Quantcast
Viewing all 22 articles
Browse latest View live

Το αστέρι της Βηθλεέμ

Το αστέρι της Βηθλεέμ – Σχοινοχωρίτης Κωνσταντίνος, Ιστορικός, Αρχειονόμος – Βιλιοθηκονόμος, Υποψήφιος Διδάκτωρ.


 

 

«Ἡ Γέννησίς Σου Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν,

ἀνέτειλε τῷ κόσμω τό Φῶς τό τῆς γνώσεως·

ἐν αὐτῇ γάρ οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες,

ὑπό ἀστέρος ἐδιδάσκοντο,

Σέ προσκυνεῖν τόν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης,

καί Σέ γινώσκειν ἐξ ὕψους Ἀνατολήν.

Κύριε δόξα σοι».

(Απολλυτίκιον εορτής Χριστουγέννων)

                               

 

Εισαγωγή

 

Τα Χριστούγεννα είναι για εμάς τους Ορθόδοξους Χριστιανούς μία μεγάλη Δεσποτική εορτή κατά την οποία εορτάζεται η «κατά σάρκα Γέννησις του Σωτήρος και Κυρίου ημών Ιησού Χριστού». Η εορτή αυτή, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, είναι η «Μητρόπολις πασών των εορτών». Για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα καθιερώθηκαν ως αργία με τον Ιουστινιάνειο Κώδικα κατά τα έτη 529/534 μ.Χ. Συνεκδοχικώς, Χριστούγεννα έχει επικρατήσει να ονομάζεται όλο το εορταστικό δεκαπενθήμερο που ξεκινά από την παραμονή των Χριστουγέννων στις 24 Δεκεμβρίου και τελειώνει την εορτή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή στις 7 Ιανουαρίου.

Πλησιάζοντας προς την εορτή των Χριστουγέννων κορυφώνονται όμως και οι προετοιμασίες μας, κυρίως αυτές που έχουν να κάνουν με τη τήρηση των ηθών, εθίμων, παραδόσεων, όπως είναι τα κάλαντα, ο παραδοσιακός στολισμός της φάτνης, το αστέρι επί της φάτνης κ.α.

Σύμφωνα με διάφορους επιστημονικούς υπολογισμούς, ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε με υπερφυσικό τρόπο από την Παρθένο Μαρία σ’ ένα σπήλαιο της Βηθλεέμ μεταξύ των ετών 7 και 4 π.Χ. Την εποχή εκείνη βασίλευε στην Ιουδαία ο Ηρώδης ο Μέγας, στην Συρία ηγεμόνευε ο Κυρήνιος και αυτοκράτορας στη Ρώμη ήταν ο Οκταβιανός Αύγουστος, ο οποίος είχε διατάξει να διενεργηθεί απογραφή πληθυσμού των υπηκόων του. Γι’ αυτό και ο Ιωσήφ πήρε την ετοιμογέννητη Μαρία και μετέβησαν από τη Ναζαρέτ που διέμεναν, στη Βηθλεέμ.

Μετά τη γέννηση του Ιησού Χριστού, ένας άγγελος εμφανίσθηκε στους ποιμένες της περιοχής αναγγέλλοντας το χαρμόσυνο γεγονός της Γεννήσεως, ενώ πλήθος αγγέλων έψαλλαν το «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Ταυτόχρονα, άστρο φωτεινό εξ Ανατολής οδήγησε σοφούς μάγους από τη Βαβυλώνα στη Βηθλεέμ προσφέροντάς στον νεογέννητο Χριστό πολύτιμα δώρα.

Το γεγονός αυτό της έλευσης και προσκύνησης των σοφών μάγων περιγράφει μόνο  ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (κεφάλαιο Β΄, 1 – 23). Ειδικότερα, οι σοφοί μάγοι εμφανίστηκαν στην Ιερουσαλήμ και ζητούσαν πληροφορίες για τον νέο βασιλιά που είχε γεννηθεί. Ρωτούσαν «που εστίν ο τεχθείς Βασιλεύς των Ιουδαίων?». Ο Ηρώδης ταραγμένος, και μαζί με αυτόν οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, τους κάλεσε σε ακρόαση και ενημερώθηκε από αυτούς για το μεγάλο τους ταξίδι που είχαν ξεκινήσει περίπου δύο χρόνια νωρίτερα.

Σύμφωνα με τα λεγόμενα των σοφών αυτών, είχε εμφανιστεί στον ουρανό ένα αστέρι με ασυνήθιστη λάμψη και ερμήνευσαν το γεγονός ως προμήνυμα της γέννησης κάποιου πανίσχυρου νέου βασιλιά. Έτσι ξεκίνησαν αμέσως από την χώρα τους για να τον προσκυνήσουν. Το αστέρι τους έδειχνε τον δρόμο και εκείνοι το ακολούθησαν. Μόλις όμως έφθασαν στην Ιερουσαλήμ το αστέρι χάθηκε.

Ο Ηρώδης συγκέντρωσε τότε τους αρχιερείς και γραμματείς του λαού, ζητώντας πληροφορίες για τον τόπο γέννησης του Χριστού. Αυτοί του απάντησαν στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας, διότι έτσι είχε προφητευθεί από τον προφήτη Μιχαία. Τότε ο Ηρώδης έστειλε τους μάγους στη Βηθλεέμ να βρουν το παιδίον και όταν το έβρισκαν να τον ενημέρωναν για να πήγαινε και αυτός στη Βηθλεέμ να το προσκυνήσει.

Μόλις οι μάγοι βγήκαν από τα Ιεροσόλυμα και πορεύονταν προς τη Βηθλεέμ «ιδού ο αστήρ όν είδον εν τη Ανατολή προήγεν αυτούς, έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον». Αφού μπήκαν στην οικία είδαν το παιδίον με τη μητέρα του Μαρία και προσκύνησαν με ευλάβεια αυτό προσφέροντας στη συνέχεια τα δώρα τους. Έπειτα ανεχώρησαν για την πατρίδα τους από άλλο δρόμο, δίχως να ξαναεπιστρέψουν στον Ηρώδη.

Όταν οι σοφοί μάγοι ανεχώρησαν, άγγελος Κυρίου φάνηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε να καταφύγει στην Αίγυπτο μαζί με το παιδί και την μητέρα του. Ακολούθησε η σφαγή των νηπίων από δύο ετών και κάτω στη Βηθλεέμ. Στην Αίγυπτο η Αγία οικογένεια παρέμεινε μέχρι τον θάνατο του Ηρώδη.

 

Image may be NSFW.
Clik here to view.

«Το αστέρι της Βηθλεέμ (1879-80)», πίνακας του αμερικάνου ζωγράφου, Elihu Vedder (1836-1923), λάδι σε καμβά. Milwaukee Art Museum (Μουσείο Τέχνης Μιλγουόκι».

 

Οι σοφοί μάγοι και η προσκύνηση τους

 

Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος δεν μας παρέχει λεπτομέρειες ούτε για τον αριθμό τους ούτε όμως και για την ταυτότητα αυτών. Με βάση όμως την πληροφορία ότι αυτοί ήρθαν από την Ανατολή συμπεραίνουμε ότι έρχονταν από την Περσία (Χαλδαία, Βαβυλώνα), αφού ανατολικά της Παλαιστίνης δεν υπήρχαν άλλες χώρες στις οποίες να υπήρχε παράδοση για μάγους με κάποια θετική σημασία της λέξης.

Στην Περσία πάντως, μάγοι ονομάζονταν οι σοφοί που ασχολούνταν με τις φυσικές επιστήμες, την αστρονομία που τότε ονομαζόταν αστρολογία, την ιατρική, αλλά και με θρησκευτικά ζητήματα ή με απόκρυφες γνώσεις (μαντεία, ερμηνεία φυσικών φαινομένων, ονειροκριτική) και κατείχαν θέση βασιλικών συμβούλων, ακολουθώντας ακόμη και το στρατό στις διάφορες εκστρατείες. Κατά τον Ηρόδοτο, οι μάγοι ήταν ιερείς στην Περσία που ασχολούνταν με τον αποκρυφισμό και ιδιαίτερα με την αστρολογία. Κατά τον Κέπλερ οι τρείς μάγοι ήταν Χαλδαίοι δηλαδή κατάγονταν από εκεί που γεννήθηκε η αστρολογία. Άλλοι πάλι αναφέρουν ότι οι μάγοι ήρθαν από την Αίγυπτο.

Σε κάθε περίπτωση οι σοφοί αυτοί μάγοι είναι βιβλικά πρόσωπα της Καινής Διαθήκης. Ότι ήταν τρείς μας πληροφορεί εξωβιβλική παράδοση, η οποία προέρχεται από το απόκρυφο αρμενικό ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας του Ιησού (συριακό πρωτότυπο που μεταφράστηκε στα Αρμενικά κατά τον 11ο αιώνα). Σύμφωνα με την ίδια παράδοση τα ονόματα αυτών ήταν Μελχιώρ, Βαλτάσαρ και Γασπάρ.

Οι τρείς αυτοί σοφοί μάγοι ήταν μαθητές του μάντη Βαλαάμ. Ο Βαλαάμ έζησε στα χρόνια του Μωϋσή, κατά τον 13ο αιώνα π.Χ. Είχε αναφέρει στους μαθητές του ότι θα γεννηθεί από τη φυλή του Ιούδα ο μέγας Βασιλιάς και τους είχε προαναγγείλει να κοιτάξουν τον ουρανό μέχρι να δουν ένα καινούριο άστρο. Όταν το δουν να τρέξουν να το ακολουθήσουν και εκείνο θα τους οδηγήσει στον τόπο που θα γεννηθεί ο Χριστός. Τον προφητικό αυτό λόγο του Βαλαάμ τον διαφύλαξαν οι μαθητές του μεταδίδοντάς τον στους επόμενους μαθητές. Η προφητεία αυτή περί του λαμπρού άστρου και της Γέννησης του Χριστού εκπληρώθηκε 1300 χρόνια αργότερα, όταν οι τρείς σοφοί μάγοι είδαν εκείνο τον εξαίσιο αστέρα, τον ακολούθησαν, βρήκαν τον νεογέννητο Χριστό και τον προσκύνησαν.

Το γεγονός αυτό ψάλλεται και σε τροπάριο της εορτής των Χριστουγέννων «Του μάντεως πάλαι Βαλαάμ, των λόγων μυητάς σοφούς, αστεροσκόπους χαράς έπλησας, αστήρ εκ του Ιακώβ, ανατείλας Δέσποτα, Εθνών απαρχήν εισαγομένους. Εδέξω δε προφανώς, δώρα σοι δεκτά προσκομίζοντας».

 Είναι ξεκάθαρο  ότι οι σοφοί αυτοί Μάγοι γνώριζαν το πότε γεννήθηκε ο Μεσσίας. Έτσι εξηγείται βεβαίως και η ερώτησή τους προς τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ «που εστί ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων? Είδομεν γάρ αυτού τον αστέρα». Η προσκύνησή τους όμως συνοδεύτηκε και από την προσκόμιση δώρων. Ο Μελχιώρ πρόσφερε χρυσό, ο Γασπάρ το λιβάνι και ο Βαλτάσαρ την αρωματική σμύρνα. Σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας τα δώρα αυτά συμβολίζουν αντίστοιχα την βασιλική ιδιότητα, την θεία καταγωγή και τον πρόωρο θάνατο και την ταφή του Κυρίου.

 

Image may be NSFW.
Clik here to view.

Η λατρεία των μάγων, 1560; Έργο του Ολλανδού ζωγράφου Πίτερ Αίρτσεν (Pieter Aertsen, (1507 ή1508-1575). Rijksmuseum, Άμστερνταμ.Ο Ιησούς κάθεται στην αγκαλιά της μητέρας του. Κρατάει το χέρι του σαν να ευλογεί. Πριν από αυτόν γονατίζει ο Μελχίωρ προσφέροντας δώρο χρυσού. Πίσω από την Παναγία, με κόκκινο ρούχο είναι ο σύζυγός της Ιωσήφ.

