162:330).

ΜΕΝΤΗΣ (Άργος). Ένας Medin αρχηγός του Κροατικού τμήματος που έλαβε μέρος στην υπεράσπιση του Παλαμηδίου αναφέρεται στην έκθεση του Daniel Dolfin (1715). Ένας Μεντής, διάσημος ιππέας από το Άργος σκοτώνεται έξω από την Αθήνα κατά την Επανάσταση.

ΜΕΞΗΣ (Ερμιόνη, Κρανίδι, Πόρτο Χέλι, Τολό). Στρατιώτης Meza (Μέξα) αναφέρεται στα έγγραφα των Ενετικών Αρχών από το 1473 (260:12). Το επώνυμο απαντάται στις Σπέτσες από το 1803 (18:5).

ΜΗΛΙΩΤΗΣ και ΜΥΛΙΩΤΗΣ (Ναύπλιο). Επώνυμο στρατιώτη, το 1544 (261:391). Τοπωνύμιο «του Μηλιώτη» στην Πυλία Μεσσηνίας (313:196). «Χάνι του Μηλιώτη»: βορεινά από τα Φίχτια Αργολίδας. Νικηφόρος Μηλιώτης, ιερεύς, ιδρύει μοναστήρι το 1660 στη Ζάκυνθο (104:116).

ΜΟΘΩΝΙΟΣ (Άργος). Λέγεται ο από την Μεθώνη καταγόμενος. Απαντάται συχνότατα. Ο αρχαιότερος Μοθωνέος, που συνάντησε ο γράφων, είναι ο στο «Πρακτικόν της εκκλησίας της Κεφαλληνίας κλπ.» αναφερόμενος προ του 1262 (318:29).

ΜΟΙΡΑΣ (Επίδαυρος). Γιάννης Μοίρας, σε έγγραφο του 1794, στη Ζάκυνθο (126:φ. 117 σελ. β). Βαπτιστικό σε στρατιώτη του Ενετικού στρατού: Mira Bardi, το 1511 (258:19).

ΜΟΥΡΜΟΥΡΗΣ (Άργος, Ναύπλιο) ή ΜΟΡΜΟΡΗΣ, ή Μούρμουρας στις 28 Δεκεμβρίου 1539 αποστέλλονται στη Βενετία δύο Ναυπλιώτες, ο Ιάκωβος Μόρμορης και ο Γεώργιος Ραμουσάτης, για να περιγράψουν την κακή κατάσταση του Φρουρίου και να ζητήσουν βοήθεια (236:273). Στρατιώτης Εμμανουήλ Μόρμορης Ναυπλιεύς μνημονεύεται στα Ενετικά Αρχεία από το 1570 (46:253). Διαπρέπει σαν αρχηγός των επαναστατών της Β. Ηπείρου (1570).

«Ανήρ γενναίος και ειδήμων των εν Ηπείρω τοποθεσιών» (249:164). Το επώνυμο απαντάται πολλές φορές και στον Κ. Σάθα (262:393). «Τζόρτζις μούρμουρις» υπογράφει συμβόλαιο το 1594 στη Ζάκυνθο (104:52). Το επώνυμο απαντάται σε σημείωση στον κώδικα της μονής Χρυσοπηγής Στεμνίτσας, το 1790 (51:329). Δημήτρης Μούρμουρης αναγράφεται σε «κατάλογο των ανθρώπων οπού θα ‘ρθούν οι καλοκαιρινοί λουφέδες απάνου» στην Ύδρα (αχρονολόγητο, αλλά πιθανόν περί το 1804) (18:138).

«Το οικόσημον του εκ Κυδωνίας Κρήτης Ιωάννου Μόρμορη, ιχθύς ασημένιος επί κυανού πεδίου με τρεις χρυσούς αστέρας» (290Α:373).

ΜΠΑΛΑΜΠΑΝΗΣ (Άργος 1849). Το 1464 (4 Φεβρουαρίου), ο Σούμπασης Balaban, άνθρωπος μεγάλης φήμης και συστημένος από πολλούς καπετάνιους, στρατηγούς και προνοητές, προσλαμβάνεται στις τάξεις του ενετικού στρατού (261:1). Ένας Marco Balaban, τούρκος βαφτισμένος χριστιανός, βρίσκεται ανακατεμένος σε μια υπόθεση κατασκοπείας στην Κορώνη, το 1465 (259:74). Τοποθεσία «Μπαλαμπάνα» λίγο πριν φθάσουμε στο Μούχλι. Τοπωνύμιο «του Βαλαβάνη». Οικισμός του Άργους, εγκαταλελειμένος το 1868 (14). Ο Χατζή Γιάννης Εμμανουήλ Μπαλαμπάνος, από τα Ψαρά, υπογράφει πωλητήριο έγγραφο στις 25.7.1797 στο Ζητούνι (Λαμία) (17:282).

ΜΠΑΛΑΦΑΡΑΣ (Άργος). Σε μια Agnese Malafara da Napoli και τα παιδιά της Σωτηριανό και Γιαννάκη, που γεννήθηκαν στο Ναύπλιο, παραχωρείται κάποια θέση στο Ριάλτο της Βενετίας (262:459).

ΜΠΑΡΔΗΣ (Άργος 1851, Δίδυμα). Στα Ενετικά Αρχεία, στρατιώτης Pierro Bardi αναφέρεται το 1541 (261:338). Στρατιώτης Gigni Bardi, το 1544 (261:392). Αλβανικό τοπωνύμιο «Laka Bardi» στο χωριό Βαριμπόμπη της Τριφυλίας (313:321). Η λέξη είναι αλβανική και σημαίνει λευκός.

ΜΠΑΣΤΑΣ (Άργος). Επώνυμο οικογένειας στρατιωτών, από το 1512 (260:XIV). Τοπωνύμιο «του Μπάστα» στο χωριό Λογγά της Πυλίας. Όνομα μιας αλβανικής φάρας της νοτίου Αλβανίας αλλά και της Ιταλίας (313:295). Χωριό της Αρκαδίας.

ΜΠΑΤΑΒΟΣ (Ναύπλιο). Μπαταβοί ελέγοντο και λέγονται ακόμα οι Ολλανδοί, που κατάγονται από την Batavia. Το επώνυμο ίσως είναι εθνικής καταγωγής σημαντικό, όπως το Φράγκος, Ρούσσος, Αρβανίτης κλπ. Λαϊκή έκφραση σημαίνει τον ανόητο.

ΜΠΕΛΟΚΑΣ (Άργος). Στις 2 Ιουνίου 1512, αναχωρούν από τη Βενετία τα πλοία ιδιοκτησίας Γεωργίου Ψαρά και Ιωάννου Belocha, που μεταφέρουν εφόδια στο Ναύπλιο (236:268). Μία Κατερίνα Belocha απαντάται το 1548 στα Ενετικά Αρχεία (262:11). Laurenzio Belochio: έχει χαράξει το όνομά του σε μια κολώνα της Αγ. Μονής Ναυπλίου (Bel’ Ochio: αυτός, που έχει ωραία μάτια). Επιτύμβια πλάκα με την επιγραφή: (1630) ΚΥΜΗΤΥΡΙΟΝ ΤΟΥ / ΟΣΙΟΤΑΤΟΥ / ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΜΠΕΛΟΚΑ / ΕΚ ΧΩΡΑΣ ΝΑΥΠΛΙΟΥ: βρίσκεται εντοιχισμένη στη νότια πλευρά του καθολικού της μονής Αρτοκοστάς Κυνουρίας (13:259). Ο Νικηφόρος Μπελόκας, με το κοσμικό όνομα Νικόλαος, υπήρξε ο ανακαινιστής της μονής, το 1617, όπως αναγράφει σχετικό σιγίλλιο (13:262).

ΜΠΕΝΟΣ (Άργος). Λατινικό βαπτιστικό όνομα, αργότερα και επώνυμο (119). Γεώργιος Μπένος βεβαιώνει έγγραφο, το 1713, στο χωριό Νεζερά της Αχαΐας (291:63).

ΜΠΕΡΚΕΤΗΣ (Πόρτο Χέλι). Στρατιώτης Thodaro Barcheti στην Κεφαλονιά, το 1561 (262:97). Πέτρος Μπερκέτης, μελογράφος, αναφέρεται σε κώδικα του 18ου αι., στη Ζάκυνθο (40:61).

ΜΠΙΜΠΗΣ (Άργος 1873, Επίδαυρος, Χέλι). Ένας Antionio Bibi, μακαρίτης το 1543, κατείχε το αξίωμα «Di Cao di Guarda nel Sextier di S. Marco et di Casonier del cason di Frezaria…” (261Q383). “Στ’ Βρύσ’ τ’ς Μπιμπαίοι»: πηγή της Καστάνιανης Ηπείρου, όπου κατοικούσε ο Μπίμπας (283:226).

ΜΠΟΓΑΣ (Άργος) και ΜΠΟΥΓΑΣ. Χωριό Μπουγά και Μπουγιάτι στην Αργολίδα, αλλά και αλλού, που οφείλουν την ονομασία τους ενδεχομένως σε μέλη της οικογένειας Μπούα. Το όνομα Μπούας αναφέρεται από τον Κ. Σάθα, το πρώτον αν δεν κάνω λάθος, το 1406, ως Μαυρίκιος Μπούας Σγουρός (256:ΧΧΙΙ). Έκτοτε το επώνυμο επαναλαμβάνεται συχνά. Dιμων Μπουγαc, το 1642, από επιτύμβιο πλάκα μέσα στον καθολικό της μονής του Αγίου Ιωάννου στο Λιβάδι (Καρυάς), στην Λευκάδα. Τοπωνύμιο «Λάκκα του Μπουγά» στο χωριό Αελιάς Ολυμπίας (313:207). Τοπωνύμιο στο Πραστό Κυνουρίας: «στου κυρ Γεωργάκη Μπουγά», σε έγγραφο της μ. Ρεοντινού, το 1762 (49:213). «Ιωάννης Μπογάς»: υπογράφει σε κατάσταση διανομής λαδιού, στα Ιωάννινα, το 1820 (114:117). Μπουγάς: σε διαθήκη τυ 1638, στη Ζάκυνθο (126:φ55). Διεξοδικότερα με την καταγωγή της οικογένειας Μπούα είχε ασχοληθεί ο Κ. Η. Μπίρης (202:39). Βλέπε και: ExJoannis Coronaei rebus a Mercurio Bua gestis (314:367-370).

ΜΠΟΖΙΚΗΣ (Ερμιόνη). Παλαιά οικογένεια από τη Ζάκυνθο.

ΜΠΟΖΟΝΕΛΟΣ (Άργος, Καρυά κ.α.). Πιθανώτατα πρόκειται περί αναγραμματισμού: ο από την Bologna της Ιταλίας καταγόμενος ή προερχόμενος, ο Μπολονέζος, έγινε Μποζονέλος (229:160).

ΜΠΟΝΑΦΙΝ (Ναύπλιο 1800-1893). Τοπωνύμιο «Μποναφέ» ανάμεσα στα χωριά Πισινώντα και Μουζάκη Ζακύνθου (109:174). Κων/νος Μποναφίς, νοτάριος, απαντάται σε διαθήκη του 1617 στη Ζάκυνθο (126:φ26, 84).

ΜΠΟΝΗΣ (Άργος). «Κώστας Μπόνι» αναφέρεται μεταξύ των οφειλετών στην έκθεση, που υπέβαλαν οι πραγματογνώμονες στις Ενετικές Αρχές, σχετικά με την περιουσία των Μαρουτσαίων στην Άρτα της Ηπείρου, το 1756 (189:63). Ένας Μέτσο Μπόνιος, ιταλικής πιθανόν καταγωγής, αναφέρεται μεταξύ του ανωτέρου προσωπικού της αυλής τυ Αλή πασά (141:33). Ένας Μπόνης, πιθανόν στο Βουκουρέστι, αναφέρεται σε επιστολή του Ι. Νικολόπουλου προς τον αδελφό του Κων/νο, στο Παρίσι (;), το 1818 (92:253). Don Paolo de Bonis: λατίνος κληρικός περί το πρώτο μισό του 17ου αι., στην Κέρκυρα (292:137-9). «Φραγκιάς Μπόνης» αναφέρεται να αγοράζει «ένα κατάλυμα εν Μαράθι Μυκόνου», την 2.4.1676 (233).

ΜΠΟΥΖΑΣ και ΜΠΟΥΖΙΟΣ και ΜΠΟΥΖΟΣ (Κρανίδι, Κιβέρι). Στρατιώτης Stephano Busi μνημονεύεται στις τάξεις του Ενετικού στρατού, το 1541 (261:338). Τοπωνύμιο «ο Μπούζης» στο χωριό Κάτω Κοπάνιτσα (Καρυαί) Τριφυλίας και Σμαρλίνα (Στόμιον) Ολυμπίας. Το «Μπούζι», «του Μπούζη»: το σημερινό χωριό Ελαία Τριφυλία (313:208). «Νικολής Κωνσταντή Μπούζα» αναφέρεται στο 1809 σε έγγραφο του Αρχείου Ύδρας (19:424). Το επώνυμο είναι ίσως Ηπειρωτικό, γιατί αναφέρεται και αλβανός Ταφίλ Μπούζης μετεπαναστατικά (131:241). Τοπωνύμιο «του Βούζη» (Μπούζη;) στην περιοχή Μέρμπακα (Αγ. Τριάδα) Αργολίδας αναφέρεται στο «Υπόμνημα» του Επισκόπου Ναυπλίου και Άργους Λέοντος, το 1144 (12:15).

ΜΠΟΥΚΟΥΡΑΣ (Άργος, Πασά (Ίναχος), Ναύπλιο). Στρατιώτης Γκούμας (Ιάκωβος) Μπούκουρας χρονολογείται από το 1511 (261:338). Τοπωνύμιο «του Μπούκουρα» στο χωριό Ψάρι της Τριφυλίας (313:208). Επώνυμο αναφερόμενο μεταξύ των Φιλικών του χωριού Μαγούλιανα (128:339-42). Χωριό Μπούκουρα στην επαρχία Πατρών (64:450). Και συνθηματική γλώσσα στην Ήπειρο: «τα Μπουκουρέικα» (271). Νικ. Μπούκουρας υπογράφει έγγραφο (τουρκικό), το 1818, στην Αλωνίσταινα (69:367).

ΜΠΟΥΡΛΟΣ (Δερβενάκια). Το «χάνι του Μπούρλου» στα Δερβενάκια. Το επώνυμο γνωστό και από το Αργίτικο δημοτικό: «του Μπουρλού μωρή το σαλβάρι σου κλπ.». Αλβανικό τοπωνύμιο «Laka Mburlu» στο χωριό Μαλίκι (Πολυθέα) Τριφυλίας (313:322). Η λέξη είναι ιταλική και σημαίνει: αστείος.

ΜΩΡΟΣ (Άργος, Κρανίδι). Στρατιώτης Μώρος από την Ναύπακτο, αναφέρεται στο 1563 στα Ενετικά Αρχεία (262:107). Τοπωνύμιο «του Μώρου» στο Σιδερόκαστρο της Τριφυλίας (313:211).

ΝΕΡΟΥΤΣΟΣ (Άργος 1845). Αναφέρεται από τον 15ο αι. (Nerozzo) (88:289-293).

ΝΤΑΝΤΗΣ (Ναύπλιο). Στρατιώτης στον Ενετικό στρατό Ιωάννης Tandi αναγράφεται το 1541 (261:353). Το επώνυμο Tandi αναφέρεται στον κατάλογο των ευγενών από το Ηράκλειο Κρήτης που εγκαταστάθηκαν στην Κέρκυρα τον 17ο αι. (158:452). Georgius T., κρητικός, εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας το 1638 (238:262).

ΝΤΟΚΟΣ (Κουτσοπόδι, Μύλοι). Ένα επώνυμο που απαντάται σχετικά συχνά στην Αργολίδα, είναι και το Ντόκος. Με κέντρο πιθανόν το Κουτσοπόδι, όπου είναι και πολυαριθμότερο, έχει απλώσει μέχρι τους Μύλους, Κούτσι, Ναύπλιο, και φυσικά και την Αθήνα.

Για την προέλευση αυτής της οικογένειας, ούτε ιστορικά είναι βεβαιωμένο τίποτα, αλλά ούτε και τα μέλη της διέσωσαν κάτι σαν παράδοση. Έτσι, στην αναζήτηση της καταγωγής της, μοιραία θα περιοριστούμε σε εικασίες.

Επειδή τα οικογενειακά επώνυμα δεν παρουσιάζονται τυχαία, αλλά πάντα από κάπου ξεκινούν, μπορούμε να κάνουμε την εξής υπόθεση.

Το επώνυμο Ντόκος, το συναντούμε στην Ήπειρο:

– Ως «Ντόκας», στους αγώνες μεταξύ Λιαλιαταίων και Καραμουραταταίων, περί το 1687 για την «προστασία» του χωριού Διπάλιστα της Ηπείρου, το σημερινό Μολυβδοσκέπαστος.[1]

– Μια Αλεξάνδρα Ντόκου, υπογράφει προικοσύμφωνο το 1803 στα Γιάννενα.[2]

– Το 1820, μνημονεύεται το επώνυμο επίσης στα Γιάννενα.[3]

– Αλλά και τοπωνύμιο στο χωριό Γλανιτσιά της Γορτυνίας.[4]

– Στο Πωγώνι της Ηπείρου.[5]

Οι πληροφορίες αυτές είναι βέβαια λίγες, αλλά μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι την αναζήτηση για την προέλευση της οικογένειας αυτής θα πρέπει να την αρχίσουμε από την Ήπειρο.

Στην περιοχή αυτή, εμφανίζεται στα μέσα του ΙΔ’ αιώνα, ο από το Benevento της Ιταλίας καταγόμενος Γουλιέλμος Tocco (+1275), ο οποίος θεωρείται και ο γενάρχης της μεγάλης οικογένειας των Tocchi, μέλη της οποίας παρουσιάζονται αργότερα σαν δούκες της Λευκάδας, κόμητες της Κεφαλονιάς, αυθέντες της Βοστίτζας, κύριοι της Ζακύνθου, δεσπόται της Άρτας και των Ιωαννίνων.

Η δραστηριότητα της οικογένειας αυτής θα μας απασχολήσει μόνο από τον Κάρολο Tocco I., και μεταγενέστερα, γιατί ο Κάρολος αυτός, στις αρχές του ΙΕ’ αι., βοηθούμενο από τον αδελφό του Λεονάρδο, επεξέτεινε την κυριαρχία της οικογένειας από το Αργυρόκαστρο της Β. Ηπείρου, μέχρι το Άργος.[6]

Όταν πέθανε ο Κάρολος Ι (4.7.1429), άφησε πέντε γιους νόθους, τον Μέμνωνα, «…έναν Μοραΐτη», ο οποίος το 1458 όταν ο Μωάμεθ ο ΙΙ εισέβαλε στην Πελοπόννησο, εμάζωξε πολλούς Μοραΐτες λέγοντας να αντισταθεί του Σουλτάν Μεχμέτ. Και εδιάβη και εστάθη επάνω εις τόπον λεγόμενον Φλιούνι (Πιθανόν το όρος Πολύφεγγον της Νεμάς», «εισέ τόπον δυνατόν. Και ο Σουλτάνος διέβη και επήρε τον Ταρσό». (Γεω. Θ. Ζώρα, η Άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως και η Βασιλεία Μωάμεθ Β’ του Κατακτητού, κατά τον ανέκδοτον ελληνικόν Βαρβερίνον κώδικα 111 της Βατικανής Βιβλιοθήκης, ΕΕΒΣ, ΚΒ’ (1952) σ. 263). Τον Ηρακλή, τον Τούρνο, ένας γιος του οποίου, Τζήρνος ή Κύρνος Τόκκος, αναφέρεται στο κείμενο της ειρήνης που σύνηψαν το 1502 η Βενετία και ο Βαγιαζήτ και μνημονεύεται ως κύριος τόπου στη Λευκάδα (Κ. Σάθας, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς, 1869, σ. 68). Έναν άλλο ίσως Αντώνιο, για τον οποίο πάλι ο Κ. Σάθας, ό.π. σ. 58 γράφει: «Ύστερον», μετά την κατάληψη των νήσων Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Λευκάδος υπό των Τούρκων, «Αντώνιος ο Τόκος», βοηθούμενος υπό του βασιλέως της Νεαπόλεως, κατέλαβεν τας δύο πρώτας νήσους. Πλην οι Ενετοί εξαπατήσαντες και τον Σουλτάνον, ευκόλως εγένοντο κύριοι αυτών (1483)». Και τελευταίο τον Ορλάνδο.[7]

Σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής, τα παιδιά επειδή ήσαν νόθα, δεν είχαν δικαίωμα στην πατρική κληρονομιά, η οποία περιήλθε στον ανηψιό του Κάρολου, επίσης Κάρολο ΙΙ.

Μικρά κτήματα των πατρικών κτήσεων στην Ακαρνανία παραχωρήθηκαν στον Ηρακλή και στον Τούρνο, οι οποίοι εμφανίζονται αργότερα να συνεχίζουν τις προσπάθειές τους για να τα καταλάβουν (6-79). Στον Μέμνωνα παραχωρήθηκαν κτήματα στο Μοριά, και εμφανίζεται το 1436 ως κύριος της Κερπινής των Καλαβρύτων (7-530).

Για τους άλλους δύο δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες. Τα ίχνη τους χάνονται μέσα στον Τουρκικό Στρατό που είχε ενσκήψει στον ελληνικό χώρο, και στον οποίον κατέφευγαν τότε όλοι οι δυσαρεστημένοι. Η τελευταία αυτή πληροφορία, ότι ο Μέμνων Τόκκος, τελειώνει την παρουσία του στην ιστορία, σαν αυθέντης της Κερπινής, οδηγεί στην υπόθεση ότι αν υπήρχαν ακόμη στην Κερπινή, αναμνήσεις, παραδόσεις ή υπολείμματα των οικογενειών των Τόκκων, ήταν πολύ πιθανό, να μπορούσε να βρεθεί κάποιος σύνδεσμος ανάμεσα στους Τόκκους της Κεφαλονιάς-Ηπείρου, με τους Ντόκους της Αργολίδας.

Πράγματι, σε μια επίσκεψη, το Πάσχα του 1982, στην Κερπινή των Καλαβρύτων διαπιστώθηκε ότι, στο γειτονικό χωριό, το Ορεινό Βυσοκά, που βρίσκεται όμως μέσα στα όρια της Κερπινής, –σήμερα έχει εγκαταλειφθεί και κάτοικοί του κατέβηκαν στο Βυσοκά (Σκεπαστό)–, σώζονται ακόμη 4 οικογένειες με το επώνυμο Ντόκος.

Βέβαια κανείς δεν ήξερε κάτι για την καταγωγή τους. Αλλά όλοι απέκλεισαν την πιθανότητα να είχαν ανέβει εκεί επάνω, –τον χειμώνα τα χωριά αυτά είναι αποκλεισμένα από τα χιόνια–, από τον Αργολικό κάμπο. Θεώρησαν πιθανότερο, οι Ντόκοι του Άργους να προέρχονται από τους ορεινούς Ντόκους των Καλαβρύτων, όπως άλλωστε συμβαίνει συχνά με τους «χειμαδιώτες», που σιγά-σιγά εγκαθίστανται στον κάμπο, εγκαταλείποντας την ορεινή αλλά σκληρή γενέτειρα.

Η παρουσία αυτή των Ντόκων στην Κερπινή, ίσως είναι μία ένδειξη, πολύ πιθανή κατά τον γράφοντα, για τη συγγένεια Τόκκων και Ντόκων, αλλά βέβαια δεν είναι απόδειξη. Χρειάζονται κι άλλες πληροφορίες, οι οποίες σήμερα δεν υπάρχουν. Γι’ αυτό και η πάρα πάνω υπόθεση, όσο ωραία και αν είναι, παραμένει πάντα υπόθεση (139:70).

ΞΙΑΡΧΟΣ (Καρυά, Κρανίδι). Ένας Conte Xarcho… fuggito de Turchia μνημονεύεται στο στρατόπεδο της Zara, το 1503, στα Ενετικά Αρχεία (260:71, κ.ε.). Οι Ενετοί της Επτανήσου, όταν έλεγα TURCHIA, εννοούσαν και την Ηπειρωτική Ελλάδα. Νικόλαος Έξαρχος, πρωθιερέας, γεννημένος γύρω στα 1730-40, ήταν πρό-παππος του Ι. Λαμπρίδου (133:θ’). Κων/νος Ξάρχος, «εκ χώρας Πραστού», ανακαινίζει την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου Ρεοντινού (1689) (49:202). «γηοργουλη και θαναση και επηληπι ξηαρχεοι» βεβαιώνουν σε πωλητήριο έγγραφο του 1812 (69:375).

ΞΥΠΟΛΙΑΣ (Άργος, Λιγουριό Ναύπλιο) και ΞΥΠΟΛΗΤΑΣ (Κρανίδι). Sipolisias Δημήτριος και Θεοδώρα, από την Μονεμβασία, αναφέρονται το 1547 στην Napoli di Romania (261:439).

ΞΥΦΤΕΡΗΣ (Κρανίδι). Στους Ενετικούς καταλόγους, μεταξύ εκείνων που πήραν κάποια αμοιβή για τις υπηρεσίες που πρόσφεραν, αναφέρεται και ο Alessandro Xifiteri da Napoli, το 1545 (261:411).

ΠΑΓΚΑΛΟΣ (Ναύπλιο). Ενετός πρόξενος στην Άρτα το 1765, απαντάται ο από την Κρήτη καταγόμενος Μοσχονάς Πάγκαλος (184:292). Νικόλαος Πάγκαλος στέλνεται στην Τεργέστη και από εκεί στην Πετρούπολη σαν πρεσβευτής της Ύδρας, το 1789 (17:28). «Μάστρο Δούκας Πάγκαλος» σε έγγραφο του 1644, στη Ζάκυνθο (104:11). Οικογένεια Παγγάλων, ενετικής καταγωγής, σημειώνεται στην Τζιά (Κέα) (303:203).

ΠΑΛΑΒΙΤΣΙΝΗΣ (Ναύπλιο). Γενάρχης του Παλλαβιτσίνη της Ελλάδας θεωρείται ο Γουΐδων Παλλαβιτσίνη (1204), μαρκίων της Βοδονίτζης (87:475). Κατόπιν, όμως, εμφανίστηκαν και άλλοι: Alberto Pallavicini, μαρκήσιος της Βοδονίτσας, μνημονεύεται το 1310 (319:280), και το 1570 ο Σφόρτσα Παλαβιτσίνης, βενετός αρχιστράτηγος (299:278). Οικογένεια ΠΑΛΑΒΙΤΣΙΝΟΥ, το 1675, στη Ζάκυνθο (82:505).

ΠΑΝΑΡΙΤΗΣ (Άργος, Ναύπλιο). Εκτός από τα χωριά Παναρίτη της Ναυπλίας, Κορινθίας, Αχαΐας, Βορείου Ηπείρου, υπάρχει και στρατιώτης στα Ενετικά Αρχεία, προ του 1511, με το όνομα Panariti (Πανάρετος;) (260:97).

ΠΑΝΤΟΤΗΣ (Άργος). «Αλεξαντρής Πανδεότης» αναφέρεται δημόσιος νοτάριος σε έγγραφο του ολή (1538), στον Κώδικα της μ. Σπηλιώτισσας Ζακύνθου (126:φ. 2 σελ. β). Στην οικογένεια υπάρχει η παράδοση ότι έχουν έρθει από την Ιταλία.

ΠΑΡΑΒΑΝΤΗΣ (Άργος). Στο χωριό Άκοβο της Μεσσηνίας απαντάται, το 1659, οικογένεια με το παρεμφερές επώνυμο Πραβάντο, μέλη της οποίας υπογράφουν επιστολή προς τον Μοροζίνη (91:245). Θα μπορούσαν, πιθανόν, να συσχετισθούν με τους Παραβάντηδες του Αχλαδόκαμπου και του Άργους. Παράβαντα, επίρρημα στην Κάρπαθο, σημαίνει πλαγίως. (198:300).

ΠΑΣΧΑΛΗΣ (Ερμιόνη). Στρατιώτες με το επώνυμο Πασχάλης απαντώνται στα Ενετικά Αρχεία οι εξής: Zorz P. το 1541 (261:353), Ανάργυρος Π., da Napoli di Romania το 1553 (262:44), Ιωάννης Π., da Thine (Τήνος), επίσης το 1553 (262:36). Πασχάλης απαντάται σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας, το 1806 (18:358).

ΠΑΤΡΙΝΙΟΣ (Ναύπλιο). Ένας Zuane Patrino, Ηπειρώτης, αναφέρεται, από το 1575, στο Μητρώο της Αδελφότητος Αγίου Νικολάου στη Βενετία (189:242). «Πατρινιά χωράφια» στα Λαγκάδια της Γορτυνίας (16). Αναγνώστης Πατριναίος, το 1797, πιθανόν από την Σμύρνη (15:474). «Δημ. Πατρινός με 50 ανθρώπους» αναφέρεται σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας, το 1803 (18:79, 31:232).

ΠΑΧΥΣ (Ναύπλιο). Ιωάννης Παχύς στασιάζει εναντίον του αυτοκράτορα Αλεξίου ΙΙΙ κατά το 1198 (142:520). Ένας Κανάκης Παχύς υπογράφει την «κόποια των υπαρχόντων της Αγίας Μονής» το 1679 (309:256). Ένας Zorzi Pacchi da Ma-Ivasia αναφέρεται στα Κύθηρα τον 13ο αι. (259-:301). Παναγιώτης Παχύς αναγράφεται μεταξύ των «οικοκυραίων» της νήσου Ύδρας (19:40). Παναγιώτης Παχύς αναφέρεται σε επιστολή των προεστών Σπετσών το 1816 (21:255). Τζαννέτος Παχύς αναφέρεται σε «μρικοπαράδοση», το 1706 στη Ζάκυνθο (126:φ88).

ΠΕΒΕΡΕΤΟΣ (Άργος, Δαλαμανάρα). «Ποβερέτου Κεφαλλήνος Λόγος επιφανηματικός κλπ.»: έγγραφο του 18ου αι. (156:471). Ένας Πρέβετος Γεώργιος, από τη Ζάκυνθο, εγκαθίσταται στην Τεργέστη το 1740 (298:371). Το επνμ. αναγράφεται συχνά ως Μπεβερέτος στο υπ’ αριθ. 205/30.7.1841 μισθωτήριο συμβόλαιο του συμ/φου Ναυπλίου Α. Κ. Ελαιώνος.

ΠΕΡΠΙΝΙΑΣ (Ναύπλιο). Περπινιάνης Γεώργιος, δυτικός επίσκοπος Τήνου (1594-1616) (285Α:57). ΠΕΡΠΙΝΙΑΣ Σάντος, αναγράφεται σε συμβόλαιο υπ’ αριθ. 88 22.5.1841, του συμβολαιογράφου Ναυπλίου Αναστ. Κ. Ελαιώνος. Προφανώς ο από το Περπινιάν της Γαλλίας καταγόμενος. Χωριό Πέρπενη στη Λακωνία.

ΠΙΚΟΣ και ΠΙΚΗΣ (Άργος, Ναύπλιο). Αναφέρεται Παναγιώτης Πίκος, φιλικός στη Μολδοβλαχία (1817) (209:69).

ΠΙΠΕΡΟΣ (Άργος, κ.α.). Ο Andreas Piperi cretensis, δηλ. κρητικός, εγγράφεται το 1707 στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας. (237:125).

ΠΙΤΣΑΣ (Επίδαυρος, Κρανίδι, Ναύπλιο, Χέλι). Χωριό στην Αχαΐα. «Ο Πιτσάς»: τοπωνύμιο στο Σιτοχώρι της Τριφυλίας (313:337). «Μήτρος Πιτζάς», το 1806, σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας (18:358). «Λάζαρος Πιτσάς», το 1811, σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας (20:164). Πίτσης, το 1675, «εξ Αργολίδος», αναφέρεται από τον Η. Τσιτσέλη (294:253).

ΠΛΑΤΑΝΙΤΗΣ (Άργος 1869). Βρετός Πλατανίτης da Napoli di Romania απαντάται, το 1557, στον Ενετικό στρατό (262:81). Ομώνυμο χωριό κοντά στο χωριό Μέρμπακα (Αγ. Τριάδα) της Αργολίδας. Αναγνώστης Πλατανίτης αναγράφεται σε κατάσταση της Κοιν. Ύδρας, το 1802 (17:314).

ΠΡΙΦΤΗΣ (Άργος). Πολλοί στρατιώτες στον Ενετικό στρατό ονομάζονταν Prifti (: παπάς) (261:337, 353, 356). Χωριό Πρίφτιανι (Μοναστηράκι) στην Αργολίδα. Χωριό και οπλαρχηγός Πρίφτης στη Σαμαρίνα της Ηπείρου, το 1743 (141:17). Πρίφτης υπογράφει συμβόλαιο αγοραπωλησίας του Αρχείου Νέζου (203).

ΡΑΔΟΣ (Κρανίδι 1884). Χωριό με αυτή την ονομασία, «του Ράδου», βρίσκεται στην επαρχία Ερμιονίδας. Rado: αλβανικό και σλαβικό βαπτιστικό όνομα (: καλός, βλ. και ράδιον), απαντάται στους στρατιώτες Rado Prifti και Rado Renessi, από το 1541 (261:333, 261:358). Ορεινό χωριό της Γορτυνίας.

ΡΑΛΛΗΣ και ΡΑΛΗΣ (Άργος, Ναύπλιο). Η λέξη «Ραλ» είναι αλβανική και σημαίνει: σπάνιος, άτριχος (256:ΧΧVI). Πρώτος με το όνομα αυτό εμφανίζεται στην ιστορία ο Ραούλ ο Λυκοδέρμων, νορμανδικής πιθανόν καταγωγής, κατά τον 11ο αι. Ραούλ Αλέξιος, πρωτοβεστιάριος του Ιωάννου Δούκα Βατάτζη (1222-1254) αναφέρεται από τον Γεώργιο Ακροπολίτη (5:69). Μιχάλης Ράλλης αναφέρεται στα Ενετικά Αρχεία το 1489 (239:162). Βελισάριος Ράλλης αναγράφεται σαν ιδιοκτήτης γαλέρας το 1533 (259:315). Βιβλιογραφία (36:15, 38:139, 37:68, 39:254, 30:217).

ΡΑΧΑΝΙΩΤΗΣ (Άργος, Επίδαυρος, Χέλι (Αραχναίο)). Μήπως το Ραχανιώτης αυτό καλύπτει το Ταρχανειώτης; Γιατί, όπως γράφει ο Κ. Σάθας: «Le poete strathiote (Marulos) quoique s’intitulant Constantinopolitain, il etait originaire de Dume d’Achaïe, sa mere descendait de la célébre maison de Tarchaniotes Argiens seigneurs de Tarchanium (le mont Aracnium des anciens)… » (: Ο Στρατιώτης ποιητής Μάρουλος, παρ’ όλον ότι ετιτλοφορείτο Κωνσταντινουπολίτης, προερχόταν από την Δύμη της Αχαΐας, η μητέρα του καταγόταν από την ένδοξη οικογένεια των Ταρχανειωτών, Αργείων κυρίως του Ταρχανίου, του όρους Αραχναίου των αρχαίων…» (260:IV). Διαμάντε: θυγάτηρ Γεωργίου Τραχανιώτου, μνημονεύεται σε διαθήκη του 1646 στη Ζάκυνθο (106:166). «Στου Ραχανιώτη»: τοπωνύμιο στην περιοχή Χέλι (Αραχναίο) της Αργολίδας. «Ταρχανιώτης (Ραχανιώτης;)», «μέγας δομέστικος Νικηφόρος ο Ταρχανειώτης, στρατιώτης καλός και αγαθός στρατηγός», άντρας της αδελφής του Μιχαήλ VIII του Παλαιολόγου (1261-1283), αναφέρεται από τον Ακροπολίτη (5:60). Φρούραρχος Τζουρουλού επί βασιλείας Ιωάννου Βογάτζη (1222-1254). (255:481). Ταρχάνειον, συνοικισμός παρά τα Κύψελλα της Θράκης, Θεοδοσίου, Μετοχίτου, Πρεσβευτικός, (251:161). Μιχαήλ Μάρουλος Ταρχανειώτης, Έλλην ποιητής των χρόνων της Αναγεννήσεως, (77Α:200-242).

ΡΙΓΚΑΣ (Τολό). Μία Donna Catherina του ποτέ Rigo da Napoli di Romania μνημονεύεται σε έγγραφο των Ενετικών Αρχών, το 1544 (261:394). ΡΙΓΚΑΣ και ΡΗΓΚΑΣ απαντώνται στην περιοχή Τζουμέρκων (136:71).

ΡΟΜΠΟΤΗΣ (Κρανίδι, Ρομπότσης 1874, Ναύπλιο, Πόρτο Χέλι). Ιωάννης Ρομπότης: αναφέρεται το 1262, στο «Πρακτιόν της Αγιωτάτης Επισκοπής Κεφαλληνίας κ.λπ.» (318:27). Ένας Ρομποτής καταφεύγει στην Κεφαλονιά, το 1502 (106:247). Alexio Robotin μνημονεύεται στην Κεφαλονιά, το 1528 (259:278). Ρομπότης: οικογενειακό επώνυμο στην Ήπειρο (131:41). Ρομποτής: οικογενειακό επώνυμο στο χωριό Αθάνα της Λευκάδας. Ρομποτής συμμετέχει στην ανέγερση ναού στον Άγιο Νικόλαο Ιρά (Λευκάδας) προ 300 και πλέον ετών (186:335). Τοπωνύμιο «το Ρομποτό» στο χωριό Καντηλισκέρι, Καλιστήριον (Πλατανόβρυση) Πυλίας (313:244). «Ρομπότα» (η δουλειά) και «ρομποτεύω» (εργάζομαι, σκάβω): στη συνθηματική γλώσσα των «γιοργατζάδων» του Κοσμά (129:67).

ΡΟΥΜΑΝΑΣ (Ναύπλιο). Χωριό στην Τριφυλία Ρουμανού ή Ρωμανού (313:245). Romana: ένδυμα μακρύ, μαύρου χρώματος, που παλαιότερα φορούσαν όλοι οι Ενετοί, στα τελευταία όμως χρόνια της Δημοκρατίας το χρησιμοποιούσαν οι Ενετοί δημόσιοι αντιπρόσωποι σαν ημιεπίσημο ένδυμα (311:582).

ΡΟΥΣΣΟΣ (Άργος, Ναύπλιο). Το επώνυμο απαντάται στη Μάνη από το 1736 (270:86).

ΣΑΒΙΝΗΣ (Άργος). Στρατιώτης Savinas ή Sovina ή Savinos αναφέρεται στα έγγραφα των Ενετικών Αρχείων, το 1539 (261:314). Και Vreto Savino, επίσης το 1539 (261:333). Τοπωνύμιο «του Σαβίνου» στην περιοχή Αγ. Νικόλαος (Κοιλιωμένου) στη Ζάκυνθο.

ΣΑΒΟΓΙΑΣ (Ναύπλιο). Στρατιώτης Manuel Savogia, da Napoli di Romania, απαντάται στα Ενετικά Αρχεία από το 1548 (262:4). Γρηγόριος Θεοδώρου Σαβόγιας από την Κρήτη, ιδρύει, το 1664, το ναό της αγίας Αικατερίνης ή των Τριών Ιεραρχών στο προάστειο Κήποι της Ζακύνθου (104:121). Προφανώς ο εκ Σαβοΐας καταγόμενος. «Ζακύνθιος ποιητής» (254:45).

ΣΑΓΚΑΣ (Ναύπλιο). Στρατιώτης με το επώνυμο Σάγκας απαντάται στον Ενετικό στρατό, το 1481 (259:190).

ΣΑΓΡΕΔΟΣ (Άργος 1853). Πέτρος Sagredo ονομαζόταν ο βενετσιάνος φρούραρχος του Στροβιλίου Ηπείρου, το 1479 (254:214). Από τότε, το επώνυμο απαντάται και σε άλλους Ενετούς αξιωματούχους. Αυγουστής Σαγρέδος: σε έγγραφο του 1623 στη Ζάκυνθο (126:φ87 σελ. β).

ΣΕΡΑΣ (Άργος 1845). Στο Αρχείο συμβολαιογράφου Ντόκου, Τοπωνύμιο στη Ζάκυνθο, το 1689 (126:φ77 σελ. β), και (30:219) – Nicoló Serra hobile Zacinthio το 1784 (814:XXXVI).

ΣΚΑΝΔΑΛΗΣ (Άργος). Ισίδωρος Σκανδάλης, ηρωικός πλοίαρχος στις τάξεις των ιπποτών της Μάλτας (1533-1540) (262:193). Ιωάννης Σκ., Ζακυνθινός, γιος του εν Μεθώνη Σκανδάλη (249:99).

ΣΚΙΑΔΑΣ (Μέρμπακα (Αγ. Τριάδα)). Επώνυμο αναφερόμενο από τον 14ο αι. (314:126, 317:229). Ένας Pietro Γεωργίου Schiada απαντάται σαν στρατιώτης, το 1541 (261:356). Αλβανικό τοπωνύμιο «ráj Skjadá» (: η ράχη του Σκιαδά) στο χωριό Μαλίκι (Πολυθέα) Τριφυλίδας (313:345).

ΣΚΛΗΡΗΣ (Άργος, Καρυά, Ναύπλιο). Ένας Γκιώνης Σκλήρης αναφέρεται σαν στρατιώτης, το 1541 (261:338, 257:LIII). Αλβανικό τοπωνύμιο «ára Skijíra» (: χωράφι του Σκλήρη): στο χωριό Πάνω Ψάρι της Τριφυλίας (313:292). Επώνυμο Σκληρής στην Κέρκυρα το 1611 (197:36). Βυζαντινή οικογένεια Σκλήρη στον δήμο Οινούντος Λακωνίας (72:572). (Σημ. 6).

ΣΚΟΥΡΑΣ (Άργος, Μπερμπάτι (Προσύμνη), Ναύπλιο, Πρίφτιανι (Μοναστηράκι), Χώνικα). Στρατιώτης με το επώνυμο Tonda Scura, από την Μονεμβασία, αναγράφεται στις καταστάσεις του Ενετικού στρατού το 1546 (262:434).

ΣΠΑΘΗΣ (Άργος). Περί το 1388, αναφέρεται από τον Ι. Λαμπρίδη ότι οι Ζαγορίσιοι, βοηθούμενοι από τον Τζασύλο, τοπικό οπλαρχηγό, εξέρχονται κατά του αλβανού λησταντάρτη Σπάθα (Σπάτα;) (131:4). Άνω και Κάτω Σπαθία: περιοχές του Βερατίου, υπαγόμενες πολιτικά στο Ελμπασάν (136:222). Σημαντικός αριθμός Spata αναφέρεται και από τον Κ. Σάθα. «Σπαθής»: νοτάριος σε συμβόλαια των αρχών του 17ου αι. στη Ζάκυνθο (126:φ7).

ΣΠΗΛΙΩΤΗΣ (Κρανίδι, Ναύπλιο). Κατά το 1541, αναφέρονται οι εξής στρατιώτες με το επώνυμο Spilioti: Μιχαήλ, Ιωάννης, Μανουήλ, Νικόλαος και Θεόδωρος (261:355). Το 1820 απαντάται σε κατάσταση επαγγελματιών της νήσου Ύδρας (22:377).

ΣΤΑΪΚΟΣ (Κρανίδι, Ναύπλιο). Αλβανικό τοπωνύμιο (lázi-Stájkose» (: το χέρσο του Στάικου) στα χωριά Κούβελα και Καστρούγκενα (Καρνέικα) Τριφυλίας (313:293). Ανδρέας Στάικος αναφέρεται σαν στρατιώτης στον Ενετικό στρατό, το 1512 (261:105). Στάικος αναφέρεται στους λογαριασμούς του Σταύρου Ιωάννου, στα Ιωάννινα, το 1811 (116:214).

ΣΤΕΦΑΝΗΣ (Άργος). Anagnosti Stefanin, da Napoli di Romania, μνημονεύεται σε έγγραφο των Ενετικών Αρχείων και με χρονολογία 10.11.1548 (262:10).

ΣΤΙΝΗΣ (Κρανίδι 1854). «Strenuissimo et fidel Stratioto da Napoli di Romania Stini Clemente q. Neri et nepote del q. Marin Pizolo, homo virilissimo et strenuissimo κ.λπ (: ο θαρραλέος και πιστός Ναυπλιώτης στρατιώτης Στίνης Κλήμης του ποτέ Neri και ανιψιός του ποτέ Μαρίνου Pizolo, άνθρωπος ανδρειότατος και θαρραλεότατος κ.λπ.): αναφέρεται σε έγγραφο των Ενετικών Αρχών από το 1502 (260:67).

ΣΥΡΓΙΑΝΝΗΣ και ΤΣΙΡΓΙΑΝΝΗΣ (Άργος 1861). Παλαιότερα στο χωριό Γυμνό, σήμερα στο γειτονικό του Λιόντι (Νεμέας). Συργιάννης: διακρίνεται κατά τους εμφυλίους πολέμους (Καντακουζηνός). Βυζαντινός στρατηγός (1399), υποτάσσει τα Ιωάννινα στον Ανδρόνικο Α’ Παλαιολόγο. «Λα Κιάτρα αλ Συργιάννη»: καραούλι στο Δίστρατο, όπου σκοτώθηκε ο κλέφτης Συργιάννης (283:217). Ένας Domenego Surian, da Napoli di Romania, παίρνει σαν ανταμοιβή κάποια θέση στο Antivari, το 1542 (261:371). Το 1599, αναφέρεται ένας Γιάννης Sergiano, επίσης da Napoli di Romania (262:94). Ονομασία μονής στην Αττική: Συριάνη ή Συργιάνη (321:99), σε απόσταση 39’ από την Αθήνα, προς την κατεύθυνση του Υμηττού. Suriano Βερναρδίνος (1580;-1583;), λατίνος αρχιεπίσκοπος Κέρκυρας (292:59). Συργ. Spiridion, αναγράφεται το 1705 στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας (238:278). Συργιάνος ο εκ Συρίας καταγόμενος.