 

Χαρακτηριστικά του αστέρος της Βηθλεέμ (επιστημονική και θεολογική ερμηνεία)

 

Για το άστρο της Βηθλεέμ δεν υπάρχουν πολλές αναφορές. Η μοναδική αναφορά γι’ αυτό βρίσκεται στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον (κεφ. Β΄). Σε κάθε περίπτωση θα ήταν κάτι το ασυνήθιστο, αφού τράβηξε την προσοχή των μάγων, οι οποίοι στη συνέχεια το ακολούθησαν δίχως να γνωρίζουν σε ποιόν τόπο θα κατέληγαν. Επιπλέον, πρέπει να είχε μεγάλη χρονική διάρκεια, αφού όπως πληροφορούμαστε σχετικώς οι ίδιοι οι μάγοι ξεκίνησαν το ταξίδι τους από την Περσία (Χαλδαία) μέχρι τη Βηθλεέμ, το οποίο διήρκεσε δύο χρόνια.

Το άστρο όμως δεν έγινε ορατό ή αντιληπτό από όλους. Φαίνεται ότι οι μάγοι ήταν οι μόνοι που το είχαν δει ή αυτοί που το είχαν μελετήσει και που γνώριζαν κάτι γι’ αυτό. Ο Ηρώδης δεν γνώριζε κάτι για το άστρο, ούτε οι ποιμένες το είχαν προσέξει ούτε όμως και οι Ρωμαίοι στρατιώτες. Επομένως, το άστρο αυτό ίσως να μην ήταν άστρο με τη σημασία που έχει η λέξη σήμερα. Το άστρο που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος ως «αστέρα» ίσως και να μην ήταν ένα πραγματικό άστρο, αλλά ένα οποιοδήποτε ουράνιο σώμα ή φαινόμενο.

Όπως θα δούμε παρακάτω κατά καιρούς διάφοροι επιστήμονες και μελετητές έδωσαν ποικίλες ερμηνείες, τις οποίες όμως η σύγχρονη αστρονομία δεν θεωρεί πειστικές. Από την άλλη πολλοί πατέρες, άγιοι και θεολόγοι της Εκκλησίας τοποθετήθηκαν αναλόγως επί της ερμηνείας του φαινομένου του άστρου. Κοινή πάντως διαπίστωση όλων τους είναι ότι η ερμηνεία του αστέρα της Βηθλεέμ άπτεται του χρονικού προσδιορισμού της ίδιας της Γέννησης του Ιησού Χριστού.

 

Επιστημονική προσέγγιση

 

Διπλή ή τριπλή Σύνοδος Πλανητών

Η πρώτη ερμηνεία δόθηκε από τον αστρονόμο Κέπλερ. Ο Johannes Kepler (1571 – 1630) υποστήριξε ότι το άστρο της Βηθλεέμ δεν ήταν ένας συνηθισμένος κομήτης ή ένα απλό άστρο, αλλά με έναν ιδιαίτερα θαυμαστό τρόπο κινούνταν στο κατώτερο στρώμα της ατμόσφαιρας για να οδηγήσει τους μάγους από την Χαλδαία στη Βηθλεέμ. Για τον Κέπλερ το αστέρι της Βηθλεέμ ήταν μια σύνοδος πλανητών. Πράγματι το έτος 7 π.Χ. πραγματοποιήθηκε μια τριπλή ή μεγάλη συζυγία από τους πλανήτες Δία και Κρόνο (ευθυγράμμιση πλανητών).

Προς την ίδια κατεύθυνση που χάραξε ο Κέπλερ ο Αμερικανός αστρονόμος Ρ. Σίννοτ, βασιζόμενος στους προγενέστερούς του Αμερικανούς αστρονόμους Τζ. Στόκγουελ (1892) και Τζ. Σουΐφτ (1893), και αφού μελέτησε τις πλανητικές συνόδους που συνέβησαν από το 12 π.Χ. έως το 6 π.Χ., υποστήριξε το έτος 1968 ότι το έτος 3 π.Χ. και 2 π.Χ. συνέβησαν δύο σύνοδοι των πλανητών Αφροδίτης και Δία αντίστοιχα και πιθανόν αυτές να σχετίζονται με το άστρο της Βηθλεέμ.

Η υπόθεση ότι το «άστρο» της Βηθλεέμ σχετίζεται με την τριπλή σύνοδο Δία και Κρόνου υποστηρίχτηκε από αρκετούς αστρονόμους. Την άποψη αυτή υπεστήριξαν ο Ρ. Νιούτον το έτος 1972, ο Ι. Έλλιοτ το έτος 1978 και ο αστρονόμος Ρ. Μπίντερ το έτος 1996, ο οποίος υπολόγισε μέσω ενός ειδικού λογισμικού  σε έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή ότι την 3η Δεκεμβρίου του έτους 7 π.Χ. συνέβη η εν λόγω τριπλή σύνοδος. Η άποψη πάντως αυτή ενισχύεται και από την ανακάλυψη αστρονομικών αρχείων το έτος 1925, στην αρχαία πόλη Σαϊπάρ, στα οποία είναι καταγεγραμμένο το εν λόγω αστρονομικό φαινόμενο το έτος 7 π.Χ.

Ιδιαίτερα σημαντικά είναι και τα όσα υποστηρίζει προς την ίδια πάντοτε κατεύθυνση της θεωρίας της Μεγάλης Συνόδου των Πλανητών η επίκουρος καθηγήτρια Μ. Παπαθανασίου, μαθήτρια του καθηγητού Πανεπιστημίου Κ. Χασάπη. Αναφέρει σχετικά ότι:

«…Εις την Μ. Σύνοδον του έτους 6 π.Χ. ηγετικός πλανήτης ήταν ο Κρόνος ο οποίος ανέκαθεν θεωρούνταν ότι συνδεόταν με τον χώρο της Ιουδαίας, το δε φαινόμενο έλαβε χώρα στον Οίκο των Ιχθύων ο οποίος επίσης συνδέεται με την Ιουδαία… Εκείνο το έτος το 7 π.Χ. έλαβε χώρα και ένα από τα σπανιότερα αστρονομικά φαινόμενα…Έγινε η τριπλή σύνοδος των πλανητών Δία και Κρόνου… Αλλά μία σύνοδος απλή των πλανητών Δία και Κρόνου προεικόνιζε τη γέννηση μεγάλου ανδρός και μάλιστα βασιλιά, οπότε η τριπλή σύνοδος Δία και Κρόνου θα σήμαινε βεβαίως ότι εκείνος ο οποίος θα γεννιόνταν θα ήταν πράγματι Θεάνθρωπος, θα ήταν Εκείνος στον οποίο το θείο στοιχείο (Κρόνος) θα είχε συνενωθεί με το ανθρώπινο (Ζεύς) δια της τριπλής συνόδου».

 

Συνεχίζοντας η κα Παπαθανασίου εξηγεί:

 

«Επειδή ο Κρόνος θεωρούνταν ως η αρχή της συνθέσεως, της ενοποιήσεως και ως η δύναμη της εκδήλωσης του Θείου Λόγου και ο Ζεύς ως ο πάσης φύσεως άρχων, ο εκπρόσωπος της Δικαιοσύνης έχων όλας τας καλάς ιδιότητας των άλλων πλανητών ήταν δηλαδή ζωοποιός όπως ο Ήλιος, ισχυρός όπως ο Άρης, ευφυής όπως ο Ερμής, καλός όπως η Αφροδίτη και συνθετικός όπως ο Κρόνος, γι’ αυτό και δίνονταν βαρύτητα στο φαινόμενο της τριπλής συνόδου στον οίκο των Ιχθύων ο οποίος συνδέονταν με την Ιουδαία… Στις 13 Απριλίου του έτους 6 π.Χ. εισήλθε στον οίκο των Ιχθύων και η Σελήνη. Η Σελήνη που εκπροσωπεί την φύση, την μητέρα γεννήτρια των ζώσων μορφών, με την είσοδό της στους Ιχθύς έδειχνε την υποταγή της φύσεως σε Εκείνον ο οποίος ερχόταν ως Μεσσίας, Εξουσιαστής και Άρχων. Δια της ταχείας κινήσεώς της όμως προκάλεσε πληθώρα φαινομένων, τα οποία ήταν διάφοροι σύνοδοι και τριγωνικές όψεις με τους Κρόνο, Ήλιο, Δία και Αφροδίτη και έδειχναν ότι η ανθρωπότητα προσχωρεί στο θείο κήρυγμα. Κατά την προτελευταία ημέρα της Μεγάλης Συνόδου, την 17η Απριλίου, η Σελήνη ήλθε σε σύνοδο με τον Ήλιο στον οίκο του Κριού με αποτέλεσμα την μερική έκλειψη του Ηλίου, η οποία σήμαινε την κατάθλιψη του Βασιλέως από τον κόσμο, σήμαινε δηλ. την Σταύρωσή Του. Γι’ αυτό και οι Μάγοι πρόσφεραν την πένθιμη σμύρνα στον Ιησού. Η τελευταία έξοδος του Δία από τον οίκο του Κριού στις 6 Μαρτίου του 5 π.Χ. φανέρωνε τον χρόνο ενσαρκώσεως του Μεγάλου Βασιλέως.

Οι Μάγοι γνώριζαν επομένως τον χρόνο της ενσαρκώσεως (γεννήσεως). Γνώριζαν ότι συνελήφθη την 6η Μαρτίου 5 π.Χ. και ότι έπρεπε να γεννηθεί την 6η Δεκεμβρίου 5 π.Χ…»

 

Κομήτης

Η θεωρία ότι το αστέρι της Βηθλεέμ ήταν ένας κομήτης υποστηρίχθηκε αρχικώς από τους πατέρες της Εκκλησίας Ωριγένη και Ευσέβιο της Καισαρείας. Ακολούθησε ο Γερμανός αστρονόμος Stenzel, οι Αμερικανοί Don Geomans και Richardson, ο Άγγλος αστρονόμος Colin Humphreys του Cambridge.

Βολίδες ή Διάττοντες αστέρες

Ως άποψη δεν έχει υποστηριχθεί από κανέναν αστρονόμο, αφού το αστέρι της Βηθλεέμ είχε μεγάλη χρονική διάρκεια (τουλάχιστον δύο έτη).

Καινοφανής ή υπερκαινοφανής αστέρας (σούπερ νόβα)

Οι υπερκαινοφανείς (Σούπερ Νόβα) αστέρες ανήκουν σε μία κατηγορία αστεριών, των οποίων το μέγεθος και η λαμπρότητα μεταβάλλεται απότομα. Συνήθως είναι αόρατοι με μικρά τηλεσκόπια. Λάμπουν ξαφνικά σε ένα σημείο του ουρανού και μετά με γρήγορο ρυθμό χάνουν την λαμπρότητά τους. Η διαφορά μεταξύ των καινοφανών και υπερκαινοφανών αστέρων είναι ότι στους δεύτερους, η προαναφερθείσα διαδικασία είναι πολύ πιο ταχεία και έντονη.

Την θεωρία αυτή υποστηρίζουν οι Έλληνες αστρονόμοι Δ. Κωστάκης και Στ. Πλακίδης, ο διαπρεπής Άγγλος Edward Walter Maunder, οι Άγγλοι Parkinson και Stephenson, James Mullaney κ.α. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Άγγλο αστρονόμο Ντέιβιντ Κλάρκ την άνοιξη του έτους 5 π.Χ. είχε συμβεί μια έκρηξη σούπερ νόβα στον αστερισμό του Αιγόκερω.

Ούτε όμως και η ερμηνεία αυτή μπορεί να σταθεί. Κι αυτό διότι όπως γράφουν οι καθηγητές αστροφυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Σ. Θεοδοσίου και Μ. Δανέζης:

 

«Από αστρονομική άποψη ένας υπερκαινοφανής θα ήταν το τέλειο άστρο της Βηθλεέμ, αφού βέβαια σχετιζόταν με την εμφάνιση ενός πραγματικά νέου άστρου για τις συνθήκες παρατήρησης της εποχής. Μία τέτοια κοσμική καταστροφή είναι πάρα πολύ θεαματική και εύκολα αντιληπτή για τους ειδικούς αστρονόμους. Ένας πραγματικά λαμπρός αστέρας, ορατός ακόμη και με το φως της μέρας, θα ήταν η καλύτερη εξήγηση για την φύση του άστρου της Βηθλεέμ. Σήμερα, γνωρίζουμε ότι τα υπολείμματα του υπερκαινοφανούς παραμένουν στο χώρο έκρηξης σαν νεφέλωμα για εκατοντάδες χρόνια. Γι’ αυτό το λόγο, οι αστρονόμοι μπορούν να ανατρέξουν στο παρελθόν και να υπολογίσουν τον χρόνο της αρχικής έκρηξης. Δυστυχώς όμως τίποτε δεν φθάνει ως την εποχή της γέννησης του Χριστού. Δηλαδή, κατά την περίοδο της γέννησης και τις επίγειας δράσης του Σωτήρα Χριστού, δεν υπάρχει κάποια ιστορική ή αστρονομική μαρτυρία εμφάνισης ενός υπερκαινοφανούς αστέρα».

 

Διπλή έκκλειψη του πλανήτη Δία

Ο αμερικανός αστρονόμος Μάϊκ Μόλναρ ισχυρίστηκε πρόσφατα ότι αφού μελέτησε τους συμβολισμούς στα ρωμαϊκά νομίσματα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το αστέρι ήταν στην πραγματικότητα μια διπλή έκκλειψη του πλανήτη Δία. Υποστηρίζει μάλιστα ότι την απόδειξη για την θεωρία του αυτή την εντόπισε στο βιβλίο Mathesis, που γράφτηκε από κάποιον Ρωμαίο αστρολόγο τον Φίρμικους Ματέρνους.

 

Image may be NSFW.
Clik here to view.

Η Γέννησις. Τοιχογραφία από τη Σκοτεινή Εκκλησία στην Καππαδοκία.

 

Θεολογική προσέγγιση

 

Η φύση του αστέρα αυτού που οδήγησε τους Μάγους απασχόλησε όχι μονάχα την αστρονομία, αλλά και τη θεολογία. Την Εκκλησία όμως το ζήτημα του άστρου της Βηθλεέμ ουδέποτε την απασχόλησε επιστημονικά, αλλά θεωρήθηκε αυτό εξαρχής ως κάτι νέο και ασυνήθιστο, το οποίο παρουσιάστηκε για έναν ορισμένο και ύψιστο σκοπό. Αρκετοί ήταν οι πατέρες της Εκκλησίας που τοποθετήθηκαν επί του θέματος.

  • Ο Ωριγένης θεωρεί «το άστρο καινούργιο που δεν μοιάζει σε κανέναν από τα συνηθισμένα άστρα ούτε τα απλανή ούτε αυτά που βρίσκονται στις κατώτερες σφαίρες» (Κατά Κέλσου, Α΄, LVIII, 15, σελ. 112, τομ. Β΄).
  • Ο Ευσέβιος Καισαρείας σημειώνει ότι ήταν «ξένος και όχι συνηθισμένος αστέρας, ούτε ένας από τους πολλούς και γνώριμους… αλλά από όλους πιό καινούργιος» (Ευαγγελική απόδειξη, Θ΄,Ι΄,15 & αποσπάσματα τ. 28, σελ. 105).
  • Ο Άγ. Γρηγόριος ο θεολόγος υποστηρίζει ότι «Ας σωπάσει για την μεγάλη δόξα του Θεού ο άγγελος αστέρας ο οποίος οδήγησε τους μάγους από την Ανατολή στην πόλη, όπου ο Χριστός, γιός ανθρώπου αλλά άφθαρτος στον χρόνο έλαμψε. Γιατί δεν ήταν κάποιος από αυτούς για τους οποίους μίλησαν οι αστρολόγοι, αλλά ξένος που δεν είχε προηγουμένως εμφανιστεί» (P.G 38, 463).
  • O Αγ. Καισάριος, αδελφός του Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, αναφέρει ότι «… ο θείος ευαγγελιστής Ματθαίος…τοποθετεί ως αστέρι τον άγγελο τον οδηγό της προσκύνησης…δεν ήταν αστέρι, αλλά νοερή και λογική δύναμις υπήρχε στον οδηγό των Μάγων…φαίνονταν μεν ως αστέρι, εννοούνταν δε ως άγγελος» (P.G 38, 973 – 976).
  • Ο Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει περί αστέρος τα εξής σημαντικά «…Αν μάθουμε, τι ήταν το άστρο, και τι είδους, και εάν ήταν ένα από τα πολλά (άστρα), ή διαφορετικό από τα άλλα, και εάν ήταν κατά φύση άστρο ή στην εμφάνιση μόνο, εύκολα, και όλα τα άλλα θα γνωρίσουμε… Ότι, το άστρο αυτό δεν ήταν ένα από τα πολλά, μάλλον ούτε καν άστρο, καθώς φαίνεται σε μένα, αλλά κάποια δύναμη αόρατος η οποία μετασχηματίσθηκε σ’ αυτή την όψη, πρώτον φανερώνεται από την πορεία του. Γιατί δεν υπάρχει, κανένα άστρο που να βαδίζει τέτοιο δρόμο. Αλλά, και αν στον ήλιο αναφερθείς, και αν στην σελήνη, και αν σ’ όλα τα άστρα, τα βλέπουμε από την ανατολή προς την δύση να προχωρούν. Αλλά, αυτό από το βορρά προς το νότο προχωρούσε. Γιατί, έτσι βρίσκεται η Παλαιστίνη, σε σχέση με την Περσία…δεν φαίνεται την νύκτα, αλλά, μέσα στην μέρα, ενώ λάμπει ο ήλιος, το οποίο, δεν είναι δυνατό να συμβαίνει αυτό από ένα άστρο, ούτε βέβαια από τη σελήνη. Επειδή, αυτή που υπερέχει από όλα, μόλις φανεί η ηλιακή ακτίνα, να κρύβεται αμέσως και να εξαφανίζεται. Αυτό, με την υπερβολή της δικής του λαμπρότητας, νίκησε τις ηλιακές ακτίνες, επειδή φανερώθηκε φωτεινότερο από εκείνες, και έλαμψε με τόσο φως περισσότερο…στον δρόμο, έως την Παλαιστίνη φαινόταν να οδηγεί. Όταν έφτασαν στα Ιεροσόλυμα, κρύφτηκε. Έπειτα, πάλι, όταν άφησαν τον Ηρώδη, αφού τον δίδαξαν, γιατί ήλθαν, και επρόκειτο να απέλθουν, το άστρο δείχνει τον εαυτό του…δεν είναι κίνηση άστρου, αλλά (κίνηση) κάποιας λογικότατης δυνάμεως. Επειδή, δεν είχε δική του πορεία, αλλά, όταν έπρεπε αυτοί (οι μάγοι) να βαδίσουν, βάδιζε. Όταν, έπρεπε να σταθούν, στεκόταν, οικονομώντας τα πάντα προς το πρέπον…δεν έδειχνε τον τόπο μένοντας πάνω. Ούτε ήταν δυνατόν (στους μάγους) έτσι να μάθουν. Αλλά, το κάνει κατεβαίνοντας κάτω. Διότι είναι σαφές, ότι ένα τόσο μικρό τόπο, και όσο είναι φυσικό να κατέχει μια καλύβα, μάλλον όσο είναι φυσικό, να κατέχει το σώμα ενός μικρού παιδιού, δεν μπορεί το άστρο να το γνωρίζει. Επειδή, είναι άπειρο το ύψος και δεν αρκούσε, ένα τόσο στενό τόπο να χαρακτηρίσει και να γνωρίσει σε αυτούς αυτόν που ήθελαν να δουν. Και αυτό, μπορεί να το διαπιστώσει ο καθένας με τη σελήνη η οποία, αν και είναι τόσο ανώτερη από τα άστρα, σε όλους τους κατοίκους της οικουμένης, που είναι διασκορπισμένοι σε τόσο πλάτος γης, φαίνεται ότι είναι κοντά σε όλους. Πώς, λοιπόν, το άστρο, πες μου, τόπο τόσο στενό φάτνης και καλύβας έδειχνε, αν δεν άφηνε εκείνο το υψηλό και κατέβαινε κάτω και στεκόταν πάνω από την ίδια την κεφαλή του παιδιού; Το οποίο, λοιπόν, και ο ευαγγελιστής  υπαινισσόμενος έλεγε: «Να, το άστρο, προηγείτο από αυτούς, μέχρι που ήλθε και στάθηκε επάνω εκεί που ήταν το παιδίον»… τούτο το άστρο δεν είναι ένα από τα πολλά άστρα, ούτε αποδεικνύει τον εαυτόν του κατά την ακολουθία της έξω δημιουργίας;… Επειδή λοιπόν (τους μάγους) οδήγησε και χειραγώγησε (σ.σ. εννοεί τον Θεό) και προς την φάτνη έστησε, όχι με άστρο, αλλά με άγγελον λοιπόν μ’ αυτούς συζητά…» (P.G. 37, 64 – 66).
  • O Άγ. Ιερομάρτυς Θεόδοτος, επίσκοπος Αγκύρας (5ος μ.Χ αι) ονομάζει το άστρο «δύναμη αγγελική που οδηγεί τους βαρβάρους προς την ευσέβεια» (P.G 77, 364).
  • Ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός, λόγιος, θεολόγος και συγγραφέας (11ος μ.Χ αι) γράφει για το άστρο ότι «στην όψη μόνο ήταν αστέρας…όχι στη φύση».
  • Ο Όσιος Θεοφύλακτος, Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Βουλγαρίας (τέλη 11ου αι – αρχές 12ος μ.Χ αι) θεωρεί ότι «θεία δυναμή και αγγελική εις τύπο άστρου φαίνονταν» (P.G 23, 161).
  • Ο Άγ. Ιερομάρτυς Ιγνάτιος ο θεοφόρος, επίσκοπος Αντιοχείας και μαθητής του Αποστόλου και ευαγγελιστού Ιωάννη, θεωρεί ότι το αστέρι της Βηθλεέμ είναι ένα υπερβατικό γεγονός και αποδέχεται  ότι αυτό επιβεβαιώνει τη θεία καταγωγή του Ιησού.

Υπάρχουν όμως και δύο σημαντικές εξωβιβλικές αναφορές περί του άστρου της Βηθλεέμ, τις οποίες θα ήταν σοβαρή παράλειψη να μην συμπεριλάβω και αναφέρω. Η πρώτη είναι το αραβικό απόκρυφο Ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας του Ιησού που δείχνει ότι ένας Άγγελος πήρε την μορφή του άστρου και οδήγησε τους Μάγους. Η αναφορά είναι η εξής: «Eademque hora apparuit illis angelus in forma stellae illius quae antea dux itineris ipsis fuerat» (μτφρ Και εκείνη την ώρα εμφανίστηκε σ’ αυτούς άγγελος με την μορφή εκείνου του αστεριού που νωρίτερα είχε γίνει σε αυτούς οδηγός). Η δεύτερη αναφορά περιλαμβάνεται στο απόκρυφο Συριακό χειρόγραφο και λέει ότι «άγγελος στάλθηκε στην Περσία. Αυτός φάνηκε με τη μορφή λαμπρού αστέρα και φώτισε όλη τη γη της Περσίας…και ακολούθως οδήγησε τους βασιλείς της Περσίας στα Ιεροσόλυμα».

 

Συμπεράσματα

 

Όπως όλα τα σύμβολα της εορτής των Χριστουγέννων, έτσι και το Αστέρι της Γεννήσεως έχει έναν ιδιαίτερο συμβολισμό στις δύσκολες ημέρες που διανύουμε. Συμβολίζει την ελπίδα και τα υψηλά ιδανικά, την ελπίδα για καλή τύχη, την ελπίδα για κοινωνική καταξίωση, την ελπίδα για τη λύτρωση, την ανάταση σε προσωπικό, τοπικό αλλά και εθνικό επίπεδο.