ΣΥΡΜΑΣ (Άργος 1863). Ένας Πέτρος Syrme ή Symi αναφέρεται, το 1471, στα Ενετικά Αρχεία (260:9). Αναγνώστης Σίρμας απαντάται, το 1790, στο χωριό Νεγάδες της Ηπείρου (136:99). Τοπωνύμιο «το ρέμα του Σούρμα» στο χωριό Ποταμιά της Τριφυλίας (313:255). Γιάννης Νικολή Σύρμας αναφέρεται σε κατάσταση, καπεταναίων μικρών πλοίων της Ύδρας, το 1810 (20:130). Νικόλαος Δ. Σίρμας: κατζηλλιέρης Σπετζών, το 1816 (21:300).

ΤΟΣΚΑΣ (Ναύπλιο, Προσύμνη κ.α.). Τόσκας, προφανώς, είναι ο καταγόμενος από την Αλβανική φυλή των Τόσκηδων. Andrea Thoschi: στρατιώτης da Napoli di Romania απαντάται το 1523 (260:130). Ένας Ljamze Glava Tósca αναφέρεται στο χωριό Μολήστι της Ηπείρου, το 1815 (273:44). Χωριό Τόσκα, ακατοίκητο, στην Πρέβεζα (133:154).

ΤΣΙΠΟΚΑΣ (Ναύπλιο). Τοπωνύμιο στην περιοχή του Κοιλιωμένου Ζακύνθου (110:207).

ΦΑΛΙΕΡΟΣ (Άργος). Ένας «ser Zuan Falier conte de Spalato» μνημονεύεται στα Αρχεία της Βενετίας, το 1543 (261:407). Το επώνυμο απαντάται και σε κατάλογο των ευγενών, που εγκατέλειψαν την Κάντια (Ηράκλειο Κρήτης), το 17ο αι. και εγκατεστάθηκαν στην Κέρκυρα (158:452).

ΦΑΝΤΗΣ (Κουτσοπόδι). Το επώνυμο απαντάται τον 18ο αι. σε έγγραφο της μ. Ρεοντινού Κυνουρίας (49:221).

ΦΛΟΚΑΣ (Άργος 1883). Χωριό Φλόκα στην Τριφυλία, Ηλεία, Πάτρα, Μονεμβασία και Ήπειρο. Mathio Floca: στρατιώτης στην Κεφαλονιά, το 1545 (259:282). Κύργιος (Κυριάκος) Φλόκας, κάτοικος Νεοχωρίου Τρίκκης, μνημονεύεται το 1656 (138).

ΦΟΣΚΑΡΙΝΗΣ (Κοφίνι (Νέα Τίρυνθα)). Επώνυμο μεσαιωνικής Ενετικής οικογένειας. Ο αρχαιότερος γνωστός είναι ο Στέφανος Φοσκαρινός ο υπό του Sanuto αναφερόμενος (1207) (201Α:207). Μετά αυτό το επώνυμο αναφέρονται δύο κλάδοι: οι FOSCARINI της Βενετίας, από την πόλη ALTINE, που μετά την καταστροφή της από τους Γότθους κατέφυγαν στα Βενετσιάνικα νησάκια, κατέλαβαν δημοτικά αξιώματα, έγιναν μέλη του Μεγάλου Συμβουλίου, και από το 1297 ονομάστηκαν πατρίκιοι. Ένας Ιάκωβος F., έγινε δόγης το 1762, ένας άλλος Ιάκωβος, στις αρχές του 17ου αι., ήταν Γενικός Διοικητής των ναυτικών δυνάμεων της Βενετίας (Generalissimo di Mare). Στην τελευταία περίοδο της Βενετικής Δημοκρατίας, οι αδελφοί Σεβαστιανός και Νικολό F., ιππότες του Χρυσού Περιδέραιου (stola d’ore) υπηρέτησαν ως πρεσβευταί.

Ο θυρεός των Foscarini ήταν: χρυσός με διαγώνια κυανή ταινία.

Και άλλοι Foscarini, του Lecce, που είναι κλάδος της προηγούμενης οικογένειας μετανάστευσαν στις αρχές του 17ου αι., στο Lecce με επικεφαλής έναν Ιωάννη – Αντώνιο του Καίσαρα Foscarini. Σ’ αυτόν τον κλάδο ανήκει και ένας Νικολό, ο οποίος για πολιτικούς λόγους αναγκάστηκε να εκπατριστεί και εμφανίζεται στην Τσαρική Αυλή. Η Ρωσσική Κυβέρνηση τον στέλνει το 1763 επίτροπό της στην Κέρκυρα. Πιθανόν γυναίκα αυτού του Νικολό Φ. να ήταν και η περίφημη Αδριανή Φ. της οποίας οι έρωτες με τον Καζανόβα προξένησαν σκάνδαλο στην εποχή της. (Ακολουθεί η περιγραφή του θυρεού του) (312:426).

Ο Κ. Σάθας, σχετικά με την οικογένεια F. γράφει: «Μετά την κατάληψη του Ναυπλίου και της Μονεμβασίας από τους Τούρκους, η Σύγκλητος διόρισε έξη Σοφούς (savii) ή Υπουργούς (ministres) για να ασχοληθούν αποκλειστικά με τη συντήρηση και εγκατάσταση σε χριστιανικές χώρες, των ανδρείων Στρατιωτών των ανωτέρω πολιτειών, που προτίμησαν τον εκπατρισμό από τον μουσουλμανικό ζυγό. Τα ονόματα των έξη πρώτων συγκλητικών των αποκαλουμένων sapientes super rebus Naupliensium et Monovasiensium είναι: Antonio Dandolo, Francesco Longo, Aloysio Contarini, Marc Foscarini et Dolfino Dolfini (αναγράφει μόνο πέντε). Αργότερα αυτοί οι σοφοί (λατ. Sapientes) αντικαταστάθηκαν από άλλους ευγενείς» (261:334). Leonardo Foscarini: αναφέρεται Προβλεπτής Ζακύνθου, το 1536 (81:124). Ιάκωβος Foscarini, στην Κρήτη, υποβάλλει έκθεση, το 1577 (315:80). Ιερώνυμος Foscarini: προβλεπτής Ζακύνθου το 1630 (81:126). Αλοΐσιος Φωσκαρίνης: προνοητής Λευκάδας, το 1695 (186:98).

Fr. Foscarini. Προβλεπτής Ζαρνάτας (1699) (119:4). Λουδοβίκος Φορκαρίνης. Ενετός γερουσιαστής και ιστοριογράφος. Συνέγραψε Istoria della Republica Veneta (1722). Γράφει επιστολή προς τον Ιάκωβο Ρατζόνικον (255:6α’).

Johanes Antonius Foscarini (1731-(-)1739): ο τάφος του επιγράφεται: Johannis Antonii Fuscareno – Corcyrae Archiepiscopi – Cineris – Anno MDCCXXXIX (42).

ΦΟΥΝΤΑΣ και ΦΟΥΤΗΣ (Άργος, Ναύπλιο). Στρατιώτης Fudis Lecas Αλβανός από τη Μονεμβασία, αναφέρεται στα Ενετικά Αρχεία, από το 1542 (252:366). Και χωριό Φούτια νότια της Μονεμβασίας).

ΧΑΡΒΟΥΡΗΣ (Ναύπλιο 1841). Marcus Carburi του Διμ., αναγράφεται μεταξύ των φοιτητών του πανεπιστημίου της Πάδοβας το 1745 (237:195).

ΧΑΡΟΣ (Βιβάρι Ναυπλίας). Ο Χάρος Ζένος, με ορμητήριο το Ναύπλιο, επέρχεται κατά της επαρχίας Καλαβρύτων επί κεφαλής στιφών (15000!!) την 27.6.1772 και διαρπάζει το μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, αφού υπέβαλε τους μοναχούς σε βασανιστήρια. Εν συνεχεία επιτίθεται και κατά της Κερπινής (75Β:43).

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Χρονικά της Ηπείρου θ’ 1 σ. 138.

[2] Συγκούνης Φ., Ανέκδοτος αλληλογραφία των Ζωσιμάδων, Ηπειρωτικά Χρονικά Η’ (1933), 201.

[3] Κυγέας Σ. Β., Ηπειρωτικόν Αρχείον Σταύρου Ιωάννου, Προλεγόμενα, Ηπειρωτικά Χρονικά, 14 (1939), 18.

[4] Γιανναροπούλου Ιωαν., Το περιεχόμενον του κτητορικού κώδικος της παρά την Στεμνίτσαν μονής Ζωοδόχου Πηγής (Χρυσοπηγή), ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΑ Β’. (1978), 153.

[5] Λαμπρίδης Ι., Παγωνιακά, (Αθήνα 1889), 70, ΗΜ. Β’ (Ιωάννινα 1971).

[6] Λούντζης Ε., Περί της πολιτικής καταστάσεως της Επτανήσου επί Ενετών, Αθήναι 1969, σ. 72-73.

[7] Hopf Charles, Chroniques Gréco-Romanes, inedites oú peu connues publiées avec notes et tables généalogiques, εκδ. Σπανού, Αθήναι 1961, 530.

 

Βιβλιογραφία – (από τα άρθρα του Τάκη Μαύρου)


 

 

  • Αβούρης, Σ.Ν.: Σύντομος εκκλησιαστική ιστορία της Σύρου, ΕΕΚΜ. 6 (1967), 589-615.
  • Αδάμης, Μ.Γ.: Κατάλογος των χειρογράφων της βιβλιοθήκης Παναγιώτη Γκριτσάνη, ΕΕΒΣ, ΛΕ’ (1966-67), 313-365.
  • Ακροπολίτης, Γ., Χρονική συγγραφή, Βόννη 1836.
  • Ανδρεάδης, Μ.Χ.: Τινά περί δικαίου και δικαιοσύνης εν Κορινθία κατά τους πρώτους μετεπαναστατικούς χρόνους, Πελοποννησιακά, ΙΑ’ (1975), 172-179.
  • Αντωνακάτου, Ντ. – Μαύρος, Τ.: Ελληνικά μοναστήρια, Πελοπόννησος, 1 (Μονές Αργολίδας), Αθήνα 1976.
  • Των ιδίων: Ελληνικά μοναστήρια, Πελοπόννησος, 2 (Μονές Αρκαδίας), Αθήνα 1979.
  • Απογραφή Αποστολής Maison.
  • Αραβαντινού, Π., Χρονογραφία της Ηπείρου, Α’-Β’ εν Αθήναις 1856. Επανέκδοση Ηλ. Ρίζου.
  • Αρχείον Ιστορικού Λεξικού Ακαδημίας Αθηνών.
  • Αρχείον Κοινότητος Ύδρας, 1776-1832: 1 (1778-1802), εν Πειραιεί 1920.
  • Του ιδίου: 2 (1803-1806), εν Πειραιεί 1921.
  • Του ιδίου: 3 (1807-1809), εν Πειραιεί 1922.
  • Του ιδίου: 4 (1804-1812), εν Πειραιεί 1923.
  • Του ιδίου: 5 (1813-1817), εν Πειραιεί 1924.
  • Του ιδίου: 6 (1818-1821), εν Πειραιεί 1925.
  • Βαγιακάκος, Δ.Β.: Αρχαία και Μεσαιωνικά τοπωνύμια εκ Μάνης, (συμβολή 2α), Πελοποννησιακά, Β’ (1957), 302-334.
  • Του ιδίου: Βυζαντινά ονόματα και επώνυμα εκ Μάνης, Πελοποννησιακά Γ’-Δ’ (1958-59), 185-221.
  • Του ιδίου: Σχεδίασμα περί των τοπωνυμικών και ανθρωπονυμικών σπουδών εν Ελλάδι, 1833-1962, εν Αθήναις 1964.
  • Του ιδίου: Πάτραι – Πάτρα, Πελοποννησιακά, Ι’ (1974), 223-234.
  • Βέης, Ν.Α.: Χαμάραιτοι, Ιστορικόν και γενεαλογικόν σημείωμα, εν Αθήναις 1903.
  • Του ιδίου: Κατάλογος των χειρογράφων κωδίκων της εν Αροανεία μονής των Αγίων Θεοδώρων, Επετηρίς ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ, Γ’ (1906).
  • Του ιδίου: Επετηρίς ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ, Γ’ (1906).
  • Του ιδίου: Κριτική Αντωνίου Χ. Χατζή, Α.Δ.Φ. καθηγητού. Οι Ραούλ, Ραλ, Ράλαι (1080-1800), Βυζαντίς, Β’ (εν Αθήναις 1911-12), 250-255.
  • Του ιδίου: Κατάλογος των ελληνικών χειρογράφων κωδίκων της εν Ζακύνθω Φωσκολιανής Βιβλιοθήκης, ΔΙΕΕ, 8 (1926), 46-65.
  • Βιάζης, Σ.Δ.: Σημειώματα περί των Δυτικών Εκκλησιών, Αρχιεπισκόπων και Επισκόπων Επτανήσων, ΑΡΜΟΝΙΑ (1906).
  • Βλαχογιάννης, Γ.: Άπαντα των Νεοελλήνων κλασσικών. 4. Κλέφτες του Μοριά, Αθήναι, 1966.
  • Βροκίνης, Λ.: Η εν Κέρκυρα αποίκησις. Έργα, Κέρκυρα 1973.
  • Γιανναρόπουλου, Ι.: Δικαιοπρακτικά έγγραφα εκ της μονής Ρεοντινού, Πελοποννησιακά, Η’ (1971), 201-238.
  • Του ιδίου: Το περιεχόμενον του κτητορικού κώδικος της παρά την Στεμνίτσαν Μονής Ζωοδόχου Πηγής (Χρυσοπηγής), Γορτυνιακά Β’ (1978), 385-393.
  • Γριτσόπουλος, Τ.Α.: Η αρχιεπισκοπή Δημητσάνης και Αργυροκάστρου, ΕΕΒΣ, Κ’ (1950), 209-256.
  • Γριτσόπουλος, Τ.Α.: Η κατά την Κυνουρίαν μονή της Λουκούς, Πελοποννησιακά, ΣΤ’ (1963-68), 129-190.
  • Του ιδίου: Στατιστικαί ειδήσεις περί Πελοποννήσου, Πελοποννησιακά, Η’ (1971), 411-459.
  • Δεληγιάννης, Γ.Ν.: Η Ιερά Μονή Ελώνης, ΔΙΕΕ, Ι’ (1925), 86-127.
  • Δημητρακόπουλος, Σ.: Προεπαναστατικά δικαιοπρακτικά έγγραφα Αλωνισταίνης, Γορτυνιακά Β’ (1978), 361-384.
  • Δούκας, Π.Χ.: Η Σπάρτη δια μέσου των αιώνων, Νέα Υόρκη 1922.
  • Δρακάκης, Α.Ο.: Η Σύρος επί Τουρκοκρατίας. Η Δικαιοσύνη και το Δίκαιον. ΕΕΚΜ, 6 (1967), 63-492.
  • 75Β.      Ευαγγελάτος, Χρ. Γ.: Η Αγία Λαύρα, Ιστορία της Ι.Μ., 961-1961, Αθήναι 1981.
  • 77Α.     Ζακυθηνού, Διον.: Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης, Έλλην ποιητής των χρόνων της Αναγεννήσεων, ΕΕΒΣ, Ε’ (1928), 200-242.
  • Ζώης, Λ.: Ιστορία της Ζακύνθου, Αθήνα 1955.
  • Του ιδίου: Λεξικόν Λαογραφικόν Ζακύνθου, Αθήναι 1963.
  • Καλομενόπουλος, Ν.: Μεγ. Ελλην. Εγκυκλ., λήμμα «Παλαβιτσίνης», 19, σ. 475.
  • Καμπούρογλου, Δ.: Μνημείο της ιστορίας των Αθηναίων, Α’ (1891).
  • Καραθανάσης, Α.Ε.: Επαναστατικαί κινήσεις στην Πελοπόννησο στα 1659, Πελοποννησιακά, Η’ (1971), σ. 239-260.
  • Καρατζάς, Σ.: Ο Αγαθόφρων Λακεδαιμόνιος και το Παρισινό περιοδικό «Μέλισσα», Πελοποννησιακά, Γ’-Δ’ (1958-59), 241-262.
  • Κατσούρος, Α.Φ.: Ναξιακά δικαιοπρακτικά έγγραφα του 17ου αι., ΕΕΚΜ, 7 (1968), 24-337.
  • Κονόμος, Ντ.: Ναοί και μονές στη Ζάκυνθο, Αθήναι 1964.
  • Του ιδίου: Η Χριστιανική τέχνη στην Κεφαλονιά, Αθήναι 1966.
  • Του ιδίου: Εκκλησίες και Μοναστήρια στη Ζάκυνθο, Αθήναι 1967.
  • Του ιδίου: Ο Μαρτινέγκος, Αθήναι 1976.
  • Του ιδίου: Ζάκυνθος (2ος τόμος), Αθήνα 1979.
  • Κουγέας, Σ.Β.: Ηπειρωτικόν Αρχείον Σταύρου Ιωάννου, Έγγραφα Αλή Πασά, Ηπ. Χρον., 14 (1939), σ. 49-144.
  • Του ιδίου: Έγγραφα Σταύρου Ιωάννου, Ηπ. Χρον., 14 (1939), 145-333.
  • Του ιδίου: Αναφορά των Βοιτυλιωτών προς την Ενετικήν Δημοκρατία (7.4.1690). Σύμμεικτα, Πελοποννησιακά, Β’ (1957), 426-430.
  • Του ιδίου: Η καταγωγή του Παναγιώτη Μπενάκη, Πελοποννησιακά, ΣΤ’ (1968), 1-42.
  • Κουκουλές, Φ.: Εκ των Ελληνικών παπύρων, Βυζαντίς, Β’ (εν Αθήναις 1811-12), σ. 474-503.
  • Κώδικας Μονής Σπηλιώτισσας Ζακύνθου. (Ανέκδοτος).
  • Κωνσταντόπουλος, Τ.: Νέα ονόματα Πελοποννησίων Φιλικών από τα Αρχεία της Τσαρικής Αστυνομίας, Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, 1965, σ. 339-342.
  • Κωστάκης, Θ.: Οι Γεωργατζάδες του Κοσμά και η γλώσσα τους, Πελοποννησιακά, ΣΤ’ (1963-68), 43-91.
  • Λαμπρίδης, Ι.: Ζαγοριακά (Αθήναι 1870), Ηπειρωτικά Αγαθοεργήματα, Α’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Ζαγοριακά μέρος 2ον (Αθήναι 1889), σ. 1-88, εν Ηπειρωτικά Μελετήματα, Β’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Ηπειρωτικά Αγαθοεργήματα, Ηπειρ. Αγαθοερ. Α’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Μαλακασιακά (Αθήναι 1888), Ηπ. Μελετ., Β’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Περί των εν Ηπείρω Αγαθοεργημάτων (Αθήναι 1880), Ηπειρ. Αγαθ., Α’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Πολιτική εξάρτησις και διοίκησις Μαλακασίου, ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, 10 (1877), σ. 376-368, εν Ηπειρ. Αγαθ., Α’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Πογωνιακά (Αθήναι 1889), σ. 1-87, εν Ηπειρ. Μελετ., Β’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Ο Τεπελενλή Αλή πασάς, (Αθήναι 1887), σ. 1-84, εν Ηπειρ. Μελετ., Β’ (Ιωάννινα 1971).
  • Λάμπρος, Σπυρ.: Μιχαήλ Ακομινάτου του Χωνιάτου, τα σωζόμενα, τ. Β’ (Αθήναι 1880).
  • Του ιδίου: Εκθέσεις των Βενετών προνοητών της Πελοποννήσου εκ των εν Βενετία Αρχείων, ΔΙΕΕ, 5 (1900), σ. 605-823.
  • Του ιδίου: Τρεις επιστολαί του καρδιναλίου Βησσαρίωνος, Ν.Ε., 5 (1908), σ. 19-38.
  • Του ιδίου: Ναυπλιακόν έγγραφον του οίκου Πουλομάτη, Ν.Ε., 6 (1909), σ. 273-283.
  • Του ιδίου: Ενθυμήσεων, ήτοι χρονικών σημειωμάτων συλλογή πρώτη, Ν.Ε., 7 (1910), σ. 113-313.
  • Του ιδίου: Κατάλογος κωδίκων των εν Αθήναις Βιβλιοθηκών πλην της Εθνικής, Ν.Ε., 7 (1910), σσ. 321-337 και 469-483.
  • Του ιδίου: Κερκυραϊκά έγγραφα ανέκδοτα, Ν.Ε., 7 (1910), σ. 464-468.
  • Του ιδίου: Κατάλογος των Κρητικών οίκων Κερκύρας, Ν.Ε., 10 (1913), σσ. 449-456.
  • Του ιδίου: Σημειώσεις περί της εν Πελοποννήσω Βενετοκρατίας, Ν.Ε., 19 (1925), σ. 90 και 327-334.
  • Του ιδίου: Αι Αθήναι υπό τους Φράγκους, Ν.Ε., 20 (1926), σσ. 67-103.
  • Του ιδίου: Αι Αθήναι υπό τους Φλωρεντινούς, Ν.Ε., 20 (1926), σ. 242-271.
  • Του ιδίου: Έρευναι εν ταις βιβλιοθήκαις και αρχείοις, Ρώμης, Βενετίας, Βουδαπέστης και Βιέννης (επιμέλεια Κ.Ι. Δυοβουνιώτη), Ν.Ε., 20 (1926), 47-54.
  • Λαμπρυνίδης, Μιχ. Γ.: Οι Αλβανοί κατά την κυρίως Ελλάδα και την Πελοπόννησον, εν Αθήναις 1907.
  • Λεγκράν, Α.: Ανέκδοτα έγγραφα περί Ρήγα Βελεστινλή, ΔΙΕΕ, 3 (1831), σ. 587-774.
  • Λούντζης, Ε.: Περί της πολιτικής καταστάσεως της Επτανήσου επί Ενετών, Αθήναι 1969.
  • Λυριτζής, Σ.: Οι εκ Γαργαλιάνων αδελφοί Ανδριανόπουλοι Άνθιμος και Ιωάννης. Πελοποννησιακά, Η’ (1971), σ. 97-124.
  • Μακρυμίχαλος, Σ.Ι.: Τσακώνικα προικοσύμφωνα του 18ου και 19ου αι., Πελοποννησιακά, Η’ (1971), 277-410.
  • Μάραντος, Β.: Κορώνη, Αθήναι 1976.
  • Μάτσης, Νικ.: Ζητήματα εκ του θεσμού της προτιμήσεως εν τω βυζαντινώ δικαίω, ΕΕΒΣ, ΛΣΤ’, σ. 45-54.
  • Μαύρος, Τ.: Συμβολή εις το τοπωνυμικόν της Γορτυνίας, Γορτυνιακά, Β’ (1978), 303-322.
  • Μαχαιράς, Κ.Γ.: Ναοί και μονές Λευκάδος, Αθήναι 1957.
  • Μέρτζιος, Κ.Δ.: Το εν Βενετία Ηπειρωτικόν Αρχείον, Ηπ. Χρον., ΙΙ (1936), 1-341.
  • Του ιδίου: Η επανάστασις Διονυσίου του Φιλοσόφου, Ηπ. Χρον., 13 (1938), σ. 81-90.
  • Του ιδίου: Το εν Βενετία Ηπειρωτικόν Αρχείον, Ηπ. Χρον. 15 (1940), σ. 1-58.
  • Μηνδρινός, Μ.: Τουρκοκρατούμενη Θήρα. Απελευθερωτικά αυτής κινήματα, ΕΕΚΜ, Β’ (1971-73), σ. 718-746.
  • Μιχαηλίδη-Νουάρου, Μιχ. Γ.: Λεξικόν της Καρπαθιακής διαλέκτου, Αθήναι 1972.
  • Μοσχονάς, Ν.Γ.: Πρακτικά συμβουλίου Κοινότητος Κεφαλονιάς, βιβλίο Α’ (1953), Εθνικόν Ίδρυμα Ερευνών, 2 (1979), 276-280.
  • 201Α.    Μουστοξύδου, Ανδρ.: Ελληνομνήμων, (1843-1853), εκδ. Ν. Καραβία, Αθ. 1965.
  • Μπίρης, Κ.Η.: Αρβανίτες οι Δωριείς του νεώτερου Ελληνισμού, Αθήναι 1960.
  • Νέζος, Α.: Αρχείον (ανέκδοτον).
  • Οικονομίδης, Δ.: Ο Φιλικός Γεώργιος Ε. Λεβέντης, Πελοποννησιακά, Β’ (1957), 50-59.
  • Παπακυριάκος, Σ.: Εκ προχείρων ερευνών, ΔΙΕΕ, Ι (Νέα σειρά), τ. 4ον (1926), 146-148.
  • Παπασπύρου, Π.Β.: Λαογραφική συλλογή, Ηπ. Χρον., 4 (1929), σ. 157-175.
  • Πεντόγαλος, Γ.Η.: Λατίνοι επίσκοποι Κεφαλονιάς-Ζακύνθου. Ανάτυπον Δελτίου Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, 1974.
  • Περίδης, Μ.Π.: Λεξικόν ιταλοελληνικόν, τομ. 2ος, εν Ερμουπόλει Σύρου 1862.
  • Πετρόπουλος, Γ.: Νοταριακαί πράξεις Μυκόνου των ετών 1663-1779, Αθήναι 1960. (Παράρτημα της Επετηρίδος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών).
  • Πεφάνη, Π.: Οι γενιές της Νέδουσας, Αθήναι 1982.
  • Πλουμίδης, Γ.Σ.: Ειδήσεις δια το Βενετοκρατούμενον Ναύπλιον (1440-1540), Πελοποννησιακά, Η’ (1971), 261-275.
  • Του ιδίου: Αι πράξεις εγγραφής των Ελλήνων σπουδαστών του Πανεπιστημίου της Παδούης, μέρος Β’, ΕΕΒΣ, ΛΗ’ (1971), σ. 84-195.
  • Του ιδίου: Αι πράξεις εγγραφής των Ελλήνων σπουδαστών του Πανεπιστημίου της Παδούης, ΕΕΒΣ, ΛΖ’ (1969-70), σ. 260-336.
  • Του ιδίου: Συλλογή εγγράφων Μεθώνης και Κορώνης, Πελοποννησιακά, Ι’ (1974), 155-164.
  • Πυώ, Ρ.: Ο καπετάν Γκίνης, ΔΙΕΕ, 9 (1926), Σ. 534-538.
  • Σάθας, Κ.: Τουρκοκρατούμενη Ελλάδας, Αθήναι 1869.
  • Του ιδίου: Χατζή Σεχρέτη, Βίος Αλή Πασά. Ιστορικαί διατριβαί, εν Αθήναις 1870.
  • Του ιδίου: Βυζαντινά ανέκδοτα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Α’.
  • Του ιδίου: Λεοντίου Μαχαιρά, Χρονικόν Κύπρου, Μεσ. Βιβλ. Β’ (1873), σ. 53-409.
  • Του ιδίου: Κρητικαί διαθήκαι, Μεσ. Βιβλ., ΣΤ’ (1877), σ. 654-652.
  • Του ιδίου: Ανωνύμου, Σύνοψις Χρονική, Μεσ. Βιβλ., Ζ’, σ. 1-556.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος Ι, Paris 1880.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος IV, Paris 1882.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος V, Paris 1883.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος VI, Paris 1884.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος VII, Paris 1888.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος VIIΙ, Paris 1888.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος IΧ, Paris 1890.
  • Σάρρου, Α.Κ.: Περί μεικτών ναών ορθοδόξων και καθολικών εν Χίω, ΕΕΒΣ, ΙΘ’ (1949), σ. 194-208.
  • Του ιδίου: Ηπειρωτικαί ενθυμήσεις ή χρονικά σημειώματα και επιγραφαί, Ηπ. Χρον. 12 (1937), σ. 104-132.
  • Του ιδίου: Τοπωνυμικόν Ζίτσης και Μονοδενδρίου του Ζαγορίου, Ηπ. Χρον. 12 (1937), σ. 190-204.
  • Σκοπετέας, Σ.Χ.: Η καταγωγή των ζωγράφων Δοξαράδων, Επτανησιακά Φύλλα, περ. Β’, αριθ. 3 (Φεβρουάριος 1954).
  • Σούλης, Χ.Ι.: Τα «Μπουκουρέικα» των Τζουμέρκων, ήτοι περί της συνθηματικής γλώσσης των ραφτάδων των Σχωρετσάνων των Τζουμέρκων, Ηπ. Χρον. 3 (1928), 310-320.
  • Σούρλας, Ε.: Κώστας Γραμματικός, Ηπ. Χρον., 13 (1938), σ. 1-80.
  • Στασινόπουλος, Κ.Α.: Αι πολιορκίαι του Μεσολογγίου, ΔΙΕΕ, 9 (1926), σ. 23-45.
  • Στεργιόπουλος, Κ.Δ.: Συμβολή εις την έρευναν των Ηπειρωτικών τοπωνυμίων, Ηπ. Χρον. 8 (1933), 94-140.
  • Του ιδίου: Τοπωνυμικόν της επαρχίας Κονίτσης, Ηπ. Χρον., 9 (1934), σ. 204-244.
  • 285Α.    Στεφανίδου, Μιχ. Κ.: Περσική και Βυζαντ. βιοτεχνία, ΕΕΒΣ, ΣΤ’ (1929), σ. 284.
  • Σφήκας, Δ.: «Αναμνήσεις» από το Εικοσιένα. Παρουσίαση Ε. Βαγενά, Αρκαδικά, 4 (1977), σ. 9-10.
  • 290Α.    Τζαννετάτος, Κ.: Το Πρακτικόν της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας και η Επιτομή αυτού, Αθήναι 1965.
  • Τριανταφύλλου, Κ.Ν.: Τα τοπωνύμια Καλάβρυτα – Καλάβριτο, Νεζερόν – Νεζερά, Πελοποννησιακά, Ι’ (1974), σ. 61-65.
  • Τσίτσας, Α.Χ.: Η Εκκλησία της Κερκύρας κατά την Λατινοκρατίαν, (1267-1797), Κέρκυρα 1969.
  • Τσιτσέλης, Η.Α.: Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Α’ (1904).
  • Του ιδίου: Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Β’ εν Αθήναις 1960.
  • Φιλήτας, Χ.: Περί του συνοικισμού των Γραικών εν Τεργέστη, ΔΙΕΕ, Ε’ (1897), σ. 370-376.
  • Φουρίκης, Π.: Μικρά συμβολή εις την Ηπειρωτικήν ιστορίαν. Νικόπολις, Πρέβεζα, Ηπ. Χρον., 4 (1929), σ. 263-294.
  • Χαιρέτη, Μ.Κ.: Ανέκδοτα βενετικά έγγραφα περί των Εβραίων εν Κρήτη, ΕΕΒΣ, ΛΓ’ (1964), 163-184.
  • Χαρτοφυλακίδης, Κ.Γ.: Ιστορικά ανάλεκτα Κέας, ΕΕΚΜ, Β’ (1962), 153-233.
  • Χώρας: Η Αγία Μονή Αρείας Ναυπλίου, εν τη εκκλησιαστική και πολιτική ιστορία Ναυπλίου και Άργους, εν Αθήναις 1975.
  • Boerio, G.: Dizionario dei dialeto Veneziano. Venezia 1856.
  • Crollalanza, G.B.: Dizionario storico-blasonico delle famiglie notabili Italiane, Ed. Arnaldo Forni, Bologna 1886.
  • Georgacas, D. and MacDonald, W.A.: Place names of Southwest Peloponnesos, Athens 1967.
  • Hopf Charles: Chroniques Greco-Romanes, inédites ou peu connues publiées avec notes et tables généalogiques, Berlin 1873, επανέκδοσις Σπανού, Αθήναι 1961.
  • Lamansky, N.: Secrets d’etat de Venise, αναφερόμενος υπό Μανούσακα, Μ.Ι.: Βενετικά έγγραφα αναφερόμενα εις την εκκλησιαστική ιστορίαν της Κρήτης του 14ου-16ου αι., ΔΙΕΕ, 15 (1961), σ. 149-233.
  • Lognon, J. et Topping, P.: Documents sur le régime des lettres dans la principauté de Morée au XIV s., Mouton et Cie, Paris MCMLXIX (1969).
  • Miklosich, F. et Miller, I. : Acta de diplomata Graeca medii aevi sacra et profana, V (1887).
  • Miller, W.: Ιστορία της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα, Αθήνα 1960.
  • Pouqueville, F.G.H.L. : Voyage de la Grèce, 2ème ed., tom. 5, Paris 1827.

 

Γιώργος Ρούβαλης

Δρ. Ιστορίας, Πανεπιστήμιο  Paris-X.- Καθηγητής- Συγγραφέας

 

Διαβάστε ακόμη:

 


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ενετοκρατία, Ναύπλιο Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Βενετσιάνοι Μισθοφόροι, Βενετοκρατία, Επώνυμα, Ενετο, Ιστορία, Μισθοφόροι, Ναύπλιο, Stradioti

Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου

$
0
0

Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου


Ιστορικό

19ος αιώνας

1. Οι Δικηγόροι στη Ναυπλιακή Επανάσταση

Οι πρώτοι δικηγόροι στο Ναύπλιο μετά την Απελευθέρωση είχαν σπουδάσει κυρίως στο εξωτερικό. Μετά τη δημιουργία του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου το 1837, άρχισαν να εμφανίζονται και οι πρώτοι πτυχιούχοι του.

 

Κύκλος της Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Τάσου Γούναρη, του Ανωνύμου Ναυπλιέως κ.α. τουλάχιστον τέσσερις δικηγόροι και δύο δικαστές συμμετείχαν στον κύκλο (σαλόνι) της Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου, ο οποίος προετοίμασε την Ναυπλιακή Επανάσταση του 1862 και  επέφερε την πτώση του Όθωνα. Αυτοί είναι οι εξής: Γ. Πετιμεζάς, Κων. Μαυρομιχάλης (δικαστές), Γ. Αντωνόπουλος, Γρηγ. Δημητριάδης, Κων. Δ. Ευθυμιόπουλος, Ιω. Παπαζαφειρόπουλος, Κων. Πετσάλης, ίσως Θεόδ. Φλογαΐτης (με πιθανή συνεργασία της Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου στον Συνταγματικό Έλληνα, εφημερίδα της Ναυπλιακής επανάστασης με κύριο συντάκτη το Φλογαΐτη, φοιτητή της Νομικής).

 

Οι  δικηγόροι στη ναυπλιακή κοινωνία

 

Το Ναύπλιο ήταν τον 19ο αιώνα και μέρος του 20ου αιώνα η σημαντικότερη έδρα δικαστηρίων μετά την Αθήνα, κι εκ του γεγονότος ότι υπήρξε η πρώτη πρωτεύουσα της χώρας. Τα δικαστήρια που υπήρχαν ήταν Εφετείο, Πρωτοδικείο, Ειρηνοδικείο, καθώς και Εμποροδικείο μέχρι την κατάργηση του θεσμού το 1887. Επίσης έδρευε εκεί ένα από τα τρία πρώτα δικαστήρια του 1833, εγκατεστημένο στο Βουλευτικό. Το Εφετείο αρχικά είχε την έδρα του στην Τρίπολη, απ’ όπου μεταφέρθηκε στο Ναύπλιο το 1836. Το Εφετείο Ναυπλίου κάλυπτε σχεδόν τα 2/3 της Πελοποννήσου πλην Αχαΐας και Ηλείας. Τα δικαστήρια συνεδρίαζαν σε διάφορα κτίρια διάσπαρτα στην πόλη, μέχρι της ανέγερσης του Δικαστικού Μεγάρου Ναυπλίου.

 

Δικαστικό Μέγαρο Ναυπλίου

 

Με δωρεά του Ανδρέα Συγγρού, που πέθανε το 1899, ανεγέρθη από τον Ναυπλιέα μηχανικό Αναστάσιο Σταματιάδη ένα μεγαλοπρεπές κτίριο, εκτός των τειχών, εκεί που αργότερα διαμορφώθηκε η πλατεία με τον ανδριάντα του Καποδίστρια. Το επιβλητικό αυτό κτίριο είχε για χρόνια προβλήματα θεμελίωσης και το χτίσιμό του κράτησε από το 1903 έως το 1910, που εγκαινιάστηκε. Τότε θεωρήθηκε ως «το μοναδικό εν Ελλάδι δια τον επιβάλλοντα όγκον και την πολυτέλειαν οικοδόμημα εν ω στεγάζεται η δικαιοσύνη».

Στα εγκαίνια, με πρωτοβουλία του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Γ. Νέζου, παρέστησαν όλοι οι δικαστές, δικηγόροι, οι αρχές της πόλης και πλήθος κόσμου. Ομίλησε ο διαπρεπής νομικός και ιστορικός συγγραφέας Δημήτριος Βαρδουνιώτης από το Άργος, που άρχισε ως εξής «Η ημέρα αυτή θα μείνει αλησμόνητος για την πόλη του Ναυπλίου και ιστορική. Διότι η τελετή ην σήμερον τελούμεν είναι εκτάκτως χαρμόσυνος και μεγάλης εννοίας… Η βασίλισσα της εορτής είναι η δικαιοσύνη, ήτις είναι αξία παντός ύμνου και πάσης τιμής». Και συνεχίζει ο Βαρδουνιώτης αναφέροντας τις «θείες τιμές προς την Θέμιδα» στην Αρχαία Ελλάδα με αγάλματα και βωμούς, όπως π.χ. εκείνον που αναφέρει ο Παυσανίας στην Αθήνα, όπου υπήρχε επίσης ναός και άγαλμά της. Συνεχίζοντας ο Βαρδουνιώτης κάνει μνεία του μεγαλοπρεπούς Δικαστικού Μεγάρου των Παρισίων, του Λονδίνου και ιδίως εκείνου των Βρυξελλών.[1]

Στους χώρους του  νέου κτιρίου εγκαταστάθηκαν το Πταισματοδικείο, το Ειρηνοδικείο, η Εισαγγελία Πρωτοδικών, το Πρωτοδικείο, η Εισαγγελία Εφετών, το Εφετείο, τα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου (όπου βρίσκονται και σήμερα), το Υποθηκοφυλακείο κι ένα από τα συμβολαιογραφεία του Ναυπλίου. Αργότερα εγκαταστάθηκε και άλλο Συμβολαιογραφείο, του Κ. Φούτη και επρόκειτο να μεταφερθούν κι εκείνα των Χρ. Αναγνωστόπουλου και Π. Περράκη.[2] Μια μαρμάρινη πλάκα στην πρόσοψη του κτιρίου λέει «Ωκωδόμηται δαπάναις του μεγάλου ευεργέτου της Ελλάδος Ανδρέου Συγγρού. Εργολαβία Α. Σταματιάδου», ενώ η άλλη πλάκα έχει την επιγραφή «Δικαστικόν Μέγαρον».[3]

Διάφορες μετατροπές έγιναν αργότερα, π.χ. εγκατάσταση καλοριφέρ, μετά αιρ κοντίσιον, κλπ. Η πιο σημαντική έγινε το 1961, όταν αφαιρέθηκαν οι μαλτεζόπλακες της οροφής που  είχαν μεγάλο βάρος. Τότε έγινε κι ένα ατύχημα, που κόστισε τη ζωή ενός εργάτη.

 

Φυλακές και θανατική ποινή

 

Το Ναύπλιο υπήρξε επίσης σημαντική  έδρα φυλακών. Καταρχήν δημιουργήθηκε από τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης η Γεωργική Φυλακή Τίρυνθος, που υπάρχει ακόμα. Επίσης, λειτούργησαν ως φυλακές το Παλαμήδι (όπου φυλακίστηκε για ένα χρόνο και ο Κολοκοτρώνης) και η Ακροναυπλία, όπου χτίστηκε μεγάλο κτίριο φυλακών επί Καποδίστρια, το οποίο κατεδαφίστηκε το 1971.

Οι φυλακές του Παλαμηδίου καταργήθηκαν το 1927 (σύμφωνα με τα διασωθέντα αρχεία τους, ή το 1923 σύμφωνα με άλλες πηγές). Εκεί βρίσκονταν πολλοί θανατοποινίτες και εκεί γίνονταν οι εκτελέσεις δια της λαιμητόμου, την οποία είχε κάψει σε επίσημη τελετή η Ναυπλιακή Επανάσταση, αλλά αργότερα επανεφέρθη. Ακόμα, στο νησάκι και ενετικό φρούριο  Μπούρτζι ζούσαν οι δήμιοι από το 1833, συνήθως παλιοί θανατοποινίτες, στους οποίους είχε χαριστεί η ποινή. Ο πρώτος δήμιος είναι ο Χασάν Αρναούτ, Αλβανός καταδικασμένος εις θάνατον λόγω ληστειών. Ο πληθυσμός της πόλης απεχθανόταν αυτούς τους δημίους και εξεδήλωνε συχνά τα αισθήματά του εναντίον τους. Οι δήμιοι αποδοκιμάζονταν και λιθοβολούνταν από το πλήθος και όταν ένας Αλβανός κι ένας Αλγερινός δήμιος θέλησαν να εγκαταλείψουν την πόλη, μετά από «ευδόκιμη» υπηρεσία οκτώ ετών,  δολοφονήθηκαν χωρίς κανείς να αγγίξει τα χρήματά τους και τα πτώματά τους ρίχτηκαν στη θάλασσα. Ο Λαμπρυνίδης αναφέρει ότι στα περίπου 40 χρόνια της εφαρμογής της θανατικής ποινής με καρατόμηση, δεν βρέθηκε ούτε ένας από τους ληστές που εκτελέστηκαν να σώσει τη ζωή του αποδεχόμενος το ρόλο του δημίου.

Επίσης ως φυλακές χρησιμοποιήθηκε και η Ακροναυπλία, η οποία ήταν εξ ολοκλήρου στρατιωτική βάση με διάφορα κτίρια από το 1834. Κατόπιν, τη δεκαετία του 1930, η φυλακή αυτή έγινε αποκλειστικά για τους πολιτικούς κρατουμένους (κυρίως Κομμουνιστές), αλλά και βενιζελικούς αξιωματικούς μετά το κίνημα του 1935. Σε άρθρο του στο περιοδικό «Αναγέννηση» του Μαΐου – Οκτωβρίου 2010, ο Μπάμπης Αντωνιάδης παρουσιάζει ένα λεπτομερές χρονικό των διαφόρων φυλακών του Ναυπλίου.

 Σε σχετικό άρθρο του στο περιοδικό «Εστία» του 1892, ο Ανδρέας Καρκαβίτσας περιγράφει στις αρχές του 20ου αιώνα την επίσκεψή του στο Παλαμήδι και συνομιλία του με καταδίκους, καθώς και στο Μπούρτζι με τον δήμιο. Ο συγγραφέας, που ήταν και στρατιωτικός γιατρός, συγκλονίζεται από τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησης που αντιμετώπισε.

Πάντως, σύμφωνα με τη μελέτη του δικηγόρου και ιστορικού Βασίλη Δωροβίνη, κατά τη διάρκεια της Καποδιστριακής περιόδου εκτελέστηκαν ελάχιστες θανατικές ποινές, 3 φορές μόνο κατά τους τελευταίους μήνες του 1830 στην Σκόπελο, την Καλαμάτα και τα Σάλωνα (εκτελέσεις δια πυροβολισμού). Η θανατική ποινή δεν εφαρμόστηκε συστηματικά, διότι ο Καποδίστριας συστηματικά  μετέτρεπε τις θανατικές καταδίκες. Κατά την μετέπειτα περίοδο, στις αρχές του 20ου αιώνα και με την έλευση του Όθωνα καθιερώθηκε η λαιμοτόμος. Το Ναύπλιο υπήρξε για μεγάλη περίοδο αποκλειστικός τόπος εκτελέσεως της χώρας και οι Μπω – Μποβύ και Μπουασονά αναφέρουν στο έργο τους του 1920 ότι κατά μέσο όρο γίνονταν 25 αποκεφαλισμοί κατ’ έτος.

Στην εφημερίδα «Σωτήρ» των αρχών του 1835 βρίσκεται πρωτοσέλιδο άρθρο με τίτλο «Κατάργηση της ποινής του θανάτου» και θέμα σχετική πρόταση Βέλγου βουλευτή που συνάντησε ευνοϊκή αντίδραση. Η εφημερίδα αποκαλεί εχθρούς της προόδου τους οπαδούς της ποινής του θανάτου. Την ίδια καταδίκη  είχε δημοσιεύσει στην εφημερίδα «Αργολίς» ο Δημήτριος Βαρδουνιώτης (1871).[4]

 

Οι δικηγόροι

 

Οι δικηγόροι υπήρξαν ανέκαθεν ένα πολύ σημαντικό κοινωνικό στρώμα στην αστική κοινωνία της πόλης, ανήκαν δηλαδή μαζί με τους δικαστικούς, στρατιωτικούς και ανώτερους δημοσίους υπαλλήλους στην ελίτ της περιοχής. Έχαιραν μεγάλου σεβασμού κι εκτίμησης από την κοινωνία και φυσικά τους πελάτες τους και ήταν πολυπληθέστατοι σε σύγκριση με τον σχετικά μικρό πληθυσμό της πόλης. Για παράδειγμα, το Ναύπλιο με πληθυσμό 4.600 κατοίκους το 1879 είχε 64 δικηγόρους και 2 ακόμα στην υπόλοιπη επαρχία, ενώ το 1889 με πληθυσμό 5.500 κατοίκους αναφέρονται σε στατιστική του νομικού περιοδικού Θέμις 108, ενώ ο δικηγόρος-συντάκτης της τοπικής εφημερίδας Αργολίς περιορίζει τον αριθμό τους σε 65, οι οποίοι τελικά καταγράφονται και στον «Εμπορικό Οδηγό» το 1892.