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία


 

  • Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, περί του αστέρος της Βηθλεέμ.
  • Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Καινή Διαθήκη, Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, κεφάλαιο Β΄, 1 – 23.
  • Γ. Π. Πατρώνος, Η ιστορική πορεία του Ιησού: Από την φάτνη ως τον κενό τάφο, εκδόσεις Δόμος, 1997.
  • Διαδικτυακός ιστότοπος books.google.gr / Collectio Vaticana.
  • Διονύσιος Π. Σιμόπουλος, Το αστέρι των Μάγων, άρθρο στο περιοδικό ΓΕΩ της εφημερίδας Ελευθεροτυπία, 30 Δεκεμβρίου 2000.
  • Διονύσιος Π. Σιμόπουλος, Το αστέρι των Χριστουγέννων, Ίδρυμα Ευγενίδου, νέο ψηφιακό πλανητάριο, οδηγός παράστασης, Αθήνα, 2006.
  • Ιωάννης Δ. Καραβιδόπουλος, Απόκρυφα χριστιανικά κείμενα: απόκρυφα ευαγγέλια, τόμος Α΄, εκδόσεις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη, 2001.
  • Κωνσταντίνος Δ. Καλοκύρης, πηγαί της χριστιανικής αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη, 1975.
  • Κωνσταντίνος Δ. Καλοκύρης, Από τον κύκλο των μεγάλων εορτών. Το δέντρο των Χριστουγέννων, η φάτνη και ο αστέρας, University Studio Press, 2005.
  • Κωνσταντίνος Σ. Χασάπης, Ο αστήρ της Βηθλεέμ: Αστρονομικός προσδιορισμός του χρόνου της Γεννήσεως του Ιησού Χριστού, εκδόσεις Καραβία Α., 1970.
  • Στράτος Θεοδοσίου – Μάνος Δανέζης, Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ – Αστρονομία – Ιστορία – Φιλοσοφία, εκδόσεις Δίαυλος, 2000.
  • Φώτης Κόντογλου, Οι τρείς μάγοι. Πώς τους επροφήτευσε ο μάντης Βαλαάμ 1300 χρόνια πριν από τη Γέννηση του Χριστού, διαδικτυακός ιστότοπος users.uoa.gr

 

Σχοινοχωρίτης Κωνσταντίνος

Ιστορικός, Αρχειονόμος – Βιλιοθηκονόμος, Υποψήφιος Διδάκτωρ.

 

Διαβάστε ακόμη:

 


Βαλτέτσι 1821 – Δοξασίες και ψυχολογία των πολεμιστών

Βαλτέτσι 1821 – Δοξασίες και ψυχολογία των πολεμιστών | Κώστας Ρωμαίος, Καθηγητής  Πανεπιστημίου – Ακαδημαϊκός


 

Ο Φώτιος Χρυσανθόπουλος, πασίγνωστος ιδίως με το βαπτιστικό του όνομα ως Φωτάκος, είναι γνωστό ότι από την αρχή της Επαναστάσεως του 1821 υπήρξε αφοσιωμένος υπασπιστής του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και ότι αρκετούς χρόνους, μετά το τέλος της Επαναστάσεως, συνέγραψε εκτενή Απομνημονεύματα που έχουν εκδοθεί σε δύο τόμους [1]. Εκείνο όμως, που δεν είναι ευρύτερα γνωστό, είναι ότι ο Φωτάκος, ακριβώς επειδή ασχολείται πολύ συχνά με πολλές και μικρές λεπτομέρειες για πρόσωπα και γεγονότα του πολέμου, αναδεικνύεται – παράλληλα με την εξαίρετη ιστορική άξια των Απομνημονευμάτων του – και ως μία αξιόλογη λαογραφική πηγή. Γενικά για τον λαϊκό πολιτισμό της εποχής του 1821, τόσο τον σχετικό με τον υλικό βίο όσο και με τον κοινωνικό και ιδιαίτερα τον πνευματικό βίο του λαού, ο Φωτάκος γίνεται με το βιβλίο του πολύτιμος.

 

Image may be NSFW.
Clik here to view.

Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος. Προτομή στο χωριό Μαγουλιανά.

 

Από το πλούσιο υλικό των πληροφοριών του Φωτάκου, έχω διαλέξει να ασχοληθώ μόνο με το στρατόπεδο που συνεστήθη στο Βαλτέτσι, για να οργανωθεί αποτελεσματικότερα η πολιορκία της Τριπολιτσάς. Τα χρονικά όρια των γεγονότων εκείνων περιορίζονται μεταξύ της 16 Απριλίου και της 13 Μαΐου 1821. Άλλα και πάλι, από το ποικίλο υλικό των πληροφοριών του Φωτάκου διάλεξα να εξετάσω τώρα μόνο τρία περιστατικά, με τα όποια δεν έχω ύπ’ όψη μου να έχει ασχοληθεί έως σήμερα άλλος ερευνητής της ελληνικής λαογραφίας.

Αναφέρονται τα τρία αυτά προβλήματα στα έξης περιστατικά: 1) Στο ότι οι Μανιάτες στο Βαλτέτσι με κανένα τρόπο δεν ήθελαν να μετρηθούν, και ας επρόκειτο για διαταγή του Κολοκοτρώνη. 2) Στο ότι οι Έλληνες στρατιώτες, μόλις αντίκρισαν τα κατακρεουργημένα κορμιά των συναδέλφων τους, που είχαν πριν από λίγη ώρα σφαγή από τους Τούρκους, έστεκαν κίτρινοι από τον φόβο τους και δεν τολμούσαν να τα εγγίσουν και να τα θάψουν. Και 3) στο ότι μπροστά από το στρατιωτικό τμήμα του Κολοκοτρώνη, που ξεκίνησε από το Χρυσοβίτσι και έσπευδε στη μάχη, ξεπετάχτηκαν ξαφνικά τρεις λαγοί, που όμως τους έπιασαν ζωντανούς.

A

Η καταμέτρηση του στρατού στο Βαλτέτσι

 

Τον Απρίλιο του 1821 ο Κολοκοτρώνης προσπαθεί να οργάνωση στρατόπεδο στο Βαλτέτσι, ώστε να αρχίσει στενότερη την πολιορκία της Τριπολιτσάς. Ο Φωτάκος και πολλοί άλλοι ξεκίνησαν στις 16 Απριλίου από το Διάσελο της Αλωνίσταινας, όπου είχαν στρατόπεδο, και επήγαν στο Βαλτέτσι.

Στις 23 Απριλίου άρχισε εκεί μια συστηματική καταμέτρηση όλων όσοι ήσαν παρόντες. Σκοπός γι’ αυτό το μέτρημα ήταν να εξακριβωθεί ο ακριβής αριθμός των στρατιωτών, για να οργανωθεί αντίστοιχα καλύτερος ο επισιτισμός τους. Ξαφνικά όμως σ’ αύτη την καταμέτρηση αρνήθηκαν να πάρουν μέρος οι Μανιάτες, κυρίως οι απλοί στρατιώτες. Τελικά όμως αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν και να δεχθούν την καταμέτρηση, επειδή αλλιώς ο Κολοκοτρώνης δεν επρόκειτο να τους συμπεριλάβει στον κατάλογο των δικαιούχων για τροφοδοσία. Η σχετική μαρτυρία του Φωτάκου έχει ως έξης: «Την περασμένην ημέραν (δηλαδή την πριν από τη μάχη και τη διάλυση του στρατοπέδου, η οποία έγινε στις 24 Απριλίου) εμετρήθημεν όλοι οι ευρεθέντες εκεί και ήμεθα υπέρ τας δύο ήμισυ χιλιάδες στρατιώται. Εις αυτήν μάλιστα την καταμέτρηοιν έναντιωθησαν οι άπλοι Μανιαται στρατιώται και δεν ήθελαν να μετρηθούν, διότι το είχαν κακόν, άλλ’ εβιάσθηοαν να δεχθούν την καταμέτρησιν, διότι δεν ήθελεν ο Κολοκοτρώνης να τους δώση τροφήν (ταΐνι)»[2].

Την επομένη ημέρα μετά την καταμέτρηση, επετέθησαν εναντίον του ελληνικού στρατοπέδου στο Βαλτέτσι περίπου 9 χιλιάδες Τούρκοι, πεζικό και ιππικό, που βγήκαν από την Τριπολιτσά. Οι Τούρκοι κυρίευαν το χωριό Βαλτέτσι και οι Έλληνες απωθήθηκαν βορεινά, προς το δρόμο που οδηγούσε στο μικρό χωριό Αραχαμίτες που βρίσκεται κοντά στην σημερινή Ασέα.

Image may be NSFW.
Clik here to view.

Μαυρομιχάλης Κωνσταντίνος, ελαιογραφία, Ελένη Προσαλέντη, 1899, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Εκεί στο δρόμο, έξω από το Βαλτέτσι και βορεινά του χωριού, σταμάτησαν οι Καπεταναίοι και πολέμησαν μόνοι τους, αναγκάζοντας έτσι τους Τούρκους να μην προχωρήσουν πιο πέρα. Αν δεν είχαν επιχειρήσει αύτη την αντίδραση οι Καπεταναίοι, υπήρχε σοβαρός κίνδυνος να πιάσουν οι Τούρκοι αιχμάλωτο τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, τον αρχηγό των Μανιατών. Εξ άλλου από την πλευρά τους οι Μανιάτες, που δείλιασαν και δεν έμειναν να πολεμήσουν (όπως ήξεραν και μπορούσαν να πολεμούν), γόγγυζαν εναντίον του Κολοκοτρώνη, λέγοντας ότι εκείνος έφταιγε που τους ανάγκασε να μετρηθούν, και για τούτο οι Τούρκοι τους έκαμαν μάγια και εκείνοι δείλιασαν και δεν σταμάτησαν να πολεμήσουν.

Η σχετική μαρτυρία του Φωτάκου έχει ως έξης: «Την άλλην ημέραν (24 Απριλίου) μετά την καταμέτρησιν… ήρθαν οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς έως 9 χιλιάδες πεζοί και καβαλαραϊοι και αφού μας εκυνήγησαν, εγόγγυσαν κατά του Κολοκοτρώνη οι Μανιάται και έλεγαν ότι εξ αιτίας όπου εμετρήθησαν τους εμάγευσαν οι Τούρκοι και ως εκ τούτον εδειλίασαν και δεν εστάθησαν εις τον πόλεμον. Οι Τούρκοι μας επήραν το χωρίον Βαλτέτσι και μας έσπρωξαν κατά το βορεινόν μέρος σιμά τον χωριού, όπου είναι ο δρόμος των Αραχαμιτών εκεί επολέμησαν μόνοι των οι μεγάλοι Καπεταναΐοι και τους εσταμάτησαν άλλως επίαναν ζωντανόν τον Κυριακούλην»[3].

Η συμπεριφορά των Μανιατών είναι φυσικό να μας φαίνεται τουλάχιστον περίεργη. Επιβάλλεται όμως να την προσέξουμε πιο πολύ και να αναζητήσουμε να την ερμηνεύσουμε.

Είναι γνωστό ότι ακόμη και σήμερα οι Έλληνες βοσκοί, σε όλη σχεδόν την Ελλάδα, αποφεύγουν να μετρούν τα πρόβατα ή τα γίδια της στάνης τους, και κυρίως αποφεύγουν συστηματικά να ανακοινώνουν σε άλλους τον ακριβή αριθμό των ζώων τους. «Το έχουν για κακό», όπως γράφει και ο Φωτάκος για τους Μανιάτες. Για τούτο, οσάκις κάποιος τρίτος, ανίδεος από την ψυχολογία των βοσκών, ερώτηση κάποιον τσοπάνη πόσα είναι τα πρόβατά του, εκείνος αποφεύγει να αναφέρει αριθμό. Συνηθισμένη απάντηση του είναι: «Δεν ξέρω» η αλλιώς: «Πόσα είναι; Όσα είναι».

Πιστεύουν οι βοσκοί ότι, αν μετρήσουν τα ζώα της στάνης τους, τότε αυτά κινδυνεύουν να υποστούν άμεση καταστροφή. Είναι γνωστή η φράση: «Από τα μετρημένα τρώει ο λύκος». Πρόκειται αρχικά για ένα ποιμενικό γνωμικό ολοκληρωτικής λαϊκής αποδοχής, που γρήγορα έπειτα έγινε πανελλήνια παροιμία. Η άποψη, που υποστηρίζεται μ’ αυτό το γνωμικό, μπορεί να διατυπωθεί: Αν δεν μετρήσεις τα ζώα της στάνης σου, αυτά όχι μόνο δεν κινδυνεύουν άλλα και θα πληθύνονται συνεχώς. Αν όμως τα μετράς, εκείνα κινδυνεύουν άμεσα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι και σήμερα ακόμη, υπάρχει ανάλογη δοξασία ανάμεσα και στους χαρτοπαίκτες. Εάν ένας κερδίζει και το παιγνίδι συνεχίζεται, δεν εννοεί με κανένα τρόπο να μετρήσει πόσα κερδίζει, γιατί πιστεύει – και πιστεύουν και οι άλλοι – ότι όσο δεν τα μετράει, τόσο η ευνοϊκή τύχη θα εξακολουθεί και τα κέρδη θα αυξάνονται και θα πληθύνονται, ενώ αν κάμει το μεγάλο λάθος να τα μετρήσει, από εκεί και πέρα η καλή τύχη σταματάει και η χασούρα αρχίζει να κυριαρχεί. Και τότε, τα μετρημένα δεν τα τρώει μόνο ο λύκος, άλλα και τα ενθυλακώνει ο αντίπαλος χαρτοπαίκτης.