Ας δούμε ορισμένες σκέψεις του Θεόδωρου Φλογαϊτη, δικηγόρου, υφηγητή Συνταγματικού Δικαίου και έγκριτου συγγραφέα πολλών νομικών βιβλίων, για τις αρχές λειτουργίας της Δικαιοσύνης και το επάγγελμα του δικηγόρου. Σε κείμενο του 1872 ο Φλογαΐτης παραθέτει εύστοχες και πρωτοποριακές σκέψεις που υιοθετήθηκαν από την πολιτεία πολλές δεκαετίες αργότερα. Για παράδειγμα,  προτείνει: α) Καθιέρωση διαγωνισμού ενώπιων ειδικής εξεταστικής ανεξάρτητης επιτροπής για την πρόσληψη των δικαστικών λειτουργών, β) μεταθέσεις δικαστών να επιτρέπονται μόνο κατόπιν γνωμοδότησης τους οικείου δικηγορικού συλλόγου, γ) να εξασφαλιστεί η μονιμότητα των ειρηνοδικών και η βαθμολογική και μισθολογική εξίσωση τους με τους πρωτοδίκες, δ) να καθιερωθεί η μονιμότητα των εισαγγελέων και να επισπευστεί η προδικαστική διαδικασία.

 Ως προς τους δικηγόρους, δεδομένου του ότι δεν υπήρχαν τότε στην Ελλάδα δικηγορικοί σύλλογοι,  ο Φλογαΐτης προτείνει να υποχρεωθούν οι δικηγόροι στη σύστασή τους, εκλέγοντας κάθε χρόνο πρόεδρο και γραμματέα, αφού έτσι, με την επιτήρηση δηλαδή των δικαστικών λειτουργών, θα λειτουργήσει αρτιότερα η δικαστική υπηρεσία. Ακόμα προτείνει να πάψουν οι δικηγόροι να υπάγονται στην δικαιοδοσία των εισαγγελέων και των δικαστών, ενώ ακολούθως εξετάζει (ήδη από τότε) το ζήτημα του πληθωρισμού των δικηγορών. Για εκείνον, ο πολλαπλασιασμός των δικηγόρων, εξευτελίζει το «μέγα επάγγελμα του δικηγόρου και γίνεται παραίτιος ου μόνον επιζημίων και παρατεταμένων δικών αλλά και κοινωνικής διαφθοράς». Προτείνει επομένως ο μεν αριθμός των δικηγορών να οριστεί νομοθετικώς κατά αναλογίαν προς τον πληθυσμό κάθε περιφέρειας Πρωτοδικείου, η δε πειθαρχική εξουσία να ανατεθεί, όπως συμβαίνει στη Γαλλία, σε πειθαρχικό συμβούλιο που θα εκλέγεται από τον ίδιο τον δικηγορικό σύλλογο.[5]

Οι δικηγόροι  του Ναυπλίου ήταν πολύ δραστήριοι σε διάφορες εθνικές και κοινωνικές υποθέσεις, εκδίδοντας ανακοινώσεις, οργανώνοντας εράνους (π.χ. το 1866 όταν προσέφεραν 6.000 δραχμές για τον εθνικό στόλο), εκφράζοντας συγχαρητήρια σε νέους συναδέλφους ή δικαστές για την προαγωγή τους και διαμαρτυρόμενοι για ελλείψεις οργάνωσης της δικαιοσύνης.[6] Εξάλλου, επειδή η καθημερινή τους ενασχόληση με μια από τις εξουσίες, τη δικαστική, τους διευκόλυνε το δρόμο, έτσι, συχνά οι δικηγόροι περνούσαν  στο να ασχοληθούν και με τις δύο άλλες εξουσίες, αναλαμβάνοντας συχνά  βουλευτές, υπουργοί, η Δήμαρχοι Ναυπλιέων. Ακόμα, όπως είδαμε και παραπάνω, όταν το σύνολο των εξουσιών έπασχε, όπως στη σαθρή και αντιδημοκρατική βασιλεία του Όθωνος, οι δικηγόροι δεν δίστασαν να την ανατρέψουν ακόμα και παίρνοντας τα όπλα. Για παράδειγμα, τον Απρίλιο του 1875 οι δικηγόροι δημοσιεύουν δήλωση που καταδικάζει την παραβίαση του Συντάγματος με 22 υπογραφές.

Επίσης, το 1909 οι δικηγόροι Ναυπλίου διενεργούν έρανο υπέρ των σεισμοπαθών της Ιταλίας (στη Μεσσήνη), χρήματα που συγκέντρωσε ο Γ. Μουτζουρίδης.[7] Ακόμα, το 1910 γίνεται συλλαλητήριο στο Ναύπλιο για τη διατήρηση στην πόλη του Οπλοστασίου του Στρατού, το οποίο υπήρχε σχέδιο να μεταφερθεί στην Αθήνα. Από τον εξώστη του ξενοδοχείου «Ερμής» το πλήθος άκουσε ομιλία του δικηγόρου Ηλία Παπαηλιού, ενώ νωρίτερα επιτροπή δικηγόρων είχε  κλείσει τα καταστήματα.[8]

 

Εκδρομή Δικηγορικού Συλλόγου στο Κεφαλάρι Άργους, 10-6-1956.

Εκδρομή Δικηγορικού Συλλόγου στο Κεφαλάρι Άργους, 10-6-1956.

 

 Ίδρυση Συλλόγου

 

Ο Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου ιδρύεται τον Φεβρουάριο του 1884 με πρόσκληση των δύο πρεσβυτέρων δικηγόρων της πόλης, του Κωνσταντίνου Φαρμακόπουλου και του Σπυρίδωνα Βελλίνη. Μια πενταμελής επιτροπή ανέλαβε τη σύνταξη του καταστατικού. Την απάρτιζαν ο Κωνσταντίνος Φαρμακόπουλος, Βουλευτής και γαμπρός του Θεόδωρου Δηληγιάννη, ο Σπυρίδων Βελλίνης, ο Ιωάννης Πολίτης (αργότερα Πρόεδρος), ο Υπάτιος Αυγερινός και ο Σωτήριος Μάρκελλος. Στις αρχαιρεσίες εξελέγη Πρόεδρος ο αρχαιότερος Υπάτιος Αυγερινός, Αντιπρόεδρος ο Σπυρίδων Βελλίνης και Γενικός Γραμματέας ο Σπυρίδων Γιαννόπουλος, ο μετέπειτα εκδότης της Δικαστικής Εφημερίδος Ναυπλίου.

Εκτός από τα επιστημονικά θέματα, ο Σύλλογος ανέπτυξε κοινωνική και πολιτική δράση. Η πρώτη του εκδήλωση λίγες μέρες μόνο μετά την ίδρυσή του ήταν μια λαμπαδηφορία για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου. Ένα χρόνο αργότερα τα μέλη του Συλλόγου θα παρελάσουν πάλι στον Μεγάλο Δρόμο κατά την κηδεία του Βουλευτή και πρώην Δημάρχου, πρωτεργάτη της Ναυπλιακής Επανάστασης και δικηγόρου, Κωνσταντίνου Ευθυμιόπουλου, κρατώντας τις ταινίες του φερέτρου. Με ψήφισμά του το 1888 ο Σύλλογος υπερασπίστηκε ένα γνωστό δικηγόρο, τον συντάκτη της τοπικής εφημερίδας Αργολίς, Γεώργιο Μουτζουρίδη, στον οποίον  φέρθηκε απρεπώς ένας δικαστής. Εξάλλου το 1886 ο Σύλλογος εκδίδει ψήφισμα, με το οποίο εκφράζει τη λύπη του για τη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων έναντι της Ελλάδος και τάσσεται ενθουσιωδώς υπέρ της εξακολούθησης των εθνικών αγώνων. Με τον ίδιο ενθουσιασμό τάσσεται υπέρ της ένωσης της Κρήτης, στις αρχές του 1897, λίγο πριν την κήρυξη του Ελληνοτουρκικού Πολέμου.

Το 1890, όταν ο δεύτερος Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών είχε διαλυθεί, ο Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου οργανώνει με επιτυχία συμπόσιο, πράγμα που προξένησε έντονα αισθήματα ζήλιας στους Αθηναίους δικηγόρους. Τέλος, στις 11 Απριλίου 1896, ημέρα της κηδείας του Χαριλάου Τρικούπη, ο οποίος ως γνωστόν είχε γεννηθεί στο Ναύπλιο, ο Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου ζήτησε από το Εφετείο να μην συνεδριάσει κατά τη μέρα εκείνη, για να τιμηθεί η μνήμη του μεγάλου πολιτικού. Η εφημερίς Το Άστυ σχολιάζει ευμενώς την είδηση αυτή, που ο Σύλλογος ανακοίνωσε και στη  Σοφία Τρικούπη με συλλυπητήριο τηλεγράφημα. Σεβόμενος όμως την επιθυμία του Τρικούπη δεν κατέθεσε στεφάνι στον τάφο του, όπως έκανε εννέα χρόνια αργότερα, το 1905, στο θάνατο του Θεόδωρου Δηληγιάννη.[9]

 

Δικαστικές και νομικές εφημερίδες και περιοδικά

 

Οι περισσότερες εφημερίδες του Ναυπλίου, εκτός από πολιτικά και κοινωνικά σχόλια, δημοσίευαν επίσης και δικαστικές αποφάσεις, στις τελευταίες σελίδες τους. Σε πολλές, τούτη η δικαστική ιδιότητα εμφανίζεται και στον τίτλο: π.χ. Το Σύνταγμα ήταν «Εφημερίς πολιτική, δικαστική και των ειδήσεων». Το ίδιο η Αργολική ήταν «Εφημερίς πολιτική, δικαστική και κοινωνική».

 

Συνταγματικός Έλλην, 5-2-1862

Συνταγματικός Έλλην, 5-2-1862

 

 

Σύνταγμα, 28-4-1913

Σύνταγμα, 28-4-1913

 

Αλλά κυκλοφόρησαν και ειδικές δικαστικές εφημερίδες, όπως η Δικαστική Εφημερίς με διευθυντή τον δικηγόρο και Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Σπυρίδωνα Γιαννόπουλο, από τα τέλη του 19ου αιώνα και για αρκετά χρόνια στις αρχές του 20ου. Για παράδειγμα, στο τεύχος της 23ης Απριλίου 1901 (έτος Ζ’, αρ. 23) δημοσιεύεται μια εκτενής αναφορά, με παράθεση των επισήμων εγγράφων, της πολύκροτης δίκης του Κολοκοτρώνη, με προφανή πρόθεση του διευθυντού να παραμείνει στη μνήμη των δικηγόρων και της κοινωνίας η δίκη (και αδικία!) αυτή. Ας προσθέσουμε ότι,  τη δεκαετία του 1980-1990, με πρόταση του εισαγγελέως εφετών Γεώργιου Γιαννακόπουλου, φιλοτεχνήθηκαν και τοποθετήθηκαν στην είσοδο του Δικαστικού Μεγάρου Ναυπλίου οι προτομές των Πολυζωίδη και Τερτσέτη, δικαστών που αρνήθηκαν να υπογράψουν την καταδικαστική απόφαση. Τα εγκαίνια έγιναν το 1974 από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τσάτσο.

 

Αργολική, 4-11-1910

Αργολική, 4-11-1910

 

 Επίσης, ο δικηγόρος Κων. Πετρίδης, που διετέλεσε για δέκα χρόνια περίπου Πρόεδρος του Συλλόγου, ήταν διευθυντής του νομικού περιοδικού «Γάιος». Ο Πετρίδης ήταν γιος άλλου δικηγόρου και είχε συμμετάσχει στην πολύκροτη «Δίκη του Ναυπλίου» ως υπερασπιστής του Δημητρίου Γλυνού και άλλων, καθηγητών του Παρθεναγωγείου Βόλου, που κατηγορήθηκαν ως «άθεοι» και δημοτικιστές. Τα πρακτικά της δίκης αυτής, που είχε συγκλονίσει την Ελλάδα, δημοσιεύτηκαν την επόμενη χρονιά (1914) με τον ομώνυμο τίτλο.

 

Δικαστική Εφημερίς, 23-4-1901

Δικαστική Εφημερίς, 23-4-1901

 

Δικηγόροι Ναυπλίου 1875

 

  • Αυγερινός Υπάτιος
  • Βαλής Αριστείδης
  • Βαρδουνιώτης Δημήτριος Κ.
  • Βελλίνης Γεώργιος
  • Βελλίνης Σπυρίδων Γ.
  • Βρονταμίτης Λεωνίδας
  • Γιαννόπουλος Ιωάννης Ν.
  • Γιαννόπουλος Σπυρίδων Ι.
  • Δαγρές Χρήστος Α.
  • Δημητριάδης Αναστάσιος
  • Δημητριάδης Γρηγόριος
  • Δημητριάδης Κωνστ.
  • Ευθυμιόπουλος Κωνστ. Δ.
  • Ευλάμπιος Γ.
  • Ζαβιτσάνος Ανάργυρος
  • Ζεγγίνης Κωνσταντίνος
  • Ζωγράφος Μιλτιάδης Γ.
  • Καλογερόπουλος Ν.
  • Καλούδης Ιω.
  • Καμαριώτης Δημήτριος
  • Καραμαδούκης Δημήτριος Ν.
  • Καράπαυλος Νικόλαος
  • Κατσάμπας Χρήστος Γ.
  • Λαμπρυνίδης Μιχαήλ Γ.
  • Λογοθέτης Περικλής Ν.
  • Μαντζαγριώτης Χαρ.
  • Μάρκελλος Σωτήριος Χ.
  • Μαρκόπουλος Βασίλειος Χ.
  • Μελισόκας Ε.
  • Μητρομάρας Παναγιώτης Μ.
  • Νέζος Γεώργιος Α.
  • Νικολόπουλος Ιω.
  • Παπαδάκης Ι.
  • Παπαηλιού Χρ.
  • Παρασκευόπουλος Νικόλ.
  • Πετρίδης Ιωάννης
  • Πολίτης Ιωάννης
  • Πρωτόπαπας Επαμειν.
  • Ράγκος Μιλτιάδης Χ.
  • Σπυρόπουλος Λεωνίδας
  • Σταματιάδης Παναγ.
  • Στεφόπουλος Τιμολέων
  • Ταμιχζής Ιωάννης
  • Τολιόπουλος Τιμολέων Ι.
  • Φαρμακόπουλος Κωνστ.

 

Δικηγόροι Ναυπλίου 1892

 

  • Αγγελίδης Νικόλαος
  • Αναγνωστόπουλος Χρήστος
  • Βακόπουλος Ι.
  • Βρονταμίτης Λωνίδας
  • Γεωργαλάς Χρ.
  • Γεωργιάδης Μιχαήλ Α.
  • Γιαννόπουλος Ιωάννης Ν.
  • Γιαννόπουλος Σπυρίδων Ι.
  • Δατσέας Στ.
  • Δημητρακόπουλος Νικόλαος
  • Δημητριάδης Γεώργιος
  • Δημητριάδης Γρηγόριος
  • Δημητριάδης Δημήτριος Γ.
  • Δρούγας Βασίλειος Π.
  • Καζακόπουλος Αδάμ Χ.
  • Κακαβάς Αν.
  • Καλαντζής Κ.
  • Καμάρας Ι.
  • Καμαριώτης Δημήτριος
  • Καμαριώτης Ι.
  • Καραμαδούκης Δημήτριος Ν.
  • Καραμαδούκης Πέτρος Α.
  • Καράπαυλος Νικόλαος
  • Καρυάτης Βασίλειος Θ.
  • Κασιμάτης Γεώργιος Α.
  • Κόνδης Αδαμάντιος Γ.
  • Κοντολέων Αντ.
  • Κωνσταντόπουλος Ι.
  • Λεκόπουλος Κωνστ. Α.
  • Λελάκης Μιχαήλ Β.
  • Λιάτης Κωνσταντίνος Γ.
  • Λύγδας Γεώργιος Ν.
  • Λυκίδης Ι.
  • Μαντζαγριώτης Δ.
  • Μάρκελλος Σωτήριος Χ.
  • Μαύρος Γ.
  • Μελισσαρόπουλος Άγ. Γ.
  • Μελισσηνός Επαμει/δας Γ.
  • Μητρομάρας Παναγιώτης Μ.
  • Μουντζουρίδης Γεώργιος Ι.
  • Μπιβάρδος Αγαμέμνων
  • Νέζος Γεώργιος Α.
  • Ολύματος Εμμανουήλ Δ.
  • Ολύμπιος Σταμάτιος Π.
  • Παπαδάκης Ι.
  • Παπαηλιού Χρ.
  • Παπασπυρόπουλος Ηλίας Γ.
  • Πετρίδης Ιωάννης
  • Πετρουτζόπουλος Ιωάννης Τ.
  • Πιλαφιτζής Απόστολος Π.
  • Πολίτης Δημήτριος Ι.
  • Πολίτης Ιωάννης
  • Πολίτης Μιχαήλ Ι.
  • Πολυχρονιάδης Αντώνιος Ι.
  • Πουλάκος Σπ.
  • Προεστόπουλος Παναγ. Γ.
  • Σακελλαρίου Κωνστ. Α.
  • Σακελλαρίου Νικόλαος Γ.
  • Σακκορράφος Αντώνιος
  • Σιώκος Χρήστος Α.
  • Σταυρίδης Δημ.
  • Φαρμακίδης Επαμει/δας
  • Φαρμακόπουλος Γεώργιος Κ.
  • Φαρμακόπουλος Κωνστ.
  • Χαρμαντάς Θεόδωρος[10]

 

20ος αιώνας


 

Το Μητρώο του Συλλόγου που συμβουλεύτηκα,  αρχίζει από το 1905. Πιθανώς να υπήρξε και άλλο Μητρώο από της ιδρύσεως (1884) μέχρι τότε. Σήμερα (2013) ο Σύλλογος αριθμεί 243 μέλη. Ο αριθμός τους μειώθηκε από τα 264 τα προηγούμενα χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης, καθώς, εν μέρει, και της από δεκαετίας περίπου ίδρυσης νέου Εφετείου στην Καλαμάτα, που καλύπτει μέρος της παλαιότερης δικαιοδοσίας του Εφετείου Ναυπλίου. Οι περισσότεροι δικηγόροι του Συλλόγου εδρεύουν στο Ναύπλιο και λιγότεροι στο Άργος, το Κρανίδι (έδρα και του τελευταίου δικολάβου, του Ιω. Σιδέρη) και άλλες πόλεις. Μόνον  από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 εμφανίζονται και δικηγόροι γυναίκες, με βάση πάντα το Μητρώο. Μάλιστα πολλές από αυτές, λίγα χρόνια μετά το διορισμό τους ως δικηγόρου, παραιτούνται είτε για να μεταπηδήσουν στον δικαστικό κλάδο είτε για να γίνουν συμβολαιογράφοι. Διατηρείται η συνήθεια Πρόεδρος να εκλέγεται ο αρχαιότερος των μελών είτε ένας δικηγόρος Άργους για να μην υπάρχει αφορμή αναζωπύρωσης της παραδοσιακής αντιπαλότητας  Άργους – Ναυπλίου.

 

Εκδρομή Δικηγορικού Συλλόγου στην Αγ. Μονή, 10-5-1915.

Εκδρομή Δικηγορικού Συλλόγου στην Αγ. Μονή, 10-5-1915.

 

Κατά τη δεκαετία του ’30 και αργότερα, κυρίως υπό την Προεδρία του Σπυρίδωνος Γιαννόπουλου, υπήρξε και πρακτική ο εκλεγόμενος Πρόεδρος να παραιτείται από την εκδίκαση υποθέσεων, για να μην τρωθεί το κύρος του. Τούτο βέβαια προϋπέθετε μεγάλη προσωπική περιουσία του Προέδρου. Την ίδια πρακτική ακολούθησε και ο για εικοσαετία Δήμαρχος Ναυπλιέων, Δημήτρης Σαγιάς, καθώς και ορισμένοι δικηγόροι – πολιτικοί, έχοντας, πάντως,  κάποιο συνεργάτη δικηγόρο στο γραφείο τους. Επίσης τα ήθη ήταν τόσο αυστηρά και οι δικηγόροι υποχρεούντο σε απολύτως αξιοπρεπή στάση, ανάλογη των δικαστικών, τόσο που ο Σύλλογος τιμώρησε δικηγόρο διότι κυκλοφορούσε δημοσία με ένα δίχτυ με ψώνια…

Ακόμα υπήρχε το έθιμο, που έχει ατονήσει σήμερα, μιας κοινής συνεστίασης δικαστών – δικηγόρων με το τέλος του δικαστικού έτους κάθε Ιούνιο, κυρίως σε κάποιο εξοχικό κέντρο, π.χ. το Κεφαλάρι του Άργους ή το Κυβέρι. Υπάρχουν επίσης φωτογραφίες από εκδρομές των δικηγόρων και δικαστικών υπαλλήλων με τις συζύγους τους σε διάφορες τοποθεσίες της περιοχής, κυρίως για τον εορτασμό της ημέρας της Δικαιοσύνης (ημέρα εορτασμού του Διονυσίου Αρεοπαγίτου).

 

Φωτογραφία κατά την εποχή της επιθεωρήσεως, Νοέμβριος 1972. Από αριστερά: 1) Ευάγ. Καραμαγκιώλης, Εφέτης, 2) Γεώργιος Δημητριάδης, Αντεισαγγελέας εφετών, 3) Σπυρ. Δρομάζος, Εφέτης, 4) Ανδρέας Καβέτσος, Εφέτης, 5) Γεώργ. Καραμάνος, Επιθεωρητής, μετέπειτα Πρόεδρος Αρείου Πάγου, 6) Ιωάν. Χριστόπουλος, Πρόεδρος Εφετών, 7) Γεώργιος Καραπιπέρης, Αντεισαγγελέας Εφετών, 8) Ξάνθιππος Ξανθόπουλος, Εφέτης, μετέπειτα Αντιπρόεδρος Αρείου Πάγου και 9) Σπύρος Καλλιαρέκος, Εφέτης. Επιμέλεια Χρ. Καραμάνου, Δικαστικού υπαλλήλου Εφετείου Ναυπλίου 1966-1991.

Φωτογραφία κατά την εποχή της επιθεωρήσεως, Νοέμβριος 1972. Από αριστερά: 1) Ευάγ. Καραμαγκιώλης, Εφέτης, 2) Γεώργιος Δημητριάδης, Αντεισαγγελέας εφετών, 3) Σπυρ. Δρομάζος, Εφέτης, 4) Ανδρέας Καβέτσος, Εφέτης, 5) Γεώργ. Καραμάνος, Επιθεωρητής, μετέπειτα Πρόεδρος Αρείου Πάγου, 6) Ιωάν. Χριστόπουλος, Πρόεδρος Εφετών, 7) Γεώργιος Καραπιπέρης, Αντεισαγγελέας Εφετών, 8) Ξάνθιππος Ξανθόπουλος, Εφέτης, μετέπειτα Αντιπρόεδρος Αρείου Πάγου και 9) Σπύρος Καλλιαρέκος, Εφέτης. Επιμέλεια Χρ. Καραμάνου, Δικαστικού υπαλλήλου Εφετείου Ναυπλίου 1966-1991.

 

  

Δικολάβοι και δικαστικοί υπάλληλοι

 

Οι δικολάβοι ήταν πρακτικοί νομικοί, χωρίς πτυχίο, οι οποίοι αναλάμβαναν δικαστικές  υποθέσεις επ’ αμοιβήν. Συνήθως βρίσκονταν σε απομακρυσμένες επαρχίες του νομού Αργολίδος και τους βρίσκουμε εν ενεργεία μέχρι και τη δεκαετία του 1970. Για παράδειγμα, στο Ειρηνοδικείο Μάσσητος, δηλαδή Κρανιδίου, έδρασαν ο Δημήτριος Φωστίνης, μετέπειτα δήμαρχος Κρανιδίου, και ο Δημήτριος Σιδέρης. Ακόμα στο Ειρηνοδικείο Επιδαύρου, με έδρα τη Νέα Επίδαυρο, οι Κωνσταντίνος Καλατζής, αδελφοί Αδριανού, Χρήστος Χατζημιχαήλ, μετέπειτα συμβολαιογράφος και Δ. Διδασκάλου.

Ένα κοινωνικό στρώμα της πόλης είναι και οι δικαστικοί  υπάλληλοι και γραμματείς. Τα καθήκοντά τους είναι η τήρηση της πολιτικής και ποινικής δικονομίας, η καθαρογραφή των αποφάσεων, η τήρηση του αρχείου και η συμμετοχή τους στις δίκες. Παλιότερα οι καταγραφές γίνονταν χειρογράφως είτε με γραφομηχανή και διάφορα αντίγραφα με καρμπόν. Η εισαγωγή υπολογιστών αποτέλεσε μία πραγματική επανάσταση στο επάγγελμά τους. Ο μισθός τους ήταν αρκετά αξιοπρεπής, ισότιμος με εκείνον των δημοσίων υπαλλήλων (στοιχεία του δικαστικού γραμματέως, κυρίου Χρήστου Καραμάνου).

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι


 ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΤΗΣ ΝΑΥΠΛΙΑΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ (ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΑΘ. Γ. ΓΟΥΝΑΡΗ ΣΤΟ ΟΜΟΤΙΤΛΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ, ΝΑΥΠΛΙΟ, ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2012)

 

Ατομικά Σημειώματα Πληροφοριών

για τη δράση αγωνιστών δικαστών και δικηγόρων

κατά τη Ναυπλιακή Επανάσταση

( 1 Φεβρουαρίου – 8 Απριλίου 1862 )

1. Ααρών

Για τον απλό δικηγόρο μαχητή Ααρών, που αναφέρεται έτσι, χωρίς να διευκρινίζεται αν πρόκειται για το όνομα ή το επώνυμό του, έχουμε τρεισήμισι μόλις γραμμές από τον Ανώνυμο Ναυπλιέα:   Εις το εν Ακροναυπλία τοποθετημένον μέγα πυροβόλον, Φειδιάς καλούμενον και διευθυνόμενον από τον λοχίαν Πετρόπουλον υπηρέτει < την 1/3 > από πρωΐας μετά μεγάλου ζήλου και ὁ δικηγόρος Ααρών άσιτος μετ’ άλλων πολιτών

Μήπως ήταν Ισραηλίτης;

(Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 41.)

 

2. Κωνστ. Γ. Αντωνόπουλος

 

Υπήρξε άνθρωπος του κύκλου της Κ. Παπαλεξοπούλου. Ανήκε στον πυρήνα των συνωμοτών επαναστατών του Ναυπλίου. Κινήθηκε δραστήρια τη νύχτα της 31/1 –1/2/1862. Τη δεύτερη μέρα της Επανάστασης, μετά την ορκωμοσία του στρατού και την ομιλία του αντισυνταγματάρχη Πάνου Κορωναίου, απάγγειλε στην Πλατεία του Πλατάνου  λόγον πλήρη ενθουσιασμού. Διατέλεσε μέλος της προσωρινής και, στη συνέχεια, της μόνιμης Κυβερνητικής Επιτροπής της Επανάστασης. Αυτός και δύο άλλα επαναστατικά στελέχη πηγαίνουν στην Τρίπολη, για να ξεσηκώσουν την Αρκαδία. Συγκροτεί  λόχον εκ Τριπολιτσιωτών εθελοντών που πολέμησαν παλληκαρίσια. Τη δύσκολη μέρα της 1 Μαρτίου ενθουσιάζει τους πυροβολητές  εκτελών και ο ίδιος διαφόρους υπηρεσίας .

Η εν γένει πολιτεία του δικηγόρου Αντωνόπουλου φανερώνει ένα συνειδητό και δραστήριο επαναστάτη. Όπως ήταν φυσικό, εξαιρέθηκε από την αμνηστία που έδωσε ο Όθων. Προτίμησε τότε την αυτοεξορία και έζησε την πικρή ζωή του αυτοεξόριστου επαναστάτη. Γύρισε στην Ελλάδα μετά τη Μεταπολίτευση ( 12/10/1862 ). Ο λαός της Μαντινείας τον εξέλεξε βουλευτή. « Στη συνεδρίαση της Βουλής της 28 Ιανουαρίου 1863 έγινε λόγος για την Εθνική Εορτή. Ο Κ. Αντωνόπουλος υποστήριξε ″ότι η 25 Μαρτίου δεν ήτο η ημέρα της Επαναστάσεως και μολαταύτα αύτη καθιερώθη […]″. Η Εθνικὴ Συνέλευση συμφώνησε …».  Η ημερομηνία όμως της εορτής παραμένει…

 (Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σελ. 9-10, 11, 14, 15, 17, 19, 25, 28, 40, 43- 44, 62, 69, 72, 79, 83, 85. ΣΕ αριθ.1/ 1–2, 1/3, Παράρτημα 1, 2/ 1– 2, 2/ 3β΄, 3/1α΄, 3/2β, 4/1– 2, 4/4α,  12/4α. Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 30, 40, 42/1, 43, 45, 54, 67, 76, 77, 102, 109, 121, 127. Κορδάτος, Ιστορία, τ.  Δ΄, σ. 41, 48, 53, 64. ΦΕΚ 25/26-4-1862 (ΒΔ 17- 2-1862).

                                               

3. Γρηγ. Δημητριάδης (1830-1888)

 

Ανήκει κι αυτός στον κύκλο της Κυράς τ’ Αναπλιού και είναι εντεταγμένος στο στενό πυρήνα των επαναστατών. Δείχνει ιδιαίτερη δραστηριότητα τη βραδιά της 31/1 προς 1/2 /1862. Υπηρετεί κυρίως ως μέλος της προσωρινής και, κατόπιν, της μόνιμης Κυβερνητικής Επιτροπής. Αγωνίζεται σθεναρά κατά την κρίσιμη μέρα της 1 Μαρτίου. Κατά τη διάσπαση της ηγεσίας των επαναστατών, πηγαίνει με το μέρος των διαλλακτικών. Εξαιρείται από την αμνηστία και αυτοεξορίζεται. Μετά τη Μεταπολίτευση, επιστρέφει πολιτεύεται και εκλέγεται επανειλημμένως βουλευτής Ναυπλίου και το 1888 Δήμαρχος.     

(Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 9, 11, 25, 40, 44, 62, 69, 72, 74, 78, 84, 85.  ΣΕ αριθ. 1/2, 1/3, 1/4β, Παράτημα 1, 2/1– 2, 3/1α, 3/2β, 4/1– 2, 10/1-2, 12/4α .  Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 30, 40, 42/1, 43, 67, 70, 76, 77, 102, 107, 127.– ΦΕΚ 25/26-4-1862 (ΒΔ 17-2 1862). 

 

4. Κωνστ . Δ. Ευθυμιόπουλος (1828-1885)

 

Ευθυμιόπουλος ΚωνσταντίνοςΟ αναπλιώτης δικηγόρος Κ. Ευθυμιόπουλος είναι ένας κοσμαγάπητος άνθρωπος. Κατά την Επανάσταση διορίζεται δημοτικός αστυνόμος Ναυπλίου. Επιτελεί το έργο του κατά τρόπο υποδειγματικό. Τον βοηθούν σ’ αυτό η Εθνοφυλακή του Σπ. Ζαβιτσιάνου και η Πολιτοφυλακή του λοχαγού Κ. Λώρη∙ « ουδέποτε δε το Ναύπλιον ενθυμείται νύκτας ησυχωτέρας», γράφει ο Ανώνυμος Ναυπλιεύς.

Όταν ξεσπά η διαμάχη ανάμεσα σε διαλλακτικούς και σε αδιάλλακτους επαναστάτες, ο  Ευθυμιόπουλος τάσσεται με τους δεύτερους. Ο Ζυμβρακάκης τον καθαιρεί, αλλ’ αναγκάζεται να τον αποκαταστήσει κατ’ απαίτηση του Δ. Γρίβα. Άγνωστο γιατί, αμνηστεύεται.

Μετά την έξωση του Όθωνα, τη 13/10 «…ο όχλος θρασυνθείς- γράφει ο Λαμπρυνίδης στη ″Ναυπλία″ του κατέλυσε τον Δήμαρχον Γ. Ι. Ιατρού, αντ’ αυτού δε ανεκήρυξε τοιούτον δια βοής τον Δικηγόρον Κ. Ευθυμιόπουλον». Ο ίδιος ″όχλος″, μετά από λίγο και – στη συνέχεια– πολλές φορές τον ανέδειξε βουλευτή. Υπήρξε ιδρυτής και αρχηγός του λαϊκού κόμματος των ″Αρειμανίων″. Το φτωχόπαιδο, που – όπως γράφει ο Δημόπουλος – « εσπούδασεν εν στερήσεσιν […και] ανηγορεύθη διδάκτωρ Νομικής τω 1856» έγινε για μια περίπου εικοσαετία ο ισχυρότερος πολιτικός άνδρας του Ναυπλίου. Όταν πέθανε (1885) η κηδεία του έγινε ″δημοσία δαπάνη″, με απόφαση του τότε πρωθυπουργού Θ. Δηλιγιάννη.

Το ήθος του ανθρώπου φανερώνει και το ακόλουθο γεγονός που ιστορεί ο Δημόπουλος:

Την 1/2/1864, αρχίζει στο Κοινοβούλιο συζήτηση για την αποζημίωση των καταστροφών, που έγιναν κατά την διάρκεια της Επανάστασης στο Ναύπλιο, την Πρόνοια και τα γύρω χωριά.

«Μετά τον Αρ. Μίχου, ωμίλησαν οι πληρεξούσιοι Ναυπλίου Κ. Ευθυμιόπουλος και Γρ. Δημητριάδης, αναπτύξαντες διά μακρών τα όσα δεινά υπέστησαν  οι Ναυπλιείς και τας υλικάς καταστροφάς της πόλεως και των περιχώρων. Μετά τας   αγορεύσεις ταύτας ωμίλησεν ο πληρεξούσιος Ροντήρης, αντικρούσας τους Ναυπλιείς πληρεξουσίους και ειπών ότι δεν είναι δυνατόν να εγκριθώσιν αποζημιώσεις εις τους ″αντάρτας του Ναυπλίου δια το ανταρτικόν των κίνημα″ […]

Δεν παρήλθε πολύς καιρός και ο πληρεξούσιος Ροντήρης διορίζεται νομάρχης Αργολίδος και Κορινθίας και έρχεται εις Ναύπλιον. Άμα όμως απεβιβάσθη εις την παραλίαν, ευρέθη προ αποσπάσματος της Εθνοφυλακής, του οποίου ο επικεφαλής  τη εισηγήσει του δημάρχου Ευθυμιοπούλου– διατάσσει τον Ροντήρην ν’ απέλθη εκ Ναυπλίου, διότι δεν τον δέχεται η Εθνοφυλακή! Ο Νομάρχης, εκπλαγείς, ζητεί τον δήμαρχον, όστις σπεύδει εκεί και γίνεται ο εξής αξιομνημόνευτος διάλογος:

Διατί, κ. Ευθυμιόπουλε, δεν μοι έλεγες εν Αθήναις ότι δεν θα με εδέχοντο εδώ, να μην έλθω;

Διότι δεν επίστευον, κ. Ροντήρη, ότι, λαόν, ον εξύβρισες ως λησταντάρτην, θα είχες την αξίωσιν και να τον διοικήσης!

Ηγόρευσα εν τη Συνελεύσει κατά του Ναυπλίου– υπέλαβεν ὁ νομάρχης –

αλλ’ ήδη θα φροντίσω ν’ αποζημιωθώσιν οι Ναυπλιείς.

Οι Ναυπλιείς – απεκρίθη υπερήφανος ο Ευθυμιόπουλος – έχουν ανάγκην της υπολήψεώς των και όχι των χρημάτων των!

«Ο λαός επευφήμησεν εις τους υψηλούς λόγους του δημάρχου του και ο νομάρχης απήλθε παραχρήμα του Ναυπλίου υπό την προστάτιδα συνοδείαν του Ευθυμιοπούλου, όστις επέβαλε νεκρικήν σιγήν εις τον παριστάμενον πολυπληθή λαόν και επεβίβασε τον νομάρχην εις το αυτό ατμόπλοιον».

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 15, 50. ΣΕ αριθ. 18/4α. Γούναρης, Η Ν Ε, σ. 43, 124. Δημόπουλος, Ιστορία, τ. Β΄, σ. 134, 211- 213, 220-221, 228-231, 268-270. 

 

5. Πέτρος  Αν. Μαυρομιχάλης  (1828 – 1892)

 

Γιος του μπεηζαδέ Αναστασίου και εγγονός του Πετρόμπεη. Κάνει σπουδές Νομικών στην Αθήνα και το Παρίσι. Μπαίνει στο δικαστικό κλάδο και κατά την εποχή αυτή υπηρετεί στο Ναύπλιο ως πρωτοδίκης. Ανήκει κι αυτός στον πολιτικό κύκλο της Κ. Παπαλεξοπούλου. Θεωρείται από τους ηγέτες της Επανάστασης κι έχει να παρουσιάσει μεγάλη δράση κατά τη διάρκειά της. Είναι από τα πρόσωπα που αποφασίζουν, λόγω εκτάκτου γεγονότος, την έκρηξη της Επανάστασης το βράδυ της 31/1-1/2, αντί της 3-4/2/1862, όπως είχε πανελληνίως συμφωνηθεί. Διατελεί μέλος της προσωρινής και κατόπιν της μόνιμης Κυβερνητικής Επιτροπής. Ενθαρρύνει την μεταξύ των αγωνιστών διάδοση του εθίμου της ″μπέσας″ (αδελφοποιΐας).  

Ο αρχιεπαναστάτης αυτός θεωρείται και λαμπρός ρήτορας. Σώζονται οι επικήδειοι λόγοι του για τους πεσόντες ανθυπασπιστές Π. Φαγκρίδη και Γ. Σταύρου. Ιδιαίτερα ενδιαφέρων είναι ο λόγος που εκφώνησε, πριν από την καύση της απαίσιας λαιμητόμου· «…ουδέποτε από της αρχής της επαναστάσεως ‒ γράφει ο Ανώνυμος Ναυπλιεύς – έπαυσεν  ενθουσιάζων τον λαόν δια της ευγλώττου ρητορικής του, καταρώμενος τους συγγενείς του εκείνους, οίτινες, αν και σύμφωνοι πρότερον μετ’ αυτού, εις την συνομωσίαν, έλαβον τα όπλα κατά της επαναστάσεως».

Ό πρωτοδίκης Π. Μαυρομιχάλης συμμετέχει ενεργά στην κρίσιμη σύγκρουση της 1 Μαρτίου. Κατά τη διάσπαση των επαναστατών στις 2/3, συντάσσεται με τους διαλλακτικούς. Είναι μέλος της Επιτροπής, που μεταφέρει το αιτητικό περί χορηγήσεως γενικής αμνηστίας έγγραφο στον αρχηγό του βασιλικού στρατού Αμαδ. Χαν. Εξαιρείται από την αμνηστία και απολύεται από τη θέση του. Αυτοεξορίζεται με άλλους τριακόσιους περίπου επαναστάτες. Φθάνει στη Σμύρνη. Εκεί νυμφεύεται τη θυγατέρα του πλουσιότατου Σμυρναίου ιατροφιλόσοφου Γαληνού Κλάδου.

Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και την έξωση του Όθωνα, επιστρέφει στην Ελλάδα και πολιτεύεται. Εκλέγεται επανειλημμένως βουλευτής και γίνεται Υπουργός επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 9, 10, 11, 19, 25, 28, 39, 40, 43-44, 44, 54, 62, 69, 72, 74, 79, 84, 85, 91-93, 93-94. ΣΕ, αριθ. 1/2 , 1/3β, 1/4 , Παράρτημα 1, 2/1-2, 3/1α , 3/2β, 4/1-2, 4/4α , 10/3β, 11/4, 12/3, 12/4α , 15/2β, 17/2-3. Γούναρης Η Ν Ε, σελ. 29-30, 37, 40, 43, 45, 67, 76, 77, 77-78, 90, 102, 107, 121, 128. ΦΕΚ 25/26-4-1862       ( ΒΔ 17-2-1862).  

 

6. Ιωάννης Παπαζαφειρόπουλος (1829-1879)

 

Έκανε νομικές σπουδές στην Αθήνα και τη Λειψία και δικηγόρησε  στ’ Ανάπλι. Σφόδρα αντιδυναστικός. Σύχναζε κι αυτός στο πολιτικό σαλόνι της Κ. Παπαλεξοπούλου. Είναι από τα πρόσωπα που αποφάσισαν για τη μέρα της έκρηξης της Ναυπλιακής  Επανάστασης. Γίνεται μέλος της προσωρινής και κατόπιν της μόνιμης Κυβερνητικής Επιτροπής. Αποστέλλεται με τον εφέτη Πετιμεζά και το συνάδελφό του δικηγόρο Αντωνόπουλο στην Τριπολιτσά, για να ξεσηκώσουν την Αρκαδία.

Μαζί με δύο δικαστές και δύο συναδέλφους του συμμετέχει στις αποφασιστικές συγκρούσεις της 1 Μαρτίου. Κατά τη διάσπαση των επαναστατών σε διαλλακτικούς και αδιάλλακτους, συντάσσεται με τους πρώτους. Θεωρεί μάταιο τον περαιτέρω αγώνα και το χύσιμο αδελφικού αίματος. Εξαιρείται από την αμνηστία και απολύεται από τη θέση του ως δικηγόρου και β΄ παρέδρου του Πρωτοδικείου Ναυπλίου. Αυτοεξορίζεται και ζει μέχρι την έξωση του Όθωνα (10/10/1862) τη δύσκολη ζωή του πολιτικού πρόσφυγα. Επανέρχεται τότε στην Ελλάδα, πολιτεύεται, εκλέγεται βουλευτής και γίνεται Υπουργός Δικαιοσύνης.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 9, 11, 14, 17, 19,  20, 25, 28, 40, 43-44, 54, 62, 64, 69, 72, 79, 84, 85. – ΣΕ αριθ. 1/2, 1/3α-β, Παράρτ. 1, 2/1-2, 3/1α,  3/2β, 4/ 1-2, 12/4α. Γούναρης , Η Ν Ε, σ. 30, 39-40, 42-43, 50, 67, 76, 77, 102, 103,109, 121, 127.–ΦΕΚ 25/26 -4-1862 (ΒΔ 6/2/1862)  και ΦΕΚ 35/4-7- 1862 (ΒΔ 12-5-1862)

 

7. Γεωργ.Αν. Πετιμεζάς (1816-1884)

 

Γεώργιος Πετιμεζάς

Γεώργιος Πετιμεζάς

Ο καλαβρυτινός εφέτης Γ. Πετιμεζάς ήταν γόνος της ιστορικής γενιάς των Πετιμεζάδων, οι οποίοι μετανάστευσαν από την Ήπειρο στην Πελοπόννησο. Σπούδασε νομικά στο Μόναχο. Υπηρετούσε ως εφέτης στο Ναύπλιο. Ψυχωμένος επαναστάτης , είχε πολιτικές σχέσεις με την Κ. Παπαλεξοπούλου και τον κύκλο της. Στο σπίτι του πάρθηκε η απόφαση για την επίσπευση της Επανάστασης τη νύχτα 31/1-1/2, λόγω τυχαίου περιστατικού, που υποψίασε τις αρχές της πόλης. Πολύ μεγάλη ήταν η δραστηριότητά του για τη στερέωση και την εξάπλωση της Επανάστασης, ιδιαίτερα τις πρώτες μέρες της. Η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των πολιτικών και ο Πετιμεζάς ήταν εκλεκτό μέλος της, άτυπος‒ θα λέγαμε‒ Πρόεδρος της Κυβερνητικής Επιτροπής, της προσωρινής και κατόπιν της μόνιμης. Με δύο δικηγόρους κι ένα μικρό τμήμα ιππικού πήγε στην Τριπολιτσά, για να ξεσηκώσει τους Αρκάδες. Συγκρότησε  ″Λόχον εκ Καλαβρυτινών εθελοντών″, από αυτούς που κατοικούσαν τότε στη Ναυπλία. Συναποφασίζει, με την Κυβερνητική Επιτροπή και τη στρατιωτική ηγεσία, τη σύνταξη της Έκθεσης ″προς τας Προστάτιδας της Ελλάδος Μεγάλας Δυνάμεις″. Στη φοβερή σύγκρουση της 1 Μαρτίου «Ο εφέτης Πετιμεζάς– γράφει ο Ανώνυμος χρονικογράφος της Ναυπλιακής Επανάστασης– μετά υπερβολικού ενθουσιασμού περιφερόμενος εις τα κανονοστάσια της πόλεως από πρωΐας ενεθάρρυνε τους πολίτας και στρατιώτας, εκτελών ο ίδιος διαφόρους υπηρεσίας, ως και οι δικηγόροι Γ. Δημητριάδης, Κ. Αντωνόπουλος και Ιω. Παπαζαφειρόπουλος…». 

Κατά τη διάσπαση των επαναστατών σε διαλλακτικούς και αδιάλλακτους, τάσσεται με το μέρος των δεύτερων. « Εις την επαύξησιν της επιρροής του <αρχηγού των αδιάλλακτων> Γρίβα συνετέλει τα μέγιστα δια των πολλών σχέσεών του ο εφέτης Πετιμεζάς, απολαμβάνων μεγάλης δημοτικότητος παρά τω λαώ και τω στρατώ», γράφει πάλι γι’ αυτόν ο Ανώνυμος.

Όπως ήταν επόμενο, το οθωνικό ″σύστημα″ τον εξαιρεί από τη γενική αμνηστία και τον απολύει από τη θέση του. Παίρνει με αξιοπρέπεια το δρόμο της ξενιτιάς, μαζί με δεκαοκτώ μη αμνηστευόμενους στρατιωτικούς και πολιτικούς και μ’ ένα πλήθος αυτοεξοριζόμενων αγωνιστών (300 περίπου) ‒ νέων των περισσότερων.

Η εξορία του κράτησε έξι περίπου μήνες. Επαναπατρίστηκε μετά την έξωση του Όθωνα. Ορίστηκε αρχηγός της αρτισύστατης τότε Εθνοφυλακής, χωρίς να το επιδιώξει. Κατόπιν εκλέχτηκε βουλευτής και χρημάτισε Υπουργός επί των Εσωτερικών.   Γενικά, ο Γ.Α. Πετιμεζάς υπήρξε αδιαμφισβήτητα μια προσωπικότητα, που διακρινόταν για τη μόρφωση, το ήθος, την ευθυκρισία και την παροιμιώδη τιμιότητά του. Τίμησε με την παρουσία και τη δράση του τη ΝΕ, αλλά και τιμήθηκε από αυτήν.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 9, 10, 11, 17, 19, 22, 25, 28, 40, 43-44, 44, 45, 54,    62, 69, 72, 79, 84, 85. ‒  ΣΕ αριθ. 1/1-2, 1/3β, Παράρτ.1,2/1-2, 3/1α, 3/2β, 4/1-2, 4/4α, 12/4α, 15/2β, 18/4. Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 29, 37, 39-40, 43, 65, 67, 76, 76-77, 85, 89-90, 102, 108, 109, 116,121, 125. ‒ΦΕΚ 25/26-4-1862 ( ΒΔ 17-2-1862).

 

8. Κωνστ, Πετσάλης

 

Ο δικηγόρος Κωνστ. Πετσάλης (και ο μεγαλύτερος αδελφός του Αθανάσιος*, που δικηγορούσε στην Αθήνα ) ήσαν από τους ένθερμους αγωνιστές που αντιμάχονταν το ″σύστημα″. Στο Ναύπλιο σύχναζε και αυτός στο πολιτικό σαλόνι της μεγάλης Κυράς όπως έλεγαν την Κ.Παπαλεξοπούλου.

Τη βραδιά που ξέσπασε η Επανάσταση, ο Πετσάλης ήταν από τους πρώτους που έφτασε στην πλατεία Πλατάνου, όπου είχε παραταχθεί ο στρατός. Ο λαός συγκεντρώθηκε γύρω του και του ζητούσε να μιλήσει. Ανέβηκε σ’ ένα πρόχειρα στημένο βήμα και από εκεί, ανεμίζοντας μια κόκκινη σημαία, μέσα στις επευφημίες του συγκεντρωμένου λαού και στρατού, κήρυξε επίσημα την Επανάσταση και ανέπτυξε εύγλωττα τους σκοπούς της. Στη συνέχεια, με πρόταση πολλών πολιτών, εκλέγεται μέλος της δεκαμελούς ″επί της ασφαλείας Επιτροπής″. Είναι ένας από τους κύριους συντάκτες της Έκθεσης προς ″τας τρεις Προστάτιδας της Ελλάδος Δυνάμεις″. Κατά τη διάσπαση των επαναστατών, στις 2/3, σε διαλλακτικούς και αδιάλλακτους είναι με το μέρος των πρώτων. Αμνηστεύεται, αλλά η Κυβέρνηση τον απολύει από τη θέση του δικηγόρου και κάνει κατάσχεση πολλών κτημάτων της οικογένειάς του. Αποκαθίσταται μετά την έξωση του Όθωνα και πολιτεύεται με επιτυχία.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σελ.14, 25, 28, 43, 44, 54, 72, 74, 80-84, 85. ‒ ΣΕ, αριθ.1/3β, 1/4α, 1/4α΄- β΄, Παράρτημα 1, 2/1-2, 3/2β. Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 30, 42-43, 66-67, 75-76, 89, 102, 121.‒ΦΕΚ αριθ. 25/26-4-1862 (ΒΔ 17-2-1862).

̽ Τα δύο αδέλφια ανήκαν στη λεγόμενη «παράταξιν τῶν νέων». Ο Αθανάσιος, μαζί με τον ποιητή Παν. Σούτσο, συνέταξε «Τὸ πρὸς τὸν βασιλέα τῆς Ελλάδος περὶ της απαιτουμένης πολιτικής μεταβολής Υπόμνημα του Γερουσιαστού Κωνστ. Κανάρη», στο οποίο προσέθεσε ένα πολύ ενδιαφέροντα πρόλογο· βλ. Γούναρης, Η ΝΕ σ.26-27, 34, 132-136.- 

 

9. Γεώργ. Δ.  Ποσειδών

 

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, την πρώτη ακόμη μέρα, με την συγκρότηση της προσωρινής Κυβερνητικής Επιτροπής, ορίστηκε ως ″Γενικός Γραμματεύς″της ο δικαστικός υπάλληλος Δημ. Καλιοντζής. Φαίνεται όμως ότι οι επαναστάτες, θέλοντας να αναβαθμίσουν τη θέση, τοποθέτησαν σ’ αυτήν στις 2/2 το δικηγόρο Γ.Δ. Ποσειδώνα. «Ὁ δικηγόρος Ποσειδών γράφει ο Ανώνυμος Ναυπλιεύς νέος εμπνεόμενος υπό υγιών πατριωτικών αισθημάτων διορίζεται Γενικός Γραμματεύς της διοικητικής Επιτροπής».

Για το νεαρό αυτό επαναστάτη έχουμε μία ακόμη μαρτυρία από την εφημερίδα των επαναστατών  ″Ο Συνταγματικός Έλλην″: « Σήμερον δημοσιεύομενγράφει ο Θ. Φλογαΐτης τον επί του τάφου του […] αποθανόντος < ανθυπασπιστή   του  Ιππικού>  Περ. Φαγκρίδη ενθουσιώδη λόγον του κ. Πέτρου Μαυρομιχάλη, επιφυλαττόμενοι να δημοσιεύσωμεν ακολούθως τον επίσης ωραίον επικήδειον λόγον του κ. Γ. Ποσειδώνος».  Ο Γενικός Γραμματέας Γ. Ποσειδών, με Διάταγμα της 17-2-1862, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ αριθ. 23/26-4-1862 απολύθηκε από τη θέση του ως δικηγόρου.

Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ.14-15, 69 και όπου υπάρχει έγγραφο της Διοικητικής Επιτροπής.  ΣΕ, αριθ 1/3β κεξ., ό.π. Δημόπουλος, τ. Β΄σελ. 138, 135.  ΦΕΚ 25/26 – 4 -1862 (ΒΔ 17-2-1862).

 

10. Γεώργ. Στεφόπουλος

 

Για το δικηγόρο αυτό έχουμε μία μόνο πληροφορία, δηλαδή πως υπήρξε ένας από τους τρεις δικηγόρους, οι οποίοι συνέταξαν βασικά την Έκθεση «Προς τους εξοχωτάτους Κυρίους πρέσβεις των τριών Μεγάλων Ευεργετίδων της Ἑλλάδος  Δυνάμεων  Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσσίας», στην οποία έγινε αναφορά πολλές φορές.

«Προς αποφυγήν γράφει ο Ανώνυμος Ναυπλιεύς ενδεχομένων παρεξηγήσεων […], ο αρχηγός <αντ/ρχης Αρτ.Μίχου> εν συμβουλίω <την 6/2>, εις το οποίον παρευρέθησαν και τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής  και διάφοροι αξιωματικοί, προτείνει να συνταχθή έκθεσις προς τους πρέσβεις των τριών Ευεργετίδων Μεγάλων Δυνάμεων, εις  ην να καταδεικνύηται ο σκοπός της επαναστάσεως και αι προκαλέσασαι αυτήν αιτίαι, καθ’ όσον – είπεν– δεν πρέπει να αμφιβάλλωμεν ότι εκείνοι, κατά των οποίων το κίνημά μας αποτείνεται, θέλουν δυσφημίσει δι’ όλων των μέσων την επανάστασιν και δώσει αυτή χαρακτήρα άλλον παρά τον αληθή.

» Μετά τινα συζήτησιν περί των βάσεων της εκθέσεως ταύτης, απεφασίσθη η σύνταξις αυτής, ανατεθέντος του έργου τούτου εις τους δικηγόρους Γ. Στεφόπουλον, Κ. Φαρμακόπουλον, Κ. Πετσάλην και άλλα πρόσωπα…».

Ανώνυμος. Τα συμβάντα, σ. 25, 80 – 84.  Γούναρης, Η ΝΕ, σ. 66-68.

Δημόπουλος, Ιστορία, τ.Β΄, σ.148-149.

 

11. Κωνστ. Φαρμακόπουλος  (1799-1899)

 

Ό  Φαρμακόπουλος είναι ένας από τους τρεις έγκριτους δικηγόρους του Ναυπλίου, οι οποίοι βασικά συνέταξαν και συνυπέγραψαν στις 6- 8- 1862 την Έκθεση « Προς τους εξοχωτάτους Κυρίους πρέσβεις των τριών Μεγάλων Ευεργετίδων της Ελλάδος Δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσσίας».

Ο δικηγόρος αυτός υπήρξε μέλος της δεύτερης και τρίτης Επιτροπής, που οι διαλλακτικοί επαναστάτες έστειλαν στον αρχηγό του πολιορκητικού στρατού Αμαδ. Χαν, στις 7 και 16/3, με γραπτή εντολή να διαπραγματευτούν την παράδοση της πόλης και των φρουρίων της, υπό τον όρο της παροχής γενικής αμνηστίας « δια τε το Ναύπλιον και δι’όσα άλλα μέρη […] εξετέθησαν οπωσδήποτε…».

Κατά τη δεύτερη συνάντηση ο στρατηγός Χαν « … εβεβαίωσε την Επιτροπήν επί τω λόγω της στρατιωτικής του τιμής ότι η αμνηστεία υπάρχει πλήρης και γενική […]. Τα αυτά επανέλαβε και ὁ Αντιστράτηγος < Ιω. Κολοκοτρώνης> και ο Νομάρχης <Α. Γεωργαντάς>».

Στην τρίτη και τελευταία συνάντηση, οι επαναστατικοί αντιπρόσωποι άκουσαν το Χαν να τους λέει και να επαναλαμβάνει πως « αμνηστεία δεν υπάρχει, διότι το Υπουργείον δεν ενδίδει». Τότε ο Φαρμακόπουλος, αηδιασμένος από την ανέντιμη συμπεριφορά του ξένου στρατηγού και από την εμπαθή αδιαλλαξία της Κυβέρνησης, του δήλωσε σταράτα: « Λοιπόν, στρατηγέ, έλθετε να κυριεύσητε ερείπια και ουχί πόλιν».

Ο Φαρμακόπουλος, διδάκτορας της Νομικής, είναι από τους ιδρυτές του Δικηγορικού Συλλόγου Ναυπλίου (1884) και δεύτερος πρόεδρός του (1886- 1895). Πολιτεύτηκε και εκλέχτηκε βουλευτής Ναυπλίας.

 Ανώνυμος, Τα συμβάντα, σ. 25, 45-47, 50-51, 80-84. Γούναρης, Η ΝΕ, σ.66-68, 94, 99. Δημόπουλος, Ιστορία, τ. Β΄, σ. 148-149, 165-167, 252-253, 268.

 

12. Θεόδωρος Νικολ. Φλογαΐτης (1840-1905)

 

Φλογαΐτης  Θεόδωρος

Φλογαΐτης Θεόδωρος

Γεννήθηκε στο Ναύπλιο, όπου έκανε τις στοιχειώδεις και γυμνασιακές του σπουδές. Κατά το βιογράφο του, σε ηλικία δεκαπέντε ετών γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1860 άρχισε να αρθρογραφεί σε αθηναϊκές εφημερίδες κάνοντας αντικυβερνητική πολιτική· γι’ αυτό το λόγο οι οθωνικές αρχές τον είχαν εκτοπίσει στη γενέτειρά του. Ήταν είκοσι δύο ετών, όταν ξέσπασε η Ναυπλιακή Επανάσταση. Εντάχθηκε αμέσως στις δυνάμεις της και της πρόσφερε αξιόλογες υπηρεσίες.

 Από την πρώτη ακόμη ημέρα της Επανάστασης, η προσωρινή Κυβερνητική Επιτροπή τού αναθέτει « την σύνταξιν και έκδοσιν της Εφημερίδος  Ο Συναγματικός Έλλην –  Εφημερίς των αρχών της Πρώτης Φεβρουαρίου». Λέγεται ότι σ’ αυτό το έντυπο συνεργαζόταν με την Κ. Παπαλεξοπούλου. Ο νεαρός τότε επαναστάτης δημοσιογράφος αγωνιζόταν με την πέννα του να κρατεί ακμαίο το φρόνημα λαού και στρατού. Γι’ αυτό  το σκοπό, χρησιμοποιούσε και το έμφυτο χάρισμά του της ρητορικής· π.χ στην παλλαϊκής συμμετοχής κηδεία του ανθ/γού Ιω. Παγώνη εκφώνησε ένα εμπνευσμένο επικήδειο. Ο Π, Μαυρομιχάλης και ο Θ Φλογαΐτης ήσαν οι δημεγέρτες ρήτορες της Ναυπλιακής Επανάστασης. 

Παράλληλλα με τα παραπάνω, ο νεαρός Φλογαΐτης έχει να επιδείξει ένα ακόμη απλό αλλά τιμητικό έργο· ζητεί κι εντάσσεται ως απλός στρατιώτης στο λόχο του Πυροβολικού, στον οποίο υπηρετούσε επίσης ως εθελοντής ο μοναδικός γιος της Κ. Παπαλεξοπούλου Επαμεινώνδας.

Αγνοούμε τι έκανε ο Θ. Φλογαΐτης, αμέσως μετά την καταστολή της Ναυπλιακής Επανάστασης. Πήρε όμως το πτυχίο της Νομικής, έγινε διδάκτορας και κατόπιν υφηγητής του συνταγματικού δικαίου, έγραψε με επιτυχία πολλά σχετικά έργα, αλλά αρνήθηκε την έδρα του καθηγητή του διοικητικού δικαίου, για χάρη της δημοσιογραφίας, την οποία εξάσκησε με γνώση, μαχητικότητα κι εντιμότητα. Πολιτεύτηκε κι εκλέχτηκε δύο φορές βουλευτής.

Θα κλείσω το σημείωμα αυτό με δύο επισημάνσεις:

α΄ Σε άρθρο του (1900) γράφει για ″ Το καθήκον της Ελληνικής Πολιτείας προς τας εργατικάς τάξεις″.

β΄ Επί  κυβερνήσεως Χαρ. Τρικούπη ορίστηκε μέλος της Επιτροπής επί του Προϋπολογισμού.  Ο Φλογαΐτης « δια πολυφύλλου εκθέσεως κατεδείκνυε το βάραθρον, προς ο εφερόμεθα, προϊδών και προειπών την επικειμένην χρεωκοπίαν».

Ανώνυμος, σελ. 28, 89-90. –ΣΕ, αριθ. 6/2-3, 12/4α.  Γούναρης, Η ΝΕ, 45/9, 77/4, 78/2. Ξηραδάκη, Κ. Παπαλεξοπούλου, εκδ. Γ΄, σ. 210-212. Χαρ. Κύρκος, Θ. Φλογαΐτης, Ίδρυμα της Βουλής, Αθήνα 2008.    

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Βιογραφίες Δικηγόρων Ναυπλίου 19ου και 20ου αιώνα

Θεοδ. Δημόπουλου, Ιστορία του Ναυπλίου, τ. Β’, passim., 2010, Εισαγωγή-Επιμέλεια Γ. Ρούβαλης

 

Κωνσταντίνος Δ. Ευθυμιόπουλος

 

Ο Κωνσταντίνος Δ. Ευθυμιόπουλος εγεννήθη εν Ναυπλίω τω 1828. Ο πατήρ του κατήγετο εξ Αρκαδίας και εγκατεστάθη εις το Ναύπλιον μετά την απελευθέρωσιν, εξασκών το επάγγελμα του καλλιτέχνου τορνευτού μετά τόσης ευφυΐας και τέχνης, ώστε απεκαλείτο «Σοφός». Ο Κ. Ευθυμιόπουλος εσπούδασεν εν στερήσεσι, υπηρετών και εις την Δημαρχίαν Ναυπλίου ως γραμματεύς. Ανηγορεύθη διδάκτωρ Νομικής τω 1856 και διωρίσθη δικηγόρος εν Ναυπλίω. Κατά την Ναυπλιακήν Επανάστασιν του 1862, έλαβεν ενεργόν μέρος, τοποθετηθείς ως Δημοτικός αστυνόμος. Μετά την εκθρόνησιν του Όθωνος εξελέγη Δήμαρχος Ναυπλιέων και μετ’ ολίγον πληρεξούσιος Ναυπλίου της Β’ εν Αθήναις Εθνικής Συνελεύσεως (1862 – 1864).           Έκτοτε εξελέγη συνεχώς επτάκις ως Βουλευτής κατά τας περιόδους: 1865-1867, 1867-1868, 1869-1871, 1871-1872, 1873-1874, 1875-1879, 1879-1881.   Εγένετο επίσης Αντιπρόεδρος της Βουλής και διετέλεσε Γενικός Γραμματεύς του Υπουργείου Εσωτερικών.

Τον Ιούνιον του 1885 απεβίωσεν εν Ναυπλίω ο ιδρυτής και αρχηγός του κόμματος των «Αρειμανίων» [δημοτική παράταξη που εξέφραζε τα ιδεώδη της Ναυπλιακής Επανάστασης, ενώ το πιο συντηρητικό κόμμα απεκαλείτο Κόμμα των Νυκοκυραίων] Κωνσταντίνος Ευθυμιόπουλος. Ο τότε πρωθυπουργός Θ. Δηλιγιάννης δια τηλεγραφημάτων του προς τον Νομάρχην διέταξε την τέλεσιν της κηδείας δαπάνη δημοσία και την απόδοσιν των εις τους κηδευομένους Ιππότας του Χρυσού σταυρού του Σωτήρος απονεμομένων τιμών. Το Δημοτικόν συμβούλιον Ναυπλιέων, συνελθόν εκτάκτως, εψήφισεν «όπως η κηδεία του Κ. Ευθυμιόπουλου γίνη δημοτική δαπάνη και ανταξία της πολιτικής του θέσεως, και διά συλληπητηρίου, ψηφίσματος εκδήλωση την βαθύτατην λύπην του επί τη στερήσει ανδρός πολυειδώς υπηρετήσαντος τον Δήμον και ευεργετήσαντος ολόκληρον την επαρχίαν». Ο δικηγορικός σύλλογος μετέσχε του πένθους επί τη απωλεία «περιφανούς συναδέλφου».

 Η είδησις του θανάτου του Κ. Ευθυμιοπούλου εβύθισεν εις πένθος την πόλιν, κατήφεια δε κατέλαβε τους πάντας. «Μεταξύ δέκα πολιτών –γράφει η τότε εφημερίς– συνήντα τις ένα δακρύοντα και μάλιστα εκ των ανθρώπων του λαού, ως ήτο ο φίλος, αδελφός και πατήρ επί μίαν γενεάν. Πρωτοφανές και συγκινητικόν! Πολλοί Ναυπλιείς, φίλοι του αφοσιωμένοι, πενθηρορούσιν ήδη επί τω θανάτω του, ωσεί ήσαν συγγενείς αυτού». Την ημέραν της κηδείας του 5 Ιουνίου 1885, η όψις της πόλεως ήτο πένθιμος. Οι κώδωνες των εκκλησιών εκρούοντο πενθίμως, τα δημόσια και ιδιωτικά καταστήματα ήσαν κεκλεισμένα, έκτακτα δε φύλλα των 4 εν Ναυπλίω εκδιδομένων εφημερίδων, με πένθιμα πλαίσια εις τας σελίδας των, εκυκλοφόρησαν. Παρισταμένου πλήθους κόσμου εκ της πόλεως και των περιχώρων και όλων των αρχών εκηδεύθη ο Κ. Ευθυμιόπουλος εκ του μητροπολιτικού ναού, εν τω οποίω εξεφώνησαν λόγους: ο βουλευτής Πυλίας Ν. Καράπαυλος εκ μέρους του δήμου Ναυπλιέων, ο δικηγόρος Σπ. Γιαννόπουλος εκ μέρους του δικηγορικού συλλόγου και ο Γεώργ. Φαρμακόπουλος. Επιταφίους λόγους εξεφώνησαν οι δικηγόροι Γ. Κασιμάτης, Αντ. Κοντολέων, εκ μέρους του κόμματος των «Νοικοκυραίων» και ο Γ. Μουτζουρίδης εκ μέρους του απορφανισθέντος κόμματος των «Αρειμανίων».

 

Ηλίας Ποταμιάνος

 

Ηλίας Ποταμιάνος

Ηλίας Ποταμιάνος

Ο Ηλίας Ποταμιάνος εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1838, και ήτο υιός του επί Καποδίστρια Κεφαλλήνος αστυνόμου του Ναυπλίου Ευαγγέλου Ποταμιάνου. Μετά τας σπουδάς του εις το γυμνάσιον Ναυπλίου, ενεγράφη εις την νομικήν σχολήν και εγένετο δικηγόρος.

Εγκατασταθείς εις Αθήνας διεκρίθη ως τοιούτος, ιδίως εις τα ποινικά, εις τα οποία η επ’ ακροατηρίω χειμαρρώδης ευγλωττία, η ευστροφία του πνεύματος και το μεταλλικόν της φωνής εξήσκουν γοητείαν και επιβολήν, συγχρόνως δε εδημοσιογράφει διά νευρώδους καλάμου και μετ’ επιτυχίας επί διαφόρων νομικών και πολιτικών θεμάτων. Ενυμφεύθη την Ασπασίαν θυγατέρα του στρατηγού και γερουσιαστού Νικολάου Πέτρου Μαυρομιχάλη. Ο Επ. Δεληγεώργης εκτιμών μεγάλως την ικανότητα του Ποταμιάνου ανέθεσεν εις αυτόν εμπιστευτικήν αποστολήν εις Κωνσταντινούπολιν αφορώσαν το Βουλγαρικόν σχίσμα, την οποίαν μετά δεξιότητας εξετέλεσεν. Διωρίσθη καθηγητής εν τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων του Στρατιωτικού Ποινικού δικαίου. Εξελέγη εξάκις βουλευτής Ναυπλίου και διετέλεσεν αντιπρόεδρος της Βουλής τω 1884. Ως κοινοβουλευτικός ρήτωρ ο Ποταμιάνος συγκατελέγετο μεταξύ των πρώτων της Βουλής.

 Το 1911 απεβίωσεν εν Αθήναις ο Ηλίας Ποταμιάνος, εκλεγείς επί εξ βουλευτικάς περιόδους βουλευτής Ναυπλίας, εκπροσωπών το κόμμα του Χαρ. Τρικούπη εν αρχή και είτα του Γ. Θεοτόκη.  

Ο Ποταμιάνος δια της διαθήκης του εδώρησεν εις το Μουσείον Ναυπλίου την αξιόλογον αρχαιολογικήν συλλογήν του, την οποίαν βραδύτερον, τω 1915, εταξινόμησε και ετοποθέτησεν εν υαλίνη προθήκη, δωρηθείσα υπό της συζύγου αυτού, ο υπηρετών τότε εν Ναυπλίω έφορος αρχαιοτήτων Αργολιδοκορινθίας Αλεξ. Φιλαδελφεύς.

Επί πλέον ο Ηλ. Ποταμιάνος έδιδε εν τη διαθήκη του εντολήν εις την σύζυγόν του, όπως αναγείρη εν Ναυπλίω μαρμάρινον μνημείον του ηρώος Νικηταρά του Τουρκοφάγου, το οποίον ιδρύθη παρ’ αυτής κατά το έτος 1924 εν τη προ του δικαστικού μεγάρου πλατεία.

 

Υπάτιος Αυγερινός

Ο εκλεγείς πρώτος πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου Ναυπλίου δικηγόρος Υπάτιος Αυγερινός, είχε γεννηθή εις Χίον τω 1804, κατά δε την εν έτει 1822 καταστροφήν της νήσου, διασωθείς μετά του πατρός του εκ των σφαγών των κατοίκων υπό των τούρκων, κατέφυγε 18 ετής εν Ναυπλίω και εγκατεστάθη μονίμως. Γενόμενος δικηγόρος εξήσκησε το επάγγελμα τούτο επί 50ετίαν εν Ναυπλίω, απέθανε δε δύο έτη μετά την ανάδειξίν του ως προέδρου του δικηγορικού συλλόγου, τον Νοέμβριον του 1866 εις ηλικίαν 82 ετών. Μετά τον θάνατόν του εξελέγη πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου ο επίσης ογδοηκοντούτης δικηγόρος Κωνστ. Φαρμακόπουλος.

Κωνσταντίνος Φαρμακόπουλος

Ο Κωνσταντίνος Φαρμακόπουλος, γεννηθείς εν Βυτίνη το 1799, εγκατεστάθη, μετά το 1822, εις Ναύπλιον όπου και εμαθήτευσεν. Σπουδάσας νομικά, εγένετο διδάκτωρ το 1843 και άρχισε να δικηγορή εν Ναυπλίω. Από των αρχών της επαναστάσεως είχεν εγκατασταθή εις Ναύπλιον και οι εκ των πρωταγωνιστών αυτής αδελφοί Αναγνώστης και Παναγιώτης Δεληγιάννης, τέκνα δε του δευτέρου ήσαν ο Θεόδωρος Δεληγιάννης ο μετέπειτα πρωθυπουργός ελθών 2ετής ενταύθα και οι Νικόλαος Δεληγιάννης (πρόεδρος Αρείου Πάγου), Κων. Δηλιγιάννης καθηγητής Πανεπιστημίου και Μαριορή Δηλιγιάννη, γεννηθέντες πάντες εν Ναυπλίω. Ο Κωνστ. Φαρμακόπουλος ενυμφεύθη την Μαριορήν θυγατέρα Π. Δηλιγιάννη, συνδεθείς ούτω δια στενής συγγενείας μετά της μεγάλης ταύτης οικογενείας. Εξελέγη βουλευτής Ναυπλίας, αναμιχθείς το πρώτον εις την πολιτικήν, το 1879. Υπήρξεν εκ των πρώτων δικηγόρων του Ναυπλίου, διατελέσας –μετά τον θάνατον του αρχαιοτέρου πάντων Υπατ. Αυγερινού– πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου από του 1866 μέχρι του 1895, ότε παρητήθη της δικηγορίας εις ηλικίαν 96 ετών. Απέθανε το 1897. Τέκνα του Κ. Φαρμακόπουλου ήσαν: 1) Ιωάννης (διπλωματικός υπάλληλος και είτα πρεσβευτής 1845-1904), 2) Νικόλαος (νομικός 1855-1938), Γεώργιος (δικηγόρος 1856-1901), Τάκης (μηχανικός 1858-1924) και Θεόδωρος (ιατρός 1861-1919). Ο Κ. Φαρμακόπουλος διέμενεν εις την παρ’ αυτού ανεγερθείσαν οικίαν παρά τον ναόν της Παναγίας.

Και ο έτερος αδελφός τούτου, ο Παναγ. Φαρμακόπουλος είχεν εγκατασταθή εν Ναυπλίω από του 1822, διαμένων εις την παρά τον ναόν Αγίου Γεωργίου ιδιόκτητον οικίαν (ένθα προ ετών οινοπωλείον Λεων. Ρετάλη). Τέκνα αυτού ήσαν ο Πέτρος (λόγιος και διευθυντής του μουσείου Ναυπλίου), ο Ανδρέας (ιατρός και συγγραφεύς) και ο Φοίβος.

Το 1893 απεβίωσεν εν Ναυπλίω ο Κωνσταντίνος Φαρμακόπουλος δικηγόρος εκ των παλαιοτέρων της πόλεως, πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου και διατελέσας βουλευτής κατά την περίοδον 1879-1881. Διάδοχος εν τη πολιτική εγένετο ο υιός του Γεώργιος Φαρμακόπουλος.

  

Πραξιτέλης Γ. Μουτζουρίδης

Πραξιτέλης Μουτζουρίδης

Πραξιτέλης Μουτζουρίδης

Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1887. Σπουδάσας νομικά, διεκρίθη ως δικηγόρος, αλλά και ως δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Το 1909 εξέδωσε την εφημερίδα «Αργολικήν» και το 1920 την εφημερίδα «Αντιπολίτευσις», επίσης επί πολλά έτη διηύθυνε την σύνταξιν της εφημερίδας «Σύνταγμα». Πρωτοστατών εις πάσαν υπέρ του Ναυπλίου κίνησιν, εις πάντα εορτασμόν επετείου χαράς ή λύπης, υπήρξεν από της νεαράς ηλικίας του μέχρι σήμερον ο ενθουσιώδης ρήτωρ, ο συνεγείρων της πλήθη. Λόγω της αναμίξεώς του εις τας οργανώσεις των επιστράτων 1915-1917, εφυλακίσθη πολλάκις και εξωρίσθη, από του 1914 εξελέγετο συνεχώς Δημοτικός σύμβουλος του δήμου Ναυπλιέων. Διεδέχθη τον αδελφόν του Ιωάννην εν τη αρχηγία του εν Ναυπλίω Λαϊκού κόμματος και εξελέγη βουλευτής το 1936 και 1946. Το 1945 εξελέγη πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου Ναυπλίου. Εν τη υφισαμένη νυν (1948) Δ’ Αναθεωρητική Βουλή εξελέγη Α’ Αντιπρόεδρος αυτής.

Ο Πραξιτέλης Μουτζουρίδης αρθρογραφούσε σχεδόν για 40 χρόνια στην τοπική εφημερίδα Το Σύνταγμα, όπως και σε αθηναϊκές εφημερίδες. Παράλληλα, έγραφε ποίηση, αλλά δεν εξέδωσε ποτέ τα ποιήματά του. Πέθανε στις 8 Μαρτίου 1964, σε ηλικία 79 ετών.

Γεώργιος Κ. Φαρμακόπουλος

 Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1856. Δικηγόρος εκ των διαπρεπών, εξήσκησεν επί μακράν σειράν το επάγγελμα τούτο εν Ναυπλίω. Διαδεχθείς τον πατέρα του Κων. Φαρμακόπουλος εις την πολιτικήν και ανεψιός του πρωθυπουργού Θ. Δηληγιάννη υπήρξεν ο πρώτος εν Ναυπλίω ιδρυτής και εκπρόσωπος του ισχυρού Δηλιγιαννικού κόμματος. Εξελέγη βουλευτής Ναυπλίας το 1890 και 1895. Απεβίωσεν εν Ναυπλίω το 1901.

 Γεράσιμος Ι. Μελισσινός

 

Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1867. Σπουδάσας νομικά, διωρίσθη εν αρχή αντιεισαγγελεύς πρωτοδικών και είτα, παραιτηθείς εδικηγόρησεν εν Ναυπλίω επί πεντηκονταετίαν, αναδειχθείς εις των εγκριτωτέρων νομομαθών και δικηγόρων εις τας πολιτικάς υποθέσεις. Εξελέγη βουλευτής Αργολιδοκορινθίας το 1932. Απέθανεν εν Ναυπλίω το 1943.

Κωνσταντίνος Ι. Πετρίδης

 

Κωνσταντίνος Πετρίδης

Κωνσταντίνος Πετρίδης

Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1879, υιός του εκ των διαπρεπών δικηγόρων του Ναυπλίου και βουλευτού Άργους Ιωάν. Πετρίδου. Αναδειχθείς δικηγόρος το 1902, εξήσκησε το επάγγελμα τούτο εν Ναυπλίω, καταλαβών πρωτεύουσαν θέσιν μεταξύ των συναδέλφων του. Το 1911 εξέδωσεν εν Ναυπλίω την νομικήν εφημερίδα «Γάιος». Εξελέγη πληρεξούσιος Αργολιδοκορινθίας της Δ! Εθνοσυνελεύσεως το 1923. Διετέλεσε πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου Ναυπλίου από του 1938 μέχρι του 1945.

Θεόδωρος Μιχαλόπουλος

Ο Θεόδωρος Μιχαλόπουλος, καταγόμενος εξ Αρκαδίας και εγκατασταθείς εις Ναύπλιον τω 1831, είχε σπουδάσει νομικά εις την Ευρώπην και υπήρξεν εκ των πρώτων επιστημόνων δικηγόρων, οι οποίοι εξήσκησαν το επάγγελμα τούτο κατά την εποχήν εκείνην. Εκτιμώμενος υπό των συμπολιτών του εξελέγη δις δημοτικός σύμβουλος και άλλας δύο φοράς Βουλευτής (1859 και 1862). Παραιτηθείς της πολιτικής διωρίσθη Νομάρχης. Απέθανεν εν Ναυπλίω το 1871.

 Γεώργιος Α. Νέζος

 Εγεννήθη εν Κουτσοποδίω Άργους τω 1846. Σπουδάσας νομικά ανεδείχθη εις εκ των επιφανεστέρων νομομαθών και επί 50ετίαν εξήσκησε την δικηγορίαν εν Ναυπλίω. Από του 1905 διετέλει πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου μέχρι του θανάτου του. Εξελέγη βουλευτής κατά την διπλήν αναθεωρητικήν βουλήν το 1910 και κατά την Τακτικήν Βουλήν το 1912. Απεβίωσε εν Ναυπλίω το 1914.

Σπυρίδων Γιαννόπουλος

Σπυρίδων Γιαννόπουλος

Σπυρίδων Γιαννόπουλος

Ο νομικός κόσμος και η κοινωνία του Ναυπλίου απώλεσαν τον Σεπτέμβριον του 1933 διαπρεπές μέλος αυτών τον δικηγόρον  Σπύρον Γιαννόπουλον. Γεννηθείς εν Ναυπλίω τω 1854 ο Σπ. Γιαννόπουλος, διωρίσθη δικηγόρος τω 1877 και, επί 55 έτη ασκήσας το επάγγελμα τούτο, κατέλαβε την πρώτην θέσιν μεταξύ του συναδέλφου του, αναδειχθείς νομομαθής εξαιρετικού κύρους και μεγάλης επιστημονικής αξίας. Εκδίδων, από του 1890 και επί δεκαετίαν μετέπειτα, την «Δικαστικήν εφημερίδα» επλούτισε την νομολογίαν των δικαστηρίων διά των εμβριθών του επιστημονικών παρατηρήσεων. Τω 1813 εξελέγη υπό του δικηγορικού σώματος πρόεδρος του Δικηγ. Συλλόγου, εις ο αξίωμα παρέμειναν επί 20ετίαν, μέχρι του θανάτου του. Τω 1922, επί κυβερνήσεως Ν. Τριανταφυλλάκου, ο Σπ. Γιαννόπουλος διωρίσθη επί τι διάστημα υπουργός της Δικαιοσύνης.

 

Ιωάννης Αθ. Τερζάκης

Εγεννήθη εν Ναυπλίω το 1867, υιός του εκ των παλαιών εμπόρων της πόλεως Αθαν. Τερζάκη. Εσπούδασε νομικά και εδικηγόρει εν Ναυπλίω, αναδειχθείς εκ των πρώτων δικηγόρων. Εξελέγη δις βουλευτής Αργολιδοκορινθίας: εις την διπλήν αναθεωρητικήν Βουλήν το 1910 και την Βουλήν το 1912. Διετέλεσε προξενικός πράκτωρ της Γαλλίας το 1918. Απέθανεν εν Ναυπλίω το 1929.

Νικόλαος Καράπαυλος (1836-1903)

Πολιτευτής από την Κορώνη, που έμενε στο Ναύπλιο (1836-1903), όπου τελείωσε το Γυμνάσιο. Το 1873 εξελέγη βουλευτής Πυλίας υπό τον Αλ. Κουμουνδούρο. Μετά το θάνατο του Κουμουνδούρου προσχώρησε στο κόμμα του Χαριλάου Τρικούπη και στη συνέχεια στο κόμμα του Γ. Θεοτόκη. Το 1900 έγινε Υπουργός Δικαιοσύνης και εισηγήθηκε τον νόμο για τον περιορισμό της προσωποκράτησης για χρέη.

 Η οικογένεια Καραπαύλου ήταν σημαντικοί αγωνιστές του 1821. Ο Ηλίας Καράπαυλος που πρωτοστάτησε στην επανάσταση στην περιοχή του, πήρε μέρος στην απόκρουση του Δράμαλη το 1822. Ο αδελφός του Ιωάννης, επικεφαλής στρατιωτικού σώματος, πήρε μέρος σε πολλές μάχες. Επί Καποδίστρια έγινε γερουσιαστής.[11]

 Η οικογένεια Καραπαύλου έδωσε και άλλους δικηγόρους, πολιτικούς και μεγάλους δωρητές στο Ναύπλιο, όπως ο Τάκης Καράπαυλος, που πέθανε το 1937, γιος του Νικολάου, που εκλεγόταν βουλευτής Πυλίας με το Λαϊκό Κόμμα.  Με διαθήκη του κατέλειπε πολλά χρήματα για την ανέγερση του Νοσοκομείου, καθώς και σε όλα τα φιλανθρωπικά σωματεία για τους απόρους Ναυπλίου και Πρόνοιας. Αδελφός του ήταν ο Κωνσταντίνος Νικολάου Καράπαυλος, δικηγόρος και πρόξενος της Ιταλίας, πατέρας του Νίκου Καράπαυλου, δικηγόρου και δημάρχου Ναυπλιέων επί δύο τετραετίες (1975-78 και 1979-82). Η οικία της οικογένειας Καραπαύλου, που χτίστηκε το 1863, μεγαλοπρεπές νεοκλασικό κτίριο, βρίσκεται στις οδούς Σωφρόνη, Όθωνος και Μπουμπουλίνας.[12]

Βαρδουνιώτης Δημήτριος (1847-1924)[13]

Βαρδουνιώτης Δημήτριος

Βαρδουνιώτης Δημήτριος

Καταξιωμένος νομικός, δημοσιογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος και κυρίως ιστορικός, εξέχουσα προσωπικότητα του Άργους. Γεννήθηκε στο Άργος και καταγόταν από πολύ φτωχή οικογένεια. Εντούτοις, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και άσκησε μέχρι το θάνατό του δικηγορία στην ιδιαίτερή του πατρίδα. Ήταν ασκητικός και δεν αγαπούσε την κοινωνική ζωή. Του άρεσε να εργάζεται ώρες ατέλειωτες.

Σ’ όλη του τη ζωή ήταν αφοσιωμένος στο λειτούργημά του και στο συγγραφικό του έργο. Η εργατικότητά του έμεινε παροιμιώδης. Ο ίδιος έλεγε ότι η ανάπαυση δεν είναι αποχή από την εργασία αλλά αλλαγή εργασίας. 

Ο Δημ. Βαρδουνιώτης υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρώτος αντιπρόεδρος του Συλλόγου Αργείων «Ο ΔΑΝΑΟΣ», από τον οποίο αποχώρησε το 1900, επειδή διαφώνησε με τον πρόεδρο Χρήστο Παπαοικονόμο ως προς την τακτική του συλλόγου. Ο Βαρδουνιώτης επιθυμούσε να έχει ο σύλλογος ιστορικό προσανατολισμό. Γι’ αυτό μετά την αποχώρησή του, ίδρυσε τον βραχύβιο «Λαϊκό Σύλλογο Ίναχο», αποσκοπώντας στο να κεντρίσει το ενδιαφέρον του κοινού προς την ιστορία του Άργους. Η προσπάθειά του δεν στέφθηκε από επιτυχία. Ο ζήλος του, όμως, ήταν αξιοθαύμαστος. Διοργάνωνε εκπαιδευτικές εξορμήσεις στις Μυκήνες, στα Δερβενάκια και πιο μακριά, όπως στην Ολυμπία, όταν λειτούργησε ο σιδηρόδρομος. Και υπάρχουν στον τύπο του Άργους σχετικά δημοσιεύματα, που αναφέρονται στις οργανωμένες ξεναγήσεις και στις εντυπώσεις των εκδρομέων.

Ο Δημ. Βαρδουνιώτης ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική και διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος με την παράταξη του Σπ. Καλμούχου την τετραετία 1883-87, οπότε δεν επανεκλέγεται1. ‘Ηταν οπαδός του Θ. Δηλιγιάννη, τον οποίο μάλιστα προσφώνησε, όταν πέρασε από το Άργος

Στις 18 Μαρτίου1885 κατά την προεκλογική του περιοδεία και κατέλυσε στο σπίτι του Σωτ. Δανόπουλου. Αργότερα εμφανίζεται οπαδός του Χαρ. Τρικoύπη. Με το Σπήλιο Καλμούχο είχε ιδιαίτερα καλές σχέσεις και τον υποστήριξε στην αρθρογραφία του. Ο ίδιος εξέδιδε την εφ. «Άργος» από το 1885 έως το 1889 σε αντικατάσταση του «Δαναού», που εξέδιδε μέχρι τότε ο Ι. Κ. Υψηλάντης. Μετά την επανάσταση στο Γουδί ανήκε στους μετριοπαθείς αντιβενιζελικούς. Αλλά όταν επήλθε η ρήξη ανάμεσα στον Βενιζέλο και τον Κωνσταντίνο, ανέπτυξε έντονη πολιτική δράση κατά του Βενιζέλου, με αποτέλεσμα να εξοριστεί το Φεβρουάριο 1918 σε ηλικία 71 χρονών στη Μυτιλήνη, από όπου επέστρεψε ύστερα από λίγους μήνες ταλαιπωρημένος και αγνώριστος.

Το πνευματικό έργο του Βαρδουνιώτη άφησε τη σφραγίδα του στα γράμματα του Άργους για 50 ολόκληρα χρόνια. Με εμφανή τα ίχνη του ρομαντισμού έγραψε ποιήματα και διηγήματα, τα οποία όμως δεν άντεξαν στο σαρωτικό πέρασμα του χρόνου. Από την πεισιθάνατη ποίησή του λείπει η πηγαία έμπνευση και τα γνήσια αισθήματα, ενώ με τα διηγήματά του δεν μπόρεσε να ζωντανέψει χαρακτήρες ή να αναλύσει με επιτυχία την κοινωνία. Αλλά το ιστορικό και ιστοριοδιφικό του έργου είναι πολύ σημαντικό και προσελκύει ακόμα και σήμερα το ενδιαφέρον μας. Ακούραστος στην ιστορική έρευνα, με μεθοδικότητα και υπευθυνότητα συνέβαλε στην εξακρίβωση της ιστορικής αλήθειας και μας έδωσε πολλές πληροφορίες για το έπος του 1821 και για πολλές προσωπικότητες της εποχής εκείνης. Ιδιαίτερη θέση, την πρώτη ίσως, κατέχει «Η καταστροφή του Δράμαλη», Τρίπολη 1913, που αναφέρεται στη μάχη των Δερβενακίων. Επίσης, έγραψε για τη δίκη του Κολοκοτρώνη, την Μπουμπουλίνα και άλλους ήρωες και αγωνιστές του 1821. Άλλα σημαντικά του έργα είναι η «Εκδρομή εις τας Μυκήνας», «Η Αφνειός Κόρινθος», «Η Φρύνη», «Παρά τον Ερασίνον» κ.ά. Πολλά δημοσιεύματά του φιλοξενήθηκαν στον τύπο του Άργους, στα ημερολόγια Σκόκκου και Σβορώνου και αλλού. Υπέγραφε πολλές φορές με τα ψευδώνυμα Έσπερος και Τίμων. Ο Βαρδουνιώτης απέκτησε δύο παιδιά. Ο γιος του Κωστάκης πέθανε μικρός. Η κόρη του παντρεύτηκε τον αξιωματικό του στρατού Ηλία Γιαννακόπουλο, αλλά πέθαναν άτεκνοι. Ο Βαρδουνιώτης πέθανε στο Άργος και ενταφιάστηκε στο κοιμητήρι της Παναγιάς Άργους.

 

Φλογαΐτης  Ν. Θεόδωρος (Ναύπλιο 1840 ή 1848 – Αθήνα 1905) [14]

Νομομαθής πολιτικός και δημοσιογράφος. Ο πατέρας του Νικόλαος Φλογαΐτης ζούσε στην Οδησσό, ήταν νομομαθής, γλωσσομαθής, μέλος της Φιλικής Εταιρείας και αγωνιστής του ’21. Επί Καποδίστρια υπηρέτησε ως πρόεδρος των πρωτοδικών και Αρεοπαγίτης μέχρι το 1844. Κατόπιν έγινε πρόεδρος των εφετών στο Ναύπλιο έως το 1862. Ο Θεόδωρος Φλογαΐτης γεννήθηκε στο Ναύπλιο κι εκεί πέρασε τα νεανικά του χρόνια. «Δεν είχε ακόμα ενηλικιωθεί όταν αγωνιζόταν με τ’ όπλο στο χέρι και με την πέννα από τις στήλες του «Συνταγματικού Έλληνα» όπου διερμήνευε τις αρχές της επανάστασης του 1862.

Κατά την πολιορκία του Ναυπλίου από τις κυβερνητικές δυνάμεις, γράφει η Ιστορία του Ελλ. Έθνους, το ηθικό των επαναστατών ήταν ακμαίο. Πολύ συντελούσαν σ’ αυτό τα άρθρα που δημοσιεύονταν στην εφημερίδα «Συνταγματικός Έλλην» που είχε διευθυντή τον Θ. Φλογαΐτη, καθώς και οι φλογεροί λόγοι του πρωτοδίκη Π. Μαυρομιχάλη, που παρακινούσαν το λαό να συνεχίσει την άμυνα με όλη του τη δύναμη.

Μετά την μεταπολίτευση πήρε πτυχίο Νομικής και για ένα χρονικό διάστημα ασκούσε το επάγγελμα του δικηγόρου στην Χαλκίδα. Έγινε υφηγητής του Συνταγματικού Δικαίου και ήρθε κι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, αλλά πολιτεύονταν στη Χαλκίδα. Το 1879 εξελέγη βουλευτής Χαλκίδας. Ήταν πολιτικός αντίπαλος του Κουμουνδούρου. Το 1890 εξελέγη βουλευτής Ευβοίας.

Ο Φλογαΐτης αρθρογραφούσε. Με την πέννα του υπερασπίζονταν την ελευθερία του «προσώπου», της θρησκευτικής συνείδησης και του πολιτικού φρονήματος. Σ’ άλλο άρθρο του που το έγραψε τον Αύγουστο του 1900, αλλά δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του στην Ποι­κίλη Στοά του 1912 (σελ. 143-5) γράφει για «Το καθήκον της Ελληνικής Πολιτείας προς τας εργατικάς τάξεις».