Ακόμη και σχετικά με τα παιδιά μίας οικογένειας, παλαιότερα δεν ήθελαν οι γονείς να ανακοινώνουν σε άγνωστους και τρίτους, πόσα είναι. «Πόσα παιδιά έχεις; – Όσα έχει δώσει ο Θεός!» απαντούσαν.

Image may be NSFW.
Clik here to view.

Ζεύγος ποιμένων στην Αρκαδία, C. Delort, D΄ Apres M. H. Belle, 1879.

Πίσω από αυτά τα έθιμα κρύβεται η λαϊκή δοξασία ότι καταμετρώντας κάποιο πλήθος, το περιχαρακώνεις, το εξουσιάζεις και το κάνεις ευπαθέστερο. Γι’ αυτό αν θέλεις να παραμένει εκείνο ισχυρό, (οτιδήποτε είναι που χρειάζεται προστασία, αύξηση και μεγάλωμα, όπως είναι ζώα, παιδιά, χρήματα, καρποφόρα δέντρα), οφείλεις να αποφεύγεις την καταμέτρηση τους [4]. Ούτε πρέπει να ανακοινώνεις σε άλλους τον ακριβή αριθμό των πραγμάτων που έχεις. Εκείνος που θα πληροφορηθεί τον ακριβή αριθμό των ζώων μίας στάνης, είναι σα να έχει γίνει ο μαγικός κάτοχος της στάνης. ’Εάν δηλαδή ακουστή ο αριθμός των ζώων της στάνης, τούτο ισοδυναμεί ως να έχει κοινολογηθεί ήδη το σπουδαίο μυστικό και ως να έχει μάθει τούτο ακόμη και ο λύκος, στον οποίο άλλωστε είναι γνωστό ότι του απεδίδοντο δαιμονικές ιδιότητες. ’Ακόμη και για τα παιδιά της οικογένειας, ο αριθμός τους έπρεπε να παραμένει μυστικός για τους ξένους, επειδή και εκείνοι, γινόμενοι κάτοχοι του αριθμού, είναι σα να αποκτούν αντίστοιχα τη δυνατότητα να βλάψουν. Ποικίλη μαγική ενέργεια στο μέλλον θα είναι πολύ εύκολο να κατευθύνεται εναντίον του συγκεκριμένου εκείνου αριθμού.

Συγκεντρωμένοι συνεπώς για πρώτη φορά οι Μανιάτες στις 23 Απριλίου του 1821 στο στρατόπεδο του Βαλτετσίου, – στην πρώτη τους πολεμική έξοδο από τη Μάνη και πριν καλά-καλά συμπληρωθεί μήνας από την επίσημη κήρυξη της Επαναστάσεως – μετέφεραν μαζί τους έντονες όλες τις δοξασίες τους, που μάλιστα γίνονταν ισχυρότερες μπροστά στο αβέβαιο του πολεμικού κινδύνου. Είναι για τούτο δικαιολογημένοι, διότι δεν ήθελαν να μετρηθούν πριν από τη μάχη. Αν δέχονταν, θα ήταν σα να παραχωρούν στους αντιπάλους τους -προκαταβολικά και εθελοντικά – τη δύναμη της μαγικής εξόντωσής τους.

Οι Μανιάτες συνεπώς, πιστεύοντας ακράδαντα ότι έχουν γίνει υποκείμενο ισχυρής μαγείας, υπέστησαν αυθυποβολή. Οι εμπειροπόλεμοι στρατιώτες της Μάνης, ξαφνικά έγιναν απόλεμοι. Και για να αποφύγουν μια μάχη που εκ των προτέρων πίστευαν ότι θα τους αποβεί μοιραία, προχώρησαν στον μόνο τρόπο σωτηρίας που τους απέμενε, στο να φύγουν κυνηγημένοι για να σωθούν. Στη φυγή τους μάλιστα ξέχασαν και τον γενναίο αρχηγό τους, τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ο οποίος ήταν φυσικό να οπισθοχωρεί ακούσια και τελευταίος, και παρά λίγο να συλληφθεί αιχμάλωτος. Καθώς πήγαινε ουραγός, θα είχε σίγουρα αιχμαλωτισθεί, εάν οι άλλοι «μεγάλοι Καπεταναίοι» – όπως τους ονομάζει ο Φωτάκος – δεν σταματούσαν και δεν πολεμούσαν μόνοι τους Τούρκους, σώζοντας τον Κυριακούλη.

Πιστεύω ότι τώρα μπορούμε να εξηγήσουμε ικανοποιητικά την συμπεριφορά των Μανιατών στο Βαλτέτσι. Έχοντας ριζωμένη στον ψυχικό τους κόσμο την πεποίθηση ότι έπειτα από τη δημόσια καταμέτρησή τους ένας μεγάλος κίνδυνος τους απειλεί, επίστεψαν ότι στους επιτιθέμενους Τούρκους της επομένης ημέρας πολύ σωστά «αναγνωρίζουν» τους ανθρώπους που τους έκαναν μάγια και τώρα έρχονται να αποτελειώσουν με φόνο το αποτέλεσμα της μαγικής ενέργειας που είχε προηγηθεί. Το κείμενο του Φωτάκου ευθυγραμμίζεται με όλα αυτά και αποδίδει με ακρίβεια την ομαδική ψυχολογία. Ιδού: «Εγόγγυσαν κατά του Κολοκοτρώνη οι Μανιάται και έλεγαν ότι εξ αιτίας όπου εμετρήθησαν τους εμάγευσαν οι Τούρκοι και ως εκ τούτου εδειλίασαν και δεν εστάθησαν εις τον πόλεμον»[5].

 

Β

Τα κατακρεουργημένα κορμιά στο Βαλτέτσι

 

Αφού οι Τούρκοι έφυγαν, μετά την επίθεση και τη σφαγή που έκαμαν, ξαναγύρισαν έπειτα στο Βαλτέτσι και οι Έλληνες. Το θέαμα όμως που αντίκρισαν τότε ήταν φρικιαστικό. Βρήκαν να έχουν κατακρεουργηθεί οι Έλληνες εκείνοι, όσοι έμειναν και πολέμησαν και στη συνέχεια δεν πρόλαβαν να φύγουν. Κανένας από τους ερχόμενους – και ανάμεσά τους φυσικά και ο Φωτάκος – δεν είχε το θάρρος να ζυγώσει κοντά στους σκοτωμένους. Κατακίτρινοι όλοι τους από τον φόβο, έστεκαν και κοίταζαν. Τότε ο Κολοκοτρώνης για να τους δώσει θάρρος, επήγε ο ίδιος και άρχισε να μαζεύει τα σκόρπια κομμάτια των σκοτωμένων. Τα έπαιρνε, τα φιλούσε και έλεγε στους γύρω του στρατιώτες ότι αυτοί, που σκοτώθηκαν μ’ αυτό τον άγριο τρόπο, είναι πραγματικοί άγιοι και ότι θα πάνε στον παράδεισο, γιατί είναι μάρτυρες που εμαρτύρησαν για τον Χριστιανισμό. Μονάχα τότε, έπειτα από όλα αυτά, επήραν θάρρος – ο Φωτάκος και οι άλλοι τρομαγμένοι – και επλησίασαν και έθαψαν τους νεκρούς.

Το σχετικό κείμενο, που μας έχει παραδώσει για το περιστατικό ο Φωτάκος, έχει ως εξής: «Αφού εγλυτώσαμεν από τον πόλεμον και επέστρεψα – μεν εις το χωριό Βαλτέτσι, ήβραμεν τους σκοτωμένους χριστιανούς και δεν εζυγώναμεν κανένας μας εις αυτούς κοντά. Εκιτρινίσαμεν από τον φόβον μας διότι πρώτην φοράν είδαμεν ανθρώπους σκοτωμένους. Ο δε Κολοκοτρώνης δια να μας ενθαρρήνη, εμάζωνε τα κομμάτια του καθενός νεκρού, τα εφίλει και έλεγεν εις τους τριγύρω στρατιώτας ότι αυτοί είναι άγιοι και ότι θα υπάγουν εις τον παράδεισον ωσάν μάρτυρες, και τότε εζυγώσαμεν και τους εθάψαμεν»[6].

Ανάλογο επεισόδιο συνέβη και αργότερα, πάλι κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Τριπολιτσάς. Το περιστατικό συνέβη στον Άγιο Σώστη, ένα από τα χωριά στον κάμπο της Τεγέας, ασφαλώς το πιο κατάλληλο για οχύρωση, επειδή βρίσκεται πάνω σε χωμάτινο λόφο και αγναντεύει τον κάμπο και το δρόμο για τη γειτονική Τριπολιτσά.

Ο Κολοκοτρώνης είχε δώσει διαταγή στον Φωτάκο, να πάει και να ζυγώσει στο χωριό, τον Άγιο Σώστη. Πριν ξεκινήσει όμως ο Φωτάκος, ο Κολοκοτρώνης του έδωσε και άλλες σπουδαίες οδηγίες που ήσαν το αποτέλεσμα της Κολοκοτρωναίϊκης μακροχρόνιας πείρας στον τομέα της κλεφτουριάς. Γράφει σχετικά ο Φωτάκος: «Έπειτα με ωδήγησε, πως να πλησιάσω τον Άγιον Σωστήν. Να υπάγω δηλαδή τριγύρω ξέμακρα, να μη με τρώγη το βόλι εύκολα. – Πρόσεξε, μου είπεν ακόμη, τα πουλάκια τα μικρά, όταν τα σηκώνης ή οηκώνωνται μοναχά τους, εάν περνούν επάνω από το χωριό και τα ιδής να κάθωνται μέσα εις το χωριό άφοβα, τότε δεν είναι μέσα Τούρκοι και πήγαινε άφοβα ει δε και τα βλέπεις, άμα φθάσουν εις το χωρίον και γυρίζουν πίσω φοβισμένα και κάμουν (ε)λιγμούς ξαφνιασμένους, τότε είναι μέσα Τούρκοι και μην πας»[7].

Ο Φωτάκος ακολούθησε με προσοχή τις συμβουλές του Κολοκοτρώνη και έπειτα μπήκε στο χωριό τρέχοντας με το άλογό του από τη βορεινή πλευρά του χωρίου προς τη μεσημβρινή. Εκεί, στο νότιο μέρος του Αγίου Σώστη, είδε την εκκλησία του χωριού και την πόρτα της ανοιχτή. Ο Φωτάκος πλησίασε και κοίταξε στο εσωτερικό της εκκλησίας: «Έσκυψα και είδα την εκκλησίαν γεμάτην από πτώματα κοψοκέφαλα. Εφοβήθηκα πολύ και εγύρισα οπίσω εις τον αρχηγόν, ο όποιος ήρχετο με τους στρατιώτας, δια να πιάσουν το χωρίον και να κάμουν όλην την νύκτα ταμπούρια»[8].

Ο Κολοκοτρώνης ερώτησε τον Φωτάκο, γιατί έχει γίνει κίτρινος από τον φόβο του και εκείνος διηγήθηκε όσα είδε. Στη συνέχεια ο Κολοκοτρώνης εκάλεσε τους καπεταναίους και τους ρώτησε, τι πτώματα ήσαν εκείνα μέσα στην εκκλησία. Εκείνοι του είπαν ότι δεν έθαψαν τους σκοτωμένους. «Τότε (ο Κολοκοτρώνης) έδιαλεξεν ανθρώπους συνηθισμένους να μη φοβούνται τους νεκρούς (διότι τότε ο φόβος ήτο πολύς εις τους Έλληνας, επειδή ήσαν ασυνήθιστοι να πιάνουν και να θάφτουν πτώματα) και τους έστειλε και έκαμαν ένα μεγάλον λάκκον και τους έρριξεν όλους μέσα»[9].

Ανακατωμένες είναι οι δικαιολογίες που φέρνει ο Φωτάκος. Ωστόσο ο φόβος των Ελλήνων στρατιωτών στο Βαλτέτσι δεν οφείλεται απλώς στο ότι πρώτη φορά εκείνοι έβλεπαν ανθρώπους σκοτωμένους. Ούτε και κιτρίνισαν άπ’ αυτή την αιτία, δηλαδή διότι δεν είχαν συνηθίσει να βλέπουν σκοτωμένους. Εξ άλλου, στον Άγιο Σώστη της Τεγέας ο φόβος δεν προερχόταν απλώς γιατί είδαν μέσα στην εκκλησία τα κορμιά να είναι κοψοκέφαλα. Αν ήσαν μόνο αυτοί οι λόγοι, ασφαλώς έπειτα από τον πρώτο φόβο οι Έλληνες στρατιώτες θα ζύγωναν και θα έθαβαν τους νεκρούς.

Αλλά τότε, ποιός είναι ο βαθύτερος – και ο άγνωστος – λόγος για τον οποίο όλοι τους, Φωτάκος και λοιποί, έστεκαν κατακίτρινοι και ασάλευτοι, μην τολμώντας να πλησιάσουν και να έγγισουν τα πτώματα;

Πριν απαντήσω στο ερώτημα, προτείνω να γνωρίσουμε, τι ακριβώς πιστεύει, ακόμη και σήμερα, ο πολύς λαός ως προς τους πιθανούς κινδύνους που απειλούν καθέναν που θα πιάσει με τα χέρια του κάποιον νεκρό. Πιστεύουν λοιπόν ότι το λιγότερο που έχει να πάθη, είναι ότι θα τρέμουν τα χέρια του ή θα μένουν μουδιασμένα ή πιασμένα. Αυτό σημαίνει ότι τα χέρια που θα αγγίξουν το πτώμα, θα αχρηστευθούν προσωρινά από κάποιο νευρικό κλονισμό που θα πάθουν, ή από την ακινησία του αίματος και το βαρύ μούδιασμα.

Αναφέρω δύο παραδείγματα που μου είναι γνωστά από τη Θράκη: 1) Στον Σκοπό της Θράκης οι γυναίκες που έπαιρναν μέρος στο άλλαγμα του νεκρού, συνήθιζαν να κόβουν από το σάβανο ένα μικρό τετράγωνο κομμάτι που το έραβαν έπειτα πάνω στο εσωτερικό ποκάμισό τους, και το έκαναν αυτό «για να μην τρέμουν τα χέρια τους» [10]. 2) Στο Σαμακόβι της Ανατολικής Θράκης «οι νεκροθάφτες, φεύγοντας από το σπίτι του πεθαμένου, παίρνουν μια λωρίδα πανί και το κρύβουν κάπου, έξω στην αυλή τους. Έπειτα από σαράντα ημέρες το παίρνουν πάλι, το πλένουν και το βάζουν για μπάλωμα σ’ ένα ρούχο τους, για να μην πιαστούν τα χέρια τους»  [11].

Διαπιστώνομε ότι και στις δύο πιο πάνω περιπτώσεις εκείνος που θα πιάσει τον νεκρό, είτε για να τον αλλάξει, είτε για να τον θάψει, κινδυνεύει να ίδει τα δύο χέρια του να τρέμουν ή να είναι πιασμένα και αχρηστευμένα και αυτό να γίνεται για αρκετόν καιρό. Φυσικά, όλα αυτά συμβαίνουν στις πιο αθώες περιπτώσεις, όταν δηλαδή ο θάνατος είναι φυσιολογικός και γίνεται μέσα στο σπίτι, και όταν οι γειτόνισσες σπεύδουν πρόθυμα για να περιποιηθούν τον προσφιλή νεκρό και οι νεκροθάφτες του χωριού να βοηθήσουν για την ταφή.

Στην περίπτωση όμως των βιαιοθανάτων, που τα κορμιά τους κατακρεουργήθηκαν από αιμοσταγείς φονιάδες, είναι πολύ φυσικό ότι η εκδικητική αντίδραση του νεκρού θα είναι πολύ ισχυρότερη και χειρότερη, και ότι θα κατευθύνεται αδιακρίτως εναντίον καθενός που θα τολμήσει να πιάσει τα διαμελισμένα κομμάτια του αδικοσκοτωμένου νεκρού. Καθένας που θα πιάσει τα ματωμένα κομμάτια, θα βάψη και αυτός τα χέρια του στο αδικοχυμένο αίμα. Θα γίνει συνεπώς συνένοχος στον φόνο και συνεκδοχικά συμμέτοχος στην εκδίκηση και την τιμωρία που θα προκαλέσει ο νεκρός.

Το μίασμα συνεπώς και ο πανίσχυρος φόβος από το μίασμα, ήσαν οι λόγοι που είχαν κάμει στο Βαλτέτσι και τον Φωτάκο και τους άλλους Έλληνες, να σταθούν περίτρομοι, κατακίτρινοι και αποσβολωμένοι, ευθύς ως αντίκρισαν τα κομματιασμένα κορμιά των συστρατιωτών τους. Ούτε και θα μετέβαλλαν ποτέ εκείνοι αύτη τη στάση τους, εάν δεν παρενέβαινε ο Κολοκοτρώνης, αυτός ο συχνός «από μηχανής θεός» για πάρα πολλά προβλήματα, μικρά και μεγάλα, που συνεχώς παρουσιάζονταν σε όλη την μακροχρόνια διάρκεια του πολέμου της Ανεξαρτησίας.

Εζύγωσε λοιπόν τότε ο Κολοκοτρώνης και όχι μόνο έπιανε και εμάζευε ο ίδιος τα σκόρπια κομμάτια από τα διαμελισμένα κορμιά, άλλα και – αντιπαραθέτοντας σκόπιμα, στους δήθεν μιασμένους και εκδικητικούς νεκρούς, την αγιότητα των τωρινών νεκρών – έλεγε στους στρατιώτες του ότι οι νεκροί εκείνοι δεν είναι βλαπτικοί και μιασμένοι, άλλ’ ότι είναι πραγματικοί Άγιοι, και θα πάνε σίγουρα στον παράδεισο, γιατί είναι ισάξιοι με τους Μάρτυρες του Χριστιανισμού.

Και για να αποδείξει έμπρακτα ο Κολοκοτρώνης ότι επρόκειτο για Αγίους και για λείψανα Αγίων, εφιλούσε με ευλάβεια το κάθε κομμάτι που εμάζευε. Το εφιλούσε με ευλάβεια, που ήταν όμοια με εκείνην, όταν φιλούμε τα ιερά λείψανα κάποιου Αγίου.

Γ

Οι τρεις λαγοί, πριν από τη μάχη στο Βαλτέτσι

 

Αρκετές ημέρες πριν από τη μάχη, ο Κολοκοτρώνης πηγαινοερχόταν κάθε ημέρα ανάμεσα στο Χρυσοβίτσι, το Βαλτέτσι και την Πιάνα. Οι ενδιάμεσες αποστάσεις σ’ αυτά τα τρία χωριά είναι αρκετά μεγάλες, αλλά ο οργανωτικός Κολοκοτρώνης εννοούσε να έχει κάθε ημέρα προσωπική αντίληψη για το κάθε πρόβλημα: «Αφού ήλθαν τα στρατεύματα, εις Βαλτέτσι, τότε ο Κολοκοτρώνης δια πολλάς ημέρας επήγαινε και ήρχετο εις Βαλτέτσι την αυγήν από εκεί το μεσημέρι πάλιν εις Χρυσοβίτσι και το εσπέρας εκείθεν εις Πιάνα. Ταύτα ήσαν αδύνατον να μη γίνουν κάθε ημέραν, μολονότι το διάστημα ήτο όχι ολίγον»[12].

Το αξιοσημείωτο όμως είναι ότι ακριβώς μέσα σε εκείνο το καθημερινό πέρα – δώθε βρήκε τον Κολοκοτρώνη και η είδηση, ότι επί τέλους οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς ξεκίνησαν πανστρατιά, με σκοπό να συντρίψουν ολοσχερώς όλους τους Έλληνες που είχαν συγκεντρωθεί στο Βαλτέτσι. Ο Φωτάκος γράφει σχετικά: «Ο δε Κολοκοτρώνης εξακολουθούσε να πηγαινοέρχεται και να βλέπη και τας τρεις θέσεις… του Χρυσοβιτσιού, της Πιάνας και του Βαλτετσιού, και τα πάντα ήσαν έτοιμα… Τέλος πάντων ήλθεν η ώρα να δοξασθούν και να ελευθερωθούν οι Έλληνες με του Θεού την βοήθειαν. Οι Τούρκοι εβγήκαν από την Τριπολιτσάν όλοι υπέρ τας δώδεκα χιλιάδας πεζοί και καβαλαραΐοι… Ο Κολοκοτρώνης εις το Χρυσοβίτσι τότε ευρισκόμενος, άμα είδε τους καπνούς[13], ότι οι Τούρκοι πηγαίνουν εις το Βαλτέτσι, αμέσως έστειλε τον Θεοδόσην Καρδαράν καβαλάρην με μίαν σημαίαν να έβγη εις την ράχιν του Βαλτετσιού δια να τον βλέπουν οι κλεισμένοι εις το Βαλτέτσι, ότι τους πηγαίνομεν βοήθειαν. Έπειτα διέταξε τους στρατιώτας να τον ακολουθήσουν»[14]. Και πιο κάτω ο Φωτάκος συνεχίζει: «Αφού ο πόλεμος άρχισεν εις τα καλά, έφθασεν ο Κολοκοτρώνης με τους Χρυσοβιτσιώτας και άλλους κοντά 700 και επήρε τις πλάτες των Τούρκων»[15].

 

Image may be NSFW.
Clik here to view.

Ναύπλιο, ο Κολοκοτρώνης έφιππος (λεπτομέρεια). Φωτογραφία: Γιώργος Αντωνίου.

 

Ανάμεσα, όμως σε εκείνες τις κρίσιμες στιγμές, – ενώ η μεγάλη μάχη είχε αρχίσει και ενώ ο Κολοκοτρώνης πήγαινε, εσπευσμένα, για το Βαλτέτσι, – ιδού ότι στο δρόμο του ξεπετάχτηκαν μπροστά από το στρατιωτικό τμήμα τρεις λαγοί. Ψυχολογικά, το ασήμαντο τούτο για σήμερα περιστατικό ήταν για τότε ότι χειρότερο θα μπορούσε να φαντασθεί κανείς για εκείνες τις ώρες. Γενικά, εάν ένας λαγός παρουσιαζόταν είτε στο στρατόπεδο είτε σε ώρες κρίσιμες για πολεμική δράση, και ιδίως εάν ο λαγός έκοβε τον δρόμο προσπερνώντας κάθετα, τότε όλοι πίστευαν ότι τούτο ήταν προάγγελος για βέβαιη καταστροφή. Το νόημα όμως του οιωνού εκείνου πίστευαν ότι θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά, αρκούσε οι στρατιώτες να ήσαν ικανοί να σκοτώσουν τον απροσδόκητο τετράποδο επισκέπτη τους, ή προπάντων να καταφέρουν να τον πιάσουν ζωντανό. Το τελευταίο τούτο εθεωρείτο και ως το σπουδαιότερο. Και τότε η ελπίδα για επικείμενη και βέβαιη νίκη άλλαζε και γινόταν πεποίθηση.

Ο Φωτάκος, περιγράφοντας το περιστατικό, έχει φροντίσει να προσθέσει και τις δικές του παρατηρήσεις σχετικά με την δοξασία. Το κείμενό του έχει ως εξής: «Όταν ο πόλεμος άρχισεν εις το Βαλτέτσι και ο Κολοκοτρώνης με τούς Χρυσοβιτσιώτας ήρχετο εκεί, οι στρατιώται του εις τον δρόμον έπιασαν λαγούς ζωντανούς· επειδή δε οι Έλληνες εκ προλήψεως εθεώρουν τον λαγόν, τον οποίον απαντούσαν καθ’ οδόν ως κακόν σημείον, ο Κολοκοτρώνης είπε τότε εις τους στρατιώτας δια να τους δώση θάρρος· «καλόν σημείον, στρατιώται, έτσι θα πιάσωμεν και ημείς ζωντανούς τους Τούρκους»[16].