Επί Τρικούπη εξελέγη μέλος της επί του προϋπολογισμού επιτροπής. Ο Φλογαΐτης «δια πολυφύλλου εκθέσε­ως κατεδείκνυε το βάραθρον προς ο εφερόμεθα, προϊδών και προϊπών την επικειμένην χρεωκοπίαν». Προταθεί για καθηγητής Πανεπιστημίου αλλά αυτός προτίμησε την δημοσιογραφία.

Έργα του: «Δικαστικός νόμος της Ελλάδος», «Οδηγός δημοσίων και δημοτικών υπαλλήλων» (1890), «Ναυτικόν Δίκαιον» (1893), «Πολιτική Δικονομία» (1894), «Εγχειρίδιον Συνταγματικού Δικαίου» (1895), «Λεξικόν της Νομικής» (1900). Πέθανε στην Αθήνα το 1905.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Δικηγόροι Δήμαρχοι

 

  • Γ. Αντωνόπουλος (1837-1842)
  • Πολ. Ζαφειρόπουλος (1860-1862)
  • Κων. Ευθυμιόπουλος (1862-1866) (γεν. 1828-1885)
  • Γρ. Δημητριάδης (1878-1882)
  • Δημ. Τερζάκης (Αετός) (1899-1903)
  • Τάκης Φαρμακόπουλος (1914-1925)
  • Γεωργ. Μηναίος (Δικηγόρος και Συμβολαιογράφος) (1945)
  • Δημ. Αγ. Σαγιάς (1946-1966)
  • Βασ. Ρομποτής (1967) Διορισμένος από την Δικτατορική Κυβέρνηση
  • Κ. Κόκκινος (Δικαστής) 6 μήνες 1974-1975 Διορισμένος από τη δημοκρατική κυβέρνηση, Προσωρινός Δήμαρχος
  • Ν. Καράπαυλος (1975-1982)
  • Ιω. Μελίδης (1983-1986)

 

Ορισμένοι Δικηγόροι Βουλευτές και Υπουργοί

 

  • Δημ. Παπαδημητρίου (1946-1949, 1962-1967, Υφυπουργός Οικονομικών και Στρατιωτικών 1965-67)
  • Σπήλιος Βασιλείου (1981-85) (γεν. 1935)
  • Ιω. Μελίδης (1989-1997)
  • Πραξ. Μουτζουρίδης (1909) Εφημ. Αργολική 1920, Εφημ. Αντιπολίτευσις 1936 και 1946, Αντιπρόεδρος και Πρόεδρος Αναθ. Βουλής
  • Νικ. Καραπαύλος, Υπουργός Δικαιοσύνης (1899-1901)
  • Κων. Ευθυμιόπουλος (1865-1867, 1867-1868, 1869-1871, 1871-1872, 1873-1874, 1875-1879, 1878-1881)
  • Γερ. Μελισσινός (1932) (1867-1943)
  • Ιω. Μουτζουρίδης (Υπουργός – Γ.Δ. Κρήτης και Υπ. Εσωτερικών 1933-1934)

 

Πρόεδροι Δικηγορικού Συλλόγου Ναυπλίου

 

  • Υπάτιος Αυγερινός (1884-1886)
  • Κων. Φαρμακόπουλος (1886-1893)
  • Ιω. Πολίτης (1893-1898)
  • Ιω. Πετρίδης
  • Σπ. Γιαννόπουλος (1913-1933) (Δικαστική Εφημερίς 1890-1900, 1922 Υπ. Δικαιοσύνης, 1854-1933, Δικηγ. 1877)
  • Γεωργ. Η. Μηναίος (1933-…)
  • Κων. Πετρίδης (1938-1945) Γάιος
  • Πραξ. Μουτζουρίδης (1945-…)
  • Μιχ. Στάμος (δεκαετία του ’50 και ’60)
  • Ηλίας Μπέζας (1967-1974, διορισμένος από τη δικτατορική κυβέρνηση)
  • Στέφανος Μακρής (1974-1977)
  • Τάκης Μελισσηνός (1977-1980) (γεν.1910-1994)
  • Αναστ. Βάθης  (1980-1983)
  • Δημήτριος Γκιόλας (1984-1996, 4 θητείες)
  • Παρασκ. Αυγουστόπουλος (1996-2005, 3 θητείες)
  • Θεοδ. Καζάς (2005-σήμερα)

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV

Ορισμένοι Δικηγόροι εκ του Μητρώου του Συλλόγου (από το 1905)

 

 

  Χρόνος διορισμού, όρκου ή μεταθέσεως Καταγωγή Δικηγόρου Παρατηρήσεις

1.

Κωνσταντίνος Ιωάννου Πετρίδης 26-12-1905

Ωρκίσθη 18-6-1906

Ναύπλιο Απεβίωσε 26-8-1950

Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου

Κηδεία 27-8-1950 δαπάναις Δικηγορικού Συλλόγου

2.

Μιχαήλ Χ. Στάμου 19-1-1907

Ωρκίσθη 27-1-1907

Άργος Παραιτήθη 1-7-1968

Επίτιμος Δικ. και Επίτιμος Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου

8.

Πραξιτέλης Γ. Μουτζουρίδης Ωρκίσθη 18-10-1911 Ναύπλιο Παραιτήθη 14-11-1951 Β.Δ.

10.

Δημ. Αγγ. Σαγιάς 5-10-1919

19-1-1921 Β.Δ.

Ωρκίσθη 27-1-1921

Ναύπλιο Παραιτήθη 29-11-1957

Απεβίωσε 25-12-1966

12.

Ιωάννης Βασ. Δρούγας 20-6-1922 Β.Δ.

Ωρκίσθη 24-8-1922

  Απεβίωσε 24-3-1950

13.

Παναγιώτης Γιαννιάς Β.Δ. 8-9-1923

Ωρκίσθη 30-5-1923

10-5-1923

Ναύπλιο Παραιτήθη 30-11-1965

14.

Κων. Παν. Βραχνός Β.Δ. 9-5-1924

Ωρκίσθη 2-6-1924

  Παραιτήθη 22-5-1968

 

Στεφ. Ιω. Μακρής 6-2-1925 Άργος Παραιτήθη

16.

Γρηγ. Κων. Κούλουμπος 20-5-1925 Διατ.

Ωρκίσθη 10-6-1925

Αργος Παραιτήθη Β.Δ. 10-12-1966

18.

Ηλίας Ευάγγ. Παπαδάκης 21-8-1925 Διατ.

Ωρκίσθη 16-9-1925

Ναύπλιο Απεβίωσε 25-8-1961

21.

Αθαν. Ιω. Τερζάκης 28-10-1926 Διατ.

Ωρκίσθη 15-11-1926

Ναύπλιο Απεβίωσε 16-10-1955

 

Χρ. Ν. Καρούζος 6-4-1927 Άργος Παραιτήθη 14-5-1968

34.

Παν. Γερ. Μελισσινός 27-6-1932 Διατ.

Ωρκίσθη 15-7-1932

Ναύπλιο Παραιτήθη 23-4-1990

35.

Δημ. Αθαν. Παπαδημητρίου Διατ. 14-11-1934

Ωρκίσθη 5-12-1934

Ναύπλιο Μετατέθη Αθήνα 7-2-1967

36.

Πέτρος Ν. Κομνηνός Διατ. 28-3-1935

Ωρκίσθη 19-4-1935

Ναύπλιο Απεβίωσε 14-4-1970

39.

Γεώργιος Κων. Μηναίος Διατ. 24-3-1936

Ωρκίσθη 20-4-1936

Ναύπλιο Διωρίσθη συμβολαιογράφος 30-6-1954

40.

Δημ. Σωτ. Μανιάτης 16-4-1936

Διατ. 4-4-1936

Ωρκίσθη 24-4-1936

Ναύπλιο Διαγρ. παραιτηθείς 20-9-1967

41.

Ιωάννης Γεωργ. Ροζάκης 5-6-1937

Ωρκίσθη 28-6-1937

Ναύπλιο Παραιτήθη 16-4-1963 Β.Δ.

47.

Νικ. Κων. Καραπαύλος Β.Δ. 24-2-1939

Ωρκίσθη 15-3-1939

Ν Συνταξιοδοτήθηκε 24-8-1993

48.

Αθαν. Θεοδ. Θεοφανόπουλος Β.Δ. 6-9-1939

Ωρκίσθη 2-10-1939

Ν Παραιτήθη 24-10-1977

57.

Αναστάσιος Β. Βάθης 31-10-1940 Β.Δ. Ν Απεβίωσε 4-2-1981

59.

Παν. Γ. Μητρομάρας 4-10-1943

Ωρκίσθη 30-10-1943

Ν Παραιτήθη 2-7-1985

60.

Ηλ. Χρ. Μπέζας Β.Δ. 7-3-1946

Ωρκίσθη 10-4-1946

Ν Παραιτήθη 6-12-1999

64.

Γεωργ. Θ. Αγγελίδης 27-3-1909 (ΦΕΚ 7420/2-4-1909) Ν Παραιτήθη 25-10-1916 Διατ.

66.

Δημ. Νικ. Λυκίδης Β.Δ. 31-12-1947

 

Ν Απεβίωσε 17-3-1984

69.

Θεοδόσιος Κων. Κωστούρος Β.Δ. 21-12-1949

Ωρκίσθη 18-1-1950

Ν Διαγρ. 17-11-1999

Απόφαση Υπ. Δικαιοσύνης

71.

Ιπποκράτης Δημ. Ορφανός Μετετέθη εκ του Πρωτ. Αθηνών

Β.Δ. 7-2-1951

Ν Πρωτοδ. Σάμου 15-6-1932

Ειρηνοδίκης Πλωμαρίου

Μετετέθη Ειρηνοδίκης Πεύκου Βιάννων 1937

73.

Γεωργ. Ιω. Ουλής Β.Δ. 6-8-1951 Ν Παραιτήθη 19-3-1989

74.

Παναγιώτης Γεωρ. Ρούβαλης Β.Δ. 9-11-1951  (Δημοσιεύτηκε ΦΕΚ 309/22-12-1951, Τευχ. Γ’)

Ωρκίσθη 8-12-1951

Ν Διορίσθη  Συμβολαιογράφος

Β.Δ. 8-2-1966

ΦΕΚ 49/16-2-1966 Πρωτοδικείο Αθηνών

78.

Ευάγγελος Κ. Λυμπέρης Β.Δ. 3-12-1952 Ν Απεβίωσε 8-6-1976

95.

Βασ. Σπ. Ρομποτής Δ. 16-3-1958

Ωρκίσθη 31-3-1958

Ν Ωρκίσθη Δήμαρχος Ναυπλίου 28-12-1966

100.

Ιωάννης Αναστ. Μελίδης Β.Δ. 16-8-1959 Ν  

104.

Απ. Πλατ. Μπότσος Β.Δ. 14-9-1960 Ν Διεγράφη ως Έμμισθος Πάρεδρος Πρωτοδικείου Αθηνών 8-3-1962

125.

Παν. Κων. Χελιώτης Β.Δ. 11-8-1964 Ν  

136.

Σπήλιος Ανδρ. Βασιλείου Β.Δ. 5-9-1966 Ν  

 

Παράρτημα V

Δήμαρχοι Ναυπλιέων

Σημειώνονται οι εξ αυτών δικηγόροι

 

1. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΠΑΠΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ (1835-1837 και 1852-1848).

Το 1828 διετέλεσε γερουσιαστής. Υπήρξε σύζυγος  της γνωστής για την αντιοθωνική της δράση αλλά και για το φιλανθρωπικό της έργο, Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου. Το σπίτι τους στην τότε πλατεία Πλατάνου, τη σημερινή πλατεία Συντάγματος Ναυπλίου (στη θέση του κτιρίου της Εθνικής Τράπεζας) υπήρξε το πολιτικό και κοινωνικό κέντρο της εποχής τους.

2. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ (1837-1842).

Καταγόταν από παλαιά οικογένεια του Ναυπλίου, της οποίας πολλά μέλη διακρίθηκαν κατά την Επανάσταση του 1821. Ήταν οπλαρχηγός και πολιτικός. Ο Ιωάννης Καπο­δίστριας τον εκτιμούσε πάρα πολύ και τον αποκαλούσε «επιφανέστατον Έλληνα».

3. ΛΥΜΠΕΡΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ (1848-1852).

4. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ (1852-1854 και 1856-1860).

Η καταγωγή του ήταν από τη Δημητσάνα.  Εκτός από Δήμαρχος Ναυπλιέων είχε διατελέσει πρόξενος της Ιταλίας και τιμήθηκε με πολλά παράσημα.

5. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΡΑΤΟΣ (1854-1856).

6. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ (1860-1862).

7. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΑΤΡΟΣ (1862-1862).

Ήταν κτηματίας από το Ναύπλιο. Διετέλεσε βουλευτής Ναυπλίας κατά την περίοδο 1856-1859. Εκλέχτηκε Δήμαρχος Ναυπλίου το 1862 αμέσως μετά την καταστολή του κινήματος εναντίον του Όθωνα, που έμεινε γνωστό στην Ιστορία ως «Ναυπλιακά». Παρέμεινε στο Δημαρχιακό αξίωμα έως την εκθρόνιση του Όθωνα στις 12 Οκτωβρίου 1862. Με τον ήπιο χαρακτήρα του και τη δημοτικότητά του, κατόρθωνε να μετριάζει τις διαφορές που δημιουργούνταν, κατά την ανώμαλη εκείνη περίοδο, μεταξύ Στρατιωτικών και Αστυνομικών.

8. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΠΟΥΛΟΣ (1862-1866).

Δικηγόρος από το Ναύπλιο. Ο Ευθυμιόπουλος Κωνσταντίνος διετέλεσε Δημοτικός Αστυνόμος και πήρε μέρος στη Ναυπλιακή Επανάσταση της 1ης Φεβρουαρίου 1862 εναντίον του Όθωνα. Στις 13 Οκτωβρίου 1862, την επομένη της παραίτησης του βασιλέως και της ανα­χώρησής του για την Γερμανία ανακηρύχθηκε «δια βοής» Δήμαρχος Ναυ­πλιέων και παρέμεινε στο δημαρχιακό αξίωμα ολόκληρη την τετραετία 1862-1866. Εκλέχτηκε επίσης και πληρεξούσιος στην Εθνική Συνέλευση, η οποία συνήλθε στην Αθήνα λίγες μέρες μετά την εκθρόνιση του Όθωνα.

9. ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΚΩΤΣΟΝΟΠΟΥΛΟΣ (1866-1878 και 1883-1890).

Ήταν γιατρός και η καταγωγή του ήταν από το Ναύπλιο. Εργάστηκε πολύ για τον εξωραϊσμό της πόλης και επί της δημαρχίας του τοποθετήθηκε στην Ακροναυπλία το ρολόι που ήταν δωρεά του βασιλέως Λουδοβίκου Α’ της Βαυαρίας, πατέρα του Όθωνα.

10. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ (1878-1882).

Πρόκριτος του Ναυπλίου, δικηγόρος. Το Φεβρουάριο του 1862 έγινε μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής, η οποία συστήθηκε στο Ναύπλιο για την υποστήριξη του κινήματος του γνωστού ως «Ναυπλιακά»· υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το Ναύπλιο, επειδή δεν ήταν μεταξύ των πολιτικών και στρατιωτικών, που αμνηστεύθηκαν με Βασιλικό Διάταγμα του Όθωνα. Μετά την επάνοδό του εκλέχθηκε, τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, λίγο μετά την εκθρόνιση του Όθωνα, πληρεξούσιος στην Εθνική Συνέλευση, που συνήλθε στην Αθήνα.

11. ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ (1891-1895 και 1895-1899).

Γιατρός από το Ναύπλιο, που πρόσφερε πολλά για την ανάπτυξη της πόλης. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο Εξωτερικό με την υποστήριξη της βασίλισσας Αμαλίας, επειδή ο πατέρας του Νι­κόλαος Γιαννόπουλος ήταν ράπτης στην Αυλή του Όθωνα και της Αμαλίας. Πέθανε σε μεγάλη ηλικία μετά τη λήξη της θητείας του ως δημάρχου. Το τριώροφο σπίτι της οικογένειας Γιαννόπουλου που οικοδομήθηκε το 1890, παραμένει πάντα όρθιο και επιβλητικό στην πλατεία Συντάγματος, χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό δείγμα της εποχής.

12. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β. ΚΟΚΚΙΝΟΣ (1903-1907 και 1907-1914).

Σπούδασε οικονομικές επιστήμες στο Παρίσι. Εκτός από Δήμαρχος Ναυπλιέων διετέλεσε και Πρόξενος της Ιταλίας με τιμητικές διακρίσεις.

13.ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ (1899-1903).

Ήταν πατέρας του γνωστού Ναυπλιώτη λογοτέχνη, θεατρικού συγγραφέα και ακαδημαϊκού Άγγελου Τερζάκη. Ήταν δικηγόρος, ενώ είχε διατελέσει βουλευτής, γερουσιαστής και αργότερα νομάρχης Αργολίδος.

14. ΤΑΚΗΣ ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ (1914-1925).

Προερχόταν από σπουδαία Αναπλιώτικη οικογένεια επιστημόνων, πολιτικών και δημοτικών αρχόντων, που έδρασαν στο διάστημα από το 1830 μέχρι το 1940 και πρόσφεραν πολλά στην πόλη του Ναυπλίου.

15. ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΣΟΦΡΩΝΗΣ (1925-1929).

Ήταν στρατιωτικός γιατρός. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913, στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Μικρασιατική Εκστρατεία (1917-1923) και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του γενικού αρχίατρου.

16. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Θ. ΚΟΚΚΙΝΟΣ (1929-1934 και 1945-1946).

17. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΗΝΑΙΟΣ (1934-1944).

Γεώργιος Μηναίος

Γεώργιος Μηναίος

Ήταν γιατρός και εκτός από Δήμαρχος Ναυπλιέων διετέλεσε βουλευτής και γερουσιαστής. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι. Συνελήφθη το φθινόπωρο του 1943 από τα στρατεύματα Κατοχής και κρατήθηκε σε στρατόπεδο ομήρων. Έξι μήνες μετά τη σύλληψή του αρρώστησε και αφέθηκε ελεύθερος, αλλά σύντομα η ασθένειά του τον έφερε στον τάφο, τον Μάϊο του 1944.

 18. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΑΓΙΑΣ (1946-1966).

Δικηγόρος με λογοτεχνικά ενδιαφέροντα. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο. Ως Δήμαρχος Ναυπλιέων διακρίθηκε για την πολιτιστική του δραστηριότητα. Η μακροχρόνια θητεία του στο Δήμο τιμήθηκε με χάλκινη προτομή του, που στήθηκε στην πλατεία Αρβανιτιάς.

19. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΡΟΜΠΟΤΗΣ (1967-1967), δικηγόρος.

20. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΗΤΡΟΜΑΡΑΣ (1967-1973), πτυχιούχος νομικής.

21. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ (1973-1974), αρχιτέκτων.

22. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ (1974-1975), δικαστικός.

Μετέπειτα Πρόεδρος του Αρείου Πάγου. Διετέλεσε Δήμαρχος Ναυπλιέων το έτος 1974, αμέσως μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, με την ιδιότητα ταυτόχρονα του εφέτη στο αντίστοιχο Δικαστήριο Ναυπλίου.

23. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΡΑΠΑΥΛΟΣ (1975-1982), δικηγόρος.

Ήταν ανιψιός του Τάκη Καράπαυλου, του μεγάλου δωρητή του Δήμου Ναυπλιέων και καταγόταν από την αρχοντική οικογένεια των Καραπαύλων, πολεμιστών και πολιτικών από τη Μεσσηνία.

24. ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΕΛΙΔΗΣ (1983-1986), μετέπειτα βουλευτής Αργολίδος, δικηγόρος Ναυπλίου.

25. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΗΛ. ΤΣΟΥΡΝΟΣ (1987-1991 και 1991-1996), πολιτικός μηχανικός και Βουλευτής Αργολίδος.

26. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΧΑΡΑΜΗΣ (1996-1998), οδοντίατρος, γόνος της μεγάλης οικογένειας του Ναυπλίου.[15]

 

Γιώργος Ρούβαλης

Δρ. Ιστορίας, Πανεπιστήμιο  Paris-X.- Καθηγητής- Συγγραφέας

 
 
Υποσημειώσεις

[1] Σύνταγμα, 14-11-1910.

[2] Σύνταγμα, ο.π.

[3] Θεοδόσιος Π. Δημόπουλος,  Ιστορία του Ναυπλίου, Εισαγωγή – Επιμέλεια: Γιώργος Ρούβαλης, τόμος Β’, 2010, σελ. 416-418.

[4] Βασ. Κ. Δωροβίνης, Θανατική ποινή: Η πρώτη εφαρμογή και «υποδοχή» της στη νεότερη Ελλάδα, Νομικό Βήμα, τ. 29, Αθήνα, 1981

[5] Χαράλαμπος Κύρκος, Θεόδωρος Φλογαΐτης, Ένας ανυποχώρητος μαχητής της συνταγματικής νομιμότητας, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, 2009, σελ. 34

[6] Λύντια Τρίχα, Δικηγορείν εν Αθήναις…, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, 2003 όπου υπάρχει ειδικό κεφάλαιο για το Δικηγ. Σύλλογο Ναυπλίου, σελ. 387-392.

[7] Εφημερίς «Σύνταγμα», 4-3-1909.

[8] Σύνταγμα, 1-8-1910.

[9] Λύντια Τρίχα, ο.π., σελ. 392.

[10] Λύντια Τρίχα, Δικηγορείν εν Αθήναις…, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, 2003 όπου υπάρχει ειδικό κεφάλαιο για το Δικηγ. Σύλλογο Ναυπλίου. Οι πίνακες δικηγόρων του 19 ου αιώνα στις σελ. 392-393.

[11] Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς- Μπριτάνικα, τόμος, 27, σελ. 371

[12] Μάρω Βουγιούκα- Νέλλυ Χρονοπούλου, Οδωνυμικά του Ναυπλίου, Εκδ. Δήμου Ναυπλιέων, 1991, σελ., 84-85

[13] Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη, λήμμα Βαρδουνιώτης.

[14] Αργολική Βιβλιοθήκη, λήμμα Φλογαΐτης

[15] Βίκυ Ελενοπούλου, Ναυπλιακά Ανάλεκτα ΙV, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, τόμος IV (2000)

 


Στο:Ναύπλιο, Σύλλογοι - Σύνδεσμοι Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Bar Association Nafplio, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Γεώργιος Ρούβαλης, Δικηγόρος, Δικηγορικός Σύλλογος Ναυπλίου, Ναύπλιο

«Η αειφορική διάσταση και η μετασχηματιστική δυναμική της προφορικής παράδοσης σε μια διαθεματική προσέγγιση από την αρχαιότητα έως σήμερα, μέσα στη σχολική τάξη»

$
0
0

«Η αειφορική διάσταση και η μετασχηματιστική δυναμική της προφορικής παράδοσης σε μια διαθεματική προσέγγιση από την αρχαιότητα έως σήμερα, μέσα στη σχολική τάξη»


  «Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, αποδεχόμενη τις εκατοντάδες προτάσεις των επισκεπτών της και επιθυμώντας να συμβάλλει στην επίκαιρη ενημέρωση τους, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» ανακοίνωση της Δρ. Χαράς Κοσεγιάν, Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων- λογοτέχνις, με θέμα:

 «Η αειφορική διάσταση και η μετασχηματιστική δυναμική της προφορικής παράδοσης σε μια διαθεματική προσέγγιση από την αρχαιότητα έως σήμερα, μέσα στη σχολική τάξη».

 

Η αειφορική αντίληψη στον πολιτισμό στρέφεται στην παρατήρηση της διαχρονικότητας της σκέψης, αλλά και στο δυναμικό μετασχηματισμό της προτείνοντας τη λειτουργική ένταξη της στο παρόν και στο μέλλον.

Άγαλμα του Ομήρου έξω από την Κρατική Βιβλιοθήκη του Μονάχου. Στη λεωφόρο Λούντβιχ, αγάλματα του Ιπποκράτη, του Αριστοτέλη, του Ομήρου και του Θουκυδίδη κοσμούν την Κρατική Βιβλιοθήκη του Μονάχου.

Άγαλμα του Ομήρου έξω από την Κρατική Βιβλιοθήκη του Μονάχου. Στη λεωφόρο Λούντβιχ, αγάλματα του Ιπποκράτη, του Αριστοτέλη, του Ομήρου και του Θουκυδίδη κοσμούν την Κρατική Βιβλιοθήκη του Μονάχου.

Σκοπός της εισήγησης είναι να αναδείξει τη βιωσιμότητα στοιχείων στην ποίηση και τη λογοτεχνία από τον Όμηρο έως τη συγχρονική δημοτική ποίηση, προτείνοντας τον τρόπο της δημιουργικής αξιοποίησής τους μέσα στη σχολική τάξη.

Επιθυμούμε να αντιληφθούν οι μαθητές ότι η συλλογική μνήμη διατήρησε αλλά και μετασχημάτισε τις επικές ποιητικές μορφές, το ύφος, τους αρχαίους μύθους, και τους παρέδωσε από στόμα σε στόμα στις επόμενες γενιές σε μια διαδικασία που διατηρήθηκε αναλλοίωτη ανά τους αιώνες, φτάνοντας να τους παραδώσει έως τις μέρες μας, αναδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο την ομορφιά, αλλά και την ουσία ενός πολιτισμού: λόγος για τον «πολιτισμικό συγκρητισμό», την αφομοίωση, δηλαδή, φαινομενικά ετερόκλητων στοιχείων στο ίδιο σύστημα και την παρουσίαση τους ως πρωτόφαντο ή ομοιογενές δημιούργημα. Οι ρίζες όμως και οι κλώνοι κινούνται προς πολλές και ετερόκλητες κατευθύνσεις στο χώρο και το χρόνο…

Για την ανάγνωση της ανακοίνωσης της κυρίας Χαράς Κοσεγιάν πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Η αειφορική διάσταση και η μετασχηματιστική δυναμική της προφορικής παράδοσης…


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ελεύθερο Βήμα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρο, Όμηρος, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Δημοτικό Τραγούδι, Διάλεξη, Ελεύθερο Βήμα, Κοσεγιάν Χαρά, Πολιτισμός

Οι ξύλινες πόλεις στο Stato Mar: Μεσαιωνική οικοδόμηση στο Ναύπλιο

$
0
0

Οι ξύλινες πόλεις στο Stato Mar: Μεσαιωνική οικοδόμηση στο Ναύπλιο


 

Μια διαθήκη από το Ναύπλιο δεν είναι τόσο σημαντική αν συγκριθεί με τις 790 διαθήκες απ’ τη βενετσιάνικη Κρήτη, που δημοσίευσε το 1998 η Sally McKee. Αλλά είναι το μόνο έγγραφο διαθήκης από 150 χρόνια βενετσιάνικης κυριαρχίας στο Ναύπλιο, η διαθήκη δηλαδή του Giovanni Cavaza το 1405 και σε συνδυασμό με άλλα έγγραφα μας προσφέρει σημαντική πληροφόρηση για το μεσαιωνικό Ναύπλιο και, κατ’ επέκταση, για άλλες βενετσιάνικες πόλεις στην Ελλάδα.

Ο Giovanni Cavaza υπήρξε castellan στο Ναύπλιο τουλάχιστον μεταξύ 1400 και 1405, η δεύτερη υψηλότερη θέση στην πόλη. Ήταν Βενετσιάνος έμπορος, κάτοικος Ναυπλίου και είχε διοριστεί στη θέση του castellan όπου συνήθως διοριζόταν κάποιος σταλμένος από τη Βενετία. Ο castellan του Ναυπλίου είχε προϋπολογισμό περίπου 500 δουκάτα το χρόνο. Ήταν υπεύθυνος για την άμυνα της πόλης, είχε αστυνομικά καθήκοντα για την ασφάλεια του κάστρου, την λειτουργία της φυλακής και τις εκτελέσεις. Υποχρέωνε «τους ξένους» και τους ναυτικούς να κοιμούνται έξω από την πόλη τη νύχτα, κανόνιζε τις απαγορεύσεις κυκλοφορίας, τις ταβέρνες και τις αγορές, έκλεινε μαγαζιά και εργαστήρια τις αργίες, επέτρεπε να φέρουν όπλα στην πόλη, επέβλεπε τις συντεχνίες, τιμωρούσε παράνομες ρίψεις σκουπιδιών και εξέδιδε οδηγίες, που ανακοινώνοντο στην αγορά «in latino et greco». Εκτός από τα 500 δουκάτα, τα οποία απευθύνοντο στους μισθούς υπαλλήλων και έξοδα, ο castellan συνέλλεγε εισφορές από ταβερνιάρηδες, μαγαζάτορες και φυλακισμένους.

Άποψη του Ναυπλίου, χαλκογραφία, από έκδοση του V. Coronelli (β’ μισό 17ου αιώνα)

Άποψη του Ναυπλίου, χαλκογραφία, από έκδοση του V. Coronelli (β’ μισό 17ου αιώνα)

Ο Cavaza αναφέρεται σε δύο σύντομα έγγραφα του 1400, όπου το Senato Mar παίρνει αποφάσεις για την επισκευή του σπιτιού που υπήρχε για τον castellan. Τα έγγραφα αυτά κάνουν οξείες παρατηρήσεις για την «ruritura» του σπιτιού και του κάστρου και για κάποιον, ο οποίος δεν είχε τόπο να στεγάσει την οικογένειά του. Ο podestá Albano Contarini (1399-1401), που είχε παίξει σημαντικό ρόλο (πετυχαίνοντας το Ναύπλιο για τη Βενετία και κατόπιν υπερασπιζόμενος το Άργος εναντίον της επίθεσης του Θεοδώρου του ΙΙ, Δεσπότη του Μορέα), είχε γράψει στο Senato Mar αρκετά γράμματα για σοβαρές επισκευές, που ήταν απαραίτητες, μέχρις ότου ο Cavaza έκανε μια πρόταση, που οδήγησε σε απόφαση. Ο Cavaza είχε προτείνει να καλύψει τα μισά έξοδα ανοικοδόμησης της επίσημης κατοικίας του. Από τη  λίστα των ξύλων, που αναφέρεται σε κάποιες από τις παρακάτω κατοικίες, δηλαδή του βαΐλου και του capetano στο Negroponte, όπου η βροχή έμπαινε μέσα απ’ τη στέγη, τα ξύλα είχαν σαπίσει κι έσταζε παντού, φαίνεται ότι η κατοικία του castellan χρειαζόταν ακόμα περισσότερες επισκευές.

Το Senato Mar παραθέτει έναν κατάλογο υλικών για την επισκευή του σπιτιού και του πύργου της Παναγίας, καθώς και 200 δουκάτα για τη διαχείριση, άλλα 200 για τη μεταφορά χώματος και για χειρωνακτικές εργασίες και έδωσε στον Cavaza εξαίρεση φόρου για την εισαγόμενη ξυλεία για το δικό του μισό. Επομένως, το σπίτι του castellan έπρεπε να χτιστεί με ένα τυποποιημένο σχέδιο και αποτελείτο κυρίως από ξύλο, τουλάχιστον πάνω από το ισόγειο, και όχι από πέτρα, όπως θα μπορούσαμε να περιμένουμε και όπως είναι τα ύστερα βενετσιάνικα σπίτια του Ναυπλίου του 17ου αιώνα. Μια περιγραφή για τη Μεθώνη στα τέλη του 15ου αιώνα δείχνει πώς θα μπορούσε να είναι το ξύλινο σπίτι του castellan στο Ναύπλιο: Δεν είδα ούτε σπίτια ούτε παλάτια άξια περιγραφής. Έχει πολλά σπίτια αναλόγως του μεγέθους του, κολλημένα το ένα στο άλλο… Τα περισσότερα απ’ τα σπίτια τους, μεγάλα ή μικρά, είναι χτισμένα από ξύλο.

Η αχυρένια σκεπή του Cavaza μας εκπλήσσει κάπως, αλλά όχι και τόσο, σε μια πόλη με οικονομικές δυσκολίες, χωρίς πηλό για τούβλα, καύσιμη ύλη ή ικανές μεταφορές.

Παρόλα αυτά η εικόνα των ξύλινων σπιτιών με αχυρένιες σκεπές αλλάζει ριζικά την εικονική παραδοχή της μεσαιωνικής Ελλάδας και θα έπρεπε να μας θυμίζει ότι το Stato Mar πρέπει να θεωρείται με βενετσιάνικους παρά με ελληνικούς όρους.

Τα χρόνια αμέσως μετά τούτο το έγγραφο, μεγάλες ποσότητες ξυλείας εστάλησαν στην Ελλάδα από τους Βενετσιάνους. Το 1402 ένα φορτίο ξυλείας εστάλη στην Κέρκυρα για επισκευές του κάστρου. Το 1404 1.000 πάσσαλοι εστάλησαν στο Άργος για μία κατασκευή στο κάστρο, που λεγόταν Garland (γιρλάντα).

Διάφορες πηγές μας αποδεικνύουν ότι όταν το Senato Mar έχτιζε στο Stato Mar τούτο ήταν σε αντίδραση για διάφορες κρίσεις. Τα υπόλοιπα άμεσα χρόνια το κάστρο του Ναυπλίου υπέστη μικροεπισκευές. Το 1404 στον  Podesta Οttαviano Bono, του επιτράπη να ξοδέψει 400 χρυσά δουκάτα για επισκευές στον πύργο της κυρίας πύλης του Castel dei Franchi, έναν τοίχο και τις δεξαμενές της πόλης. Προφανώς ξόδεψε μόνο 300 υπέρπυρα, διότι το 1406 ο podestá Franco Cocco έλαβε εντολή να ξοδέψει κι άλλα 700 για επισκευές στα τείχη και 150 υπέρπυρα στο παλάτι του, το οποίο ήταν ερειπωμένο. Το 1409 ο τοίχος στο Castel dei Franchi αναφέρθηκε ερειπωμένος και 500 υπέρπυρα (100 δουκάτα) εγκρίθηκαν για επισκευές. Άλλες επισκευές έγιναν το 1412 και το 1422.

Φυσικά υπήρχαν και μεγαλοπρεπή παλάτια στις βενετσιάνικες αποικίες, π.χ. στην Κάντια, στον Χάντακα της Κρήτης, ενώ πολλά έγγραφα αναφέρουν το Palazzo των Provveditori του Ναυπλίου και της Μεθώνης. Βέβαια τα μέγαρα αυτά του Ναυπλίου δεν συγκρίνονται με εκείνα της Βενετίας, μόλο που στο Ναύπλιο είχαν μία loggia, έστω και ξύλινη.

Υπάρχουν όμως κάποιες υποψίες ότι το Ναύπλιο θα έπρεπε να έχει λίγα πέτρινα σπίτια. Ο Cavaza είχε χτίσει κι ένα άλλο σπίτι, διότι στη διαθήκη του αναφέρει ένα σπίτι στο Burgo, δηλαδή το μέρος της πόλης εκτός των τειχών. Τούτο είναι σημαντικό, διότι όσοι έγραψαν για το Ναύπλιο θεωρούσαν ότι δεν υπήρχαν κτίσματα εκτός του κάστρου μέχρι τα έργα επιχωμάτωσης μετά το 1500. Η διαθήκη του Cavaza παρέχει πληροφόρηση ότι στο Ναύπλιο η οικοδόμηση έλαβε χώρα τουλάχιστον 200 χρόνια πριν από τις χρονολογίες που προβάλλονται συνήθως.

Τον Αύγουστο του 1405 ο castellan Cavaza ήταν άρρωστος και κάλεσε τον συμβολαιογράφο Lorenzo Bono να συντάξει τη διαθήκη του. Ο Bono ήταν τότε cancellier του Ναυπλίου, δηλαδή αρχειοφύλακας της επίσημης αλληλογραφίας και των οικονομικών. Ο Cavaza ζήτησε από τη σύζυγο και τον podestá του Ναυπλίου να είναι εκτελεστές της διαθήκης του και ζήτησε να μοιράσουν 100 δουκάτα «inter pauperes et miserabiles personas», μια συμβατική διάταξη. Άφησε 100 υπέρπυρα στο Σταμάτη, γιο του αποθανόντος Γιάννη, δουλοπάροικού του και άλλα 100 υπέρπυρα στους servicial και τις δουλοπάροικούς του ως προίκα τους. Ο Cavaza αφήνει τα λινά και μάλλινα στη γυναίκα του, καθώς και τα χρήματα, ασημικά, κοσμήματα, έπιπλα και ρούχα και ό,τι άλλο θα μπορούσε να έχει, με υπολογιζόμενη αξία των πάντων σε 900 δουκάτα. Και τούτο ζητώντας από τη Μαρία να παραμείνει χήρα και να ζήσει ηθικά και τίμια. Εάν δεν γινόταν έτσι, η κληρονομία θα πήγαινε στην αδελφή του Magdalena de Finctis και μετά απ’ αυτήν στον Consangineus Ser Andreolimus Detartomis και στους γιους του. Επίσης  δηλώνεται ότι το σπίτι στο Borgo ανήκει στη γυναίκα του, παρόλο που είχε ξοδέψει πολλά χρήματα δικά του.

Η Diana Wright παραθέτει το πλήρες κείμενο της διαθήκης, όπου η γλώσσα είναι τα ύστερα λατινικά του συμβολαιογράφου με βενετσιάνικα ιταλικά.

 

Diana Gilliland Wright, «Studi Veneziani A cura dell’Istituto di Storia della Società e dello Stato Veneziano e dell’Istituto “Venezia e l’Oriente” della Fondazione Giorgio Cini N.S. XL (2000), PISAROMA.

Μετάφραση: Γιώργος Ρούβαλης

 

Διαβάστε ακόμη:


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ναύπλιο Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Diana Gilliland Wright, Giovanni Cavaza, Άρθρο, Αρχιτεκτονική, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Γεώργιος Ρούβαλης, Ενετοκρατία, Ιστορία, Ναύπλιο, Repùblica de Venesia, Stato Mar

Σπήλαιο Καραθώνας Ναυπλίου

$
0
0

Σπήλαιο Καραθώνας Ναυπλίου


 

Το σπήλαιο βρίσκεται στην παραλιακή τοποθεσία Καραθώνας Ναυπλίου, επί της Νότιας πλαγιάς προς Βορρά ευρισκομένου υψώματος (σε κάθετη τρύπα κοντά στην εκκλησία την Κατακρυμμένη στον περιφερειακό δρόμο της Καραθώνας), σε απόσταση από τη θάλασσα 200 μ. π. και σε ύψος από  την επιφάνεια της θάλασσας 100 μ. π. ανήκει στο Δήμο Ναυ­πλίου του Νομού Αργολίδας.

Προσπέλαση. Η τοποθεσία Καραθώνα συνδέεται με την πόλη του Ναυπλίου με δρόμο μήκους 5 χλμ. π. Στη συνέχεια μπορεί να φτάσει κάποιος πεζός από  δύσβατο, δυσδιάκριτο και αρκετά ανηφορικό μονοπάτι μέχρι την είσοδο του σπηλαίου, σε τριάντα λεπτά.

Ιστορικό. Την είσοδο του σπηλαίου ανακάλυψαν τυχαία το 1969 οι Ν. Τσιρίκος και Π. Καούρης, κάτοικοι Ναυπλίου, οι οποίοι το επισκέφτηκαν  για πρώτη φορά το 1970. Ακολούθησε άλλη επίσκεψη την άνοιξη του 1971, κατά την οποία έλαβαν μέρος – εκτός των παραπάνω – η Έφορος αρχαιοτήτων Ναυπλίου Δεηλάκη, ο αρχαιολόγος  I. Γκριτζάς και ο  Χουντάλας κάτοικος Ναυπλίου, κατά την οποία διαπιστώθηκε, ότι το σπήλαιο παρουσιάζει ενδιαφέρον. Λαμβάνοντας  γνώση ο EOT από τον κ. Χουντάλα ενδιαφέρθηκε  για την εξερεύνησή του και ανέθεσε αυτή στην ΕΣΕ, δια των υπ’ αριθ. 500107) 3.5.71 και 515367) 13.9.71 εγγράφων του.

Άννα Πετροχείλου (1910-2001). Ιδρύτρια της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας.

Άννα Πετροχείλου (1910-2001). Ιδρύτρια της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας.

Η εξερεύνηση του σπηλαίου πραγματοποιήθηκε το Δεκέμβριο του 1971 με χορηγία του EOT, έγκριση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και εντολή ΕΣΕ, από την κα Άννα Πετροχείλου αρχηγό και τα μέλη της ΕΣΕ κα Β. Καραγιάννη και κ. Γ. Δηλαράν. Βοήθησαν οι κ.κ. Γ. Μπαζίνας από την Αθήνα και οι  Ν. Τσιρίκος, Π. Καούρης και Ν. Χουντάλας από το Ναύπλιο. Η περιοχή του σπηλαίου είναι αρκετά επικλινής με αγρία θαμνώδη βλάστηση και θαυμάσια θέα προς τη θάλασσα.

Το σπήλαιο. Η είσοδος του σπηλαίου είναι οπή  διαστάσεων 0,90 Χ 0,40 μ. Κατακόρυφη κατάβαση με σκάλα από σχοινί, βάθους 9,8 μ. οδηγεί στο «Πρώτο» πολύ κατηφορικό θάλαμο του σπηλαίου διαστάσεων 9 Χ 6 Χ 2,5 μ. (μήκος, πλά­τος, ύψος) με εντυπωσιακό σταλακτιτικό διάκοσμο.

Προς το τέλος του θαλάμου ογκόλιθος ο οποίος έχει αποσπασθεί  από την οροφή, χωρίζει στα δύο την διάβαση προς το «δεύτερο θάλαμο», ο οποίος διανοίγεται σε κατακόρυφο βάθος 3,5μ. Η διείσδυση σ’ αυτόν πραγματοποιείται από το προς τα αριστε­ρά του ογκολίθου άνοιγμα.

 

Σπήλαιο Καραθώνας Ναυπλίου

Σπήλαιο Καραθώνας Ναυπλίου

 

Ο «Δεύτερος θάλαμος» διαστάσεων 7 Χ 8,5 Χ 8-2 μ. είναι πολύ επικλινής από τα δεξιά προς τα αριστερά, όπως και ο πρώτος θάλαμος, με ωραιότατο σταλακτιτικό διάκοσμο. Προς το τέλος του, σαν συνέχεια του «Δευτέρου θαλάμου», διανοίγεται ο «Τρί­τος θάλαμος» διαστάσεων 6,5X5X2,5-1,2 μ. Προς τα δεξιά του και σε ύψος 3 μ.π. υπάρχει εξώστης με θαυμάσια σταλακτιτικά κιγκλιδώματα, ενώ προς τα αρι­στερά και προς τα εμπρός είναι πολύ επικλινής. Την κλίση του δαπέδου του ακο­λουθεί και η οροφή. Για αυτή την αιτία η πρόσβαση είναι αρκετά δυσχερής. Πρό­κειται περί επικλινούς διακλάσεως με εντυπωσιακό σταλακτιτικό διάκοσμο, κυρίως από παραπετασματοειδείς σταλακτίτες.

Προς το τέλος, το ύψος της οροφής της διάκλασης μειώνεται συνεχώς φθάνοντας  το 1 μ., οπότε σχηματίζει διάδρομο μήκους 3 μ. με πολύ περιορισμένο πλάτος και ύψος.

Στο τέλος του ανωτέρω διαδρόμου, οπή πλάτους 0,8X0,5, οδηγεί στον «Τέταρτο» επίσης κατηφορικό θάλαμο, που διανοίγεται σε απότομο βάθος 8 μ. Η κατάβαση σ’ αυτόν πραγματοποιείται με σχοινόσκαλα. Οι διαστάσεις του είναι 8 Χ 7 Χ 8 μ. Προς τα αριστερά της απότομης κατάβασης  ογκόλιθοι αποσπασμένοι  από την οροφή χωρίζουν το θάλαμο στα δύο. Προς το δεξιό τοίχο σε ύψος 5 μ. σχηματίζεται εξώστης από θαυμάσιους και ογκώδεις σταλαγμίτες, ενώ όλη η οροφή του θαλάμου είναι πλούσια στολισμένη με εντυπωσιακό τρόπο.

Σταλαγμίτες ογκώδεις ή λεπτοί, παραπετασματοειδείς ή κατακόρυφοι σταλακτίτες σχηματίζουν θαυμάσιο σύμπλεγμα σε ύψος 2 μ. πμ –  προς το τέλος του «Τε­τάρτου θαλάμου», το οποίον τον χωρίζει από τον «Πέμπτο θάλαμο». Η πρόσβαση προς αυτόν πραγματοποιείται δια μέσου του προαναφερθέντος συμπλέγματος.

Ο «Πέμπτος θάλαμος» έχει διαστάσεις 11 Χ 8 Χ 5,5 μ. Προς τα δεξιά είναι πολύ ανηφορικός, ενώ προς το αριστερό τέλος του χωρίζεται στα δύο, από τερα­στίους παραπετασματοειδείς σταλακτίτες, που φθάνουν σχεδόν έως το δάπεδο. Ο διάκοσμός του είναι πλουσιώτατος και ποικίλος σε μεγέθη και σχήματα. Οι τοίχοι του καλύπτονται από παραπετάσματα και το δάπεδό του από σταλαγμίτες και ογκόλιθους που δυσχεραίνουν τη διάβαση.

Προς το αριστερό τέλος του θαλάμου, πίσω από τα παραπετάσματα, έχουν κυλίσει και συσσωρευτεί ογκόλιθοι, οι οποίοι έχουν κλείσει σε βάθος τη συνέχεια του σπη­λαίου. Είναι κατορθωτή η κατάβαση προς αυτό, δια μέσου των ογκολίθων, μέχρι βάθους 10 μ. π. Όμως το βάθος του σπηλαίου συνεχίζεται και πέραν αυτού του σημείου, χωρίς να είναι δυνατόν να υπολογιστεί.