Παραλλαγή, ως προς την αφήγηση του αυτού επεισοδίου, συναντούμε στα Απομνημονεύματα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, όπως ο Γέρος του Μόρια αφηγήθηκε το ίδιο περιστατικό στον Γεώργιο Τερτσέτη: «Όταν εκίνησα διά να υπάγω εις το Βαλτέτσι, εις τον δρόμο εβγήκαν τρεις λαγοί και τους επιάσαν ζωντανούς οι Έλληνες. Τότε τους είπα, ότι: «Η νίκη, παιδιά, είναι δική μας». Είχαν πρόληψη οι Έλληνες, όταν έβλεπαν λαγούς και επερνούσαν από το στρατόπεδο και δεν τους εσκότωναν ή δεν τους επίαναν, η καρδιά των Ελλήνων εκρύωνε, ότι θα χάσουν τον πόλεμο»[17].

Προτού προχωρήσω στις οποιεσδήποτε παρατηρήσεις μου, θα προτιμούσα να παραθέσω αμέσως τώρα το κείμενο από τρεις άλλες παρόμοιες μαρτυρίες, που προέρχονται από την νεώτερη προφορική παράδοση.

Η πρώτη προέρχεται από την καταγραφή μίας ρουμελιώτικης παραδόσεως που την άκουσε ο Ανδρέας Καρκαβίτσας. Ο τελευταίος την ανακοίνωσε στον Γιάννη Βλαχογιάννη, ο όποιος και τη δημοσιεύει το έτος 1927: «Στη Γραβιά, πριν μπούνε και κλειστούν οι Έλληνες στό Χάνι, πετάχτηκε λαγός από τα γύρωθε σπαρτά. Ο Ανδρούτσος φώναξε: – Μη χαλάτε τα φουσέκια σας». Έβαλε το λαγό στο κυνήγι και τον έπιασε ζωντανό, λένε»[18].

Στο Ζαγόρι της Ηπείρου έχουν την ακόλουθη δοξασία, σύμφωνα με όσα γράφει στην Λαογραφία το έτος 1921 ο καταγόμενος από εκεί και μετέπειτα καθηγητής της Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γεώργιος Αναγνωστόπουλος: «Άμα πας πουθενά και προσπεράσει λαγός, δε βρίσκεις καλά και μ’ ευκολία για ότι δουλειά πας»[19].

Τέλος η φιλόπονη και ευσυνείδητη λογία της Θράκης Ελπινίκη Σαραντή-Σταμούλη, γνωστή ιδιαίτερα για τις λαμπρές πληροφορίες εθίμων και δοξασιών της Θράκης που έχει δημοσιεύσει, γράφει το 1951 στη Λαογραφία:  «Σαν ο λαγός τους έκοφτε το δρόμο, δεν το ’χαν σε καλό, προπάντων όσοι πήγαιναν για το στρατό»[20].

Έχω τη γνώμη ότι τώρα είναι η πιο κατάλληλη στιγμή για να συγκρίνω τις πληροφορίες και να προσθέσω μερικές παρατηρήσεις που θα ήθελα να κάμω.

  1. Πρώτα-πρώτα, η πιο αδύναμη μαρτυρία από όλες τις πιο πάνω είναι αύτη που ο Γιάννης Βλαχογιάννης την έχει δημοσιεύσει στην «Ιστορική Ανθολογία». Γίνεται φανερό ότι ο Ανδρέας Καρκαβίτσας, που άκουσε τη σχετική ρουμελιώτικη διήγηση, θαύμασε προπάντων τη λεβεντιά του Οδυσσέα Ανδρούτσου και ιδίως τη θρυλική ταχύτητά του στο τρέξιμο. Θαυμάζοντας όμως αυτά, δεν πρόσεξε και δεν ρώτησε να μάθη περισσότερα για τη λαϊκή δοξασία, που κρύβεται πίσω από την ιστορία. Όπως η παράδοση έχει διασωθεί, φαίνεται απλώς σαν ένα περιστατικό που δείχνει την ωκυποδία του θρυλικού στο τρέξιμο Οδυσσέα. Στο μεταξύ όμως η παράδοση – μ’ αύτη τη μορφή της – έχει χάσει όλο το δραματικό στοιχείο της, που επικεντρώνεται στο ότι, την ώρα που οι γενναίοι αλλά ολίγοι πορεύονται για το απροστάτευτο Χάνι, ένας λαγός ξεπετιέται μπροστά τους, για να τους προειδοποιήσει ότι εκεί που πάνε τους περιμένει ο θάνατος. Μονάχα επειδή ο Οδυσσέας κατάφερε και έπιασε ζωντανό εκείνο τον λαγό, μονάχα τότε όλοι τους έγιναν σίγουροι, και ότι θα ταπεινώσουν την επόμενη ήμερα τον πολυάριθμο τουρκικό στρατό, και ότι οι ίδιοι τελικά θα ξεφύγουν, με εκείνο το νυκτερινό άλλα δυναμικό γιουρούσι τους την μεθεπόμενη νύχτα.
  2. Αντίθετα όμως με τη διήγηση για τον Ανδρούτσο και το Χάνι της Γραβιάς, οι άλλες πληροφορίες είναι πολύ καλές. Πρόκειται για τις δύο για το Βαλτέτσι και για τις άλλες δύο, τις σχετικές με τη νεώτερη ζωή στο Ζαγόρι της Ηπείρου και στη Θράκη. Αξίζει λοιπόν να απομονώσουμε – και να τονίσουμε – τα σπουδαιότερα στοιχεία τους.

Και πρώτα-πρώτα, από όσα υποστηρίζουν οι δύο νεοελληνικές μαρτυρίες, η πληρέστερη μορφή της δοξασίας δεν ολοκληρώνεται απλώς με την παρουσία ενός λαγού στο δρόμο, άλλα κυρίως με το να προσπεράσει κάποιος λαγός κάθετα, μπροστά από τον δρόμο σου: «Άμα πας πουθενά και προσπεράσει λαγός» τονίζεται στο Ζαγόρι. «Σαν ο λαγός τους έκοφτε το δρόμο», επιμένουν και στη Θράκη.

Η αναποδιά πάντως, που προκαλείται με την εμφάνιση του λαγού, είναι γενική και ισχύει για τον οποιοδήποτε σκοπό που επιδιώκεται με την πορεία. Κυρίως όμως η απροσδόκητη εμφάνιση κάποιου λαγού συνδέεται αμεσότερα με τους κινδύνους που σχετίζονται με το στρατό και τον πόλεμο, διότι εκεί άλλωστε δεσπόζει το αβέβαιο του μέλλοντος. Σ’ αυτό το σημείο συμφωνούν μεταξύ τους, τόσο η μαρτυρία της Θράκης, όσο και οι δύο σχετικές με το Βαλτέτσι, ιδίως όμως η παραλλαγή που την διηγείται ο ίδιος δ Κολοκοτρώνης. «Σαν ο λαγός τους έκοψε το δρόμο, δεν το ’χαν σε καλό, και προπάντων όσοι πήγαιναν για το στρατό» (Θράκη). «Οι Έλληνες, όταν έβλεπαν λαγούς και επερνούσαν από το στρατόπεδο[21] και δεν τους εσκότωναν ή δεν τους έπιαναν, η καρδιά των Ελλήνων εκρύωνε, ότι θα χάσουν τον πόλεμο» (Κολοκοτρώνης, Απομνημονεύματα).

 

Δ

 

Ως προς τον ρόλο τώρα του λαγού, και τη σημασία της ξαφνικής παρουσίας του, δεν έχω αμφιβολία ότι ως αρχική αφετηρία στις δοξασίες πρέπει να έχει υπάρξει η δαιμονική και κυρίως η χθόνια ιδιότητα, που από παλαιότατους χρόνους και από αρκετούς ευρωπαϊκούς λαούς έχουν αποδοθεί στον λαγό. Γι’ αυτό τον λόγο ο λαγός – ιδίως στα ευρωπαϊκά έθιμα του θερισμού – έχει πολύτιμες μαγικές ιδιότητες. Εάν έξαφνα στο τέλος του θερισμού ξεφύγει κάποιος λαγός, που σ’ αύτη την περίπτωση συμβολίζει τον πλουτοδότη δαίμονα του σίτου, τότε πιστεύουν ότι η καρποφορία του μεγάλου χωραφιού θα μεταβληθεί σε ασήμαντη για το επόμενο έτος. Εάν όμως οι θεριστές του αγρού, κόβοντας τα τελευταία δράγματα (τις τελευταίες «χεριές») από τα στάχια, θα τύχη να συλλάβουν κάποιον αληθινό λαγό, η έστω εάν απομιμηθούν ότι τάχα τον έπιασαν – φωνάζοντας θριαμβευτικά «να, ο λαγός» και τρέχοντας «τον πιάνουν» – τότε και η καλή εσοδεία του αγρού εκείνου πιστεύουν ότι θα είναι απόλυτα εξασφαλισμένη και για την επόμενη χρονιά. Η ευετηρία που συνυπάρχει με τον λαγό, δαίμονα του σίτου, παραμένει στο χωράφι, όπου και ανήκει.

Συνοψίζω συνεπώς τις σκέψεις μου γύρω από το βαθύτερο νόημα, που – σε πολλούς ευρωπαϊκούς λαούς, άλλα και στην Ελλάδα – βρίσκεται πίσω από τα έθιμα του θερισμού: Η εμφάνιση του λαγού φέρνει μαζί της την ευγονία της γης και την ευτυχία στον αγρότη, άλλα στη συνέχεια η φυγή και εξαφάνισή του σε ξένους αγρούς προκαλεί αντίστοιχα την καχεξία του χωραφιού στο άμεσο μέλλον. Αντίθετα, εάν κατορθωθεί η σύλληψη του λαγού ζωντανού, ή έστω «η εικονική μιμητική σύλληψή του» μέσα στις φάσεις του θεριστικού «δρωμένου», τότε τούτο συμβολίζει ότι και η μελλοντική επιτυχία στην παραγωγή του χωραφιού θα είναι σίγουρη.

Δεν χρειάζεται λοιπόν παρά μόνο τα ίδια νοήματα και τους συμβολισμούς να τους μεταφέρουμε και στο χώρο του πολέμου και να παραδεχτούμε ότι και εκεί συμβαίνουν πράγματα πανομοιότυπα. Η εμφάνιση δηλαδή και στη συνέχεια η φυγή ενός λαγού μπροστά από τους στρατιώτες, σημαίνει καταστροφή τους. Αντίθετα η σύλληψη του ζωντανού, σημαίνει μεγαλειώδη θρίαμβο κατά την επόμενη μάχη.

Ο Κολοκοτρώνης συνεπώς δεν είχε άδικο, όταν βλέποντας ότι οι στρατιώτες του έπιασαν ζωντανούς τους τρεις λαγούς τους είπε ότι η νίκη στο Βαλτέτσι είναι σίγουρη: «Εις τον δρόμο (για το Βαλτέτσι, όπου έσπευδαν) εβγήκαν τρεις λαγοί και τους έπιασαν ζωντανούς οι Έλληνες. Τότε τους είπα, ότι «η νίκη, παιδιά, είναι δική μας».

Σιγά-σιγά όμως το παλαιότατο και βαθύτερο νόημα, ως προς την εμφάνιση και τη φυγή ή τη σύλληψη ζωντανού του λαγού, που ήταν ο δαίμων του σίτου και πάροχος αγροτικής ευημερίας, ήταν φυσικό με τα χρόνια να ξεχασθεί.

Τι απέμενε λοιπόν έκτοτε; Απέμενε να παρεμβληθεί η λύση της ομοιοπαθητικής αναλογίας. Το παλαιό δηλαδή έθιμο επέζησε, το αίμα όμως που ανανεώνει τη ζωή του έχει αλλάξει ιδιότητες και αιτιολογία.

Στη νέα αύτη φάση, με την οποία επιβιώνει σήμερα η παλιά δοξασία, υπόκειται το ακόλουθο σκεπτικό. Ερώτηση: Συμβαίνει ένας λαγός να παρουσιάζεται ξαφνικά μπροστά σου και προσπερνώντας να σου κόβει το δρόμο, την ώρα που πηγαίνεις για κάτι σπουδαίο; Αν αυτό συμβαίνει, τότε με αύτη την εμφάνισή του είναι σα να προειδοποιεί και να σου λέγει: «Όπως εγώ τρέχω πανικόβλητος για να σωθώ, έτσι και εσύ αυτού που πας θα τρέχεις το ίδιο πανικόβλητος για να σωθείς». Εάν λοιπόν ο λαγός τελικά ξεφύγει, τότε τούτο σημαίνει μεγάλη ζημιά η μεγάλο κίνδυνο. Εάν όμως θα καταφέρουν να τον πιάσουν ζωντανό – όπως και στα μιμητικά δρώμενα του θερισμού – τότε τα πράγματα αλλάζουν, γιατί εκείνος που θα τρέχει σε λίγο, κυριολεκτικά πανικόβλητος, θα είναι ο νικημένος αντίπαλός σου.

Στα έθιμα τοκετού, κάθε φορά που θα έρθει μέσα στο σπίτι της επιτόκου κάποια γειτόνισσα, αντί του καθημερινού και κανονικού χαιρετισμού συνηθίζεται να λέει ως πρώτη λέξη την ακόλουθη ευχή: «Χέλια!» Μπορεί αλλιώς να ειπεί και ως έξης: (Όπως γλιστράει το χέλι, έτσι να γλιστρήσει και το παιδί». Σ’ αύτη τη φράση αναγνωρίζουμε τον τρόπο που γίνεται η σύνθεση της ομοιοπαθητικής ευχής. Η ευχή δηλαδή που εκφωνείται απαρτίζεται από δύο ισόποσα, ισότιμα και αλληλοεπηρεαζόμενα τμήματα, που συνδέονται και εξομοιώνονται μεταξύ τους με τους δύο εναρκτήριους συνδέσμους «όπως… έτσι…».

Ακριβώς όμως παρόμοια αμοιβαία εξομοίωση έχει συμβεί και στη σύντομη προσφώνηση του Κολοκοτρώνη προς τους στρατιώτες του, αμέσως μετά τη σύλληψη των τριών λαγών. Ο Φωτάκος βέβαια αναφέρει μόνο το δεύτερο τμήμα, γράφοντας: «Καλόν σημείον, στρατιώται, έτσι θά πιάσωμεν και ημείς ζωντανούς τους Τούρκους». Δεν υπαρχή φυσικά καμιά αμφιβολία, ότι και ο Κολοκοτρώνης είναι δυνατόν να είπε ακριβώς έτσι, δηλαδή να παρέλειψε το πρώτο τμήμα ως ευκολονόητο. ‘Ωστόσο η κανονική και πλήρης διατύπωση της ομοιοπαθητικής μορφής πρέπει να είχε ως έξης: «Καλόν σημείον, παιδιά [22], όπως επιάσατε ζωντανούς τους λαγούς, έτσι θα πιάσωμεν και ημείς ζωντανούς τους Τούρκους». Με αυτή τη διατύπωση η ομοιοπαθητική έκφραση έχει πάρει την τέλεια μορφή της.

Τελικά η παλαιά ιδιότητα του λαγού, που φέρει μαζί του τον δαίμονα του σίτου και την ευημερία, έχει πλέον ξεχασθεί. Η νέα όμως δικαιολογία που ξεφύτρωσε, στηριγμένη ειδικά πάνω στην ομοιοπαθητική διαδικασία, ζει και βασιλεύει. Ημπορεί μάλιστα να δίνη τέτοια φτερά στα πόδια και τέτοιο κουράγιο στις καρδιές των πολεμιστών του Βαλτετσίου, ώστε πολύ σύντομα το περιεχόμενο της ομοιοπαθητικής προμαντείας θα γίνει πραγματικότητα. Περιγράφεται μάλιστα από τον Φωτάκο εκείνη η νέα πραγματικότητα με δύο διαφορετικές ενότητες, πρώτα με τα όσα έγιναν στο Βαλτέτσι, και δεύτερο με όσα διαδραματίσθηκαν μέσα στην Τριπολιτσά.

Ως προς το Βαλτέτσι, οι Τούρκοι «έφυγαν και άφηκαν σκοτωμένους γεμάτες τις ράχες δεξιά και αριστερά, καθώς πάει η ρεματιά εις την Τριπολιτσάν» [23]. Ως προς δε τους ολοφυρμούς στην Τριπολιτσά, ο Φωτάκος γράφει: «Τούτο δε μόνον εμείς γνωρίζομεν, ότι ολονυκτίς εκουβάλαγαν πληγωμένους μέσα εις την Τριπολιτσάν θρήνος και κλαυθμός πολύς εγίνετο μέσα εις την πόλιν, και δεν ήτο κανένα σπίτι χωρίς μοιρολόγια και κλαύματα. Αι γυναίκες των, τα παιδία των και όλη η Τουρκιά της Τριπολιτσάς έτρεχαν εις τους δρόμους, ως μας είπαν ύστερα οι κλεισμένοι μέσα Έλληνες, και ερωτούσαν και εφώναζαν ο καθένας τους δικούς των, αν τους είδαν ζωντανούς ή σκοτωμένους, και αν έρχωνται, ή τι έγιναν. Εκεί έβλεπε τις τας γυναίκας των Τούρκων να κορωνυχιάζουν τα μάγουλα των με τα νύχια των και να τραβούνε τα μαλλιά των, τα δε παιδιά να φωνάζουν και να γυρεύουν τους πατέρας των. Τοιαύτη ήτο η θέα της Τριπολιτσάς εις το έμβασμα των Τούρκων των τσακισμένων εις το Βαλτέτσι» [24].

 

Ε

  

Έχω υποστηρίξει, αμέσως από την αρχή της μελέτης μου, ότι ο Φωτάκος, «ακριβώς επειδή ασχολείται πολύ συχνά με πολλές και μικρές λεπτομέρειες για πρόσωπα και γεγονότα του πολέμου, αναδεικνύεται… ως μία αξιόλογη λαογραφική πηγή» για την εποχή εκείνη. Νομίζω ότι τα τρία μικρά προβλήματα που εξέτασα πιο πάνω, σχετικά με το ελληνικό στρατόπεδο και τη μάχη στο Βαλτέτσι, είναι ικανά να αποδείξουν αύτη την αλήθεια.

Το αποτέλεσμα στην πρώτη μεγάλη μάχη και τη νίκη των Ελλήνων εκερδήθη φυσικά από την στρατηγική ιδιοφυΐα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ο ίδιος όμως ο στρατηγός γνώριζε πολύ κοίλα ότι πίσω από τα γεγονότα – και παράλληλα με αυτά – βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη και μία άλλη μορφή πολέμου, η σχετική με τη σύγκρουση των δοξασιών. Αν ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης δεν είχε προβλέψει τι οδυνηρές συνέπειες θα είχε για όλο το στρατόπεδο «το μέτρημα» των Μανιατών – που παρά λίγο να είχε στοιχίσει την αιχμαλωσία στον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, τον «Μεγαλομούστακον» της Μάνης -, ωστόσο ο Γέρος του Μόρια παρενέβη σωτήρια στις δύο άλλες και σημαντικές περιπτώσεις: α) Δυνάμωσε την ψυχική αντοχή των στρατιωτών του, ως προς τη θέα των κατακρεουργημένων κορμιών και τους βοήθησε να απαλλαγούν από τον ισχυρό φόβο του μιάσματος. Και β) στη συνέχεια, στερέωσε την πίστη των στρατιωτών του για σίγουρη νίκη, και αυτό έγινε κατά τις κρίσιμες στιγμές, όταν ξεπετάχτηκαν οι τρεις λαγοί, σύμβολα  – όπως και οι Δελφικοί χρησμοί – δισυπόστατα από σημασιολογική άποψη. Σύμβολα δηλαδή επαίσχυντης φυγής, εάν δεν συλληφθούν, άλλα και σύμβολα θριάμβου, εάν οι λαγοί θα συλληφθούν.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Φωτίου Χρυσανθοπούλου η Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθηνήσι 1858. Φωτοτυπική επανέκδοση, – με επιμέλεια, εισαγωγή και ευρετήριο από τον κ. Τάσον Αθ. Γριτσόπουλον -, έχει γίνει από την Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών (Αθήναι 1974). Σ’ αύτη την τελευταία έκδοση παραπέμπω κάθε τόσο, πιο κάτω.

[2] Φωτάκος Α, σελ. 121.

[3] Φωτάκος Α, σελ. 122.

[4] Σε ανέκδοτους ιατροσοφικούς κώδικες των περασμένων αιώνων η ερευνήτρια αυτών των κωδίκων Αγλαΐα Παπασπυροπούλου, διδάκτωρ Λαογραφίας, με πληροφορεί ότι λέγεται συχνά: «βάλε αμέτρητο» άπ’ αυτό το βοτάνι η το άλλο. Αν το μετρήσεις, νομίζω ότι εκείνο χάνει τη θεραπευτική του δύναμη.

[5] Φωτάκος Α, σελ. 122.

[6] Φωτάκος Α, σελ. 126.

[7] Φωτάκος Α, σελ. 218.

[8] Φωτάκος Α, σελ. 218.

[9] Φωτάκος Α, σελ. 218-219.

[10] Επετηρίς Λαογραφικού Αρχείου, τομ. 2 (1940) σελ. 173.

[11] Έπετ. Λαογρ. Αρχ. 2, 187.

[12] «Οι καπεταναίοι όσοι βαστούσαν την Επάνω Χρέπαν, φρόντιζαν πάντοτε να βάλλουν καπνούς εις την κορυφή δια να ειδοποιείται ο κόσμος και τα στρατόπεδα, ότι βγήκαν οι Τούρκοι» (Φωτάκος Α, σελ. 150).

[13] Από τους καπνούς στην Επάνω Χρέπα του Μαινάλου οι Έλληνες εμάθαιναν όχι μόνο ότι εβγήκαν Τούρκοι από την Τριπολιτσά, αλλά και προς τα που κατευθύνονται. Αυτά τα εμάθαιναν από ορισμένα σημάδια. «Το σημείον ήτο το ακόλουθον όταν οι Τούρκοι έβγαιναν να υπάγουν δια το Ναύπλιον, έβαλλαν εις την κορυφήν του βουνού της Επάνω Χρέπας ένα καπνόν, αν επήγαιναν δια το Λεβίδι τρεις, και δια το Βαλτέτσι τέσσερας και ούτω καθ’ εξής. Εδώ δια πρώτην φοράν μετεχειρίσθησαν οι Έλληνες τους καπνούς δια να γνωρίζουν που πηγαίνουν οι Τούρκοι. Αφού έβλεπαν τους καπνούς ετουφέκιζαν από ράχιν εις ράχιν και στρατιώται και τσοπάνηδες όπου ευρίσκοντο και διεδίδετο από τον έναν εις τον άλλον η είδησις της εξόδου των Τούρκων εις όλην σχεδόν την Πελοπόννησον και ούτως εφύλαττον τας οικογένειας των και τα ζώα των από τους Τούρκους» (Φωτάκος Α, σελ. 140-141).

[14] Φωτάκος Α, σελ. 150-151.

[15] Φωτάκος Α, σελ. 153.

[16] Φωτάκος Α, σελ. 161.

[17] Θ. Κ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων της Έλλην. φυλής, φωτομηχανική επανέκδοση από την Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών, με εισαγωγή, εύρετηριον, επιμέλεια Τάσου Γριτσόπουλου, Αθήναι 1981, σελ. 83.

[18] Γιάννη Βλαχογιάννη, Ιστορικοί Ανθολογία, 1927, σελ. 139, αρ. 264.

[19] Λαογραφία τομ. 8 (1921) σελ. 219, αρ. 18. Ο Γ. Αναγνωστόπουλος στο ρήμα προσπέραση δίνει την ερμηνεία (που είναι η σωστή) «διάσχιση τον δρόμον καθέτως και προ σού».

[20] Λαογραφία 13 (1951) σελ. 233, αρ. 196.

[21] Η έκφραση «από το στρατόπεδο» έχει εδώ τη σημασία, ότι οι λαγοί θα διέσχιζαν το στρατόπεδο. Τούτο ισοδυναμεί με την περίπτωση που ένας λαγός προσπερνάει κόβοντας κάθετα τον δρόμο.

[22] Η κλητική που χρησιμοποιεί ο Κολοκοτρώνης (στα Απομνημονεύματά του) είναι «παιδιά» και όχι «στρατιώται» που γράφει ο Φωτάκος.

[23] Φωτάκος Α, σελ. 160.

[24] Φωτάκος Α, σελ. 160.

 

Κώστας Ρωμαίος (1913 – 1992)

Καθηγητής  Πανεπιστημίου – Ακαδημαϊκός

«Πελοποννησιακά» (1985-1986) , τόμος 16. Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών.

* Το κείμενο αποδόθηκε στο μονοτονικό σύστημα.

 

Viewing all 22 articles
Browse latest View live