Σπηλαιογένεση. Πρόκειται για βαραθρώδη  σπήλαιο, που διανοίχθηκε εντός ασβεστόλιθου με διαβρώσεις και στη συνεχεία με πιέσεις  των υδάτων. Τα ύδατα, εισχώρησαν – κατ’ αρχήν – από διάφορες σχισμές κατά μήκος της οροφής του πρώτου τμήματος του σπηλαίου, διεύρυναν τη διάκλαση και κατευθύνθηκαν προοδευτικά προς τα χαμηλότερα επίπεδα του, πάντοτε από δεξιά προς τα αριστερά.  Τα ύδατα διέφυγαν προς άλλα χαμηλότερα επίπεδα δια μέσου μικρών σχισμών διανοιγμένων προς το τέλος του σπηλαίου, το ακριβές βάθος του οποίου δεν είναι δυνατόν να προσδιορίσουμε, εξ αιτίας της πληρώσεώς του από  ογκόλιθους που έχουν κατρακυλήσει.

Μετά την κένωσή του από τα ύδατα και την απόσπαση των ογκολίθων από την οροφή, άρχισε ο διάκοσμός του. Σήμερα το σπήλαιον είναι νεκρό, ο διάκο­σμός του όμως συνεχίζει την ανάπτυξή του.

Διαστάσεις. Το σπήλαιον εκτείνεται από Β.Α.Β. προς Ν.Δ.Δ. σε κατ’ ευθείαν γραμμή μήκους 45 μ. Σε περιπτώσει τουριστικής αξιοποίησης , οι διά­δρομοί του θα έχουν μήκος 180 μ.π. Το μεγαλύτερο ύψος οροφής ανέρχεται σε 8,5 μ. Το μεγαλύτερο βάθος του σε 50 μ. Καταλαμβάνει έκταση 300 τετραγωνικών μέτρων.

Τουρισμός. Το σπήλαιο της Καραθώνας χαρακτηρίσθηκε ενδιαφέρον για τον εθνικό τουρισμό – αν και υστερεί σε μέγεθος – δια τους εξής λόγους:

  1. Έχει θαυμάσιο και πλουσιότατο διάκοσμο.
  2. Λόγω της μορφολογίας του (βαραθρώδες) παρουσιάζει στον κατερχόμενο ασύλληπτες εικόνες.
  3. Η είσοδός του βρίσκεται σε περίβλεπτη θέση με θαυμάσια θέα προς την γραφικότατη παραλία Καραθώνας.
  4. Η προσπέλαση σε αυτό είναι ευκολότατη, γιατί σε πολύ μικρή απόσταση από την είσοδό του υπάρχει δρόμος, που συνδέει την τοποθεσία Κα­ραθώνας με το Ναύπλιο (απόσταση 5 χλμ. π.).
  5. Αξιοποιούμενο τουριστικώς, θα προστεθεί ακόμη ένα αξιόλογο τουριστικό στοιχείο στην περιοχή μεταξύ των άλλων που διαθέτει: Παναγία Κατακρυμμένη (Εκκλησούλα κτισμένη χαμηλότερα της εισόδου του σπηλαίου, στην αρχή της χαράδρας κατακρυμμένης). Θαυμάσια αμμουδιά στο γραφικό κόλπο πλαισιωμένο με λόφο υψούμενο αμφιθεατρικά, όπου και το σπήλαιο κλπ.
  6. Εάν οι υποθέσεις της κ. Δεηλάκη αποδειχθούν πραγματικές, ότι δη­λαδή, στην ανωτέρω περιοχή γίνονταν τα Ελευσίνια Μυστήρια (τα Δημήτρια), θα είναι δυνατή η συσχέτισης του με αυτά, αν και δε διαπιστώθηκε κανένα ίχνος σχετικό εντός του σπηλαίου.

Επίσης ο Στράβων αναφέρει: «Εφεξής δε τη Ναυπλία τα σπήλαια και οι εν αυτοίς οικοδομητοί λαβύρινθοι, Κυκλώπεια δ’ ονομάζουσι».

 

Άννα Πετροχείλου

Σπηλαιολόγος

Δελτίο Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρίας, τεύχος 8, 1972.

Σπήλαιον Καραθώνας αρ. σπ. μητρ. 3720


Στο:Ναύπλιο Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρο, Άννα Πετροχείλου, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Καραθώνα, Ναύπλιο, Σπήλαιο, Σπήλαιο Καραθώνας Ναυπλίου, Σπηλαιολογία

Οι Μυκήνες και το Άργος μέσα από τα μάτια των περιηγητών

$
0
0

Οι Μυκήνες και το Άργος μέσα από τα μάτια των περιηγητών © Δημήτρης Τότσικας


 

Αναδρομή στην ιστορία του Άργους και των Μυκηνών

 

Η ευρύτερη περιοχή του Άργους αποτέλεσε μια από τις σπουδαιότερες κοιτίδες του αρχαιοελληνικού πολιτισμού και γέννησε πασίγνωστους ήρωες, μύθους και θρύλους. Η πόλη του Άργους θεωρείται η αρχαιότερη πόλη της Ευρώπης, καθώς ήδη από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού αποτελούσε ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα του Μυκηναϊκού Πολιτισμού, που κατοικήθηκε αδιάλειπτα μέχρι σήμερα στην ίδια γεωγραφική θέση.

Η αρχαία πόλη των Μυκηνών, χτισμένη σε στρατηγικό σημείο στο βάθος του Αργολικού κόλπου, είναι το σημαντικότερο και πλουσιότερο ανακτορικό συγκρότημα της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Ελλάδα. Οι σημαντικές αυτές πόλεις ήταν φυσικό να συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον όχι μόνο των ιστορικών και των ποιητών, αλλά και των απλών επισκεπτών τους από την αρχαιότητα. Ανάμεσα στους επισκέπτες ξεχωρίζουν οι περιηγητές, οι οποίοι άφησαν σημαντικά κείμενα με χρήσιμες πληροφορίες για την εποχή τους.

Ο όρος «περιηγητής» (<περί + ηγούμαι) αναφέρεται σε αυτόν που ταξιδεύει σε έναν ξένο τόπο και περιδιαβαίνει είτε για αναψυχή είτε για μελέτη των μνημείων, του τρόπου ζωής των κατοίκων και άλλων επιμέρους θεμάτων. Η κλασική μορφή ενός περιηγητή περιλαμβάνει κάποιον που ταξιδεύει τριγυρίζοντας σε τόπους άγνωστους κι ανεξερεύνητους, με φυσικά μέσα (πεζός ή πάνω σε άλογο ή σε άμαξα), σημειώνοντας τις παρατηρήσεις του συνήθως με τη μορφή χρονικού ή ημερολογίου.

 

Οι αρχαίοι περιηγητές

 

Η ιστορία του περιηγητισμού στην Αργολίδα ξεκινά από τα ομηρικά έπη. Ο Όμηρος απαθανατίζει τόσο τις «πολύχρυσες Μυκήνες» όσο και το «ιπποτρόφον» και «πολυδίψιον Άργος», τις αγαπημένες πόλεις της θεάς Ήρας. Επίσης μας παρουσιάζει τον αρχιστράτηγο των Ελλήνων Αγαμέμνονα με το χρυσό σκήπτρο που φιλοτέχνησε ο Ήφαιστος, τον βασιλιά του Άργους Διομήδη, καθώς και πλήθος μυθολογικών στοιχείων που σχετίζονται με την ευρύτερη περιοχή της Αργολίδας. Στα ομηρικά έπη, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, το Άργος αναφέρεται (ως ουσιαστικό ή επίθετο) συνολικά 232 φορές. Ωστόσο ο ποιητής δε μας δίνει αξιοσημείωτες τοπογραφικές λεπτομέρειες για καμιά από τις δυο πόλεις.

Οι μετέπειτα αρχαίοι συγγραφείς και γεωγράφοι, Στράβων και Οβίδιος, αναφέρουν ότι ελάχιστα στοιχεία έχουν απομείνει από την εποχή του Χαλκού και έτσι αποθαρρύνουν τους μελλοντικούς αρχαιοδίφες. Ο Στράβων, που περιηγείται την Πελοπόννησο το 29 π.Χ., περιγράφει την πόλη του Άργους, αναφέρει την ακρόπολη Λάρισα, τους ποταμούς Ίναχο και Ερασίνο, ενώ δηλώνει ότι «σή­μερα δεν βρίσκεται ούτε ίχνος από την πόλη των Μυκη­ναίων».

Ο Παυσανίας, που ακολουθεί, τον 2ο αιώνα μ.Χ., εξετάζει σχολαστικά την πόλη του Άργους και επισκέπτεται τα απομεινάρια των Μυκηνών της Ελληνιστικής Εποχής. Ως εκ τούτου, δεν αναφέρει τίποτα για θολωτούς τάφους ή ταφικούς κύκλους, καθώς τα μνημεία αυτά πιθανότατα καλύφθηκαν από τους Αργείους το 468, για να ελαχιστοποιήσουν τη δόξα των Μυκηνών. Πηγές του αρχαίου περιηγητή αποτελούν τόσο οι πληροφορίες που συλλέγει από τους γηγενείς όσο και το έργο δυο τοπικών αρχαίων λογογράφων, του Ακουσίλαου (γεν. 500 π.Χ.) και του Ελλάνικου (490-405 π.Χ.) (Ακουσιλάου Γενεαλογίες, Ελλανίκου Οι ιέρειες της Ήρας στο Άργος). Το έργο του, «Ελλάδος περιήγησις», αποτελεί έναν συνδυασμό μυθολογίας, ιστορίας και αυτοψίας, κατά την οποία ο περιηγητής εξηγούσε ό,τι έβλεπε με βάση το μύθο της Ιλιάδας. Ο ευκατάστατος και φιλομαθέστατος ταξιδιώτης αναφέρεται αναλυτικά σε όλα τα σημαντικά μνημεία που βρήκε στην περιοχή, στους δρόμους που την συνδέουν με γειτονικές πόλεις και στους μύθους που σχετίζονται με κάθε τόπο. Και εάν οι ιστορικές πληροφορίες που παραθέτει ανήκουν περισσότερο στη σφαίρα της μυθολογίας, οι τοπογραφικές και αρχαιολογικές παρατηρήσεις του είναι πολύτιμες και αποτέλεσαν έναν συστηματικό και εξαιρετικής ακρίβειας οδηγό για όλους σχεδόν τους μετέπειτα περιηγητές της αργολικής γης από τον 15ο έως τον 20ό αιώνα. Και, βέβαια, μπορεί οι ανασκαφές που έχουν διενεργηθεί στις Μυκήνες και το Άργος ως τώρα να επικυρώνουν στις περισσότερες περιπτώσεις την ακρίβεια των παρατηρήσεών του, ωστόσο πόσο ειρωνικό μοιάζει αλήθεια το γεγονός ότι οι περισσότεροι μετέπειτα ταξιδιώτες χρησιμοποίησαν ως οδηγό για τις περιηγήσεις τους στην αργολική γη το έργο ενός ανθρώπου που έζησε 7 αιώνες μετά την καταστροφή της πόλης και έμαθε πληροφορίες από τοπικούς οδηγούς και λογογράφους της εποχής του!

 

Από την αρχαιότητα ως τους νεότερους χρόνους

 

Στους αιώνες που μεσολαβούν από το τέλος της αρχαιότητας έως την Αναγέννηση και τους νεότερους χρόνους, το ενδιαφέρον των περιηγητών για την Αργολίδα σβήνει, με αποτέλεσμα οι αρχαιολογικοί χώροι του Άργους και των Μυκηνών να χάνονται στη λήθη των αιώνων. Το σκοτάδι του Μεσαίωνα δεν αφήνει περιθώρια για μεγάλα ταξίδια και εξορμήσεις στην αργολική ύπαιθρο. Εμφύλιοι πόλεμοι, βάρβαροι κατακτητές, υστερόβουλοι τοπικοί ηγεμόνες, ληστρικές επιδρομές και φυσικές καταστροφές αλλοιώνουν σημαντικά την όψη των άλλοτε κραταιών αυτών ιστορικών χώρων και τα μετατρέπουν σε ερειπιώνες και «σκόρπιες πέτρες» για τους Έλληνες της Τουρκοκρατίας. Η Ελλάδα για πολλούς αιώνες αποτελούσε έναν επικίνδυνο και δύσβατο τόπο και η τοποθεσία των Μυκηνών ήταν παντελώς άγνωστη.

 

Η αναβίωση του περιηγητισμού

 

Τον 15ο αιώνα, αμέσως μετά τις Σταυροφορίες, Ευρωπαίοι περιηγητές και ζωγράφοι, φιλέλληνες και αρχαιοδίφες ταξίδεψαν στην Ελλάδα για να ζήσουν την περιπέτεια και να δώσουν εικόνα και τροφή στη φαντασία τους, προσπαθώντας να αναβιώσουν, έστω και στιγμιαία, το αρχαιοελληνικό ιδεώδες. Ειδικότερα οι Μυκήνες για τους περισσότερους Ευρωπαίους περιηγητές – ζωγράφους αποτέλεσαν περισσότερο ένα όραμα, μια ιδέα, και όχι έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο. Είναι χαρακτηριστική η αξιομνημόνευτη φράση της Βρετανίδας συγγραφέως Βιρτζίνιας Γουλφ, όταν στις αρχές του 20ού αιώνα βρέθηκε μπροστά στην Πύλη των Λεόντων: «τέτοια πράγματα δεν τα συνειδητοποιούμε παρά μόνο για δευτερόλεπτα, όσο βρισκόμαστε στο ίδιο το μέρος, και μετά δεν έχει νόημα να πεις τι βλέπεις». Για αυτά τα δευτερόλεπτα εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να επισκέπτονται τις Μυκήνες άνθρωποι από όλες τις γωνιές της γης.

 

Το προφίλ των περιηγητών

 

Οι περιηγητές των Μυκηνών συνθέτουν ένα μωσαϊκό ανθρώπινων τύπων, στόχων και ενδιαφερόντων. Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί, Αμερικανοί, Ρώσοι, Λατίνοι, διάσημοι ως επί το πλείστον και διακεκριμένοι επιστήμονες ή πολιτικοί, άνδρες αλλά και γυναίκες. Η ποικιλία των ανθρώπων που επισκέφθηκαν το Άργος και τις Μυκήνες είναι μεγάλη και αξιοσημείωτη, ενδεικτική του θαυμασμού που επικρατούσε τον 18ο και 19ο αιώνα στον δυτικό κόσμο για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Μορφωμένοι άνθρωποι, καθηγητές πανεπιστημίου, μέλη πρεσβειών και κυβερνήσεων, στρατιωτικοί, όλοι τους είχαν ασχοληθεί με τη μελέτη αρχαίων ελληνικών κειμένων και ιδιαίτερα με τα ομηρικά έπη. Οι περισσότεροι μιλούσαν μάλιστα και τη νέα ελληνική γλώσσα.

 

Συνολικός αριθμός περιηγητών ως το 1900:

Συνολικός αριθμός περιηγητών

Έως το 1835:

Έως το 1835

Εθνικότητα

Φύλο

Επάγγελμα

 

Οι κίνδυνοι

 

Ένα ταξίδι στην Ελλάδα από τον 15ο ως τον 19ο αιώνα σίγουρα κόστιζε αρκετά σε χρόνο και σε χρήμα. Εξάλλου, τα πράγματα στη χώρα μας δεν ήταν και τόσο ήρεμα, με τις συνεχείς ελληνοτουρκικές διενέξεις και τις διαρκείς αναζωπυρώσεις της Επανάστασης στη συνέχεια. Επιπλέον η ελονοσία και άλλες μολυσματικές ασθένειες μάστιζαν τον τόπο και αποδεκάτιζαν τον πληθυσμό. Η φτώχεια και η ανέχεια του ελληνικού πληθυσμού σε συνδυασμό με την αγραμματοσύνη και την καχυποψία του, έφτιαχναν ένα μάλλον αφιλόξενο και επικίνδυνο σκηνικό για τους Ευρωπαίους περιηγητές. Χαρακτηριστικό δείγμα της αμορφωσιάς των γηγενών ήταν το γεγονός ότι χρησιμοποίησαν τις πέτρες από τους γκρεμισμένους αρχαίους τάφους για να κατασκευάσουν μάντρες για τα στανοτόπια τους. Το τραγικότερο; ακόμα και σήμερα η πηγή της περίφημης «Περσείας κρήνης» χρησιμεύει για να δροσίζει τα αιγοπρόβατα της περιφραγμένης στάνης που βρίσκεται δίπλα της, ενώ ανάλογη εξέλιξη παρουσιάζει και η ακρόπολη της αρχαίας Τίρυνθας ή «Παλαιόκαστρον», όπως ονόμαζαν ως τον 19ο αιώνα οι γηγενείς τις μυστηριώδεις μισοθαμμένες πέτρες που κείτονταν πλάι στον αμαξιτό δρόμο που ένωνε το Άργος με το Ναύπλιο.

Ο Πουκεβίλ σε προσωπογραφία φιλοτεχνημένη από τον Ντεπρέ (Dupre Louis) 1827.

Το 1799 ο Γάλλος Pouqueville συλλαμβάνεται από πειρατές και φυλακίζεται από τους Τούρκους στην Πελοπόννησο αρχικά και στο Επταπύργιο της Κωνσταντινούπολης ύστερα, λόγω του Γαλλοτουρκικού πολέμου που είχε ξεσπάσει.

Το 1807 ο Άγγλος Leake συλλαμβάνεται από τους Τούρκους και κρατείται αιχμάλωτος στην Θεσσαλονίκη για πολλούς μήνες, πριν αφεθεί ελεύθερος ύστερα από διαπραγματεύσεις με τον Αλή Πασά της Ηπείρου.

Ο Milnes το 1832 γλιτώνει από τύχη: «Την ώρα που βρισκόμασταν στις Μυκήνες, το γειτονικό χωριό Χαρβάτι είχε μόλις λεηλατηθεί και καεί από τον οπλαρχηγό Γρίβα και περίπου 15 οικογένειες από τους κατοίκους είχαν, κατά συνέπεια, βρει καταφύγιο για τον προελαύνοντα χειμώνα στον αποκαλούμενο Θησαυρό του Ατρέα».

Ο Burgess το 1834 δεν ήταν το ίδιο τυχερός, καθώς λίγο πριν φθάσει στις Μυκήνες μια συμμορία οπλισμένων ανδρών τον λήστεψε.

 

Τα κίνητρα

 

Τι ήταν, λοιπόν, αυτό που τους ώθησε να αψηφήσουν τόσους κινδύνους και να περιηγηθούν στον άγριο και επικίνδυνο Μοριά; Για τους περισσότερους, ο αγνός θαυμασμός προς το αρχαιοελληνικό κάλλος. Ρομαντικοί άνθρωποι που ήθελαν να ξεφύγουν από τη μίζερη καθημερινότητα και να μεταφερθούν για λίγο στην ηρωική εποχή των Ατρειδών. Ωστόσο δεν έλειψαν και οι εξαιρέσεις. Υπήρξαν και περιηγητές αρχαιοκάπηλοι που θέλησαν να εκμεταλλευτούν τους αρχαιολογικούς χώρους προς ίδιον όφελος, συλλέγοντας αρχαία αντικείμενα, κατεστραμμένους κίονες, νομίσματα και αρχαίες επιγραφές. Όλα αυτά τα συγκέντρωναν επί τόπου κατά τη διάρκεια των εξορμήσεών τους ή τα αγόραζαν από φιλάργυρους ντόπιους και στη συνέχεια τα μετέφεραν στην πατρίδα τους, εμπλουτίζοντας τις ιδιωτικές συλλογές τους ή πουλώντας τα σε εξίσου αδίστακτους αρχαιολάτρες αριστοκρατικής συνήθως καταγωγής. Άλλες φορές το αγνό αρχαιοδιφικό ενδιαφέρον συνδυαζόταν με ειδικές διπλωματικές αποστολές πρακτόρων, με στόχο την χαρτογράφηση και τη γεωπολιτική επισκόπηση της αργολικής πεδιάδας ή τη βολιδοσκόπηση της πολιτικής και στρατιωτικής κατάστασης της ευρύτερης περιοχής.

 

Τα είδη των χαρακτικών

 

Οι «γκραβούρες», δηλαδή οι απεικονίσεις ή τα χαρακτικά που θα παρουσιαστούν στη συνέχεια αποτελούν σπουδαία ντοκουμέντα της εκάστοτε εποχής, τα οποία ωστόσο δεν ανταποκρίνονται πάντα στην πραγματικότητα, μιας και στόχος των περιηγητών – ζωγράφων (τουλάχιστον ως τα μέσα του 19ου αιώνα) δεν ήταν η πιστή αναπαράσταση των μνημείων, αλλά μάλλον μια υποκειμενική απεικόνιση του συχνά εξιδανικευμένου περιβάλλοντος κάθε μνημείου, έτσι όπως το αντιλήφθηκε ο καθένας με τα μάτια της φαντασίας, ενορατικά.

Τα χαρακτικά που συναντάμε από την εποχή της Αναγέννησης και ύστερα μπορούν να ταξινομηθούν σε γενικές κατηγορίες, ανάλογα με τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν και την τεχνοτροπία που ακολουθήθηκε: Η Ξυλογραφία ήταν η πρώτη τεχνική που χρησιμοποιήθηκε τον 15ο αιώνα, αμέσως μετά την επινόηση της τυπογραφίας από τον Γουτεμβέργιο, ενώ εξελίχθηκε σημαντικά στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν και επαναχρησιμοποιήθηκε. Αργότερα και σταδιακά ως τον 18ο αιώνα, χρησιμοποιήθηκε ως υλικό για χάραξη ο χαλκός (Χαλκογραφία), ο λίθος (Λιθογραφία) και ο χάλυβας, ενώ πιο σπάνια συναντάμε Οξυγραφίες, τις λεγόμενες «ακουατίντες». Τα περισσότερα χαρακτικά που φιλοτέχνησαν οι περιηγητές στην Ελλάδα είναι Χαλκογραφίες, ενώ αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι κανένα είδος χαρακτικού δεν εγκαταλείπεται, όταν επινοείται μια νέα τεχνική. Τον 19ο αιώνα η εφεύρεση της camera obscura, που εξελίσσεται σε δαγκεροτυπία αρχικά και φωτογραφία αργότερα, σηματοδοτεί τη νέα εποχή στην απεικόνιση των αρχαίων μνημείων.

 

 15ος αιώνας

 

Ο Κυριακός Αγκωνίτης, ήταν ο σημαντικότερος αρχαιοδίφης της Αναγέννησης ενώ θεωρείται ο πρόδρομος τόσο του περιηγητισμού, όσο και της σύγχρονης επιστήμης της αρχαιολογίας.

Τον 15ο αιώνα μ.Χ., αμέσως μετά τις Σταυροφορίες (1.100 – 1.300 μ.Χ.), αρχίζει να εκδηλώνεται βαθμιαία ένα ταξιδιωτικό ρεύμα των Δυτικοευρωπαίων προς την Ανατολή. Οι ταξιδιώτες αυτοί, αναζητώντας πλούτη, δύναμη ή ακόμα και την αθανασία της ψυχής με την επίσκεψή τους στους Άγιους Τόπους, σπεύδουν να συγκεντρώσουν στοιχεία για τα ήθη των λαών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και επιδίδονται σε ένα ατέλειωτο κυνήγι αρχαίων νομισμάτων, ερειπίων και επιγραφών. Το 1447 ο Κυριακός ο Αγκωνίτης (Ciriaco de Pizzicolli), αυτή η «μοναχική και ιδιαίτερη περίπτωση ταξιδιώτη» που σηματοδοτεί ήδη από τον 15ο αιώνα την αρχαιολόγηση του ελληνικού κόσμου, κατά την επίσκεψή του στην Αργολίδα, εντοπίζει και σχεδιάζει την ακρόπολη των Μυκηνών – εσφαλμένα, όπως αποδείχτηκε, καθώς αυτό που βρίσκει είναι μια άλλη μυκηναϊκή ακρόπολη στο χωριό Κατσίγκρι.

 

16ος αιώνας

 

Φανταστική απεικόνιση της πόλης του Άργους, Nicolas Gerbel, 1545.

Κατά τον 16ο αιώνα, και ενώ οι νέες ανακαλύψεις, η διάδοση της τυπογραφίας και ο ουμανισμός έχουν αλλάξει το πρόσωπο της οικουμένης κι έχουν δώσει νέα πνοή στην κοινωνία και στον πνευματικό κόσμο, οι περιηγητές της Δύσης εξακολουθούν να ταξιδεύουν προς την Ανατολή, περνώντας και από την Ελλάδα, και καταλήγοντας στην Κωνσταντινούπολη και τα Ιεροσόλυμα. Οι σύγχρονοι κάτοικοι της Ελλάδας, εξαθλιωμένοι και υποταγμένοι πια στον οθωμανικό ζυγό, προκαλούν τον οίκτο και τη συμπάθειά τους. Ο Βενετός απεσταλμένος Pietro Zeno, πρόξενος στη Δαμασκό, περιηγείται στην αργολική γη το 1524 και γράφει για τις Μυκήνες, ωστόσο, κατά πάσα πιθανότητα, αυτό που βρίσκει δεν αποτελεί παρά κάποια άλλη μυκηναϊκή ακρόπολη. Λίγο αργότερα, το 1545, δημοσιεύεται μια φανταστική απεικόνιση της πόλης του Άργους από τον Γερμανό νομικό και ουμανιστή Nicolas Gerbel ή Gerbelius, στενό φίλο του Μαρτίνου Λουθήρου και του Εράσμου.

 

 17ος αιώνας

 

Vincenzo Coronelli

Κατά τον 17ο αιώνα μ.Χ. πληθαίνουν οι Ευρωπαίοι περιηγητές που επισκέπτονται την αργολική γη. Ρομαντικοί και ριψοκίνδυνοι ταξιδευτές, βαδίζουν στα χνάρια του Παυσανία, περιηγούνται στο τουρκοκρατούμενο Άργος και ανακαλύπτουν το χαμένο μεγαλείο της πόλης των Μυκηνών. Με τη δημοσίευση των περιηγητικών εκδόσεων μεταλαμπαδεύουν σε όλο τον κόσμο ό,τι ανακαλύπτουν με τα μάτια τους. Χάρη στους ξένους αρχαιόφιλους οι αρχαιολογικοί χώροι του Άργους και των Μυκηνών ξαναβρίσκουν σταδιακά τη χαμένη τους αίγλη.

Το 1668 ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή γράφει την πόλη του Άργους: «Τα σπίτια του Άργους είναι οχτακόσια συνολικά, χτισμέ­να σαν κάστρα, άνετα, γερά και όμορφα, με τ’ αμπέλια και τα πε­ριβόλια τους. Είναι κεραμοσκέπαστα κι έχουν πόρτες σαν να είναι σαράγια. Υπάρχουν δυο τζαμιά. Το ένα μέσα στην αγορά με κερα­μιδένια σκεπή και πέτρινο μιναρέ, χτισμένο σύμφωνα με την παλιά αρχιτεκτονική…. Οι πιο γνωστές είναι οι γειτονιές Μπεσικλέρ και Κετχουντά. Υπάρχουν ένας μεντρεσές, δυο σχολεία, δυο τεκέδες, ένα χαμάμ, ένα χάνι και είκοσι υπαίθρια καταστήματα. Τα πηγάδια με το γλυκό νερό είναι πεντακόσια. Το νερό και το κλίμα είναι καλά, γι’ αυτό και βλέπεις ολόγυρα πολλά αμπέλια και περιβόλια. Σαράντα είδη κρασοστάφυλου αναφέρονται στα κατάστιχα της περιοχής.»

Λίγο αργότερα, το 1669, ο Γάλλος περιηγητής Des Monceaux ανακαλύπτει πρώτος την ακρόπολη της Τίρυνθας.

Ο Βενετός μοναχός και κοσμογράφος Vincenzo Coronelli περιηγείται στην Αργολίδα το 1685, ακολουθώντας τον Ενετικό στόλο και απεικονίζει το φρούριο και την πόλη του Άργους, ενώ o Γάλλος αξιωματικός Nicola Mirabal που επισκέπτεται την Αργολίδα το 1691 ταυτίζει – λανθασμένα – τις Μυκήνες με το χωριό «Άγιος Γεώργιος».

 

Άποψη του φρουρίου και της πόλεως του Άργους, V. Coronelli, «Universus Terrarum Orbis», Εκδότης, A. Lazor, Padova, 1713.

 

Argos, Coronelli, «Morea, Negreponte, e Adiazenze», Venezia, 1685

 

Η ταυτοποίηση των Μυκηνών θα γίνει λίγο αργότερα, το 1700, από τον Βενετό τοπογράφο Francesco Vandeyk, ο οποίος με την Περιήγηση του Παυσανία ως οδηγό ανακαλύπτει τόσο την ακρόπολη των Μυκηνών, με βάση την πύλη των Λεόντων, όσο και τον Θησαυρό του Ατρέα.

 

18ος αιώνας (πρώτο μισό)

 

Στις αρχές του 18ου αιώνα ο περιηγητισμός πλησιάζει στην ακμή του. Οι μνημειώδεις εικονογραφημένες εκδόσεις που εμφανίζονται γίνονται bestsellers και αποτελούν πηγή γνώσης, φιλοσοφικών ιδεών και ποικίλου προβληματισμού. Οι συγγραφείς τους – Γάλλοι ως επί το πλείστον – είναι ζωγράφοι, σχεδιαστές, αρχιτέκτονες και αρχαιολόγοι. Ωστόσο τον αιώνα αυτόν εδραιώνεται η τάση των πλουσίων Ευρωπαίων αριστοκρατών, λόρδων και μοναρχών να διακοσμούν τις αυλές τους με συλλογές αρχαιοτήτων και αρχαίων χειρογράφων. Άγγλοι και Γάλλοι ειδικοί απεσταλμένοι πράκτορες, εφοδιασμένοι με χρήμα, φιρμάνια και πλαστά διαβατήρια, οργώνουν την ελληνική περιφέρεια και επιδίδονται σε αγώνες αρχαιοκαπηλίας και ληστείας, αποψιλώνοντας τους αρχαιολογικούς χώρους και βεβηλώνοντας αρχαία μνημεία. Τα όρια μεταξύ αρχαιολογίας και αρχαιοκαπηλίας έχουν χαθεί εντελώς. Δε λείπουν φυσικά και οι ανασκαφές, αυτοσχέδιες ή οργανωμένες, στις οποίες επιδίδονται και συναγωνίζονται διάφοροι περιηγητές, έμποροι και αρχαιοκάπηλοι.

Το 1729 ο βάνδαλος Αββάς Fourmont και η κουστωδία του θα απογυμνώσουν σχεδόν την ελληνική επικράτεια επί 16 μήνες, συλλέγοντας 2.600 επιγραφές, 300 ανάγλυφα, μετάλλια και σχέδια αρχαιοτάτου προελεύσεως, πολλά από τα οποία βρήκαν στην Αργολίδα (40 στην Ερμιόνη). Στην αλληλογραφία με τους πάτρωνές του διαβάζουμε: Έψαξα να βρω τις αρχαίες πολιτείες αυτής της χώρας και κατέστρεψα μερικές. Ανάμεσα σ’ αυτές την Ερμιόνη, την Τίρυνθα, την Τροιζήνα, τη μισή Ακρόπολη του Άργους, τη Φλιούντα, το Φενεό και αφού ταξίδεψα στη Μάνη είμαι απασχολημένος εδώ και έξι βδομάδες με την ολοκληρωτική καταστροφή της Σπάρτης… Γκρεμίζοντας τα τείχη και τους ναούς της, μη αφήνοντας λίθον επί λίθου, θα κάνω αγνώριστο αυτό τον τόπο.

 

18ος αιώνας (δεύτερο μισό)

 

Κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, ξεκινούν οι πρώτες αποστολές των Dilettanti προς την Ελλάδα (1750-1753 Stuart & Revett, 1764 Chandler & Pars). Η «εταιρεία των ερασιτεχνών» (Society of Dilettanti) ιδρύεται το 1734 από Βρετανούς ευγενείς και διανοούμενους και θέτει ως σκοπό της την καταγραφή και απεικόνιση των μνημείων της ελληνικής και της ρωμαϊκής αρχαιότητας. Ακόμα, στα τέλη του 18ου αιώνα Άγγλοι νεαροί άντρες αριστοκρατικής καταγωγής συρρέουν στη χώρα, θαυμάζοντας τα απομεινάρια της κλασικής, ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής. Σκοπός τους η επιβεβαίωση του υψηλού κοινωνικού τους status, με την απόκτηση εμπειριών εκπαιδευτικής αλλά και ψυχαγωγικής φύσης. Από το 1790 κι έπειτα η Ελλάδα αποτελεί τον δημοφιλέστερο προορισμό των Ευρωπαίων grandtourers.

Γκίλφορδ Φρέντερικ Νορθ

Το 1791 επισκέπτεται το Άργος ο Λόρδος Guilford, ο μετέπειτα ιδρυτής της «Ιονίου Ακαδημίας» και πρώτος πρόεδρος της «Εταιρίας των Φιλομούσων» και αναφέρει  χαρακτηριστικά: Η φημισμένη αυτή πόλη έχει ακόμη 6.000 χιλιάδες κατοίκους και δεν είναι ούτε βρόμικη ούτε άσχημα χτισμένη για τα δεδομένα μιας τουρκικής πόλης. […] Μείναμε εκεί μία μέρα, για να ξεκουραστούμε, και πήγαμε να δούμε τις αρχαιότητες, που είναι τα ερείπια ενός μεγάλου πλίνθινου ναού, πιθανόν ρωμαϊκής κατασκευής, και ένα εγκαταλειμμένο πλακόστρωτο. Ο πασάς κάνει εκεί ανασκαφές και έχει βρει μερικά σημαντικά πράγματα στην περιοχή.

Το 1795 ο Άγγλος γεωλόγος John Hawkins βρίσκεται στις Μυκήνες, όπου σχεδιάζει τον Θησαυρό του Ατρέα και την Πύλη των Λεόντων.

Το 1799 αρχίζει η περιπέτεια του Γάλλου διπλωμάτη Pouqueville στην Πελοπόννησο, ενός ανθρώπου που έμεινε συνολικά πάνω από 10 χρόνια στην Ελλάδα, σχεδίασε και ερεύνησε επισταμένως πολλά αρχαιολογικά μνημεία, ενώ είναι ο πρώτος που μετρά τις διαστάσεις των μνημείων σε πόδια! Ιδού πώς περιγράφει ο ίδιος ο Γάλλος περιηγητής τη στιγμή που ανακαλύπτει την Πύλη των Λεόντων: Καθώς προχωρούσα, δεν άργησα να ξεχωρίσω στη στέψη ενός άγονου λοφίσκου τη βάση τμήματος τείχους, ενώ παράλληλα ένα βοσκόπουλο μας πληροφόρησε ότι επρόκειτο για την πύλη εκείνη πάνω στην οποία απεικονίζονται δυο λιοντάρια, κι ότι πιστεύεται ότι ήταν έργο των Κυκλώπων. Τρέχοντας φτάσαμε εκεί κι εγώ αντίκρισα επιτέλους τις Μυκήνες… Οι ύψους δέκα ποδών λέοντες, τοποθετημένοι κατά τον ίδιο τρόπο, όπως και στα οικόσημα, έχουν ανάμεσα τους έναν ανεστραμμένο και ανάγλυφο κίονα σκαλισμέ­νο μέσα σ’ έναν τεράστιο οξυκόρυφο λίθο, ο οποίος ακουμπά πάνω στο υπέρθυρο της εισόδου.

 

Pouqueville – Gate of Lions 1835

 

Pouqueville – Treasury of Atreus

 

Pouqueville – Treasury of Atreus (2)

 

1800-1820

 

Οι δυο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα είναι η σπουδαιότερη περίοδος του περιηγητισμού, λόγω του πλήθους των ταξιδιωτών, του όγκου των έργων τους και της αξίας τους. Καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρακμάζει και οι Μεγάλες Δυνάμεις καραδοκούν για την εκμετάλλευση της λείας, η ελληνική γη αποκτά βαρύνουσα πολιτική σημασία. Από το 1800 ως το 1810 εντολοδόχοι πράκτορες των ευρωπαϊκών δυνάμεων μεταμφιεσμένοι ως περιηγητές ή αρχαιοδίφες (Gell, Dodwell, Leake) περιηγούνται απ’ άκρη εις άκρη την Ελλάδα και παραδίδουν μνημειώδη επιστημονικά έργα ζωής χιλιάδων σελίδων διανθισμένα με πλούσια εικονογράφηση. Με τις δημοσιεύσεις τους προσελκύουν το ενδιαφέρον άλλων περιηγητών και επιστημόνων που συρρέουν έπειτα στην ελληνική γη. Η Ελλάδα και ειδικότερα η Αργολίδα αποτελεί τον κύριο – αν όχι τον αποκλειστικό – προορισμό τους. Οι περιηγητές αυτοί ουσιαστικά προλειαίνουν το έδαφος για τις μετέπειτα ανακαλύψεις του Σλήμαν στην Αργολίδα.

Ο Άγγλος φυσιοδίφης και μεταλλειολόγος Edward Daniel Clarke, δράστης της αρπαγής της κολοσσιαίων διαστάσεων καρυάτιδας από το ιερό της Δήμητρας στην Ελευσίνα, σχεδιάζει την Πύλη των Λεόντων στις Μυκήνες το 1801.

 

Edward Daniel Clarke, Πύλη των Λεόντων, 1801.

 

Ο Ιρλανδός ζωγράφος και αρχαιολόγος Edward Dodwell επισκέπτεται για πρώτη φορά την Αργολίδα το 1801, μαζί με τον Άγγλο τοπογράφο και αρχαιολόγο William Gell και τον προσωπικό του ζωγράφο, τον Ιταλό Simone Pomardi. Οι τρεις αυτοί περιηγητές διεξάγουν συστηματικές έρευνες στους αρχαιολογικούς χώρους της ευρύτερης περιοχής, αφήνοντάς μας πλούσιο και σπουδαίο έργο.

 

Η Πύλη των Λεόντων (The Gate of the Lions at Mycenae) – Edward Dodwell, 1834.

 

Οι Πύργοι του φρουρίου Λάρισσα του Άργους – Πανοραμική άποψη της αργολικής πεδιάδας, χαλκογραφία. William Gell, 1810.

 

Άργος. Άποψη της Λάρισας από το λόφο της Δειράδας 1810.

 

William Gell, Πύλη των Λεόντων, Μυκήνες,1810.

 

William Gell, Πύλη των Λεόντων, Μυκήνες,1810.

 

William Gell, Πύλη των Λεόντων, Μυκήνες,1810.

 

William Gell, Θησαυρός του Ατρέως, Μυκήνες, 1810.

 

William Gell, Θησαυρός του Ατρέως, Μυκήνες, 1810.

 

Simone Pomardi, Θησαυρός του Ατρέως, Μυκήνες, 1810.

 

Mary Nisbet, Countess of Elgin.

Το 1802 η λαίδη Μαίρη Νίσμπετ – Έλγιν μαζί με τον περιβόητο σύζυγό της έκαναν ένα ταξίδι στην Πελοπόννησο, για να αναζητήσουν τυχόν αξιόλογες αρχαιότητες για τη συλλογή τους. Στο προσωπικό της ημερολόγιο σημειώνει τα εξής για τον Τάφο του Αγαμέμνονα στις Μυκήνες: Σε μικρή απόσταση από αυτά τα ερείπια βρίσκεται ένας καταπληκτικός θόλος, ο τάφος του Αγαμέμνονα…  Δυο επιμήκεις τοίχοι από συμπαγές ξύλο οδηγούν στην είσοδο του υπόγειου αυτού κτίσματος, αλλά οι χείμαρροι των βουνών έχουν συσσωρεύσει τόσο  χώμα, που απαιτεί ασυνήθιστο θάρρος για να συρθεί κανείς μέσα από την τρύπα, μιας και δεν υπάρχει άλλη είσοδος. Ύστερα από κάποιους δισταγμούς μπήκα σερνάμενη στα τέσσερα και αυτό που είδα με αποζημίωσε πλήρως. Η πέτρα που σχηματίζει την αψίδα της θύρας ξεπερνά σε διαστάσεις οτιδήποτε είχα δει στην Αθήνα.  …  Ο θόλος αποτελείται από σκαλιστές πέτρες.  Ανάψαμε μια μεγάλη φωτιά και έρποντας μέσα από ένα υπόγειο πέρασμα βρεθήκαμε σε ένα άλλο δώμα, πιο ακατέργαστο.»

Σημειωτέον ότι από την αρπακτική μανία του Έλγιν και των συνεργατών του δεν ξέφυγε ούτε ο Θησαυρός του Ατρέα στις Μυκήνες.

Το 1803 ο Πρώσος ανθέλληνας Bartholdy σχεδιάζει την Πύλη των Λεόντων, ενώ το 1806 ο Γάλλος υποκόμης Chateaubriand, σπουδαίος συγγραφέας και ιστορικός, εγκαταλείποντας την ακρόπολη των Μυκηνών, αντιλαμβάνεται από τον ήχο των οπλών του αλόγου του ότι βρίσκεται πάνω από ένα θολωτό κτίσμα, το οποίο συγκινημένος υποθέτει ότι είναι ο τάφος της Κλυταιμνήστρας: Επιθυμώντας να ανακτήσω το μονοπάτι της Κορίνθου, άκουσα το έδαφος να αντηχεί κάτω από τις οπλές του αλόγου μου. Ξεπέζεψα αμέσως και ανακάλυψα τον θόλο ενός άλλου τάφου. […] Μήπως αυτός που είχα ανακαλύψει ήταν ο τάφος της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου; Τον υπέδειξα στον κύριο Φωβέλ, ο οποίος πρόκειται να τον αναζητήσει στο πρώτο του ταξίδι στο Άργος: μοναδικό πεπρωμένο που με έκανε να εγκαταλείψω άρον-άρον το Παρίσι για να ανακαλύψω την τέφρα της Κλυταιμνήστρας!

 

Bartholdy, Πύλη των Λεόντων, 1803.

William Martin Leake, by Christian Albrecht Jensen oil on canvas, 1838

Την ίδια χρονιά (1806) ο Άγγλος Συνταγματάρχης William Martin Leake, μέλος της Εταιρείας των Dilettanti, «οργώνει» την ελληνική γη καταγράφοντας με λεπτομέρειες όσα είδε, ενώ καταρτίζει σπουδαίες συλλογές αρχαιοτήτων και νομισμάτων. Ερευνώντας σχολαστικά τους αρχαιολογικούς χώρους του Άργους και των Μυκηνών, σημειώνει τα εξής: Τίποτα δε θα μπορούσε να δείξει πιο έντονα την μεγάλη αρχαιότητα των ερειπίων στις Μυκήνες και το ότι πραγματικά ανήκουν στις μακρινές εποχές που αποδίδονται από τον Παυσανία, από ότι η μοναδικότητα κάποιων τμημάτων τους και η γενικότερη ανομοιομορφία τους με τα άλλα ελληνικά απομεινάρια. Δε βρίσκουμε τίποτα στην Ελλάδα που να μοιάζει με τα λιοντάρια ή τις στήλες μπροστά στην πύλη του μεγάλου θησαυρού ή τους ίδιους τους θησαυρούς…

Αργότερα, λίγο μετά το 1810, έχουμε τις έγχρωμες απεικονίσεις του Άγγλου ζωγράφου και ποιητή William Haygarth και του επίσης Άγγλου αρχιτέκτονα και ζωγράφου Charles Robert Cockerell, του ανθρώπου που ανακάλυψε τον ναό του Δία στην Αφαία και τον ναό του Επικουρίου Απόλλωνα στις Βάσσες Αρκαδίας.

 

William Haygarth, Πύλη των Λεόντων, 1810.

William Haygarth, 1810.

 

Charles Robert Cockerell, Θησαυρός του Ατρέως, Μυκήνες, 1811.

 

Το 1814 σχεδιάζει τον Θησαυρό του Ατρέα ο Εσθονός Βαρόνος Otto Magnus von Stackelberg, ένας από τους πρωτοπόρους στον τομέα της αρχαιολογίας.

 

Η πεδιάδα του Άργους και των Μυκηνών. Λεπτομέρεια λιθογραφίας που σχεδίασε ο Stackelberg και χάραξε ο Brulloff.

 

Ελληνική Επανάσταση

 

Ο Φιλέλληνας, ιστορικός και επικεφαλής του μικτού τάγματος στην πολιορκία της Τρίπολης, Τόμας Γκόρντον. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία.

Η Επανάσταση του 1821 που ακολουθεί, σίγουρα αποτρέπει πολλούς περιηγητές από το να επισκεφθούν την Πελοπόννησο, ενώ όσοι τολμηροί αψηφούν τον κίνδυνο βιώνουν μια μεγάλη απογοήτευση και θλίψη, αντικρίζοντας την καμένη γη που αφήνουν πίσω τους οι καταστροφικές μάχες και τα αντίποινα των Τούρκων. Ωστόσο ούτε η Επανάσταση θα καταφέρει να αναχαιτίσει το περιηγητικό ρεύμα προς την Ελλάδα. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα θα δώσει ένα επιπλέον κίνητρο σε αγνούς φιλέλληνες ή στρατιωτικούς να επισκεφθούν την ελληνική γη και να απαθανατίσουν τις εμπειρίες τους. Ο στρατηγός Gordon, για παράδειγμα, έχοντας πολεμήσει στο πλευρό των Ελλήνων από το 1821, επιστρέφει στην Ελλάδα το 1828 και το 1831 ανακαλύπτει το Ηραίον του Άργους, διενεργώντας ανασκαφές μεγάλης κλίμακας.

Νωρίτερα, το 1823, ο Γερμανός κριτικός τέχνης Johann Jakob Horner απεικονίζει τα τείχη της Ακρόπολης του Άργους καθώς και ορισμένα χαρακτηριστικά σημεία των Μυκηνών.

 

Johann Jakob Horner, Μυκήνες, 1823.

 

Το 1824 δημοσιεύεται το εντυπωσιακό χαρακτικό του Γάλλου ζωγράφου AlexisVictor Joly, ο οποίος ωστόσο δεν επισκέφθηκε ποτέ την Ελλάδα, απλά εμπνεύστηκε από τις απεικονίσεις παλαιότερων περιηγητών.

Το 1829 ο Ουαλλός ζωγράφος Hugh William Williams, γνωστός και ως «ο Έλλην», δημοσιεύει μια χαλκογραφία του με τίτλο «Τοπίο στο Άργος».

 

Hugh William Williams, «Τοπίο στο Άργος», 1829.

 

Expedition scientifique de Morée

 

Ο επόμενος σταθμός του περιηγητισμού στην Αργολίδα ακούει στο όνομα “Expedition scientifique de Morée” (= Επιστημονική Αποστολή στο Μοριά). Το 1828 – 1830, με εντολή του βασιλιά της Γαλλίας Καρόλου του Ι’, 17μελής επιστημονική ομάδα ερευνά εξονυχιστικά, χαρτογραφεί και μελετά τα αρχαία μνημεία και το φυσικό περιβάλλον στο Μοριά. Οι Γάλλοι επιστήμονες (με επικεφαλής τον φυσιοδίφη Bory de Saint-Vincent), χρησιμοποιώντας ως οδηγό τα έργα του Στράβωνα και του Παυσανία καθώς και τα ταξιδιωτικά χρονικά του Pouqueville και του Gell, εντοπίζουν και αποτυπώνουν αρχαιολογικές τοποθεσίες, συντάσσουν χάρτες και δημιουργούν λεπτομερή τοπογραφικά σχέδια. Καρπός των ερευνών αυτών ήταν οι έξι πληρέστατοι τόμοι που εκδόθηκαν λίγα χρόνια αργότερα στο Παρίσι.

 

Άποψη του Άργους (View of Αrgos), 1829 – Guillaume Abel Blouet (Γκιγιώμ Μπλουέ).

 

Guillaume Abel Blouet (Γκιγιώμ Μπλουέ) – Άργος

 

Guillaume Abel Blouet (Γκιγιώμ Μπλουέ) – Μυκήνες

 

Το τέλος του περιηγητισμού

 

Η Expedition scientifique de Morée θα αποτελέσει ορόσημο για τον περιηγητισμό στην Ελλάδα, καθώς με το πέρας αυτής ένας σπουδαίος κύκλος κλείνει. Από το 1830 και ύστερα το φαινόμενο του περιηγητισμού εισέρχεται σε μια νέα εποχή, πιο επιστημονική και συστηματική. Η εξονυχιστική έρευνα των Γάλλων επιστημόνων, η θέσπιση του πρώτου αρχαιολογικού νόμου στην Ελλάδα (1833), η γενίκευση της χρήσης ατμοκίνητων και μηχανικών μέσων μεταφοράς (ατμόπλοιο, ατμάμαξα) και η εφεύρεση της φωτογραφίας αργότερα, αποτελούν σημαντικούς παράγοντες που συντελούν στον τερματισμό του περιηγητισμού στην Ελλάδα με την πρώτη αγνή έννοιά του. Καθώς ο ταξιδιώτης βλέπει μόνο αποσπασματικά τα μνημεία και δεν έχει πια τον χρόνο να παρατηρήσει, να εμβαθύνει και να εμπνευστεί από το όλο περιβάλλον τους, χάνεται πια η άμεση επαφή του περιηγητή με τα μνημεία, ενώ η δύναμη της εικόνας, με το άπλετο φως που ρίχνει πάνω στα μνημεία, τυφλώνει τα μάτια της φαντασίας, που ως τότε αποτελούσαν το σπουδαιότερο όπλο κάθε περιηγητή.

Επομένως, τα τεκμήρια που δημοσιεύουν όσοι επισκέπτονται την Ελλάδα μετά το 1830 σταδιακά μεταβάλλουν τον αμιγώς περιηγητικό χαρακτήρα τους και αποτελούν μάλλον ταξιδιωτικές εντυπώσεις. Με άλλα λόγια, ο περιηγητισμός δίνει τη σκυτάλη στον τουρισμό, όχι όμως με τη σημερινή έννοια της τουριστικής βιομηχανίας.

 

Από την Expedition ως τον Σλήμαν

 

Το επόμενο διάστημα (1830-1875) σπουδαίοι περιηγητές και ταξιδιώτες επισκέπτονται το Άργος και τις Μυκήνες. Καθώς έχουν ήδη ταυτοποιηθεί όλα σχεδόν όσα βρίσκονται πάνω από την επιφάνεια της γης, οι ξένοι ταξιδιώτες επιδίδονται σε αναλυτικές μετρήσεις, εικασίες για την προέλευση των υλικών και συγκρίσεις με άλλα μνημεία αρχιτεκτονικής (Πυραμίδες Αιγύπτου, Stonehenge), ενώ δε λείπουν και οι ανασκαφικές έρευνες.

Το 1832 ο Άγγλος καλλιτέχνης, επίσκοπος και άνθρωπος των γραμμάτων Christopher Wordsworth γίνεται ο πρώτος Άγγλος που γίνεται δεκτός στην Ελλάδα του Όθωνα και σχεδιάζει ένα εντυπωσιακό τοπίο στον ποταμό Ίναχο με φόντο το Άργος.

 

Τοπίο στον Ίναχο. D. Cox jun. Από το βιβλίο του Christopher Wordsworth, «Greece Pictorial, Descriptive and Historical». London 1844.

 

Αργολική ακτή παρά τον Ινάχο. Christopher Wordsworth, « Greece Pictorial, Descriptive and Historical», London 1844.

 

Μια αντίστοιχη άποψη του Άργους βλέπουμε και στο έργο του Άγγλου (γαλλικής καταγωγής) Francis Hervé, το 1837, με την ακρόπολη της Λάρισας να δεσπόζει το βάθος.

 

Άποψη του Άργους 1837. F. Hevre, A residense in Greece and Turkey, London 1837.

 

Την επόμενη χρονιά ο σπουδαίος Σκοτσέζος ζωγράφος και συγγραφέας James Skene περιηγείται στην Αργολίδα και απεικονίζει τον Θησαυρό του Ατρέα στις Μυκήνες.

 

James Skene, Θησαυρός του Ατρέως, Μυκήνες, 1838.

Λίγο αργότερα, το 1841, ο Ιρλανδός φιλόλογος George Newenham Wright φιλοτεχνεί μια άποψη της ακρόπολης των Μυκηνών, συμπεριλαμβάνοντας και την εξίσου εντυπωσιακή χλωρίδα της μυκηναϊκής υπαίθρου.

 

The Citadel of Mycenas. George Newenham Wright, 1841.

 

Στη συνέχεια, και κοντά στο μέσον του 19ου αιώνα, οι Γάλλοι χαράκτες Théodore du Moncel (1843) και Etienne Rey (1867) μας χαρίζουν εντυπωσιακές απόψεις της Πύλης των Λεόντων, του Θησαυρού του Ατρέα και του αρχαίου θεάτρου του Άργους.

 

Théodore du Moncel, Μυκήνες, 1843.

 

Άργος, Th. Du Moncel. Ρωμαϊκά Λουτρά, Αρχαίο Θέατρο, Κάστρο της Λάρισας, 1843.

 

Άποψη του Αρχαίου Θεάτρου Άργους, κάτω αριστερά τα Ρωμαϊκά Λουτρά και στο βάθος το Ναύπλιο, επιχρωματισμένη λιθογραφία, Rey Étienne, 1843.

 

Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα φιλοτεχνούνται και οι εντυπωσιακές ξυλογραφίες που περιλαμβάνονται στη συλλογή με τίτλο «Λεύκωμα» του Κύπριου εμπόρου παλαιών βιβλίων, χαρτών και χαρακτικών Α. Νίκολας, που δημοσιεύτηκε το 1984. Τα χαρακτικά αυτά προέρχονται από τα περιοδικά “The Illustrated London News” και “The Graphic” και αφορούν πολιτικά, πολεμικά, κοινωνικά και άλλα γεγονότα και ζητήματα του Ελληνικού Κράτους και του ελλαδικού χώρου από το 1842 έως το 1885.

 

Α. Νίκολας, 1842-1885

 

Α. Νίκολας, 1842-1885

 

Τέλος, τα φωτογραφικά ντοκουμέντα των Schliemann, Cabrol και Reisinger αποτυπώνουν την ακριβή κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι αρχαιολογικοί χώροι του Άργους και των Μυκηνών στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα.

 

Ο Ερρίκος Σλήμαν μιλώντας σε ακροατήριο στο Λονδίνο για τις ανασκαφές που πραγματοποίησε στις Μυκήνες. H ομιλία έγινε στο Burlington House στην Πλατεία Piccadilly, στην Εταιρία Αρχαιοτήτων του Λονδίνου, (από Αγγλική εφημερίδα της εποχής). Αρχείο: Κώστας Καράπαυλος.

 

Ο Νίκος Καζαντζάκης στο Άργος, το 1927. Φωτογραφία «Επτά Ημέρες Καθημερινή», Κυριακή 2 Νοεμβρίου 1997. Αρχείο: Ελένη Καζαντζάκη.

Λίγο πριν το 1927 επισκέπτεται το Άργος ο Νίκος Καζαντζάκης και μας χαρίζει μια εντυπωσιακή περιγραφή της πόλης και των κατοίκων της: Άργος. Η πολιτεία, η εκκλησιά, οι καρέκλες, οι καφενέδες, τα ποτήρια τα νερά…Οι Νεοέλληνες. Σκυθρωπά μούτρα, βου­λιαγμένα μάγουλα, μάτια γαρίδα. Σε κοιτάζουν σα να είσαι κριάρι και θέλουν να σε αγοράσουν. Σε ψάχνουν με το μάτι, ερευνούν τα παπούτσια σου, τα ρούχα, τα καπέλα. Ζυγιάζουν. Τους τρώει το σαράκι -ποιος είσαι; τι καπνό φουμάρεις; τι ήρθες στον τόπο τους να πουλήσεις ή ν’ αγοράσεις; Γουρούνια κυκλοφορούν στους δρόμους, νεαροί επαρχιακοί νταντήδες κάθονται στα καφενεία, μα γυναίκα δεν υπάρχει. Όλη η πλατεία γεμάτη μουστάκια. Πλήθος καλοθρεμμένοι παπάδες. Η εκκλησιά, τριγυρισμένη από καφενέδες, λάμπει γλυκά με το κίτρινο της χρώμα, με το λιγνό σβέλτο καμπα­ναριό της.

 

Η συμβολή των περιηγητών στην ανάδειξη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού

 

Πολύ πριν τον Σλήμαν, λοιπόν, οι ξένοι περιηγητές ήταν αυτοί που ήρθαν στη χώρα μας και επανέφεραν στο φως τα κομμάτια που μας ένωναν με το ένδοξο παρελθόν. Οι άνθρωποι αυτοί, ανεξάρτητα από τα κίνητρα και τους σκοπούς του καθενός, έδωσαν σπουδαία ώθηση σε έναν λαό εξαθλιωμένο από το σκοτάδι της Τουρκοκρατίας και εξαντλημένο από τη δίνη της Επανάστασης, ώστε να ανάψει τη φλόγα του αγώνα για ελευθερία και να δημιουργήσει τις βάσεις ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η παρουσία ξένων αρχαιόφιλων στα μισοθαμμένα ερείπια της αρχαίας Ελλάδας κινεί την περιέργεια των γηγενών, που ενδιαφέρονται να ανακαλύψουν και να συντηρήσουν τα λείψανα του αρχαιοελληνικού παρελθόντος.

Ακόμα, τα περιηγητικά χρονικά που δημοσιεύονται στην Ευρώπη στις αρχές του 19ου αιώνα γίνονται ανάρπαστα και συντελούν σε πολύ μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη του κινήματος του Φιλελληνισμού. Οι περισσότεροι άλλωστε από τους περιηγητές της επαναστατικής περιόδου πολέμησαν για την ελευθερία της Ελλάδας ή συνέβαλαν με κάθε δυνατό μέσο.

Ωστόσο η σημαντικότερη ίσως συμβολή των περιηγητικών κειμένων είναι το γεγονός ότι έχουν καταγράψει γεγονότα και στιγμιότυπα του καθημερινού βίου και της κοινωνίας των Ελλήνων που έχουν διαφύγει της ιστορίας και δείχνουν ανάγλυφα τις κοινωνικοπολιτικές ζυμώσεις του ελληνικού λαού. Η δε ζωντάνια των περιγραφών και των απεικονίσεων εξάπτει την περιέργεια και προκαλεί τη φαντασία, κάνοντάς μας να ζούμε το παρελθόν στο παρόν.

 

Αξιοποίηση των περιηγητικών κειμένων και απεικονίσεων

 

Το Άργος και οι Μυκήνες ως εξαιρετικοί πρεσβευτές του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού προάγονται μέσα από τα έργα των περιηγητών σε πολιτιστικά μνημεία παγκόσμιας πλέον εμβέλειας. Τα περιηγητικά κείμενα και οι απεικονίσεις που αφορούν τον τόπο μας αποτελούν ένα ανεκτίμητης αξίας πολιτιστικό κεφάλαιο. Μια τεράστια δεξαμενή σημαντικών πολιτισμικών, λαογραφικών, αρχαιολογικών και κοινωνικών στοιχείων που παραμένει ανεκμετάλλευτη. Όλα αυτά τα κείμενα και οι απεικονίσεις (250 σε αριθμό) θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελέσουν έναν άκρως ενδιαφέροντα τόμο μιας ευρύτερης συλλογής με θέμα: «Το Άργος και οι Μυκήνες των περιηγητών».

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία


 

  • Αγγελομάτη – Τσουγκαράρη Ε., Τα ταξίδια του λόρδου Γκίλφορδ στην Ανατολική Μεσόγειο, Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 2000.
  • Αυγουστίνου Ο., Ιδανικά ταξίδια. Η Ελλάδα στη γαλλική ταξιδιωτική λογοτεχνία, 1550-1821, μετάφραση Π. Ντάλτα, Εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα 2003.
  • Γεωργοπούλου Μ., Guilmet C., Πίκουλας Ι., Στάικος Κ., Τόλιας Γ., Στα βήματα του Παυσανία – Η αναζήτηση της ελληνικής αρχαιότητας, Πρόγραμμα «Ανοιχτές Θύρες» – 2ος Κύκλος του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών σε συνεργασία με τη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη – Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, Εκδόσεις Κότινος, Αθήνα 2007.
  • Δανούσης Κ., «Ο William Martin Leake στο Άργος (1806)», Δαναός 2 (2001), 68-77.
  • Κολοκοτρώνη Β. – Μήτση Ε., Στη χώρα του φεγγαριού. Βρετανίδες περιηγήτριες στην Ελλάδα (1718-1932), μετάφραση Σ. Αυγερινού, Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 2007 (β’ έκδ.).
  • Κούρια Α., Το Ναύπλιο των περιηγητών, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε., Αθήνα 2007.
  • Λακαριέρ Ζ., Στα ίχνη του Παυσανία – Περίπατοι στην Αρχαία Ελλάδα, μετάφραση Ειρήνη Α. Ραφαήλ, Εκδόσεις Χατζηνικολή, Αθήνα 2007.
  • Moore D., Rowlands E., Karadimas N., In search of Agamemnon – Early travellers to Mycenae, Cambridge Scholars Publishing, Newcastle 2014.
  • Μουλλάς Π. – Μέντζου Β., Σελίδες για την Ελλάδα του 20ού αιώνα, κείμενα Γάλλων ταξιδιωτών, Β’ έκδοση, Εκδόσεις Ολκός, Αθήνα 1995.
  • Παπαχατζής Ν., Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις. Κορινθιακά-Λακωνικά, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1976.
  • Pouqueville F., Ταξίδι στην Ελλάδα, Πελοπόννησος, μετάφραση Ν. Μολφέτα, Εκδόσεις Συλλογή, Αθήνα 1995.
  • Σατωβριάνδος, Οδοιπορικόν, Α’ τόμ., μετάφραση: Εμμανουήλ Ροΐδης, Εκδόσεις Συλλογή, Αθήνα, ανατύπωση πρώτης έκδοσης 1860.
  • Σιμόπουλος Κ., Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, τόμ. 1-4, Εκδόσεις Στάχυ, Αθήνα 2001.
  • Σπαθάρη Ε., «Το αρχαιολογικό μουσείο των Μυκηνών», Αργειακή γη 2 (2004), 77-98.
  • Σπηλιοπούλου, Ιωάννα: «Το ταξίδι του Φρειδερίκου Θειρσίου στην Ελλάδα (1831-1832) μέσα από τις επιστολές του προς τη σύζυγό του ως πηγή αρχαιολογικής μαρτυρίας για την Πελοπόννησο». Στo: Σωτήριος Γ. Ραπτόπουλος (Επιμ.), Η αρχαιολογία στην Πελοπόννησο, αρ. 2. Πρακτικά Διημερίδας «Η ιστορική και αρχαιολογική έρευνα στην Πελοπόννησο, όπως προκύπτει από τα αρχεία των Γ.Α.Κ. Νομών Πελοποννήσου και αρχεία άλλων φορέων για την Πελοπόννησο» (Τρίπολη, 4-5 Οκτωβρίου 2013). Τρίπολη: Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, Πελοποννησιακών Σπουδών 2014: 283-307.
  • Stoneman R., Αναζητώντας την Κλασική Ελλάδα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1996.
  • Στράβων, Γεωγραφικά,  βιβλίο 8ο, μετάφραση Π. Θεοδωρίδης, Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1994.
  • Τσελεμπί Ε., Οδοιπορικό στην Ελλάδα (1668-1671), απόδοση Δ. Λούπης, Εκδόσεις Εκάτη, Αθήνα 1999 (β’ έκδ.).
  • Τσιγκάκου Φ.-Μ., Η Αθήνα με τα μάτια των ζωγράφων-περιηγητών 16ος-19ος αιώνας, Εκδόσεις «Τέχνης Οίστρος», Αθήνα 2007.

 

© Δημήτρης Τότσικας

Φιλόλογος

Η αστικοποίηση του Άργους. Στοιχεία για μια συστηματική ανάλυση του φαινομένου

$
0
0

Η αστικοποίηση του Άργους. Στοιχεία για μια συστηματική ανάλυση του φαινομένου – ©  Γεώργιος Η. Κόνδης, Αργειακή Γη, τ.1, Άργος,  Δεκέμβριος 2003.


 

Το φαινόμενο της αστικοποίησης είναι τόσο σύνθετο όσο και οι μεταβολές τις οποίες υφίσταται το κοινωνικό σώμα. Όσο περισσότερο έντονες είναι σε αριθμό, σε ρυθμό και σε συχνότητα, τόσο πιο σύνθετη μορφή έχουν. Το φαινόμενο δεν είναι επίσης απλό, διότι καθορίζει και καθορίζεται από οικονομικά συμφέροντα, κοινωνικές διαστρωματώσεις, τυχαία γεγονότα και ιστορικές συγκυρίες. Οι τελευταίες καθορίζουν με τη σειρά τους τη μορφή της αστικοποίησης και της πολεοδομικής συγκρότησης και ανάπτυξης.

Το Σωματείο των σαρωθροποιών σε προπολεμική φωτογραφία κατά τον εορτασμό της εικόνας του Χριστού (26 Δεκεμβρίου) στην Παναγία Κατακεκρυμμένη, Άργος.

Υπάρχουν, για παράδειγμα, διαφοροποιήσεις ως προς την ανάπτυξη των αρχαιοελληνικών πόλεων σε σχέση με τις αντίστοιχες βυζαντινές ή εκείνες της τουρκοκρατίας, και ακόμη μεγαλύτερες διαφοροποιήσεις σε σχέση με την αστική ανάπτυξη του 19ου αιώνα. Παρ’ ότι, όπως θα εξηγήσουμε και στη συνέχεια, δεν υπάρχουν ασυνέχειες ή διαζεύξεις στο φαινόμενο της αστικοποίησης προκειμένου για τον ίδιο ιστορικό χώρο, οι διαφοροποιήσεις στις οποίες αναφέρομαι αντικατοπτρίζουν το επίπεδο των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο.

Η διαφοροποίηση μεταξύ των μορφών αστικοποίησης δεν είναι τόσο ποσοτική όσο ποιοτική. Για το λόγο αυτό το φαινόμενο της αστικοποίησης δεν ταυτίζεται απόλυτα με εκείνο της δημιουργίας των πόλεων. Η διάκριση έγκειται στο ότι η αστικοποίηση «είναι ένα πλέγμα οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών και πολιτιστικών αντιλήψεων που η δομημένη μορφή έχει προσπαθήσει να αντιπροσωπεύσει και να εκφράσει. Για τον ίδιο λόγο το φαινόμενο αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όπως θεωρούσαν οι κοινωνικοί αναλυτές πριν μερικές δεκαετίες. Αντίθετα, προηγείται της γένεσης του καπιταλισμού, διότι απορρέει από την κοινωνική κατανομή της εργασίας μέσα στην κοινωνία και όχι μέσα στη μονάδα παραγωγής…

Για την ανάγνωση ολόκληρης της ανακοίνωσης του κυρίου Γεωργίου Κόνδη πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Η αστικοποίηση του Άργους. Στοιχεία για μια συστηματική ανάλυση του φαινομένου

Παράρτημα

Γερμανική Κατοχή και Γερμανικές Εκκαθαριστικές Επιχειρήσεις στην Αργολίδα

$
0
0

Γερμανική Κατοχή και Γερμανικές Εκκαθαριστικές Επιχειρήσεις στην Αργολίδα – © Χρίστος Ιωάν. Κώνστας


 

Το κείμενο που ακολουθεί αποτέλεσε ομιλία του γράφοντα σε οργάνωση γιορτής μνήμης των Μιδεατών που εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους ταγματασφαλίτες το 1944 και δημοσιεύεται με μικρές προσαρμοστικές  παρεμβάσεις και προσθήκη βιβλιογραφικών παραπομπών. Η γιορτή έγινε στις 8 Ιουνίου 2014 στο εκκλησάκι του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου στο Γκέρμπεσι, όπου έχει ανεγερθεί στήλη ιστορικής μνήμης.

 

Όλα άρχισαν στις 28 του Οκτώβρη του 1940, όταν η τότε φασιστική Ιταλία αξίωσε με ιταμό τρόπο να υποδουλώσει τη χώρα των Ελλήνων. Έλαβε όμως από τον ελληνικό λαό απρόσμενη απάντησηž εκείνο το ηχηρό ΟΧΙ σήμαινε την απόφαση των Ελλήνων να συνεχίσουν να ζουν ελεύθεροι και κυνήγησαν τον εισβολέα. Μπροστά όμως στον κίνδυνο του διασυρμού της Ιταλίας και συνακόλουθα και της φασιστικής ιδεολογίας η επίσης φασιστική Γερμανία, εταίρος και σύμμαχος της Ιταλίας, κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ελλάδας στις  6 Απριλίου 1941 και με την άριστα οργανωμένη πολεμική της μηχανή έσπασε τις Ελληνικές αμυντικές γραμμές και στις 27 Απριλίου 1941 ο Γερμανικός στρατός μπήκε νικητής στην πρωτεύουσα της χώρας μας και η σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό από την ίδια ημέρα κυμάτιζε στον ιερό βράχο της ακρόπολης. Οι Γερμανοί κατέλαβαν το Άργος τις απογευματινές ώρες της 27 Απριλίου μετά από διήμερο αεροπορικό βομβαρδισμό στις 26 και 27 Απριλίου και το Ναύπλιο στις 28 Απριλίου. Έτσι άρχισε η καταθλιπτική περίοδος της  στρατιωτικής κατοχής της πατρίδας μας από τους Γερμανούς που διήρκεσε τριάμισι χρόνια περίπου.

Εν τω μεταξύ από τις 23 Απριλίου 1941 ο βασιλιάς με την κυβέρνηση Τσουδερού είχαν εγκαταλείψει τη χώρα και είχαν καταφύγει στην Αίγυπτο, ενώ στις 30 Απριλίου οι Γερμανοί είχαν διορίσει κυβέρνηση πρόθυμη να εκτελεί τις εντολές τους υπό τον στρατηγό Τσολάκογλου.

Οι Γερμανικές δυνάμεις εκτός από το Άργος και το Ναύπλιο εγκαταστάθηκαν και στα γύρω χωριܞ μοίρα πυροβολικού στην Πυργέλα, στρατιωτικό άγημα στη Δαλαμανάρα στο εργοστάσιο του ΚΥΚΝΟΥ και τεθωρακισμένα στην Αγία Τριάδα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έδειξαν για το αεροδρόμιο στο Άργος, που το οργάνωσαν  και το χρησιμοποίησαν για την από αέρος κατάληψη της Κρήτης.

Μετά από μερικές ημέρες ήρθαν στο Άργος και Ιταλικά στρατιωτικά αγήματα, που εγκαταστάθηκαν στους γνωστούς μας στρατώνες αλλά και σε άλλα κτήρια.  Οι Ιταλοί ανέλαβαν τη φρούρηση των παράκτιων περιοχών της Αργολίδας, όπου εγκατέστησαν ιδίως μετά τις διαδόσεις για συμμαχική απόβαση αντιαεροπορικές βάσεις και επάκτιο πυροβόλοž στους Μύλους κατασκεύασαν αντιαρματική τάφρο και οργάνωσαν την περιοχή με συρματοπλέγματហ παράλληλα συνέδεσαν με τηλεφωνικά καλώδια τους Μύλους με το αεροδρόμιο, για να ειδοποιούν εγκαίρως για τυχόν εναέρια συμμαχική προσβολή του αεροδρομίου [1].  Τη νύχτα της 20ής προς την 21η Μαḯου Έλληνες πατριώτες με εντολή του συμμαχικού στρατηγείου κατέστρεψαν σε τρία σημεία στον Ξεριά του Άργους τα τηλεφωνικά καλώδια και διέκοψαν την επικοινωνία με το αεροδρόμιο, με αποτέλεσμα τις μεταμεσονύχτιες ώρες της ίδιας νύχτας συμμαχικά αεροπλάνα να βομβαρδίσουν το αεροδρόμιο και να καταστρέψουν στο έδαφος τα Γερμανικά αεροπλάνα και τις αποθήκες υλικών και καυσίμων [2] .

Στις 20 Μαḯου άρχισε η από αέρος κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς. Οι μονάδες της Κοινοπολιτείας που βρίσκονταν στο νησί και η καθολική συμμετοχή του κρητικού λαού στην αντίσταση κατά των εισβολέων καθυστέρησαν την κατάληψη του νησιού για δώδεκα ημέρες, ενώ ο επίσημος απολογισμός των απωλειών των δυνάμεων του άξονα ήσαν 6.000 νεκροί, τραυματίες και αγνοούμενοι, και από τα 500 αεροπλάνα που πήραν μέρος στην επιχείρηση τους έμειναν μόνο 185 [3].

Ο Γερμανικός στρατός μπαίνοντας στην Ελλάδα δε μετέφερε επί τόπου  τις επισιτιστικές του υπηρεσίες ούτε τρόφιμα για τη σίτιση των στρατιωτών οι οποίοι έπρεπε πλέον να σιτίζονται σε βάρος των Ελλήνων από την εγχώρια παραγωγή. Έτσι, άρχισε η απαλλοτρίωση και συστηματική λεηλασία του εθνικού μας πλούτου. Το Μάη του 41 ολόκληρη η παραγωγή ορυχείων είχε κλειστεί για τη Γερμανία σε μακροπρόθεσμη βάση.  Ό,τι  βρέθηκε στις ελληνικές αποθήκες κατασχέθηκε και είτε μεταφέρθηκε στη Γερμανία είτε πέρασε στον έλεγχο των Γερμανώνž κατασχέθηκαν  επίσης όλα τα αποθέματα σταφίδας, σύκων, ρυζιού, ελαιολάδου, σταριού και άλλων τροφίμων. Αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής ήταν να σημειωθεί απότομη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής, αφού τις πρώτες ύλες είχαν αρπάξει οι κατακτητές και μείωση της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής από τον πρώτο χρόνο της κατοχής. Η έλλειψη βασικών μέσων σίτισης άρχισε να γίνεται αισθητή, και από το χειμώνα του 41 ο ελληνικός λαός κυρίως οι κάτοικοι των αστικών κέντρων βρίσκονται σε κατάσταση λιμού. Υπολογίζεται ότι 300.000 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους από πείνα [4].

 

Ότι απέμεινε από το σπίτι του Δημητρίου Αδρ. Ξύδη, που πυρπόλησαν οι Γερμανοί στις 12 Ιουνίου 1944.

 

Στο ληξιαρχείο Ναυπλίου υπάρχουν καταγεγραμμένοι 124 θάνατοι από πείνα κατά το διάστημα από 29-11-1941 μέχρι τον Οκτώβρη του 44 [5]. Ο πληθωρισμός είναι πια ανεξέλεγκτος. Σε ένα χρόνο από τον Ιούνιο του 41 έως τον Ιούνιο του 42 η τιμή του ψωμιού είχε ανέβει από τις 70 δραχμές στις 2.350, δηλαδή 33 φορές επάνω,  το σαπούνι από τις 65 δραχμές στις 3.100  και τα ξερά φασόλια από τις 90 στις 2.900.

Επειδή το χαρτονόμισμα έχανε την αξία του λόγω του πληθωρισμού και η μεταφορά νέων χαρτονομισμάτων από την Αθήνα ήταν και δύσκολη και επικίνδυνη γιατί οι Γερμανοί περίμεναν έξω από τα λιθογραφεία και άρπαζαν νωπά ακόμη τα τραπεζογραμμάτια, η Τράπεζα της Ελλάδας  για να αντιμετωπίσει την κατάσταση χορήγησε την άδεια στην τοπική Οικονομική Επιτροπή Ναυπλίου να σφραγίζει τραπεζογραμμάτια με νέες πολλή μεγαλύτερες τιμές. Για να πάρουμε μια  γενική έννοια του ύψους του πληθωρισμού σημειώνουμε ότι τον Σεπτέμβριο του 44 τραπεζογραμμάτια των 5.000 δραχμών τα επεσήμανε η επιτροπή για να κυκλοφορήσουν με ονομαστική αξία 500.000.000 δραχμών [6].

Το νόμισμα έπαψε πλέον να αποτελεί μέσο πληρωμής και οι συναλλαγές γίνονταν με τον αρχέγονο τρόπο της ανταλλαγής. Έρχονταν οι Λιγουριάτες στο χωριό και αντάλλασαν μία οκά λάδι με μία οκά σιτάρι. Ο κόσμος των πόλεων μετέφερε στα χωριά τα πράγματα του νοικοκυριού του και τα αντάλλασαν με τρόφιμα. Το Μάη που θερίζαμε τα γεννήματα γυναίκες με τα παιδιά τους εμφανίστηκαν στα χωράφια και ακολουθούσαν τους θεριστές  μαζεύοντας τα σκόρπια στάχια σταριού που ξέφευγαν από τα «χειρόβολα», ήσαν οι περίφημες «σταχομαζώχτρες». Στο χωριό μας (Μιδέα) λίγοι πείνασαν, αλλά κανένας δεν πέθανε από ασιτίហεκτός από τις συνηθισμένες παραγωγές σπείραμε ρεβίθια και φακές και κάθε σπίτι αύξησε τον αριθμό των οικόσιτων προβάτων και κατσικιών. Φάρμακα δεν υπήρχαν και η αντιμετώπιση των ασθενειών γινόταν με ιδιοσκευάσματα, όταν ήταν μπορετό. Γεμίσαμε ψώρα, που αντιμετωπίσαμε με αλοιφή από θειάφι και λάδι, ενώ η ελονοσία μας τάραξεž ακόμη θυμάμαι τα ρίγη όταν ανέβαινε ο πυρετός. Σχετικά με τις άλλες επικίνδυνες ασθένειες αν ήσουν τυχερός μπορούσες να σωθείς. Εδώ θα πρέπει να μνημονεύσουμε την προσφορά του γιατρού Βασιλείου, που έτρεχε όπου τον καλούσαν.

Στις 27 Σεπτεμβρίου 1941 ιδρύεται η κορυφαία απελευθερωτική οργάνωση, το Εθνικό  Απελευθερωτικό Μέτωπο (Ε.Α.Μ.). Το πρακτικό ίδρυσης υπόγραψαν το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, η Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας και το Αγροτικό Κόμματος Ελλάδας [7]. Το ΕΑΜ απλώθηκε πολύ γρήγορα σε ολόκληρη την Ελλάδα και συνέβαλε αποφασιστικά τόσο στην επιβίωση του ελληνικού λαού σε όλη τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής όσο και στην απελευθέρωση της χώρας από τον ξενικό ζυγό. Αργότερα στις αρχές Ιανουαρίου του 1942 ιδρύθηκε το στρατιωτικό σκέλος του ΕΑΜ, ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός, ο Ε.Λ.Α.Σ. Σχετικά με τη συγκρότηση του ΕΑΜ στην Αργολίδα συναντούμε δύο παράλληλες κινήσεις που συνέπεσαν χρονικܞ τέλη Οκτωβρίου με αρχές Νοεμβρίου του ᾽41 ο Βασίλης Λάσκας από το Λουτράκι επισκέφθηκε τους αδελφούς Τσετσέκου Σπύρο, Κώστα και Βαγγέλη από τα Φίχτια και συζήτησαν για την ανάγκη και τις δυνατότητες δημιουργίας οργανώσεων του ΕΑΜ στην Αργολίδα [8], ενώ ο Πάνος Λιλής από το Γκέρμπεσι αναφέρει πως είχε συνάντηση για τον ίδιο σκοπό στις αρχές του Δεκέμβρη με τον Μήτσο Δεμοίρο από το Ανυφί και Μιχάλη Μεϊδάνη από το Μάνεση και  εκπρόσωπο του ΕΑΜ [9]. Πολύ γρήγορα δημιουργήθηκαν οργανώσεις του ΕΑΜ στις πόλεις και σε όλα τα χωριά της Αργολίδας.

Το καλοκαίρι του 1943 οι Γερμανοί έκαναν διάφορα έργα άμυνας και προστασίας των εγκαταστάσεων και του οπλισμού τους στο αεροδρόμιο του Άργους και στα χωριά που ήσαν εγκατεστημένοι, όπως στην Πυργέλα, στην Ν. Κίο, στην Αγ. Τριάδα και αλλού. Για την εκτέλεση των έργων  με απόφαση του Νομάρχη είχε καθοριστεί ένας αριθμός εργατών για κάθε χωριό που έπρεπε να πηγαίνει στα έργα κάθε μέρα. Το χωριό μας (Μιδέα) έπρεπε να στέλνει κάθε μέρα 17 εργάτες. Η οργάνωση του ΕΑΜ του χωριού πήρε εντολή να σαμποτάρει την αποστολή εργατών. Αντιπροσωπία επισκέφθηκε το Νομαρχούντα Διευθυντή της Νομαρχίας Γεωργιάδη και του είπε να μη στείλει αυτοκίνητο στη Μιδέα γιατί οι άνδρες έχουν προσβληθεί από ψώρα και σταφυλόκοκκο. Μετά από απειλές του Νομάρχη και εμμονή των χωριανών μας η Νομαρχία συμφώνησε και έστειλε το νομίατρο στο χωριό, ο οποίος στην έκθεσή του βεβαίωνε πως οι κάτοικοι κατά ποσοστό 70% έχουν προσβληθεί από ψώρα και έτσι απαλλάχτηκαν από την υποχρέωση της αναγκαστικής εργασίας [10].  Όμως οι Γερμανοί συχνά πυκνά περνούσαν από τα χωριά και όποιον άνδρα εύρισκαν τον έπιαναν και τον οδηγούσαν στα έργα. Το αυτοκίνητο που μάζευε εργάτες το είχαν ονοματίσει «Μπόγια» και με το άκουσμα «έρχεται ο Μπόγιας» όλοι οι άνδρες εξαφανίζονταν. Η οργάνωση του ΕΑΜ  για να προλάβει τυχόν ατυχήματα από επίσκεψη των Γερμανών στο χωριό είχε τοποθετήσει μόνιμο παρατηρητήριο στο Παλιόκαστρο που ήλεγχε  το δρόμο  πρόσβασης των Γερμανών στο χωριό και με το χωνί ειδοποιούσε για την κίνηση Γερμανών. Την υπόθεση αυτή είχαν αναλάβει νεολαίοι  που εκ περιτροπής εκτελούσαν  υπηρεσία παρατηρητηρίου. Οι νεώτεροι ίσως να έχετε ακούσει για το θρυλικό χωνί. Χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά της φωνής σε μεγαλύτερες αποστάσεις  και κυρίως για την εκφώνηση ειδήσεων, ανακοινώσεων, συνθημάτων κλπ.

Στις 9 Ιανουαρίου 1944 οι Γερμανοί έκαναν μπλόκο στο Γκέρμπεσι (Μιδέα)ž συνέλαβαν όλους του άντρες άνω των 14 ετών και τους συγκέντρωσαν στο ρέμμα στο  χώρο που σήμερα βρίσκεται η παιδική χαρά. Ανάμεσά τους ήσαν και μερικοί ξένοι, στελέχη αντιστασιακών οργανώσεων. Οι Γερμανοί επέτρεψαν στους τσοπάνηδες να βγάλουν τα πρόβατά τους έξω από το χωριό, για να βοσκήσουν και μαζί με τους πραγματικούς τσοπάνηδες βγήκαν από τον κλοιό και μερικοί ξένοι. Έκαναν έρευνα σε όλα τα σπίτια του χωριού, αλλά ευτυχώς δεν βρήκαν τίποτα παρά το γεγονός πως στο σπίτι του Μελέτη Βλάχου ήταν εγκατεστημένο το τυπογραφείο της αντίστασης και σε πολλά σπίτια υπήρχε πολεμικό υλικό.  Συνέλαβαν 82 περίπου άνδρες και τους οδήγησαν στο αεροδρόμιο του Άργους. Τους χρησιμοποίησαν για την εκτέλεση έργων στο αεροδρόμιο. Κοιμόντουσαν σε ξύλινες αποθήκες που από παντού έβαζαν αέρα και από την πρώτη μέρα γέμισαν ψείρεςž ο χειμώνας ήταν πολύ σκληρός και δυο φορές κατά τη διάρκεια της κράτησής τους χιόνισε. Επέτρεψαν ευτυχώς στις οικογένειές τους να τους πηγαίνουν φαγητό και κάθε μέρα καραβάνι από γαϊδουράκια ξεκίναγαν για το αεροδρόμιο του Άργους. Μεταξύ των κρατουμένων ήσαν και δύο αντάρτες καθώς και πολλά στελέχη της αντίστασης γνωστά στους κρατούμενους. Τυχόν διεξαγωγή ανακρίσεων θα αποκάλυπτε γεγονότα, που θα είχαν άμεση επίπτωση στη ζωή των κρατουμένων αλλά και στο ίδιο το χωριό. Αποφασίστηκε να παρέμβει στρατιωτικά το 6ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ για την απελευθέρωση των κρατουμένων και ορίστηκε ημέρα διεξαγωγής της επιχείρησης η 22 Ιανουαρίου 1944, ημέρα Σάββατο απόγευμα, που οι Γερμανοί κατέβαιναν στο Άργος για αναψυχή. Ευτυχώς οι Γερμανοί τους άφησαν ελεύθερους  νωρίτερα και αποφεύχθηκαν οι συνέπειες μιας τέτοιας επιχείρησης [11].

Κατά τη διάρκεια του πολέμου και τη διεύρυνση του μετώπου όλος ο Γερμανικός ανδρικός πληθυσμός υπηρετούσε στο στρατό. Έτσι, η Γερμανική βιομηχανία, ιδιαίτερα μετά την απαγόρευση από τον Χίτλερ να εργάζονται οι γυναίκες στα εργοστάσια, δεν είχε εργάτες για να  κινήσουν τα εργοστάσια. Για την κάλυψη των κενών η Γερμανική προπαγάνδα ίδρυσε υπηρεσίες προσέλκυσης εργατών σε διάφορες πόλεις της κατεχόμενης Ευρώπης και στη Θεσσαλονίκη τον Ιανουάριο του 1942. Οι Έλληνες  όμως παρά την πείνα γύρισαν την πλάτη στους Γερμανούς και μόνο 15-20 άτομα ανταποκρίθηκαν. Στις αρχές του 1943 κυκλοφόρησαν φήμες πως οι Γερμανοί σκόπευαν να καταφύγουν σε πολιτική επιστράτευση ελλήνων, για να τους στείλουν εργάτες  στη Γερμανίហτο ΕΑΜ όμως οργάνωσε διαδηλώσεις και απεργίες που συγκλόνισαν την Αθήνα και υποχρέωσαν το πρωθυπουργό Λογοθετόπουλο να διαψεύσει την πληροφορία και η επιστράτευση ματαιώθηκε. Γενικά μπορούμε να πούμε πως οι Έλληνες δεν ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των Γερμανών, αφού στα τέλη του 1943 από τα 5.400.000 αλλοδαπών εργατών, που εργάζονταν στη Γερμανία, μόνο 11. 000 ήσαν Έλληνες [12].

Στις 9 Ιουνίου του 1944 Γερμανικές δυνάμεις ενισχυμένες με άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας κύκλωσαν τα χωριά Γκέρμπεσι, Δένδρα, Μάνεσι, Ντούσια και Μπάρδι. Στο χωριό μας (Γκέρμπεσι = Μιδέα) συγκέντρωσαν όλους τους κατοίκους στο ρέμα, εκεί που βρίσκεται τώρα η παιδική χαρά και Γερμανός αξιωματικός άρχισε να εκφωνεί από κατάλογο ονόματα Γκερμπεσιωτών, ανδρών και γυναικών. Βρέθηκαν παρόντες ο Ιωάννης Δημ. Λιλής και 10 κοπέλες. Τους οδήγησαν στην Ακροναυπλία και στη συνέχεια στο στρατόπεδο της Κορίνθου και μετά στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Τον Λιλή και 5 κοπέλες τους άφησαν ελεύθερους [13], με τη μεσολάβηση κάποιων παραγόντων, τις άλλες πέντε όμως τις φόρτωσαν στο τραίνο και μέσω Γιουγκοσλαβίας της μετέφεραν στη Γερμανία. Εκεί τις οδήγησαν σε διάφορα εργοστάσια και τις υποχρέωσαν να εργάζονται για το Γ΄ Ράιχ. Μετά την κατάρρευση του Ναζισμού τις απελευθέρωσαν  οι Αμερικανοί την 1 Απριλίου 1945, οι οποίοι τις μετέφεραν στο Μπάρι και τις επιβίβασαν σε πλοίο για την Πάτρα. Εκεί τις παρέλαβε ο Ερυθρός Σταυρός [14]. Επέστρεψαν στην Ελλάδα και οι πέντε, οι οποίες ήσαν:

1) Γεώργα Αικατερίνη του Γεωργίου,

2) Κορίλη Γιαννούλα του Ευαγγέλου,

3) Λέκκα Αναστασία του Γεωργίου,

4) Παπαγεωργοπούλου Αικατερίνη του Αναστασίου,

5) Φρίμη Αικατερίνη του Γεωργίου,

Έπιασαν επίσης ομήρους και από τα άλλα γειτονικά χωριά: από το Μπάρδι 1, από του Μάνεσι 4 και από τα Δένδρα 4 [15].

Το 1944 και ιδιαίτερα μετά την ανάληψη της αρχηγίας του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου από τον Άρη Βελουχιώτη οι στρατιωτικές ενέργειες κατά των Γερμανών και των συνεργατών τους,  των Ταγμάτων Ασφαλείας, είχαν ενταθεί. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης ο στρατηγός Φέλμυ, διοικητής του 68ου Σώματος στρατού με έδρα την Αθήνα κήρυξε στις 19 Μαḯου 1944 την Πελοπόννησο εμπόλεμη ζώνη και διόρισε τον στρατηγό Λε Σουίρ διοικητή της άμυνας της Πελοποννήσου. Ο Φέλμυ με διακήρυξη όρισε τους όρους διαβίωσης και συμπεριφοράς των κατοίκων της Πελοποννήσου [16].

Σχετικά διαβάζουμε:

  • Απαγόρευση της κυκλοφορίας από τις 6 το απόγευμα μέχρι τις 6.00 το πρωί της επόμενης.
  • Κατά τη χρονική αυτή περίοδο κάθε πολίτης που θα απαντάται στο δρόμο να εκτελείται επί τόπου.
  • Όλα τα καφενεία, εστιατόρια και ταβέρνες κλπ θα κλείσουν.
  • Κάθε συνάθροιση πέραν των πέντε ατόμων ή συγκεντρώσεις, ακόμη και οι λαϊκές αγοράς, σε ανοικτούς χώρους και σε κτήρια απαγορεύονται.
  • Κάθε επικοινωνία με ταχυδρομείο, τηλέγραφο ή τηλέτυπο απαγορεύεται στον άμαχο πληθυσμό.
  • Η χρήση μέσων συγκοινωνίας όπως τραίνων, φορτηγών ή οχημάτων με ρόδες συμπεριλαμβανομένων και των ποδηλάτων στην Πελοπόννησο απαγορεύεται στον άμαχο πληθυσμό.
  • Απεριόριστη ελευθερία κίνησης ισχύει μόνο μέσα στις κατοικημένες περιοχές.
  • Εκτός κατοικημένων περιοχών επιτρέπεται η κυκλοφορία μόνο σε  δρόμους και χαραγμένα μονοπάτια, ενώ εξαιρούνται τα ορεινά  εδάφη.
  • Στις ορεινές περιοχές απαγορεύεται και η συγκοινωνία από χωριό σε χωριό.
  • Κινήσεις σε ακατοίκητες περιοχές και εκτός των επιτρεπόμενων δρόμων θα εμποδίζονται αμέσως και θα ανοίγεται πυρ και χωρίς προειδοποίηση.
  • Όλα τα διαταχθέντα μέτρα θα πρέπει να εφαρμοστούν με απόλυτη σκληρότητα και αυστηρότητα.

Αποφάσισε επίσης:

Να τοποθετηθούν  για λόγους ασφαλείας «μπροστά από της ατμομηχανές, βαγόνια, το καθένα με 15-20 ομήρους». Ο Ελληνικός λαός ονόμασε τα βαγόνια αυτά «κλούβες» και σκοπό είχαν αποτρέψουν την προσβολή των τραίνων από τον ΕΛΑΣ, αφού σε περίπτωση υπονόμευσης των γραμμών του τραίνου  θα σκοτώνονταν πρώτοι οι Έλληνες που βρίσκονταν στις κλούβες, τις οποίες οι Γερμανοί είχαν υπονομεύσει με εκρηκτικά, ενώ σε περίπτωση προσβολής του τραίνου από αντάρτες θα εκτελούσουν επί τόπου τους ομήρους ως αντίποινα. Στην κλούβα σκοτώθηκε ο Βαγγέλης Κορίλης από τα Δένδρα, όταν οι Γερμανοί για αντίποινα  ανατίναξαν την κλούβα στο σταθμό της Κορίνθου. Στην κλούβα είχαν επίσης φορτωθεί και ο Θωμάς Δημητρίου Λιλής από το Γκέρμπεσι καθώς και οι Κωνσταντίνος Σιατερλής, Χρήστος Ξύδης και Παναγιώτης Παναγής από την Πουλακίδα, που ευτυχώς, επέζησαν.

Τέλος, η Γερμανική διοίκηση αποφάσισε τη διεξαγωγή εκτεταμένων στρατιωτικών επιχειρήσεων σ΄ όλη την Πελοπόννησο. Μία από αυτές με την κωδική ονομασία «Κοράκι» αφορούσε την Αργολίδα. Στη επιχείρηση έλαβαν μέρος 4 μάχιμες ομάδες  υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Βάλτερ  Μπαρτ  και σκοπό  είχε «την εξόντωση των ομάδων του ΕΛΑΣ στην περιοχή Κορίνθου – Άργους, στο νοτιοανατολικό άκρο της Αργολίδας, στην περιοχή Επιδαύρου – Ισθμίων και στα νησιά γύρω από τις Σπέτσες». Πριν ξεκινήσει η επιχείρηση ο Μπαρτ μετά από εντολή του Λε Σουίρ εξέδωσε υπόμνημα με τον τίτλο «συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της επιχείρησης», που περιείχε εντολές που παραβίαζαν κατάφωρα τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Από τις εντολές προς τους στρατιώτες σημειώνουμε μόνο ότι «Γερμανοί στρατιώτες με πολιτικά θα πρέπει να εξουδετερώνουν αθόρυβα κάθε άνδρα που συναντούν στα βουνά, η εκτέλεση αποδεδειγμένα κομμουνιστών μπορεί να γίνει σε οποιονδήποτε αριθμό, όμηροι μπορεί να συλλαμβάνονται όταν θεωρείται αναγκαίο, στην περίπτωση που ο πληθυσμός προσπαθεί να διαφύγει τη στιγμή της προσέγγισης της μονάδας, τότε θα πυροβολούνται οι άνδρες κλπ» [17]-[18]. Κυριολεκτικά σάρωσαν την περιοχή μας, κάθε βράχος και κάθε λόχμη ερευνήθηκαν, μάλιστα οι Έλληνες συνεργάτες τους ταγματασφαλίτες καλούσαν τους κρυμμένους να βγουν, «Σε βλέπω», τους φώναζαν, «έβγα και θα σωθείς», έτσι λέγεται πως σκότωσαν το Θανάση Αναστασίου Παπαγεωργόπουλο και τον Γεώργιο Αναστ. Λέκκα. Όσους βρήκαν έξω από το χωριό τους σκότωσαν, ακόμη και την 8χρονη Μαρίνα Γεωργίου Παπαγεωργόπουλου και τον 15χρονο Δημήτριο Σπύρου Γεώργα σκότωσαν. Επίσης έκαψαν τα σπίτια του Δημητρίου Ξύδη και του Ιωάννη Ράφτη.

Κατά τον χρόνο των επιχειρήσεων βρισκόταν στην Αργολίδα το 3ο τάγμα του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ.  Η διοίκηση του τάγματος απέφυγε με ελιγμούς και υποχωρήσεις τη σύγκρουση με τους Γερμανούς και μόνο στο Κολιάκι μια ομάδα του αντάλλαξε πυροβολισμούς με την   εμπροσθοφυλακή των Γερμανών για να καθυστερήσει την προέλασή τους. Τη νύχτα 31ης  Μαḯου προς την 1η Ιουνίου ολόκληρο το τάγμα και οι περιφερειακές οργανώσεις του ΕΑΜ διαπεραιώθηκαν στη Σαμπατική,  στην παραλία του Άστρους με πλοιάρια του ΕΛΑΝ και άλλα μέσα που διέθεσαν οι νησιώτες.

Η επιχείρηση «Κοράκι» ολοκληρώθηκε στις 9 Ιουνίου 1944 με την κατάληψη των Σπετσών. Στις Σπέτσες μετά από προδοσία ντόπιων συνελήφθη ο Γεώργιος Δημητρίου Λέκκας, ο γνωστός μας με το αγωνιστικό  ψευδώνυμο «καπετάν Λευτεριάς», που ήταν επικεφαλής στρατιωτικής ομάδας του ΕΛΑΣ και από τους δημιουργούς του ΕΛΑΝ ΑργοΣαρωνικού. Τον κρέμασαν στις 12 Ιουνίου μαζί με άλλους αντάρτες στο Λιμάνι των Σπετσών από τις σιδεροκαλώνες, αφού προηγήθηκε άγριος βασανισμός [19]. Το τέλος το Λευτεριά περιγράφει ο Άγγλος Τζων Φάουλς στο μυθιστόρημά του «Ο Μάγος»ž χρειάζονται πολύ γερά νεύρα για να αντέξει κανείς την περιγραφή των βασανιστηρίων [20].

Σύμφωνα με επίσημες Γερμανικές εκθέσεις  οι Γερμανοί σκότωσαν στην επιχείρηση «Κοράκι» 235 Έλληνες. Το γεγονός αυτό συνδυαζόμενο με το γεγονός πως οι Γερμανοί δεν συγκρούστηκαν με τους αντάρτες και ότι εκτέλεσαν ενόπλους μόνο την ολιγάριθμη ομάδα του Λευτεριά δείχνει την εξαιρετική σκληρότητα με την οποία διεξήχθη η επιχείρηση, αφού όλοι οι υπόλοιποι εκτελεσμένοι ήσαν άοπλοι [21].

Έφτασε όμως το τέλος τους. Η ανθρωπότητα δεν επέτρεψε στο γένος των Αρίων να μεταβάλλουν τους ανθρώπους σε υποζύγια. Οι Γερμανοί  εγκατέλειψαν το Άργος στις 14 Σεπτεμβρίου και την ίδια ημέρα και το Ναύπλιο, αφού κατέστρεψαν το λιμάνι. Από την πρωτεύουσα έφυγαν στις 12 Οκτωβρίου 1944.

Η ποθητή ημέρα της λευτεριά είχε φτάσει.

 

Ακολουθεί κατάλογος των Μιδεατών που εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς ή άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας:

 

1) Βλάχος Μελέτης του Γεωργίου, ετών 43, στη θέση Κιάφα Μπάρκλια στις 25 Μάη 1944.

2) Γεώργας Αθανάσιος του Δημητρίου, ετών 75, στη θέση «Τρία Ρέμματα» στις  26 Μάη 1944.

3) Γεώργας Αναστάσιος του Ιωάννου, ετών 18, στη θέση «Σκλιέκα» στον παλιό δρόμο προς τον Αϊ Γιάννη της Κρλιας στις 25 Μάη 1944.

4) Γεώργας Γεώργιος του Κωνσταντίνου, ετών 50, στο Μπάρδι κοντά στην εκκλησία στις 25 Μάη του 1944.

5) Γεώργας Δημήτριος του Γεωργίου, ετών 49, στις 24 Μάη του 1944 στη θέση «Ψωριάρη (Τούρλια)», όπου έβοσκε τα πρόβατα.

6) Γεώργας Δημήτριος του Θωμά, ετών 56,  στη θέση «Σκλιέκα» στον παλιό δρόμο προς τον Αϊ Γιάννη της Κρλιας στις 25 Μάη 1944.

7) Γεώργας Δημήτριος του Σπυρίδωνος, ετών 15,  στις 27 Μάη 1944, στη θέση «Πριόνια» κοντά στα μαντριά του Κράμπα.

8) Γεώργας Ιωάννης του Θωμά, ετών 49,  στη θέση «Σκλιέκα» στον παλιό δρόμο προς τον Αϊ Γιάννη της Κρλιας στις 25 Μάη του 1944.

9) Δήμας Ιωάννης του Γεωργίου, ετών 18, τον εκτέλεσαν Ταγματασφαλίτες το πρώτο 10ήμερο του Ιουνίου 1944 κοντά στα Πυργιώτικα.

10) Δήμας Χρήστος του Γεωργίου, ετών 57,  στη θέση «Βέντρα» της περιοχής Κιάφα Μοναστήρι.

11) Κορίλης Ιωάννης του Δημητρίου, ετών 19, τον συνέλαβαν οι Γερμανοί κατά την  διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων και τον μετέφεραν στο στρατόπεδο της Κορίνθου, όπου τον εκτέλεσαν στα κυπαρίσσια του Νέγρη ίσως το πρώτο 15νθήμερο του Ιουνίου 1944.

12) Κορίλης Χρήστος του Ιωάννη, ετών 20,  έξω από το χωριό στη θέση «Ατζιαλί» την Ιη Ιουνίου 1944.

13) Λέκκας Γεώργιος του Αναστασίου, ετών 54,  στις 26 Μάη 1944 στο φαράγγι του Καραμπαμπά.

14) Λέκκας Γεώργιος του Δημητρίου (Καπετάν Λευτεριάς), ετών 30, τον κρέμασαν οι Γερμανοί με άλλους εφτά και μετά από άγριο βασανισμό στη Ντάπια των Σπετσών στις 12 Ιουνίου 1944.

15) Λέκκας Παναγιώτης του Λεωνίδα, ετών 47,  στη θέση «Βέντρα» της περιοχής Κιάφα Μοναστήρι στις 27 Μάη 1944.

16) Λιλής Μιχαήλ του Δημητρίου, ετών 36, σκοτώθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου στο Πολύγωνο σε σύγκρουση με ομάδα Ταγματασφαλιτών του Ναυπλίου.

17) Λιλής Δημήτριος του Ηλία, ετών 61, στις 24 Μάη του 1944 στη θέση «Ψωριάρης» (Τούρλια).

18) Λιλής Παναγιώτης του Βασιλείου, ετών 31, στις 27 Μάη 1944 στην περιφέρεια των Λιμνών.

19) Ξύδης Παναγιώτης του Ανδριανού, ετών 20, τον εκτέλεσαν άνδρες των ταγμάτων ασφαλείας στις 30 Αυγούστου 1944 στο Ναύπλιο.

20) Παπαγεωργόπουλος Αθανάσιος του Αναστασίου, ετών 21, στις 27 Μάη του 1944 στη «Γκιώνα» Λιμνών.

21) Παπαγεωργόπουλος Γεώργιος του Αναστασίου, ετών 45, στις 27 Μάη του 1944 στη θέση «Γκιόναλι» της Τραπεζώνας.

22) Παπαγεωργόπουλος Θεοδόσιος του Δημητρίου, ετών 24, στις 27 Μάη 1944.

23) Παπαγεωργόπουλος Κωνσταντίνος του Ιωάννη, ετών 43.  στις 27 Μάη 1944 στην Τραπεζώνα θέση «Γκιόναλι».

24) Παπαγεωργόπουλος Παναγιώτης του Σπυρίδωνος, ετών 22, στο Γκέρμπεσι στις 12 Ιουνίου 1944 με τυφεκισμό μετά από άγριο ξυλοδαρμό, γιατί παραβίασε το ωράριο απαγόρευσης της κυκλοφορίας.

25) Παπαγεωργοπούλου Γεωργία συζ. Γεωργίου, ετών 33, στις 26 Μάη 1944 στο μαντρί του Κράμπα στα πριόνια, μαζί με την οχτάχρονη θυγατέρα της Μαρίνα.

26) Παπαγεωργοπούλου Μαρίνα του Γεωργίου, ετών 8, στις 26 Μάη 1944 στο μαντρί του Κράμπα, στα πριόνια, μαζί με τη μητέρα της.

27) Παπαγεωργοπούλου Σοφία του Σπυρίδωνος, ετών 25, στο Γκέρμπεσι στις 25 Μάη 1944.

28) Υψηλάντης Δημήτριος του Γεωργίου, ετών 54, στο Γκέρμπεσι στις 12 Ιουνίου 1944.

 

Στη στήλη ιστορικής μνήμης στο εκκλησάκι του Αϊ Γιάννη καταγράφονται ως εκτελεσμένοι από τους Γερμανούς εκτός από τους αναφερόμενους ανωτέρω Γκερμπεσιώτες και οι επόμενοι:

 

Αργυρόπουλος Αγγελής του Σπύρου, ετών 26 από το Ροϊνό Αρκαδίας στις 31-5-1944.

Αργυρόπουλος Πέτρος του Σπύρου,  ετών 37 από το Ροϊνό Αρκαδίας στις 31-5-1944.

Βλάχος Ι. Παναγιώτης, ετών 53 από την Αμυγδαλίτσα στις 25-5-1944.

Διαλιάτσης Λ. Γεώργιος, ετών 21 από την Αμυγδαλίτσα στις 25-5-1944.

Διαλιάτσης Γ. Λεωνίδας, ετών 46 από την Αμυγδαλίτσα στις 25-5-1944.

Κακούρος Δ. Γεώργιος, ετών 29 από την Αμυγδαλίτσα στις 25-5-1944.

Κακούρος Μ. Ιωάννης, ετών 27 από την Αμυγδαλίτσα στις 25-5-1944.

Κυμπούρης Γ. Δημήτριος, ετών 77 από Αμυγδαλίτσα στις 25-5-1944.

Παναγής Δ. Αναστάσιος, ετών 40 από την Αμυγδαλίτσα στις 25-5-1944.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Κ. Δανούση: 50 χρόνια από την απελευθέρωση του Άργους από τους Γερμανούς, περιοδικό «Αναγέννηση» τεύχος 321, Σεπτέμβρης 1994 και ανάρτηση στην argolikivivliothiki.gr/ «Οι Γερμανοί στην Αργολίδα».

[2] Επιστολή Ν. Σαββέα προς την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 20-05-1985.

[3] Χ. Φ. Μάγερ: «Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα», σελ 38, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ, Αθήνα 2010.

[4] M.Mazower: «Στην Ελλάδα του Χίτλερ», σελ. 67 και αναλυτικά για τον λιμό στην Ελλάδα από τη σελ 49 επ. Εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ.

[5] Ν. Γ. Σαββάκη: «Θύματα Ιταλικής-Γερμανικής κατοχής περιόδου 1941-1945 περιφερείας Δήμου Ναυπλίου», Ναυπλιακά Ανάλεκτα V (2004), σελ.331.

[6] Θ. Δ. Πανταζόπουλου: «Η ταμειακή στενότης στο Ναύπλιον κατά την κατοχή και η έκδοσις τοπικού νομίσματος», Ναύπλιον 1945 και Αθήνα 1963.

[7] Λευτέρη Αποστόλου: «Το ξεκίνημα του ΕΑΜ», έκδοση «Ενωμένη Εθνική Αντίσταση 1941-1944», Αθήνα 1982, σελ. 62.

[8] Π. Μούτουλα: «Πελοπόννησος 1940-45», σελ.210, εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα 2004.

[9] Έγγραφη μαρτυρία του Πάνου Λιλή, που βρίσκεται στο αρχείο μου.

[10] Έγγραφη μαρτυρία του Πάνου Λιλή, που βρίσκεται στο αρχείο μου.

[11] Προσωπική μαρτυρία, έγγραφη μαρτυρία του Πάνου Λιλή, που βρίσκεται στο αρχείο μου, Γ. Λιλή «Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΓΟΛΙΔΑ», ΣΕΛ. 23, ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ, Άργος 1980.

[12] M. Mazower: «Στην Ελλάδα του Χίτλερ», σελ 103, Εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, Αθήνα 1994.

[13] Οι κοπέλες, που είχαν συλλάβει οι Γερμανοί και τις άφησαν ελεύθερες, ήσαν οι επόμενες: Μαρίνα Δημ. Λιλή, Μαρίνα Ευθ. Παπαγεωργόπουλου, Σπυρούλα Ιωάν. Δήμα, Αικατερίνη Ιωάν. Ράπτη, Αικατερίνη Αναστασίου Λιλή.

[14] Προφορική μαρτυρία στον γράφοντα της όμηρης Κατίνας Γεώργα-Κονδύλη.

[15] Δενδριώτες: Γεώργιος Ιωάν. Κιμπούρης, Ιωάννης Δημητρίου Δουβίκας, Δημήτριος Ιωάννου Ουλής. Μανεσιώτες: Σωτήριος Δημητρίου Καραμάνος, Αναστάσιος Καραμάνος, Σωτήριος Ιωάννου Καραμάνος, Παναγιώτα Χρήστου Καραμάνου. Μπαρδαίοι: Ιωάννης Ευαγγέλου Κακούροςž όλοι επέστρεψαν εκτός από τον Δημήτριο Ουλή, που σκοτώθηκε πολεμώντας τους Γερμανούς με τους παρτιζάνους του Τίτο στη Γιουγκοσλαβία.

[16] Χ. Φ. Μάγερ: «Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα», σελ. 554-555, Βιβλιοπωλείο της ΕΣΤΙΑΣ, Αθήνα 2010.

[17] .Χ. Φ. Μάγερ: όπ. αν. σελ.555-564.

[18] Κάποια Κυριακή, πριν την έναρξη των επιχειρήσεων και μετά τη λειτουργία τρεις Γερμανοί συνοδευόμενοι από τον Γεώργιο Τόμπρα από το Μέρμπακα, τον οποίο οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν ως διερμηνέα, ήρθαν στο χωριό. Ο ένας Γερμανός έμεινε έξω και οι δύο άλλοι με τον διερμηνέα μπήκαν μέσα στην εκκλησίហο αξιωματικός με τον διερμηνέα ανέβηκαν στο σκαλί μπροστά από την Ωραία Πύλη. Ο Γ. Τόμπρας, μεταφράζοντας όσα ο Γερμανός έλεγε, ανακοίνωσε μεταξύ άλλων ότι οι Γερμανοί σύντομα θα άρχιζαν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην περιοχή, ότι όποιον εύρισκαν έξω από το χωριό θα τον σκότωναν, ότι όποιος έμενε στο σπίτι μέσα στο χωριό δεν είχε τίποτα να φοβηθεί, ότι είχε επιβληθεί απαγόρευση της κυκλοφορίας από τις 6 το απόγευμα μέχρι τις 6 το πρωί της επόμενης ημέρας και άλλα πολλά.

[19] Για την διαπεραίωση των ανταρτών του ΕΛΑΣ από την Κοιλάδα στο Άστρος και τη σύλληψη και τον απαγχονισμό του Λευτεριά βλ. συνέντευξη του Παναγιώτη Καραμπίνα (Καπετάν Τζαβέλλα) μέλους της ομάδας του ΕΛΑΝ Αργοσαρωνικού από το Φοινίκι της Θεσπρωτίας στον Τάκη Μαύρο, εφημερίδα ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ αρ.φ. 170/ 18-04-1984.

[20] John Fowls: «The Magus», σελ. 503 επ., Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, Αθήνα 1997.

[21] Χ. Φ. Μάγερ:  όπ. αν. σελ. 563.

 

Χρίστος Ιωάν. Κώνστας

 

Σχετικά θέματα:

Το νερό και το μυκηναϊκό φράγμα της Τίρυνθας

$
0
0

Το νερό και το μυκηναϊκό φράγμα της Τίρυνθας


 

Θεωρείται ότι η ζωή αναδύθηκε από το νερό. Σύμφωνα με την επικρατέστερη  θεωρία, τα πρώτα βιομόρια σχηματίσθηκαν στα βάθη των πρωτόγονων ωκεανών. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι οι πρώιμοι οργανισμοί αναπτύχθηκαν σε βάθος 10μ.  από την επιφάνεια του νερού. Τα μόρια που περιείχαν άνθρακα συνενώθηκαν και σε μετέπειτα στάδιο ανέπτυξαν την ικανότητα της αναπαραγωγής, που θεωρείται το πρώτο σημάδι ζωής.

Η εξέλιξη ξεκίνησε εκεί που υπήρχε νερό. Πολλοί πολιτισμοί αναπτύχθηκαν κατά μήκος  των ακτών  και στις όχθες των ποταμών της Μεσογείου. Αναφέρουμε ενδεικτικά  τον  Μινωικό, τον Μυκηναϊκό, τον Κλασικό Ελληνικό και Ελληνιστικό πολιτισμό, αλλά και τους πολιτισμούς των Φοινίκων, των Ετρούσκων, των Ρωμαίων, των Αράβων και των Οθωμανών. Ο Αιγυπτιακός πολιτισμός άνθησε στις όχθες του Νείλου. Ο Ηρόδοτος έγραψε ότι η χώρα της Αιγύπτου ήταν ένα απόκτημα, «το δώρο του ποταμού». Πριν τον Αιγυπτιακό πολιτισμό, ένας άλλος ήκμασε στη Μεσοποταμία, ανάμεσα σε δύο μεγάλους ποταμούς της Ασίας, τον Τίγρη και τον Ευφράτη.

Η σημασία του νερού θεωρήθηκε τόσο μεγάλη, που ορισμένοι φιλόσοφοι, όπως ο Θαλής ο Μιλήσιος, το θεώρησαν ως «Αρχή των Πάντων», o Ηράκλειτος, έδωσε τις πρώτες ιδέες  για τον κύκλο του νερού, ενώ ένας άλλος φιλόσοφος, ο Εμπεδοκλής, όπως αργότερα και ο Αριστοτέλης, περιέγραψαν το νερό ως ένα από τα τέσσερα στοιχεία που συνιστούν την ύλη.

Όλοι οι μύθοι και οι θρύλοι που εξιστορούν τη γέννηση του σύμπαντος, παρουσιάζουν το νερό ως σύμβολο της ζωής και το συνδέουν με υδάτινες θεότητες.

Έτσι, κατά την Ελληνική κοσµοαντίληψη, ο Ωκεανός θεωρούνταν ο πατέρας όλων των θεών και οι θεοί του Ολύμπου ορκίζονταν στα νερά της Στυγός. Ο ίδιος ο Ζευς μεταμορφώνεται σε βροχή και γονιμοποιεί την Γη, ενώ ο αντίστοιχος Ορφικός Ύµνος τον αποκαλεί «αστραπαίο», «βρονταίο», «κεραύνιο», «φυτάλιο». Ο Πατέρας θεών και ανθρώπων ταυτίζεται µε την παραγωγή και το περιβάλλον γενικότερα, η δε συµβία του,  Ήρα αναφέρεται ως «όµβρων Μήτηρ».

Ο Ποσειδώνας είναι ο κατεξοχήν θεός του υγρού στοιχείου. Στην «Ελληνική Μυθολογία» του Ι. Κακριδή αναφέρεται ότι ο Ποσειδών έχει δύο παλάτια. Το πρώτο βρίσκεται στον Όλυµπο, ενώ το δεύτερο, στα βάθη της θάλασσας, όπου περνά τις µέρες και τις νύχτες του µε την γυναίκα του Αµφιτρίτη. Από τη δοξασία αυτή και από τις προσωνυµίες που είχε «Κρηναίος», «Πετραίος», «Επιλήµνιος» θεωρήθηκε προστάτης κάθε υγρού στοιχείου, ο κατεξοχήν προστάτης των ναυτικών και των ψαράδων-όπως ο Αη Νικόλας της χριστιανικής θρησκείας.

Αντικείμενο προβληματισμού των αρχαίων Ελλήνων, φαίνεται ότι υπήρξε και η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και η διαμόρφωση περιβαλλοντικής συνείδησης, με την επινόηση τριών θαλάσσιων θεοτήτων:

  • Της Ακταίας, η οποία προστάτευε τις ακτές από τα ναυάγια και τα απορρίματα των πλοίων που μεταφέρονταν με τα κύματα,
  • Της Αλκίππης, προστάτιδας του θαλάσσιου βυθού και
  • Της Ασίνης, η οποία επέβλεπε τα πλοία.

Στους καπετάνιους που ακολουθούσαν τους Κανονισμούς και προστάτευαν τον πυθμένα και τις ακτές απονέμονταν η «Ασίνηος Λίθος» ενώ στις εισόδους των λιμανιών έστηναν μαρμάρινες στήλες με την επιγραφή ΑΛΟΝ ΣΕΒΟΥ (να σέβεσαι την θάλασσα).

Νόμοι του Σόλωνα, για τη δίκαιη κατανομή έχουν μείνει στην ιστορία σαν παραδείγματα σωστής και δίκαιης διαχείρισης του πόρου αυτού. (Koutsoyiannis et al. 2008). Οι νόμοι αυτοί, μετέπειτα, περιγράφηκαν από τον Πλούταρχο, ως εξής :

  • εάν υπήρχε ένα δημόσιο πηγάδι σε απόσταση 4 σταδίων (710 μέτρα), όλοι θα χρησιμοποιούσαν αυτό
  • εάν το πηγάδι ήταν μακρύτερα, θα έπρεπε να ανοιχτεί πηγάδι με ιδιωτικά μέσα
  • εάν είχαν σκάψει για 18 μέτρα και δεν είχαν βρει νερό είχαν το δικαίωμα να παίρνουν μια υδρία (20 λίτρα) 2 φορές την ημέρα από τους γείτονές τους.

Το νερό έχει ξεχωριστή σημασία και βαρύτητα και σε όλες τις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες που συναντούμε στην περιοχή της Μεσογείου. Έτσι, στον Μουσουλμανισμό, στον Ιουδαϊσμό και τον Χριστιανισμό το νερό αποτελεί σύμβολο αγνότητας και το μέσο με το οποίο, καθαγιάζει το Άγιο Πνεύμα.

Σύμφωνα με το Νόμο του Μωυσή, το συχνό λουτρό, άρα η αγάπη για το νερό και την καθαριότητα αποκτά  πνευματική αξία. Γι’ αυτό, οι ακόλουθοι της Εβραϊκής, αλλά και της Μουσουλμανικής πίστης, πρέπει να καθαρίζονται με νερό κάθε φορά που εισέρχονται σε σημεία λατρείας – αντιστοιχία με τον «λουτήρα» των Χριστιανών -, ενώ οι Χριστιανοί βαπτίζονται στο νερό για να καθαριστούν από το προπατορικό αμάρτημα. Άλλη μια ιερουργία του Χριστιανισμού είναι ο αγιασμός των πιστών, όπως και των κτηρίων. Το πιο ζωτικό στοιχείο της ζωής όλων των έμβιων όντων εκτιμήθηκε  ιδιαίτερα και από τον Ιησού Χριστό. «Χριστός εφάνη εν Ιορδάνη αγιάσαι τα ύδατα».

Σε όποια θρησκευτικά συστήματα και αν απαντάται, το νερό διατηρεί πάντα την λειτουργία του: διασπά, καταλύει, «νίπτει τα ανομήματα», έχει ενέργεια εξαγνισμού, αλλά και αναγέννησης.

Από τα πανάρχαια χρόνια, αναπτύχθηκαν ιδιαίτερες τεχνικές για την συγκέντρωση, την αποθήκευση και τη διανομή του νερού και φτιάχτηκαν διάφορα υδραυλικά και εγγειοβελτιωτικά έργα.

Οι κρήνες (βρύσες) είναι πολύ διαδεδομένες στην Ελλάδα, ήδη από την αρχαιότητα: η Εννεάκρουνος και η Κλεψύδρα στην Αθήνα, η Κασταλία στους Δελφούς, κ.ά. Στην αρχαία Ρώμη στις δημόσιες κρήνες το νερό ανάβλυζε από κάποιο γλυπτό (σιντριβάνια). Στο Βυζάντιο κυριαρχεί η «φιάλη», κρήνη στην αυλή των μοναστηριών, με διάκοσμο από τη χριστιανική παράδοση (σταυροί, χερουβείμ, κ.ά.) για να προστατεύουν το νερό,την πηγή της ζωής, από τα «κακά πνεύματα».

Οι άνθρωποι πίστευαν ότι το νερό ήταν ευπρόσβλητο από «κακές» δυνάμεις, κάτι που εκφραζόταν μέσα σε δοξασίες και μυθολογίες για υπερφυσικούς φύλακες των νερών, δράκους, τέρατα, φίδια, κ.λπ. Στα νεότερα έθιμα επιβιώνουν πολλές δοξασίες από την αρχέγονη λατρεία του νερού, που επηρέασαν τον διάκοσμο της κρήνης με συμβολικά σχέδια (δράκοι, αετοί, φίδια, λιοντάρια, κ.ά.). Πεντάλφες, κυπαρίσσια, γλάστρες, ρόδακες, αντικριστά ζώα, κ.ά. δηλώνουν ανατολικές επιρροές, ενώ τα ανθοφόρα ή φρουτοφόρα αγγεία, αχιβάδες, κ.ά. δυτικές επιρροές.

 

Μυκηναϊκό φράγμα της Αρχαίας Τίρυνθας

 

Η ακμή των τεχνικών υδραυλικών έργων των Μυκηναίων στην Πελοπόννησο και των Μινύων στη Βοιωτία και τη Θεσσαλία, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα αρχαιολογικά ευρήματα, τοποθετείται χρονολογικά στον 14ο και 13ο αιώνα π.Χ. Τα συστήματα εκμετάλλευσης που είναι πρωτόγνωρα και μοναδικά στην Ευρώπη, είχαν ως κύριο στόχο  την προστασία από πλημμυρικά φαινόμενα, την απόκτηση και την εξασφάλιση καλλιεργήσιμων γαιών και την βελτίωση της ποιότητας του εδάφους, με τον έλεγχο της θέσης και του μεγέθους των λιμνών που σχηματίζονταν. Αποτέλεσμα των τεχνικών παρεμβάσεων  ήταν τα προηγμένα εγγειοβελτιωτικά έργα, που εξασφάλιζαν  απορροή των υδάτων από κατοικημένες και καλλιεργήσιμες εκτάσεις.

Στα ανατολικά περιθώρια του Αργολικού πεδίου, στην κοίτη του Μεγάλου Ρέματος, δύο χιλιόμετρα ανατολικά της Νέας Τίρυνθας και πέντε περίπου χιλιόμετρα από την Ακρόπολη της Τίρυνθας έχει εντοπισθεί ένα μοναδικό τεχνικό έργο του 13ου π.Χ. αιώνα, το «Μυκηναϊκό φράγμα της Αρχαίας Τίρυνθας».

Στο  εύφορο Αργολικό πεδίο, η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φώς ευρήματα που πιστοποιούν ότι η περιοχή κατοικείτο 50.000 χρόνια πριν. Την νεολιθική εποχή αναπτύχθηκαν οι πρώτοι οικισμοί και μέχρι το 4.000 π.χ. οι οργανωμένοι οικισμοί ήταν ελάχιστοι. Μετά το έτος αυτό, δημιουργήθηκαν 17 οικισμοί και ο αριθμός τους μαζί με τον πληθυσμό συνέχιζε να αυξάνεται μέχρι το 2.500 π.Χ. Η γη εκαλλιεργείτο εντατικά και οι ανάγκες σε κρέας, μαλλί και δέρμα αυξάνονταν. Οι γύρω λόφοι άρχισαν να κατοικούνται, από περιοίκους, κυρίως  βοσκούς και εκτρέφονταν πρόβατα και γίδια με συνεχώς αυξανόμενο αριθμό. Τα δάση αποψιλώνονται, τόσο για την προμήθεια της ξυλείας που χρησιμοποιείτο στις κατασκευές, όσο και για να δώσουν την θέση τους σε βοσκοτόπια. Οι ανασκαφές στην περιοχή των λόφων, έφεραν στο φως κεφαλές εκατοντάδων τσεκουριών υλοτομίας, από σκληρή πέτρα.

Τα πρώτα σημάδια της εδαφικής διάβρωσης κάνουν την εμφάνισή τους, ήδη από το 3.500 π.Χ.  Στις λεκάνες, οι οποίες  τροφοδοτούν τους χειμάρρους η βλάστηση έχει μειωθεί, ο όγκος των ομβρίων που απορρέουν γίνεται μεγαλύτερος, και ο ρυθμός διάβρωσης του εδάφους εντονότερος. Στην περιοχή της Τίρυνθας ο ποταμός κατά καιρούς πλημμυρίζει και καλύπτει την πεδιάδα με φερτά υλικά. Κατά τα πρώτα στάδια, το πάχος των στρωμάτων που σχηματίζονται από τις φερτές ύλες, είναι λεπτό και ευπρόσδεκτο από τους αγρότες, διότι φέρνει νέα συστατικά που βελτιώνουν την απόδοση των φυτών. Οι καταστροφές των καλλιεργειών αλλά και των οικισμών εξ αιτίας των πλημμυρών δεν είναι συχνές και όποτε συμβαίνουν έχουν περιορισμένη έκταση.

Η υποβάθμιση όμως των ορεινών λεκανών συνεχίζεται, οι πλημμύρες εμφανίζονται κατά μικρότερα χρονικά διαστήματα και είναι πιο απειλητικές, η πεδιάδα κατακλύζεται πιο συχνά καταστρέφοντας τις καλλιέργειες, το επιφανειακό έδαφος ξεπλένεται και δημιουργούνται τοπικά έλη που φέρνουν αρρώστιες.  Συγχρόνως η θάλασσα μπροστά από την πόλη αρχίζει να επιχώνεται, κάνοντας την ακτογραμμή να απομακρύνεται. Τα πρώτα σημάδια καταστροφικών πλημμυρών ανιχνεύονται ήδη από το 2.800 π.Χ.

Η πρώτη αντίδραση των κατοίκων που είχε στόχο κυρίως την προστασία των καλλιεργειών, ήταν η κατασκευή ορισμένων έργων διαχείρισης των ορεινών λεκανών απορροής, κυρίως μέσω λίθινων αναβαθμών, για την συγκράτηση των φερτών και την καθυστέρηση της απορροής. Τέτοιοι αναβαθμοί έχουν εντοπισθεί από τους αρχαιολόγους σε ρέματα που κατεβαίνουν από τις πλαγιές των λόφων γύρω από την Τίρυνθα. Τα έργα αυτά όμως δεν ήταν ικανά να σταματήσουν την υποβάθμιση του εδάφους. Η διάβρωση της πεδιάδας συνεχιζόταν και σε αυτό συνέβαλε και η ευρεία πλέον χρήση του αρότρου.

Από τα ορεινά της ανατολικής Αργολίδας κατέβαινε ο εξαιρετικά ορμητικός χείμαρρος της Τίρυνθας, απειλώντας κάθε τόσο να πλημμυρίσει την πόλη της Αρχαίας Τίρυνθας που βρισκόταν στους πρόποδες της περίφημης Ακρόπολης και να επιχώσει την παράκτια ζώνη, απομακρύνοντας την Τίρυνθα από τη θάλασσα.  Είναι πολύ πιθανόν οι εκβολές και ο κάτω ρους της Λάκισας (Παλαιάς κοίτης του ρέματος της Τίρυνθας πριν την εκτροπή) να χρησιμοποιείτο κάποτε και ως αλιευτικό καταφύγιο για τα σκάφη των ψαράδων της πόλης, όπως συμβαίνει σήμερα με τον κάτω ρου του ποταμού Ερασίνου στη Νέα Κίο, ο οποίος βρίσκεται 5 χλμ. δυτικά του παλιού Τημένιου.

Μετά από καταστροφικές πλημμύρες, στα τέλη της εποχής του Χαλκού, που έχουν επιβεβαιωθεί από γεωλογικές – αρχαιολογικές έρευνες, αποφασίστηκε και υλοποιήθηκε η εκτροπή του επικίνδυνου χειμάρρου ως εξής:

Περίπου 4χλμ. ανατολικά της πόλης αποκλείστηκε η βαθιά κοίτη πλάτους 50μ. με πρόχωμα ύψους  10μ και μήκους 100μ περίπου, επενδεδυμένου μερικά και ενισχυμένου στα άκρα με ογκολίθους και διανοίχθηκε τεχνητό κανάλι, το οποίο σήμερα ονομάζεται Μεγάλο Ρέμα,  μήκους 1,5χλμ. μετέφερε τα νερά στη γειτονική κοίτη του ρέματος Αγίου Αδριανού. Η νέα διώρυγα σκάφθηκε στο ίδιο βάθος και πλάτος που είχε η παλιά κοίτη. Η επιλογή της τοποθεσίας του έργου, καθώς και το σημείο εκτροπής (εκεί όπου η μακρόστενη κοιλάδα του χειμάρρου ανοίγεται προς την πεδιάδα και όπου μπόρεσαν να περιληφθούν και  μικρότεροι ακραίοι παραπόταμοι) αποδεικνύουν την ακρίβεια με την οποία οι κατασκευαστές είχαν διερευνήσει τις υδρολογικές παραμέτρους του συστήματος. Το φράγμα απέκοψε τα 4/5 της επιφάνειας απορροής του χειμάρρου (περίπου 21 τ.χλμ). Εκτιμάται ότι για την κατασκευή του απαιτήθηκαν εκσκαφές όγκου 160.000κ.μ. περίπου, η κατασκευή του τεχνητού καναλιού διήρκησε περίπου  τέσσερα χρόνια και σε ημερήσια βάση εργαζόταν 100 άτομα, ενώ η κατασκευή του φράγματος πρέπει να έγινε  σε ένα χρόνο και μάλιστα την ξηρή περίοδο και εργάσθηκαν επιπλέον 33 άτομα και πολλά ζώα για τη μεταφορά των χωμάτων και των ογκολίθων. (Φωτοπούλου Λήδα «Αρχαίο Φράγμα της Τίρυνθας», μεταπτυχιακή εργασία, Αθήνα, Οκτώβριος, 2009). Εικ. 1.

 

Εικ.1 Υπολείμματα από τον τοίχο του φράγματος 1β. Το Μυκηναϊκό φράγμα της Τίρυνθας (30.000m³ όγκου χώματος), Α,Β,Γ: το σύνολο του έργου για την εκτροπή των χειμάρρων 1,2 και 3, Δ η παλιά κοίτη «Λάκισα». Πηγή: Ηλίας Μαριολάκος, Ιωάννης Φουντούλης & Ιωάννης Μπαντέκας, «Γεωτεχνολογικές Γνώσεις κατά την Προϊστορική Εποχή».

 

Η εκτροπή του χειμάρρου της Τίρυνθας στην κοίτη του Αγίου Ανδριανού λειτουργεί  μέχρι σήμερα, ακριβώς όπως την είχαν σχεδιάσει και εκτελέσει οι Μυκηναίοι. Αντίθετα δεν λειτουργεί πλέον ένας δεύτερος τεχνητός αγωγός απορροής προς τα νότια, που οδηγούσε νερό και φερτά υλικά πέρα από τον όρμο της Τίρυνθας, στον όρμο του Ναυπλίου, που την εποχή εκείνη εισχωρούσε βαθιά στην ξηρά. Η πρόσχωση του όρμου αυτού είναι αποτέλεσμα της πανάρχαιας εκτροπής του ποταμού. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι, Ενετοί μηχανικοί του μεσαίωνα υλοποίησαν την εκτροπή όλων των χειμάρρων στον όρμο της Τίρυνθας, που με τη σειρά του δέχτηκε τόσες προσχώσεις, ώστε η τότε παραλιακή πόλη να βρίσκεται σήμερα 1,5 χλμ. από την ακτή του κόλπου της Αργολίδας. (Εικόνα 2).

 

Εικ.2: Τοπογραφικός χάρτης της ευρύτερης περιοχής του Μυκηναικού φράγματος και της Aρχαίας Τίρυνθας Α. Η αδρανής κοίτη του χειμάρρου πριν από 3.200 χρόνια, Β. Η πιο πρόσφατη εκτροπή του ποταμού από τους Βενετούς πριν 500 χρόνια περίπου, C. η τεχνητή κοίτη του ρέματος. Πηγή : Jost Knauss, Argolische Studien.

 

Η εκτροπή του χειμάρρου της Τίρυνθας αποτελεί, όπως και ο μεγάλος αγωγός των Μινύων στην Κωπαΐδα, έργο της μυκηναϊκής υδραυλικής τεχνικής.

Το φράγμα της Τίρυνθας και το κανάλι εκτροπής του Μεγάλου Ρέματος,  για πολλούς,  αποτελούν το πραγματικό ιστορικό υπόβαθρο του μύθου του ήρωα Ηρακλή για τον άθλο του καθαρισμού των στάβλων του Αυγεία, του πλούσιου βασιλιά της Ήλιδας με τα 3.000 βόδια, από την κοπριά, που είχε μαζευτεί εκεί επί τριάντα χρόνια. Ο Ηρακλής τους καθάρισε στρέφοντας τα νερά του Πηνειού και του Αλφειού προς τους στάβλους. Άλλωστε η Μυκηναϊκή Τίρυνθα, είναι ο χώρος, όπου ο Ηρακλής ζει τουλάχιστον 12 χρόνια, υπηρετώντας υποχρεωτικά τον Ευρυσθέα, βασιλιά της Τίρυνθας και πραγματοποιεί  άθλους,  προκειμένου να εξαγνισθεί για το φόνο της γυναίκας του και των παιδιών του.

Τέλος πρέπει να αναφερθεί ότι αυτό το τεχνικό θαύμα των Μυκηναίων μηχανικών εξακολουθεί να λειτουργεί επί 3.300 χρόνια μέχρι σήμερα, έστω και εν μέρει, προστατεύοντας τη περιοχή της Τίρυνθας από τις εποχιακές πλημμύρες.

Η πόλη της Τίρυνθας απαλλάχθηκε από τις πλημμύρες και τα φερτά υλικά σταμάτησαν να επιχώνουν τον θαλάσσιο χώρο.

Το φράγμα και το κανάλι εκτροπής πέτυχαν το σκοπό, για τον οποίο κατασκευάστηκαν, εκτρέποντας τις πλημμυρικές παροχές μακριά από την Τίρυνθα.

Προσωρινά επετεύχθη και η προστασία της θαλάσσιας περιοχής, η επίχωση όμως του Αργολικού κόλπου μπροστά από την Ακρόπολη συνεχίστηκε από τα θαλάσσια ρεύματα που μετέφεραν τα φερτά υλικά από τη νέα εκβολή. (Εικ.3).

 

Εικ.3 : Πιθανή θέση της ακτογραμμής της εποχή της εκτροπής του ποταμού. Πηγή: «Γεωτεχνολογικές Γνώσεις κατά την Προιστορική Εποχή», από Ηλία Μαριολάκο, Ιωάννη Φουντούλη και Ιωάννη Μπαντέκα.

 

Παράλληλα  η εκτροπή του ποταμού μείωσε τους διαθέσιμους υδρευτικούς πόρους, που ήταν απαραίτητοι στην πόλη και στέρησε από τον υδροφόρο ορίζοντα και κατ’ επέκταση από τις καλλιέργειες, μέρος της ετήσιας ανατροφοδοσίας.

 

Πηγές


 

  • Αγαπητίδης Σ.Ι  «Προστασία του περιβάλλοντος. Αρχαίοι και Νεοέλληνες», Περιοδικό Ιστορία, Τεύχος 215, Μάιος 1986.
  • Knauss J. 1996. Argolische  Studien.  Alte  Strassen – Alten Wasserbauten, Flussumleituns von Tiryns. Munchen,71-121.
  • Κ. Σουέρεφ, (επιμ), «Υδάτινες σχέσεις: Το νερό ως πηγή ζωής κατά την αρχαιότητα», Θεσσαλονίκη, 2000.
  • Δελτίο της Ελληνικής Γεωλογικής  Εταιρίας, τόμος XXXVI, 2004, Πρακτικά 10ου Διεθνούς Συνεδρίου, Θεσ/νίκη,  Απρίλιος 2004 «GEOMORPHOLOGICAL AND ARCHAEOLOGICAL STUDY OF THE BROADER AREA OF THE MYCENAEAN DAM OF MEGALO REMA AND ANCIENT TIRYNS, SOUTHEASTERN ARGIVE PLAIN, PELOPONNESUS» Μαρουκιάν Χ., Γάκη – Παπαναστασίου Κ. και Πιτερός Χρήστος.
  • ΥΠΕΠΘ, Δήμος Στυλίδας, Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Στυλίδας, «Γεωμυθολογικά Μονοπάτια», Εκπαιδευτικό Υλικό, ΚΠΕ Στυλίδας, Ιούνιος, 2008.
  • Παναγιώτης Ψύχας, «ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΦΡΑΓΜΑ ΤΗΣ ΤΙΡΥΝΘΑΣ»,  22 Μαΐου, 2008  στο academia. Edu.
  • Ηλίας Μαριολάκος, Ιωάννης Φουντούλης & Ιωάννης Μπαντέκας, «Γεωτεχνολογικές Γνώσεις κατά την Προϊστορική Εποχή», Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Τομέας Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος, Λευκωσία, 16 Ιανουαρίου, 2009.
  • Διαρκής κατάλογος κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων και μνημείων listedmonuments.culture.gr.
  • Φωτοπούλου Λήδα, «Αρχαίο Φράγμα της Τίρυνθας», ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ – ΔΙΑΤΜΗΜΑΤIΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΕΠΙΣΤΗΜΗ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ», ΑΘΗΝΑ, ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2009.

 

Μαρία Βασιλείου

Βιολόγος- Ωκεανογράφος

MS στην Οργάνωση και Διοίκηση

 

Άρθρα Μαρίας Βασιλείου:

Viewing all 22 articles
Browse latest View live